Ο Λεωνίδας Αθανασίου, Chief Technology Officer, Dixons South East Europe, μιλάει στο netweek για την καταλυτική επίδραση της τεχνολογίας στην αγορά retail, για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Διεύθυνση Πληροφορικής ενός μεγάλου οργανισμού retail, αλλά και για τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν στην Πληροφορική.

netweek: Πώς επηρεάζει η τεχνολογία και ειδικότερα οι ΤΠΕ τις σύγχρονες τάσεις στο retail;

Λεωνίδας Αθανασίου: Ο χώρος του retail διέρχεται μια περίοδο μετασχηματισμού, με κύρια χαρακτηριστικά τη σύγκλιση και τη συμπληρωματικότητα των διαφορετικών καναλιών, την εξατομίκευση της σχέσης με τον πελάτη, την αναβάθμιση της αγοραστικής εμπειρίας και τον εμπλουτισμό των επιλογών σε συμπληρωματικές υπηρεσίες.

Είναι, επίσης, ένας χώρος όπου τα ποσοτικά δεδομένα και η διαρκής παρακολούθηση και ανάλυσή τους -με σκοπό τη βελτιστοποίηση λειτουργιών και την καλύτερη στοχοθέτηση- γίνονται σταδιακά «τρόπος ζωής».Σε όλα αυτά η τεχνολογία -και ειδικότερα οι ΤΠΕ- όχι απλώς υποστηρίζουν, αλλά, εν πολλοίς, είναι αυτές που έχουν πυροδοτήσει τη «χιονοστιβάδα» αλλαγών που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια.

Ενδεικτικό παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο η σταδιακή ωρίμανση της τεχνολογίας οδήγησε, από μια αρχική περίοδο ανταγωνισμού μεταξύ online και brick & mortar, στη συμπληρωματικότητα των καναλιών και στη διάχυση ιδεών και πρακτικών από το ένα κανάλι στο άλλο. Μια τέτοια περίπτωση είναι η αξιοποίηση του mobile καναλιού μέσα στα φυσικά καταστήματα την ώρα της παρουσίας του πελάτη σε αυτά.

nw: Δεδομένου του καθοριστικού ρόλου της τεχνολογίας, με ποιο τρόπο μπορεί ο CIO και γενικότερα το ΙΤ να συμβάλλει στη χάραξη, αλλά και στην εφαρμογή της επιχειρηματικής στρατηγικής;

Λ. Αθανασίου: Η συμμετοχή του ΙΤ στη χάραξη της επιχειρηματικής στρατηγικής αποτελεί πράγματι πρόκληση και προϋποθέτει αλλαγή κουλτούρας από όλες τις πλευρές. Από τη μια είναι σημαντικό η ανώτατη διοίκηση να έχει πλήρη επίγνωση του ρόλου και της σημασίας του σύγχρονου ΙΤ.

Να μην το αντιλαμβάνεται απλά ως μια μονάδα υποστήριξης που καλείται να εφαρμόσει τεχνικές λύσεις με έμφαση στις υποδομές, αλλά ως ένα σύμβουλο που κατανοεί επαρκώς τόσο τον κόσμο της τεχνολογίας, όσο και τον τρόπο λειτουργίας και τις ανάγκες του οργανισμού και μπορεί να συμβάλλει στην επιχειρηματική ανάπτυξη. Σε αυτό το σημείο πρέπει να πω ότι νοιώθω πολύ τυχερός γιατί στην εταιρεία υπάρχει αυτή η φρέσκια αντίληψη ακόμα και στο επίπεδο του CEO.

