Η πραγματικότητα της καθημερινής λειτουργίας των data centers προϋποθέτει ορισμένους ξεκάθαρους όρους, οι οποίοι δεν -δείχνουν να- σηκώνουν παρερμηνείες, χαλαρότητα, έλλειψη σχεδιασμού και εν γένει εφησυχασμό. Ως τέτοιοι μπορούν να θεωρηθούν η “24x7x365 λειτουργία”, η “ασφάλεια”, η “ανά πάσα στιγμή προσβασιμότητα”, η “ευκολία στην διαχειρισιμότητα”, η “υψηλή απόδοση”, η “χωρητικότητα”, το “μηδενικό downtime”.

Το παραμικρό… ξεστράτισμα ενός εξ’ αυτών, είναι ικανό να οδηγήσει στα “κόκκινα” διαχειριστές data centers, υπηρεσιών και επιχειρήσεις-πελάτες. Τι συμβαίνει, όμως, στην περίπτωση που προκύψει ένα φαινόμενο meltdown; Πως δύναται να επηρεάσει την ομαλή όσο και απρόσκοπτη λειτουργία των εμπλεκομένων πλευρών; Υπάρχουν τρόποι ή πολιτικές αποτροπής του; Πως θα προστατευθείτε από κάθε πιθανό ή μη σενάριο;

Πολλοί διατείνονται πως σε ορισμένες περιπτώσεις, μια “μεικτή” ή διόλου ξεκάθαρη κατάσταση λειτουργεί εφησυχαστικά, σχεδόν… υπνωτικά για την συνολικότερη εγρήγορση ενός οργανισμού ή μιας επιχείρησης σε επίπεδο ανακλαστικών, συναγερμού, προσμονής και προπαρασκευαστικών ενεργειών και κινήσεων που θα τον θωρακίσουν απέναντι σε κάθε κακόβουλη ή πιθανά επιβλαβή περίπτωση. Υπό αυτό το πρίσμα, και ενόσω ο καθαρός βαθμός επίδρασης μιας πιθανής εμφάνισης του φαινομένου του meltdown στο data center και δη σε macro επίπεδο δείχνει ως ιδιαίτερα σοβαρό, εντούτοις όμως πρόσφατες μελέτες κατέδειξαν πως πολλοί διαχειριστές data center κινούνται -βολικά- κάτω από το όριο της απόλυτης χωρητικότητάς τους τόσο σε επίπεδο server όσο και σε αντίστοιχο data center. Αποτέλεσμα; Θεωρητικά να είναι σε θέση να… απορροφήσουν τις επιπτώσεις που τυχόν προκύψουν σε επίπεδο απόδοσης. Βέβαια, καθώς το συγκεκριμένο ζήτημα είναι αρκούντως σημαντικό και εντάσσεται σε αυτό που χαρακτηρίζεται ως “bust or dust”, ουκ ολίγοι εμπλεκόμενοι παράγοντες οφείλουν να επενδύσουν προκειμένου να είναι καλυμμένοι στην περίπτωση που αποφασίσει να κάνει την εμφάνισή της η εντελώς ξαφνική απώλεια χωρητικότητας.

Όλα ξεκινούν από την… αυτογνωσία!
Εάν αναρωτιέστε από πού θα πρέπει να ξεκινήσετε, μια χρήσιμη συμβουλή θα ήταν να πραγματοποιήσετε έναν έλεγχο και μια αξιολόγηση αναφορικά με την τρωτότητα και την επίδραση στην συνολικότερη απόδοση (ανά χρήσης εφαρμογής λογισμικού), και δη σε ότι αφορά συγκεκριμένους τομείς και πτυχές, όπως λ.χ. αυτοί της ασφάλειας, της IT απόδοσης και της χωρητικότητας των εγκαταστάσεων. Μόνο σε αυτή την περίπτωση θα μπορέσουν να προκύψουν πιθανά κόστη, ενώ την ίδια στιγμή θα προσδιορίζονται ξεκάθαρα συγκεκριμένα ρίσκα. Θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο πως στα αρχικά στάδια της όλης διαδικασίας, ο παράγοντας της πιθανολόγησης θα είναι ιδιαίτερα εμφανής. Μάλιστα, για ορισμένες εφαρμογές ενδεχομένως να μην έχει καν νόημα να προσμετρηθεί ο παράγοντας της τρωτότητας, κι αυτό με το σύνολο των νομικών ρίσκων που μπορεί να εμπεριέχονται. Είναι, περίπου, βέβαιο πως για ορισμένους η προαναφερθείσα διαδικασία θα αναδείξει σημαντικά προβλήματα και εν γένει ζητήματα που άπτονται της χωρητικότητας.

