Οι τεχνολογίες virtualization και VDI (Virtual Desktop Infrastructure) βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης στρογγυλής τραπέζης, η οποία έλαβε χώρα στις 19 Σεπτεμβρίου στο ξενοδοχείο Πεντελικόν. Η εκδήλωση διοργανώθηκε από το περιοδικό netweek, με τη χορηγία των IBM και VMWare και τη συμμετοχή Διευθυντικών στελεχών Πληροφορικής από μεγάλους οργανισμούς και επιχειρήσεις.

Οι τεχνολογίες virtualization και VDI (Virtual Desktop Infrastructure) προσφέρουν ευελιξία, περιορίζουν την πολυπλοκότητα του IT και το κόστος και αυξάνουν την παραγωγικότητα των χρηστών. Ταυτόχρονα, αποτελούν τη βάση για την υποστήριξη της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού (mobility), προσδίδοντας ελευθερία στην επιλογή συσκευής εργασίας (BYOD), αποτελώντας μια πρώτη προσέγγιση προς την υιοθέτηση τεχνολογιών cloud. Στη συζήτηση στρογγυλής τραπέζης που διοργανώθηκε από το netweek, διευθυντικά στελέχη Πληροφορικής μοιράστηκαν τις εμπειρίες τους, είπαν τις απόψεις τους και κατέθεσαν βέλτιστες πρακτικές, συμβάλλοντας έτσι στην ανταλλαγή πολύτιμης γνώσης.

Στη συζήτηση συμμετείχαν oι Αργύρης Διαμαντής, CIO της hellas online, Χρήστος Καθάρειος, ΙΤ Director των Ελληνικών Πετρελαίων, Κωνσταντίνος Κωτούλας, System Administrator στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, Νίκος Λακούτσης, Υπεύθυνος Αρχιτεκτονικής Υποδομής και Διαχείρισης Συστημάτων του OTE, Παναγιώτης Μαστρογιάννης, ΙΤ Manager, IT Infrastructure ΕΜΕΑ της First Data, Θωμάς Μπαλτάς, IT Manager της Aegean Airlines, Νίκος Τασσόπουλος, Senior Systems Administrator της Cosmote, Χρήστος Χαραλάμπους, Systems Engineering Director της Forthnet, καθώς και οι Γιώργος Μπούφης, Technical Sales Specialist της VMWare, Στέφανος Γουλιώτης, Territory Manager της VMWare και Μανώλης Τσαλαπατάνης, Systems and Technology Sales Representative της IBM.

Virtualization στην πράξη
Τo έναυσμα για την έναρξη της συζήτησης έδωσε ο Γιώργος Μπούφης, Technical Sales Specialist της VMWare, o οποίος αναφέρθηκε στα οφέλη και τις προκλήσεις που αντιμετωπίστηκαν κατά την υλοποίηση ενός έργου core virtualization που βασίστηκε στο Site Recovery Manager της VMWare και σε τεχνολογίες της IBM (storage arrays και συστήματα PureFlex). Στόχος του έργου ήταν το site recovery μιας shared υποδομής.

Το έργο υλοποιήθηκε σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πληροφορικής μεγάλου ελληνικού οργανισμού και αφορούσε την ανάπτυξη μιας υποδομής disaster recovery για δύο εταιρείες ενός πολυεθνικού ομίλου. Η πρώτη πρόκληση που έπρεπε να αντιμετωπιστεί ήταν ότι αν και επρόκειτο για δύο εταιρείες του ίδιου ομίλου, αυτές είχαν διαφορετικές Διευθύνσεις Πληροφορικής (με αρκετές ανομοιογένειες μεταξύ τους στα policies, στις υποδομές, στον εξοπλισμό κ.λπ.). Η δεύτερη πρόκληση ήταν ότι δεν υπήρχε ανοχή σε downtime (κατά τη διάρκεια του migration στο νέο περιβάλλον), ενώ υπήρχαν πολύ αυστηρές απαιτήσεις σε RPO (Recovery Point Objective) και RTO (Recovery Time Objective) – λιγότερο από τα 10 λεπτά.