Από την άλλη πλευρά θα πρέπει το ίδιο το ΙΤ και ο CIO προσωπικά να αντιμετωπίσει επιτυχώς συγκεκριμένα ζητήματα όπως: πώς θα κατανοήσει ο ίδιος -και θα βοηθήσει και τους υπόλοιπους να αντιληφθούν εγκαίρως- τη δυνητική επίδραση των νεοεμφανιζόμενων τεχνολογικών καινοτομιών στην αγορά του retail, πώς θα διακρίνει τι αποτελεί hype και τι πραγματικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που έχει νόημα και είναι εφαρμόσιμο και, τελικά, με ποιο σχέδιο θα πετύχει να εισαγάγει κάποιες από αυτές τις τεχνολογικές αλλαγές σχετικά γρήγορα και ομαλά στην καθημερινή λειτουργία της επιχείρησης;

Αναφορικά με την εφαρμογή της στρατηγικής οι προκλήσεις είναι ακόμα περισσότερες. Οι επενδύσεις στην τεχνολογία – ειδικά στο επίπεδο των business applications – αποτελούν το έναυσμα για σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία της επιχείρησης.

Μιλάμε, πλέον, για μια συνολικότερη διαχείριση της αλλαγής που απαιτεί ανάλογη προετοιμασία και σχέδιο για όλες τις βασικές πτυχές της: συστήματα, διαδικασίες και φυσικά τους ίδιους τους ανθρώπους. Στην περίπτωσή μας δημιουργήθηκε ειδικό τμήμα Business Change στα πρότυπα οργάνωσης της μητρικής μας εταιρείας, το οποίο καλείται να βοηθήσει από τη δική του σκοπιά σε αυτόν το μετασχηματισμό. Αποτελεί διακριτή οργανική μονάδα που βρίσκεται δίπλα στο ΙΤ και υπό την επίβλεψη του CTO και διαχειρίζεται το χαρτοφυλάκιο των transformation/improvement initiatives, συμμετέχει στην ανάλυση των επιχειρησιακών αναγκών, στο σχεδιασμό διαδικασιών και αποτελεί ένα “business integrator”.

nw: Πώς αντιμετωπίζουν τα στελέχη του οργανισμού σας τέτοια ζητήματα αλλαγών;

Λ. Αθανασίου: Το ανθρώπινο δυναμικό είναι ο κρισιμότερος παράγοντας επιτυχίας όταν μιλάμε για αλλαγή. Ο τεχνολογικός μετασχηματισμός μοιραία θα επιφέρει και αλλαγές στην οργανωτική δομή, στους ρόλους και στις αρμοδιότητες και, μάλιστα, όχι μόνο στο στενό πλαίσιο της Διεύθυνσης Πληροφορικής.

Σε τέτοιες καταστάσεις το ζήτημα είναι πώς ο κόσμος θα μεταβεί από το στάδιο της αρχικής επιφυλακτικότητας απέναντι στο καινούργιο και άγνωστο στην ενεργό συμμετοχή και, τελικά, στην επιτυχή προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Για το λόγο αυτό απαιτείται κάποιας μορφής «οδικός χάρτης» για το ανθρώπινο δυναμικό, αλλά και επαρκής επικοινωνία του: τα στελέχη πρέπει να γνωρίζουν σε γενικές γραμμές τι πρόκειται να συμβεί, γιατί είναι αναγκαίες οι αλλαγές, ποια είναι η δική τους συμμετοχή σε αυτήν και ποιος ο πιθανός ρόλος τους την επόμενη μέρα.

Θα πρέπει, επίσης, να προσδιοριστούν οι αναγκαίες δεξιότητες και να προβλεφθεί η κατάλληλη εκπαίδευση. Τέλος, είναι σημαντικό να υπάρξει σε ένα βαθμό και ανανέωση της ομάδας με «νέο αίμα» που θα δώσει την αναγκαία ώθηση και θα συμβάλει στην αύξηση της εσωτερικής τεχνογνωσίας.


nw: Μιλώντας για δεξιότητες, πόσο σημαντικό είναι για εσάς να έχουν τα στελέχη του IT business skills και πώς το διασφαλίζετε;

Λ. Αθανασίου: Σε εταιρικό επίπεδο δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στη διαρκή εκπαίδευση του προσωπικού. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι φέτος δημιουργήθηκε ειδικό πρόγραμμα -ένα mini MBA θα έλεγα- με σκοπό την ανάπτυξη ή την περαιτέρω ενίσχυση συγκεκριμένων business skills.

