Καθώς οι επιχειρήσεις προσπαθούσαν να ξεφορτωθούν περιττά βάρη, οι υπηρεσίες public cloud εμφανίστηκαν στο προσκήνιο για να προσφέρουν λύσεις.

Μετά, οι επιχειρήσεις συνειδητοποίησαν ότι κάποια “βάρη” απαιτούν συμβίωση κάτω από την ίδια στέγη και έτσι γεννήθηκαν οι λύσεις του hybrid cloud.

Περίπου το 59% του παγκόσμιου πληθυσμού, ο οποίος κατ’ εκτίμηση το 2019 ήταν 7,7 δισεκατομμύρια άτομα, έχουν βιώσει την εμπειρία της πρόσβασης στο cloud. Απομένουν βέβαια 3,2 δισεκατομμύρια άτομα, μεταξύ των οποίων και 33 εκατομμύρια στις ΗΠΑ (Internet World Stats), τα οποία χωρίς πρόσβαση στο Internet, δεν έχουν και τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν κάποιες από τις υπηρεσίες του cloud. Ωστόσο και κάποιοι από αυτούς τους εναπομείναντες, ίσως έχουν δημιουργήσει ένα οικιακό δίκτυο ή ένα κοινοτικό δίκτυο, το οποίο είναι συνδεδεμένο με ένα αντίστοιχο οικιακό ή τοπικό cloud. Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι ότι το cloud είναι ο νέος όρος που περιγράφει μια πτυχή της τεχνολογίας υπολογιστών, η οποία έχει ζωή σχεδόν 70 ετών, ξεκινώντας από την εποχή των mainframes.

Σε σχέση με τα πρώτα βήματα, σήμερα η αποδοχή των υπηρεσιών του cloud είναι σαφώς ευρύτερη, εάν στα ποσοστά χρήσης προσθέσουμε όλες τις υπηρεσίες που αξιοποιούμε καθημερινά, όπως το ψηφιακό ταχυδρομείο, τους αποθηκευτικούς χώρους ψηφιακών δεδομένων που μας προσφέρονται δωρεάν ή με μικρή αμοιβή και τις δικτυακές υπηρεσίες διασκέδασης. Αν όμως εστιάσουμε τη ματιά μας στην επιχειρηματική αξιοποίηση του cloud, θα δούμε ότι ο θόρυβος που γίνεται γύρω από τη “νέα” τεχνολογία, δεν έχει επηρεάσει ακόμα τα γεγονότα τόσο εκτεταμένα.

Ο Αντώνης Μονοκρούσος, Country Leader της Oracle Hellas και GCM Cluster Leader, ανέφερε πρόσφατα ότι «μόλις το 15% των επιχειρηματικών εφαρμογών αξιοποιούν το public cloud». Επομένως, για κάποιον που θέλει να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης. Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι, η Oracle θα έχει σε λειτουργία 36 Hyper-scale Cloud Oracle Regions, μέχρι το τέλος του 2020. Ανάλογη είναι και η θέση της IBM, η οποία ζήτησε μια έρευνα από τη McKisney πάνω σε αυτό το θέμα.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι επιχειρήσεις που έχουν επιλέξει να αξιοποιήσουν το cloud, έχουν μεταφέρει εκεί μόλις το 20% των διαδικασιών τους και μάλιστα τις απλούστερες από αυτές.

Η ίδια έρευνα αποκαλύπτει ότι οι δύο σημαντικότερες αιτίες για την αναβολή της μετάβασης στο cloud είναι η ασφάλεια και τα ρυθμιστικά πλαίσια που σε κάποιες περιπτώσεις κάνουν απαγορευτική την εξαγωγή δεδομένων.

Βασισμένος σε στοιχεία όπως αυτά, ο Jim Kavanaugh, CFO της IBM, ανέφερε μεταξύ άλλων κατά τη διάρκεια της παρουσίασης των οικονομικών αποτελεσμάτων του τέταρτου τριμήνου ότι σε αυτή τη φάση ψηφιακού μετασχηματισμού τα hybrid cloud και multi – cloud περιβάλλοντα θα είναι πιο ελκυστικά για τις επιχειρήσεις. Ήδη, σύμφωνα με την έρευνα της McKisney, το 94% των επιχειρήσεων αξιοποιούν τέτοιες λύσεις.