Γεγονός, που θα αναγκάσει -ουσιαστικά- την διοίκηση ενός ή και περισσοτέρων εκ των μερών που εμπλέκονται να λάβει δραστικές όσο και στρατηγικού περιεχόμενου αποφάσεις που θα καθορίζουν το “πώς” και το “που” “τρέχουν” τα workloads τους! Το προλαμβάνειν που αναφέρθηκε πρωτύτερα, αλλά κυρίως το… καμπανάκι κινδύνου, ου μην και αφύπνισης!

Σύμφωνα με τον Andy Lawrence, Εκτελεστικό Διευθυντή του Uptime Institute Research: “Η τρωτότητα που εμφανίζεται με την μορφή meltdown ή έλλειψης φάσματος, οδηγεί στην αναγκαιότητα εργασιών αναβάθμισης και επίλυσης προβλημάτων σε επίπεδο λογισμικού, που με την σειρά τους επιβραδύνουν την απόδοση των υφιστάμενων servers μέχρι και 30%”.

Για ορισμένους διαχειριστές data center, αυτό θα μπορούσε να έχει τεράστιες όσο και άμεσες επιπτώσεις όσον αφορά τις δυνατότητες και την εν γένει επίδοση που θα εκτείνεται μέσω της αλυσίδας εφοδιασμού.

Πόσο και με ποιο τρόπο κινδυνεύετε να επηρεαστείτε;
Κι ενώ οι κατασκευαστές επεξεργαστών, πληροφοριακών συστημάτων και οι υπεύθυνοι της ΙΤ ασφάλειας σε ολόκληρο τον κόσμο εργάζονται για τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων ασφαλείας της μορφής του meltdown και της έλλειψης φάσματος, που αναδύθηκαν σχετικά πρόσφατα στην επιφάνεια, μια ερώτηση φαίνεται πως βρίσκεται στο μυαλό όσων επιχειρήσεων έχουν ήδη επενδύσει σημαντικά ποσά σε servers και data centers: Άραγε, οι διορθωτικές κινήσεις θα έχουν κάποιο βαθμό επίδρασης στην απόδοση των διαθέσιμων server; Κατ’ επέκταση, θα επηρεάσει την χωρητικότητά τους, αλλά και αυτής του data center; Η μοναδική -ασφαλής- απάντηση είναι πως η έκθεση μιας επιχείρησης ή ενός data center σε πηχυαίους όσο και αρνητικής χροιάς τίτλους σε επίπεδο δημοσιότητας, είναι σίγουρα καταστροφική και εν πολλοίς ανεπανόρθωτη! Ορισμένες πρόωρες εκτιμήσεις καταδεικνύουν ότι, μόλις ολοκληρωθεί η επιδιόρθωση, δύναται να αναμένεται επίδραση απόδοσης έως και 30% σε ορισμένες μηχανές.

Σύμφωνα με τα εργαστήρια της Intel, οι δοκιμές που διεξήχθησαν από τότε που αποκαλύφθηκε το πρόβλημα, υποδηλώνουν μια λιγότερο ανησυχητική αντιμετώπιση, αλλά πολύ σημαντική, η οποία κινείται μεταξύ του 2 και 14%. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και η υποβάθμιση των επιδόσεων στα χαμηλότερα επίπεδα θα μπορούσε να είναι δαπανηρή, αναγκάζοντας μια λεπτομερή αναθεώρηση της ικανότητας ή της απόδοσης, με πιθανό το σενάριο της αναγκαιότητας προσθήκης νέας χωρητικότητας ή ακόμη και μιας αναπάντεχης ή και μεγαλύτερης ανανέωσης hardware (είτε ακόμη και software) υλικού.


Και ποιος ο βαθμός επίδρασης στους διαχειριστές data center;
Στην συνολικότερη εξίσωση δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι διαχειριστές data center και φυσικά το ερώτημα που τους απασχολεί σε καθημερινή βάση είναι: “Πόσο θα μας επηρεάσει (αρνητικά) η εμφάνιση ενός φαινομένου meltdown είτε απουσίας ικανού φάσματος;” Δεν υπάρχει κάποια ζωηρή αμφιβολία πως όποια από τα δύο σενάρια κι εάν παρουσιαστούν, ουκ ολίγοι διαχειριστές data center θα βρεθούν σε δυσχερή θέση.