Στο πρόγραμμα αυτό συμμετέχει το σύνολο του middle level management. Όσον αφορά τα πιο εξειδικευμένα ΙΤ skills, οι ανάγκες προσδιορίζονται, κυρίως, με βάση τις τεχνολογικές επιλογές και η εκπαίδευση πραγματοποιείται συχνά σε συνεργασία με τους κατασκευαστές λογισμικού. Τις περισσότερες φορές ζητάμε να υπάρχει και η ανάλογη πιστοποίηση, η οποία αποτελεί στοιχείο ενίσχυσης του βιογραφικού των στελεχών μας και, επομένως, αποτελεί ένα επιπλέον κίνητρο.

nw: Ποιες είναι οι σημαντικότερες επενδύσεις στην τεχνολογία που θεωρείτε ότι θα αποτελέσουν πρώτη προτεραιότητα τα επόμενα έτη;

Λ. Αθανασίου: Στον κλάδο μας διεθνώς διαμορφώνεται μια σημαντική τάση για επενδύσεις που θα επιτρέψουν στις εταιρείες λιανικής να εξατομικεύσουν τη σχέση τους με τους πελάτες και να βελτιώσουν την αγοραστική εμπειρία τους. Αυτό απαιτεί να αντιλαμβάνονται έγκαιρα τις διαφορετικές ανάγκες και προτιμήσεις τους, να επικοινωνούν το κατάλληλο μήνυμα ή πληροφορία μέσω του προτιμώμενου καναλιού και στο σωστό χρόνο, να προσφέρουν ένα προσαρμοσμένο στο προφίλ τους μίγμα προϊόντων/τιμής και να το εμπλουτίζουν με συναφείς υπηρεσίες που προσθέτουν πραγματική αξία.

Αυτό που ζητείται στην ουσία είναι να εφαρμοστούν στην B2C αγορά πρακτικές από τον κόσμο των premium B2B πελατών και αυτό δεν μπορεί να γίνει σε τέτοια ευρεία κλίμακα, παρά μόνο αξιοποιώντας στο μέγιστο βαθμό το automation & intelligence σύγχρονων εργαλείων Πληροφορικής, όπως αυτά των marketing clouds – και όχι μόνο. Αυτή είναι σίγουρα μία πρώτη περιοχή υψηλής προτεραιότητας.

Ένα δεύτερο πεδίο σημαντικών επενδύσεων, ειδικά για μεγαλύτερες αλυσίδες λιανικής που δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα σε πολλαπλά κανάλια (φυσικά καταστήματα, Internet, συνεργάτες κλπ.), αποτελεί το omni-channel commerce, που τα τελευταία χρόνια μνημονεύεται ως το «Άγιο Δισκοπότηρο» του κλάδου. Ακόμα και εταιρείες με σύγχρονες τεχνολογικές υποδομές, οι οποίες όμως δεν σχεδιάστηκαν βάσει αυτής της λογικής αλλά ανά διακριτό κανάλι, θα πρέπει να κάνουν τις κατάλληλες προσαρμογές για να υλοποιήσουν τη «συνεργασία και συμπληρωματικότητα μεταξύ των καναλιών».