Για την υλοποίηση του έργου χρησιμοποιήθηκε εξοπλισμός από την IBM και την VMWare, με την ενορχήστρωση να γίνεται από μια ομάδα της Cosmos Business Systems. Η IBM προμήθευσε τις δύο εταιρείες με blades (στη μία περίπτωση) και rackmounts (στην άλλη εταιρεία), για την επέκταση της υφιστάμενης υποδομής. Οσον αφορά τον μεγάλο ελληνικό οργανισμό, επιλέχθηκε μια πολύ μοντέρνα και σύγχρονη τεχνολογία, το PureFlex. Οπότε χρησιμοποιήθηκαν τρεις διαφορετικές τεχνολογίες, οι οποίες έπρεπε να συνδεθούν και να δουλέψουν αρμονικά μεταξύ τους. Ο πιο απλός και εύκολος τρόπος για να γίνει αυτό ήταν το vSphere, το οποίο επιλέχθηκε και για τα τρία sites, ώστε να υπάρχει ομοιογένεια.

Υπήρχε ένας ακόμα κοινός παρονομαστής ανάμεσα στα τρία sites, τα storage της IBM (V7000). Για να μπορέσει, βέβαια, να επιτευχθεί το τόσο χαμηλό RTO που απαιτούσε το έργο, χρειάζονταν ένας σωστός σχεδιασμός και αυτοματισμός. Γι’ αυτό χρησιμοποιήθηκε το Site Recovery Manager της VMWare, το οποίο κάνει όλον τον αυτοματισμό του disaster recovery. Επίσης, ανάμεσα στις απαιτήσεις που είχαν τεθεί ήταν να μην υπάρχει downtime καθ’ όλη τη διάρκεια υλοποίησης του έργου. Για να γίνει αυτό εφικτό χρησιμοποιήθηκε μια τεχνολογία που η IBM έχει ενσωματώσει μέσα στο V7000 storage της, η οποία ονομάζεται External Virtualization (αυτό επέτρεψε να γίνει το migration σε παραγωγικές ημέρες και ώρες, χωρίς να επηρεαστεί η λειτουργία των οργανισμών).

Αρχικά μεταφέρθηκε η πρώτη εταιρεία του ομίλου, ενώ μετά -και σχεδόν ταυτόχρονα- μεταφέρθηκε η δεύτερη (το οποίο ήταν και το πιο δύσκολο κομμάτι του έργου, καθώς υπήρχαν πολλά συστήματα legacy). Σχεδόν παράλληλα με τα παραπάνω άρχισε να υλοποιείται το έργο στον μεγάλο οργανισμό, το οποίο αφορούσε την εγκατάσταση του PureFlex και την υλοποίηση του περιβάλλοντος που θα εξυπηρετούσε τις δύο εταιρείες – με σκοπό να δοθεί το disaster recovery “as a service”. H τελική φάση ήταν το «πάντρεμα» αυτών των τριών διαφορετικών sites: αρχικά έγινε η ενοποίηση του storage, ακολούθησε το replication των δεδομένων, ενώ την ενορχήστρωση όλης αυτής της διαδικασίας ανέλαβε το Site Recovery Manager. Ο καθαρός χρόνος υλοποίησης του έργου δεν ξεπέρασε τις 60 ημέρες – ένας εντυπωσιακός χρόνος, αν αναλογιστεί κανείς ότι συνδυάζονταν τρία έργα σε ένα.

Υλοποιήσεις και προοπτικές επέκτασης
Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο Χρήστος Χαραλάμπους, Systems Engineering Director της Forthnet, o οποίος αναφέρθηκε στον τρόπο που η Forthnet εκμεταλλεύτηκε το virtualization. Αν και η εταιρεία βρίσκεται αρκετό καιρό στο virtualization, αυτό που έγινε πρόσφατα (2012) ήταν η δημιουργία ενός private cloud με σκοπό να παρέχουν IaaS (Infrastructure as a Service) και PaaS (Platfrom as a Service) στους εσωτερικούς πελάτες – κυρίως developers από διάφορα τμήματα της εταιρείας. Οπως συμπλήρωσε, η εταιρεία του είχε επιλέξει από την αρχή τη λύση του virtualization για έναν απλό λόγο: το availability.