Η επιδιόρθωση του “τρωτού” σημείου μέσω της λήψης και εγκατάστασης ενός patch λογισμικού είναι -σχεδόν- σίγουρο πως θα επιβραδύνει την συνολικότερη απόδοση, ενώ την ίδια στιγμή ο νέος εξοπλισμός που θα εγκατασταθεί για τον προσεχή χρόνο ή δυο μπορεί να αποδεχθεί πως δεν είναι ευάλωτος. “Και μετά;”, μπορεί -εύλογα- να αναρωτηθείτε. Σε αυτό το σημείο, μια σειρά από διαχειριστές αναγκάζονται -ουσιαστικά- να αγοράσουν νέο hardware εξοπλισμό απλώς και μόνο επειδή είναι πιο αποδοτικό από τα ΙΤ συστήματα που ήδη διαθέτουν. Κι αυτό, γνωρίζοντας ότι είναι ακόμα ευάλωτα…

Ένα πρώτο σημείο είναι ότι, σε μακροοικονομικό επίπεδο, ο συνολικός αντίκτυπος στη χωρητικότητα και στη ζήτηση δεν θα είναι τόσο μεγάλος όσο θα ήταν στην περίπτωση κατά την οποία η αγορά είτε η βιομηχανία ήταν οργανωμένη ή έστω λειτουργούσε με εντελώς διαφορετικό τρόπο, εάν η παραγωγική ικανότητα διακρινόταν απλό μεγαλύτερο βαθμό ομοιογένειας ή ακόμη κι εάν υπήρχε μικρότερος βαθμός υπερεκτίμησης σε μεμονωμένα data centers. Αυτός ο ισχυρισμός υποστηρίζεται από επανειλημμένες έρευνες που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών και δη από μια μεγάλη γκάμα πηγών, κάτι που δείχνει ότι οι περισσότεροι servers λειτουργούν με λιγότερο από 25% της παραγωγικής ικανότητας τις περισσότερες φορές και συχνά πολύ χαμηλότερα.

Πόσο αποδοτική είναι μια οργανωμένη στρατηγική αντιμετώπισης ανά case;
Μια ιδιαίτερα καινοφανή ιδέα θα ήταν η κατάστρωση μιας συνολικότερης στρατηγικής, η οποία θα διαθέτει συγκεκριμένες κινήσεις-απαντήσεις σε κάθε πιθανό πρόβλημα ή ζήτημα και δη στην περίπτωσή μας για την αντιμετώπιση αιχμών της ζήτησης. Σε πρόσφατη έρευνα οι επαγγελματίες ρωτήθηκαν για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν σήμερα τις ποικίλες απαιτήσεις πόρων λόγω τυχαιότητας, ώρας της ημέρας ή ακόμη και εποχικής ζήτησης. Το 61% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι “υπερβαίνουν τις προβλέψεις”. Αυτή η τακτική, που συχνά είναι το απλό αποτέλεσμα του νόμου του Moore, αναμένεται να βοηθήσει να μετριαστεί ο αντίκτυπος, ωστόσο δεν θα δώσει την απαιτούμενη όσο και αποτελεσματική λύση σε κάθε περίπτωση. Δεδομένου ότι έχει αποκαλυφθεί η “τρωτότητα” του meltdown ή της έλλειψης φάσματος, η ανάλυση υποδηλώνει ότι συγκεκριμένα φορτία εργασίας – όπως λ.χ. αυτά που διακρίνονται από υψηλό βαθμό απαίτησης εισόδου / εξόδου – είναι πιο πιθανό να υποστούν μια υποβάθμιση της υψηλής απόδοσης που επηρεάζει τους πελάτες και τις υπηρεσίες. Οι πάροχοι υπηρεσιών cloud, καθώς επίσης και όσοι χρησιμοποιούν πολλάκις εφαρμογές virtualization και επεξεργασίας συναλλαγών, είναι σίγουρο πως θα επηρεαστούν τα μέγιστα, καθώς λ.χ. τα ΙΤ συστήματά τους είναι περισσότερο πιθανό να λειτουργούν σε υψηλότερο και ακόμη μεγαλύτερο βαθμό χρήσης.