Συνύπαρξη για 10 ακόμα χρόνια
Εφαρμογές που έχουν δημιουργηθεί εξ αρχής για το cloud, σε συνδυασμό με εφαρμογές που έχουν τροποποιηθεί για να λειτουργούν σε cloud και με εφαρμογές που λειτουργούν μόνο on premise, αναμένεται να συνυπάρχουν για περισσότερα από 10 χρόνια ακόμα.

Αν και τα public cloud έχει σημαντικά πλεονεκτήματα, μεταξύ των οποίων το χαμηλό κόστος λειτουργίας των εφαρμογών, η ευκολία μεταβολής των απαιτούμενων πόρων και θεωρητικά τουλάχιστον η ασφάλεια που μπορεί να προσφέρει η ευθύνη του προμηθευτή, υπάρχουν αρκετοί άλλοι παράγοντες που λειτουργούν αποτρεπτικά.

Σε μια έρευνα που πραγματοποίησε η Morning Consult, το 86% των IT decision makers ανησυχούν για τη δέσμευση με έναν cloud provider. Ειδικά σε μια περίοδο της ιστορίας που νέα σύνορα φυσικά και οικονομικά εγείρονται στην παγκόσμια σκηνή, το ενδεχόμενο η επιχείρηση να βρεθεί αποκομμένη από τα δεδομένα της δεν είναι απίθανο.

Και αυτό δεν είναι το μόνο επίφοβο σενάριο. Παρά το μέγεθος τους, επιχειρήσεις όπως η Google, δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στην απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να διακόψουν τη συνεργασία τους με Κινέζους πελάτες τους.

Ακόμα λοιπόν και αν η Apple, φαίνεται να αντιστέκεται σε κυβερνητικά αιτήματα για να διαθέσει προσωπικά δεδομένα πελατών της, είναι αμφίβολο πόσο ακόμα θα συνεχίσει να το κάνει, όπως επίσης είναι πιο αμφίβολο αν θα μπορέσουν να κάνουν το ίδιο και άλλες εταιρείες. Επομένως, πολλές επιχειρήσεις χρειάζεται να λάβουν σοβαρά υπόψιν το ενδεχόμενο, τα δεδομένα τους να διαρρέουν με σκοπό να ενισχύσουν ανταγωνιστές τους σε άλλες χώρες.

Οι εταιρείες με έδρα στις ΗΠΑ και την Κίνα, προσπαθούν να καθησυχάσουν αυτούς τους φόβους κατασκευάζοντας data centres εκτός των συνόρων των χωρών που είναι η έδρα τους.

Ωστόσο, ακόμα και αυτό το μέτρο δεν προσφέρει 100% ασφάλεια, δεδομένου ότι οι εγκαταστάσεις αυτές συνήθως λειτουργούν ως κράτος εν κράτει.


Τέλος, παρά τις εξελιγμένες τηλεπικοινωνιακές υποδομές που απολαμβάνει η παγκόσμια οικονομία, υπάρχουν ακόμα εφαρμογές που είναι ευαίσθητες στην “καθυστέρηση” της μεταφοράς δεδομένων από και προς το cloud. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν για παράδειγμα τα συστήματα που έχουν αναλάβει ένα μεγάλο ποσοστό των συναλλαγών στα παγκόσμια χρηματιστήρια, όπου οι μεταβολές των τιμών κατά ένα εκατοστό του cent σε διάστημα δεκάτων του δευτερολέπτου μπορεί να κρίνουν αν η συναλλαγή θα είναι κερδοφόρα ή ζημιογόνος. Είναι τόσο σημαντική η ανάγκη για την ταχύτερη μεταφορά δεδομένων σε αυτές τις περιπτώσεις, ώστε κάποιες εταιρείες νοικιάζουν χώρους όσο γίνεται πιο κοντά στο κέντρο υποδοχής των χρηματιστηριακών εντολών, ώστε να κερδίζουν τον ελάχιστο χρόνο, εξαιτίας της μικρότερης απόστασης που θα διανύσουν τα δεδομένα κινούμενα με την ταχύτητα του φωτός.

Η αντοχή στο ρίσκο καθορίζει το cloud mix
Όποιος σκέφτεται να αγοράσει αυτήν την περίοδο ένα αυτοκίνητο, ίσως να γλυκοκοιτάζει την ηλεκτροκίνηση ως λύση.