Για να αποκτηθεί το availability που χρειάζονταν, αν δεν υπήρχε η λύση του virtualization, θα έπρεπε να φτιαχτεί ένα πολύπλοκο και πολύ ακριβό περιβάλλον, το οποίο θα ήταν σχεδόν αδύνατο να διαχειριστεί. Το virtualized και private cloud περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί, προσφέρει τη μέγιστη αυτοματοποίηση των διαδικασιών που απαιτούνται για τη δημιουργία μιας IT υπηρεσίας, μειώνει σημαντικά τον χρόνο ανάπτυξής της (time to market) και παρέχει πλήρη διαχείριση του κύκλου ζωής της (lifetime management). Το portal παρέχει στον τελικό χρήστη την δυνατότητα να δημιουργήσει στανταροποιημένες IT υπηρεσίες χωρίς να διαθέτει την πλήρη τεχνογνωσία της υποδομής που απαιτείται, καθώς έχει επιτευχθεί η πλήρης ενσωμάτωση με όλα τα απαραίτητα υποσυστήματα (firewall, DNS, Load balancing κ.λπ.).

Ο Κωνσταντίνος Kωτούλας, System Administrator στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, είπε ότι το virtualization ξεκίνησε από πρωτοβουλία της Διεύθυνσης Πληροφορικής, χρησιμοποιώντας λίγους καινούργιους servers, στο πλαίσιο της προσπάθειας να αποσυρθεί το παλιό και μεγάλο σε πλήθος hardware. Πλέον, έχει επιτευχθεί ένα ποσοστό server virtualization της τάξης του 83%, ενώ όσον αφορά το VDI δεν έχει προχωρήσει ακόμα, αν και έχουν γίνει προσπάθειες (proof of concept).

Ο Χρήστος Καθάρειος, IT Director στα Ελληνικά Πετρέλαια, αναφέρθηκε, αρχικά, στο σχετικά «ανορθόδοξο» τρόπο που ξεκίνησαν το virtualization στον οργανισμό. Το πρόβλημα που βιώνει το τμήμα του είναι ότι κάποιοι μηχανικοί στον οργανισμό αγοράζουν κάποτε κάποιο σύστημα, το ενσωματώνουν στην υποδομή, χωρίς υποστήριξη και τεκμηρίωση, και όταν προκύψουν προβλήματα, φωνάζουν το ΙΤ για να βγάλει άκρη. Μόνο στο διυλιστήριο του Ασπροπύργου, για παράδειγμα, είχαν στηθεί πάνω από 200 τέτοια συστήματα με απαρχαιωμένο hardware.

Αυτό ήταν και η αιτία για να ξεκινήσει το virtualization. Το αποτέλεσμα ήταν ένα ολοκληρωμένο και επιτυχημένο project, όπου έγιναν virtualized όλες οι εφαρμογές, με υψηλή διαθεσιμότητα και χωρίς προβλήματα. Οπως συμπλήρωσε, το data center του οργανισμού είναι κατά 99,99% virtualized. Τόνισε, δε, ότι η επένδυση που έγινε στον virtualization, η οποία δεν είχε, τελικά, μεγάλο κόστος, άξιζε τον κόπο.

Ο Νίκος Τασσόπουλος, Senior Systems Administrator της Cosmote, είπε ότι στον οργανισμό χρησιμοποιούν σχεδόν όλες τις γνωστές τεχνολογίες virtualization. Στα μεγάλα συστήματα που τρέχουν billing, με τεχνολογίες H/W και S/W partitioning, υπάρχει μεγάλη διαθεσιμότητα και DR, ενώ ο υφιστάμενος σχεδιασμός βοηθάει στην οικονομία – με την παράλληλη συνύπαρξη DR και developing συστημάτων (τα οποία υπό κανονικές συνθήκες παίρνουν τα περισσότερα resources).

Τα συστήματα του οργανισμού υποστηρίζουν, εκτός από την Ελλάδα, τη Ρουμανία και την Αλβανία – ενώ έχουν αρχίσει να φιλοξενούνται και συστήματα άλλων εταιρειών του ομίλου DTΑG. Οσον αφορά το virtualization για το publishing των εφαρμογών, ο οργανισμός χρησιμοποιεί μια αναλογία τεσσάρων virtual machines ανά φυσικό server. H σχέση αυτή επιλέχθηκε επειδή υπάρχουν εφαρμογές που θέλουν μεγάλη ισχύ και πρέπει να ικανοποιούνται. Ο Παναγιώτης Μαστρογιάννης, Manager, IT Infrastructure ΕΜΕΑ της First Data, αναφέρθηκε στη μεγάλη σημασία του virtualization, ενώ επικεντρώθηκε στο τι χρειάζεται για να υλοποιείται σωστά το virtualization. Είναι σημαντικό το design να είναι τέτοιο εξαρχής, ώστε να μην χρειαστεί να γίνει redesign κατά τη διάρκεια υλοποίησης, ενώ σχολίασε το νέο ρόλο των στελεχών του ΙΤ μετά την υλοποίηση του virtualization.