Δύσκολο να γλιτώσετε πρόσθετες ΙΤ επενδύσεις!
Σε πρόσφατη μελέτη που διενήργησε η γνωστή εταιρεία 451 Research, καταδεικνύεται πως στην περίπτωση κατά την οποία οι servers των οργανισμών και εν γένει επιχειρήσεων πληροφορικής δεν μπορούν να αναλάβουν το φορτίο, απαιτούνται νέες δυνατότητες και η προσθήκη καινούργιου hardware εξοπλισμού. Οπότε, η υπερπροσφορά πόρων σε επίπεδο μονάδας θα συμβάλει στην αντιστάθμιση της πρόκλησης για τους περισσότερους διαχειριστές data centers. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, περίπου τα δύο τρίτα (68%) των data centers είναι λιγότερο από 75% πλήρη, ενώ το 77% εξ’ αυτών λειτουργούν σε λιγότερο από τα τρία τέταρτα της ισχύος τους! Ωστόσο, η πλειοψηφία των data centers αλλά και οι διαχειριστές, αναμένουν πράγματι πως τόσο η ισχύς όσο και η χωρητικότητα θα αυξάνονταν, ακόμα και πριν προκύψει το φαινόμενο του meltdown. Και μπορεί οι περισσότερες μελέτες να μην προσεγγίζουν το ζήτημα της ψύξης, αλλά δεδομένου ότι αυτό προκύπτει άμεσα από την παραγωγή θερμότητας από την ισχύ / και την απόδοση των επεξεργαστών, εξ’ ου και οι servers ωθούν περισσότερη θερμότητα καθώς εργάζονται σκληρότερα. Για όσους διαχειριστές enterprise data centers εξαντλούν τη χωρητικότητα (ισχύς, χώρος, ψύξη), η έρευνα της εταιρείας 451 Research, δείχνει πως, αναπάντεχα, οι εν λόγω διαχειριστές θα εξετάσουν μια σειρά από επιλογές, που εκτείνονται από τη χρήση υπηρεσιών cloud και φτάνουν μέχρι και την ενοποίηση, την αναδιαμόρφωση ή την επέκταση των υφιστάμενων εγκαταστάσεων, τη χρήση υπηρεσιών colocation ή φιλοξενίας. Από αυτές, η μετακίνηση των υπηρεσιών στο cloud αποτελεί την πλέον δημοφιλή επιλογή, γεγονός που υποδηλώνει ότι ενώ το meltdown μπορεί να έχει κόστος απόδοσης για τους διαχειριστές cloud, αλλά από την άλλη πλευρά δύναται να βοηθήσει στην προσέλκυση περισσότερων πελατών.

Ο αντίκτυπος της “τρωτότητας” του meltdown είτε της απουσίας φάσματος είναι πιθανό να οδηγήσει σε μια σειρά από… ντόμινο, αναφορικά με το άμεσο κόστος που συνεπάγεται με την ανάγκη απόκτησης πρόσθετου ή νέου εξοπλισμού είτε με τις πιθανές απαιτήσεις αποζημιώσεων από την πλευρά επιχειρήσεων-πελατών και δη στην περίπτωση ύπαρξης σαφούς έλλειψης ή αστοχίας απόδοσης με την ταυτόχρονη απαίτηση προμήθειας νέου ΙΤ hardware. Η έκταση του αντίκτυπου θα εξαρτηθεί πιθανότατα από το ποιος καθορίζει το λογαριασμό για τους servers και την ανάλογη υποστηρικτική υποδομή, αλλά και εάν ή πόσο εύκολο είναι να μετακυληθεί το κόστος. Οι επιχειρήσεις θα πληρώνουν για να μετακυλήσουν οποιοδήποτε κόστος και θα πρέπει να πληρώσουν για την υποδομή και οποιαδήποτε αύξηση της ΙΤ χωρητικότητας, ενώ οι πάροχοι cloud μπορεί να αναγκαστούν να παρέχουν λιγότερους εικονικούς servers ανά υποκείμενο επεξεργαστή είτε να μεταφέρουν ή ακόμη και να απορροφήσουν επιπλέον κόστος. Για τις περιπτώσεις collocation, ωστόσο, υπάρχει περιορισμένο μειονέκτημα, δεδομένου ότι οι πελάτες τους, τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι πάροχοι υπηρεσιών cloud, μπορεί να χρειάζονται περισσότερο χώρο ή ισχύ.