‘Όταν όμως έρθει η ώρα της αγοράς, συνήθως θα καταλήξει σε μια υβριδική λύση, θέλοντας να έχει το κεφάλι του ήσυχο ότι δε θα μείνει από ρεύμα. Με την ίδια περίπου λογική, οι εργαζόμενοι στο IT θέλουν να είναι σχετικά σίγουροι ότι η εταιρεία τους θα συνεχίσει να λειτουργεί και να είναι νόμιμη, ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστεί να περιμένουν αρκετό καιρό μέχρι να απαλλαγούν από τα server racks στο υπόγειο.

Τα hybrid clouds προσφέρουν την αντοχή σε αστοχίες και την ευελιξία των public clouds, συνδυαστικά με την ασφάλεια και τις επιδόσεις των private clouds. Επιπλέον πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 32 του GDPR, το οποίο αναφέρει ότι οι οργανισμοί πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να προστατεύσουν τα προσωπικά δεδομένα πελατών και εργαζομένων τους. Σε ένα hybrid cloud πλαίσιο, τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα θα μπορούσαν να είναι on premise, ενώ παράλληλα, η εταιρεία θα μπορούσε να αξιοποιεί το public cloud για εφαρμογές που δεν αλληλεπιδρούν με αυτά.

Για όσους εστιάζουν περισσότερα σε λειτουργικά οφέλη, η δυνατότητα να είναι διαθέσιμη η ίδια data base σε διαφορετικές πλατφόρμες, ανεξάρτητα αν είναι σε public ή private cloud, ακούγεται μάλλον ως ενδιαφέρουσα πρόταση. Στην πραγματικότητα βέβαια αυτή η διασυνδεσιμότητα είναι περισσότερο εφικτή με open source λύσεις, όπως για παράδειγμα η Cassandra database, η οποία αποδεδειγμένα έχει λειτουργήσει σε hybrid και multi – cloud περιβάλλοντα. Αυτή η ανάγκη για πιο εύκολη συνεργασία μεταξύ διαφορετικών πλατφορμών, ήταν μάλλον και ο βασικός λόγος που ώθησε την IBM να επενδύσει 34 δισεκατομμύρια δολάρια στην εξαγορά της Red Hat, κάνοντας έτσι ένα μεγάλο βήμα προσέγγισης του λογισμικού ανοιχτού κώδικα.

Για κάποιες εταιρείες, το hybrid cloud περιβάλλον, θα μπορούσε να λειτουργήσει ακόμα και ως λύση disaster recovery. Αυτό φυσικά σημαίνει ότι η εταιρεία έχει τη δυνατότητα να είναι εντός των συνόρων μιας χώρας, στην οποία δραστηριοποιούνται public cloud πάροχοι, ώστε να μην αντιμετωπίζει το πρόβλημα της “εξαγωγής” δεδομένων.

Δεν είναι όλοι για όλα
Στην περίπτωση των hybrid clouds, η φράση αυτή αφορά κυρίως τις δυσκολίες διαχείρισης του mix, αλλά και την επιλογή των εφαρμογών που θα έχουν τη δυνατότητα να αντιλαμβάνονται σαν σπίτι τους, τόσο το private όσο και το public cloud.

Σύμφωνα με μελέτη που υλοποίησε η Dell σε συνεργασία με την IDC, ένας από τους βασικούς λόγους που οι επιχειρήσεις δεν προχωρούν στην αποδοχή μιας hybrid cloud λύσης, είναι ότι δεν βρίσκουν άτομα με γνώσεις στη διαχείριση ενός hybrid περιβάλλοντος και ότι οι εφαρμογές που είναι διαθέσιμες, είναι συνήθως λιγότερο προσαρμοστικές από όσο υπόσχονται.

Ωστόσο, αναλυτές και επιχειρήσεις συμφωνούν ότι τα πλεονεκτήματα που προσφέρει το hybrid cloud θα λειτουργήσουν καταλυτικά για να ξεπεραστούν τα υπάρχοντα προβλήματα. Κάτι το οποίο σημαίνει ότι, σε αυτή τη φάση, τουλάχιστον, ζητούμενο είναι η εξεύρεση ενός ικανού και αξιόπιστου συνεργάτη.