Τέλος, είναι σημαντικό να υπάρχει τεχνογνωσία και να γίνει μια σημαντική επένδυση στo storage. Αλλιώς, το virtualization θα έχει πρόβλημα. Εκθείασε, ακολούθως, το VDI, καθώς με αυτό η διαχείριση του desktop έχει γίνει ένα απλό δεξί κλικ, δίνοντας σημαντικά πλεονεκτήματα στο ΙΤ. Το patch management δεν έχει πλέον νόημα, καθώς το patch σε 600 τερματικά, για παράδειγμα, γίνεται με ένα απλό κλικ και reboot στα επιμέρους τερματικά. Ενα ακόμα σημαντικό όφελος του VDI είναι ότι μπορείς να περιορίσεις εύκολα τον χρήστη, όπως και το ότι δεν χρειάζεται ο IT Manager να κάνει upgrade.

Ο Θωμάς Μπαλτάς, IT Manager της Aegean Airlines, επισήμανε για άλλη μια φορά το πρόβλημα των πολλαπλών διαφορετικών applications, αλλά και την απροθυμία υποστήριξης του virtualization από αρκετούς κατασκευαστές τους. Αυτή τη στιγμή το 70% των server της εταιρείας του είναι σε virtual περιβάλλον, ενώ ακόμα δεν έχει γίνει μετάβαση σε VDI, καθώς διερευνάται ακόμα από τη Διεύθυνση Πληροφορικής ποιο θα είναι το καλύτερο επόμενο βήμα (εξετάζεται σοβαρά και η περίπτωση του application virtualization). Oι τεχνολογίες δεν παίζουν τόσο μεγάλο ρόλο για την επιτυχία του virtualization, όσο κυρίως ο σωστός σχεδιασμός και υλοποίηση. Συμπλήρωσε, επίσης, ότι δουλειά του ΙΤ είναι να ξοδεύει χρήματα για να λειτουργεί καλύτερα η εταιρεία, με προτεραιότητα την αδιάλειπτη λειτουργία και όχι το κόστος.


Η σημασία του “charged back”
Το λάθος που κάνει σε αυτό το IT, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Μαστρογιάννη, είναι ότι δεν ζητάει τα λεφτά, τα οποία κερδίζει η επένδυση που κάνει. Σε αυτό συμφώνησε και ο Χρήστος Καθάρειος, ο οποίος συμπλήρωσε ότι ο ΙΤ Μanager δεν έχει μάθει να κάνει οικονομοτεχνικές μελέτες, δεν έχει μάθει να πουλάει τη δουλειά του. Είναι σημαντικό, λοιπόν, για έναν IT Manager να κάνει “charged back” τη δουλειά του και το κόστος να μεταφέρεται στο τμήμα που το προκαλεί. Την ίδια άποψη είχε και ο Στέφανος Γουλιώτης, Territory Manager της VMWare, αναφέροντας ότι είναι πολύ εύκολο, πλέον, με τις τεχνολογίες που υπάρχουν, να αποδείξεις στη διοίκηση το κόστος του κάθε τμήματος.

Ο Αργύρης Διαμαντής, CIO της hellas online , δήλωσε ότι καταρχάς η εταιρεία του προσφέρει λύσεις Public Cloud τις οποίες ήδη χρησιμοποιεί και η Διεύθυνση Πληροφορικής. Στον οργανισμό του έχει γίνει ένα virtualization της τάξης του 50% (όσον αφορά το κομμάτι που αφορά το private cloud), ενώ υπάρχει σχεδιασμός για τις “non critical” εφαρμογές, ώστε να μεταφερθούν από το private cloud σε public cloud – και θα ακολουθήσουν το περιβάλλον testing και σχεδιασμού. Στόχος είναι να δημιουργηθεί η κατάλληλη υποδομή με συστήματα Διαχείρισης έτσι ώστε η υποδομή σε Public Cloud να μπορεί να διαχειριστεί (Fault, Performance, Configuration) από τα στελέχη της Πληροφορικής με την ίδια ευκολία και λειτουργικότητα όπως και η εσωτερική υποδομή.

Οσον αφορά το VDI, στην hellas online ακολουθείται ένα πιλοτικό project, που αξιολογεί δύο τεχνολογίες VDI και δύο DaaS. Η συγκεκριμένη αξιολόγηση έχει αυξημένο βαθμό πολυπλοκότητας, ένεκα της ανάγκης υποστήριξης των call centers και του απαιτητικού σε απόδοση, περιβάλλοντος ανάπτυξης της εταιρείας. Το θετικό του DaaS είναι ότι δίνει τη δυνατότητα στον CIO να προσφέρει Virtual Desktops, χωρίς να πρέπει να επωμιστεί το αρχικό κόστος επένδυσης για τη σχετική υποδομή (servers, SW), ένα μοντέλο που, μάλλον, θα εφαρμοστεί και στην hellas online. Μία λύση δηλαδή η οποία τελικά θα λειτουργεί στο public cloud της hellas online και θα σερβίρει Virtual Desktops για την εσωτερική χρήση της εταιρείας. Αυτή η λύση θα αποτελέσει και τον οδηγό για τις λύσεις που θα υλοποιηθούν και στους πελάτες της εταιρείας.

Ο Στέφανος Γουλιώτης συμπλήρωσε ότι είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ο κάθε οργανισμός έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες και επιλέγει τεχνολογίες, οι οποίες υιοθετούνται πιο εύκολα από την υποδομή του. Σε παρέμβασή του ο Χρήστος Χαραλάμπους σχολίασε ότι σε κάθε περίπτωση παίζει ρόλο και η υποστήριξη του vendor, μια διαπίστωση στην οποία συμφώνησαν όλοι. Ο Νίκος Λακούτσης, Υπεύθυνος Αρχιτεκτονικής Υποδομής και Διαχείρισης Συστημάτων OTE, αναφέρθηκε στην πολυπλοκότητα που χαρακτηρίζει την υποδομή ΙΤ του ΟΤE και το πώς το virtualization βοήθησε στην απλούστευσή του.

Παράλληλα, σχολίασε το εκπληκτικό “Time to Market” του virtualization, ενώ επισήμανε το γεγονός ότι το virtualization έχει βοηθήσει σημαντικά στη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει το ΙΤ του οργανισμού σήμερα, ήτοι την ενοποίηση των διαφορετικών υποδομών. Ο ΟΤΕ έχει χτίσει και χρησιμοποιεί αρκετές διαφορετικές πλατφόρμες virtualization κι έχει βοηθηθεί αρκετά από αυτές στο software καθώς και στο hardware κομμάτι. Το Η/W virtualization έχει προσφέρει στον οργανισμό την δυνατότητα αναβάθμισης, χωρίς επίπονες και χρονοβόρες διαδικασίες και με zero downtime.

Οι κυριότεροι «πονοκέφαλοι» Ο Μανώλης Τσαλαπατάνης, Systems and Technology Sales Representative της IBM, είπε ότι το δύσκολο κομμάτι για έναν vendor είναι να βλέπει τους πελάτες του τόσο τακτικά όσο θα ήθελε. Είναι σημαντική, όπως είπε, η φυσική παρουσία των vendors στο χώρο των πελατών, για να τους ενημερώσουν, να ανταλλάξουν απόψεις, να ακούσουν τα προβλήματά τους και να τους βοηθήσουν στην επίλυση αυτών. Ο Νίκος Τασσόπουλος συμπλήρωσε ότι αν και το virtualization δημιουργήθηκε για να παρέχει, τελικά, εύκολα την υπηρεσία στους χρήστες/πελάτες, μερικές φορές γίνεται μπούμεραγκ. Γιατί αν χάσεις τον έλεγχο, τότε μπορεί να εξαντληθούν οι διαθέσιμοι πόροι σε ελάχιστο χρόνο. Χρειάζεται, λοιπόν, σίγουρα μια σωστή διαχείριση των πόρων, μέσω της οποίας θα ελέγχεται πώς θα γίνεται η διάθεσή τους.

Ενα ακόμα πρόβλημα είναι η συνεργασία του hardware με το software, καθώς μπορεί να προκύψουν δυσλειτουργίες με τα patches και τις εκδόσεις τους που εγκαθίστανται στους servers. Σε αυτήν την περίπτωση, η εμφάνιση μιας δυσλειτουργίας μπορεί να επηρεάσει, για παράδειγμα, όχι μόνο 1 ή 2 servers, αλλά 400 ή 500 servers. Ο Νίκος Λακούτσης ανάφερε ότι ένας μεγάλος «πονοκέφαλος» είναι το πώς το software κομμάτι συνεργάζεται με το hardware. Το “bonding” μεταξύ hardware και software πρέπει να βελτιωθεί χτίζοντας πιο “agnostic” drivers μεταξύ τους, καθώς και σε συνεργασία με άλλους third party vendors.

Οσον αφορά τους κυριότερους «πονοκεφάλους» του virtualization, o Παναγιώτης Μαστρογιάννης είπε ότι καταρχήν υπάρχει το πρόβλημα διάθεσης σε ένα VM περισσότερων πόρων από αυτά που πραγματικά χρειάζεται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να οδηγείται κανείς σε προμήθεια έξτρα εξοπλισμού, χωρίς κατ΄ανάγκη να τον χρειάζεται. Το δεύτερο πρόβλημα σχετίζεται με τις βάσεις: υπάρχει μια διστακτικότητα εφαρμογής του virtualization σε αυτές, γιατί τα resources που ζητάνε είναι πολύ πιο υψηλά από ότι θα έπρεπε. Και το τρίτο θέμα είναι ότι έρχονται οι κατασκευαστές λογισμικού και βάζουν πολύ υψηλές προδιαγραφές χωρίς αυτές να απαιτούνται – κάτι που φαίνεται στην πράξη, καθώς διαπιστώνεται εκ των υστέρων ότι η μέση χρήση των πόρων είναι το ένα τρίτο από αυτή που προδιαγράφεται από τους κατασκευαστές. Ο Χρήστος Καθάρειος επιβεβαίωσε αυτό το γεγονός, συμπληρώνοντας ότι το έχει βιώσει στο οργανισμό του, με τη βάση δεδομένων γνωστού vendor και μάλιστα σε βάσεις παραγωγής.

Σχεδιασμός και εξειδικευμένη γνώση
Ο Αργύρης Διαμαντής επανήλθε στο θέμα του σχεδιασμού, αναφέροντας ότι είναι πολύ σημαντικό ο vendor να βοηθήσει στον σχεδιασμό λύσης virtualization για τη συγκεκριμένη υποδομή σε συστήματα και εφαρμογές των οργανισμών. Ο σχεδιασμός όμως, από τη συλλογή δεδομένων για την υφιστάμενη υποδομή μέχρι και την τελική πρόταση για την προτεινόμενη υποδομή, πρέπει να στηρίζεται σε μια ξεκάθαρη και κατανοητή διαδικασία που θα παρουσιαστεί εκ των προτέρων στον CIO.

Η διαδικασία αυτή πρέπει να περιγράφει τη λογική της οικονομικής και τεχνικής πρότασης, καθώς και τα βήματα υλοποίησης της λύσης Ο Θωμάς Μπαλτάς αναφέρθηκε στο πρόβλημα της έλλειψης γνώσης που υπάρχει όσον αφορά στην επίλυση πολύ εξειδικευμένων προβλημάτων. Λείπει, όπως πιστεύει, από τους vendors η σε βάθος γνώση σε εξειδικευμένα προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε μεγάλους οργανισμούς. Ο Μανώλης Τσαλαπατάνης συμπλήρωσε ότι το δύσκολο κομμάτι είναι ο vendor να βρει το σωστό άνθρωπο, να πάει με αυτόν στο χώρο του πελάτη και να παρουσιάσει συνδυαστικά μια λύση. Η ομάδα του vendor που θα πάει στο χώρο του πελάτη, για να παρουσιάσει και να σχεδιάσει τις λύσεις, παίζει σημαντικό ρόλο. Οπως και η σχέση των ανθρώπων του vendor με τα στελέχη IT των πελατών.

Εν κατακλείδι, έγινε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, στην οποία αποτυπώθηκαν όλες οι προκλήσεις σχετικά με τις virtualized υποδομές. Καταγράφηκε εις βάθος το πρόβλημα της πολυπλοκότητας της υποδομής του ΙΤ και το πώς το virtualization μπορεί να βοηθήσει, στρώνοντας, παράλληλα, το δρόμο προς το cloud. Η εκδήλωση αποτέλεσε ένα καλό έναυσμα για τη διεύρυνση ενός τόσου σημαντικού κι επίκαιρου θέματος και όλοι μας επιφυλαχθήκαμε να επαναλάβουμε μια τέτοια συνάντηση και στο μέλλον.