Ένα σύνηθες πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί σε τέτοιες περιπτώσεις είναι το “360 view” του πελάτη και του διαθέσιμου στοκ σε όλα τα κανάλια. Ένα άλλο πρόβλημα αποτελεί η υποστήριξη “customer journeys” που διατρέχουν –ίσως και με τυχαίο τρόπο- διαφορετικά κανάλια. Μια τρίτη περιοχή σημαντικών επενδύσεων είναι o τομέας των Αnalytics, που στην πραγματικότητα είναι μια οριζόντια περιοχή που διατρέχει όλες τις άλλες. Εκεί νομίζω ότι το κρισιμότερο ζήτημα τα επόμενα χρόνια δεν είναι οι υποδομές, αλλά οι άνθρωποι, οι αναγκαίες δεξιότητες που πρέπει να αποκτηθούν, καθώς και η ύπαρξη συνολικότερης στρατηγικής για το data governance.

Ένα τέταρτο πεδίο επενδύσεων αποτελεί η τεχνολογία ΙοΤ εντός του φυσικού καταστήματος που εμπλουτίζει την εμπειρία των επισκεπτών και φέρνει δυνατότητες στο φυσικό κόσμο, οι οποίες μέχρι πρότινος ήταν παρούσες μόνο στο Web. Εκεί δοκιμάζονται πολλές επιμέρους λύσεις και συνδυασμοί τεχνολογιών σε πιλοτικό επίπεδο, ενώ σταδιακά θα δούμε περισσότερες υλοποιήσεις πλήρους κλίμακας. Τέλος, να προσθέσω ότι όλες οι παραπάνω επενδύσεις με σκοπό την καινοτομία και τη διαφοροποίηση θα πυροδοτήσουν σε ένα βαθμό και αναγκαστικές επενδύσεις εκσυγχρονισμού σε βασικές υποδομές στο back-office.

Μη ξεχνάμε ότι η λιανική είναι ένας παραδοσιακός κλάδος που, στο θέμα των ΤΠΕ, δεν ακολούθησε τη διαδρομή άλλων σημαντικών κλάδων όπως του τραπεζικού ή των τηλεπικοινωνιών, ενώ και οι επενδύσεις ήταν σημαντικά χαμηλότερες. Με την αύξηση, όμως, του αριθμού και της πολυπλοκότητας των εφαρμογών Πληροφορικής και την ανάγκη ενσωμάτωσης τόσων διαφορετικών λύσεων, οι εταιρείες λιανικής θα βρεθούν μπροστά σε διλήμματα όπως: ο εκσυγχρονισμός back office εφαρμογών, ο σχεδιασμός αρχιτεκτονικών και η αξιοποίηση middleware ως απάντηση στο πρόβλημα της άναρχης προσθήκης πολλαπλών εφαρμογών και της “spaghetti” διασύνδεσής τους, ακόμα και το outsourcing υποδομών και τυποποιημένων λειτουργιών, ώστε να εστιάσουν σε όσα πραγματικά θα τους διαφοροποιήσουν.

nw: Στις επενδύσεις που αφορούν επιχειρηματικές εφαρμογές προτιμάτε την in- house ανάπτυξη ή το outsourcing;

Λ. Αθανασίου: Μια τέτοια επιλογή θα πρέπει να αποτελεί τμήμα μιας συνολικότερης στρατηγικής που συνεκτιμά τρεις παράγοντες: σε ποια έκταση οι επιχειρηματικές εφαρμογές θα πρέπει να βασίζονται σε standard enterprise platforms έναντι πιο customized υλοποιήσεων, σε ποια πεδία η εσωτερική ανάπτυξη θα παρείχε κάποιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε επίπεδο κόστους, χρόνου ή μείωσης πιθανών ρίσκων, και, τέλος, ποιες είναι οι εσωτερικές προτεραιότητες μιας Διεύθυνσης Πληροφορικής, πού δηλαδή θα πρέπει να εστιάσει πρώτα και θα απαιτηθεί να έχει η ίδια εσωτερική τεχνογνωσία.

Στην περίπτωσή μας έχουμε δημιουργήσει ειδικό τμήμα development & integration, το οποίο εστιάζει κυρίως στις ακόλουθες περιοχές: στον καθορισμό της εσωτερικής αρχιτεκτονικής μεταξύ εφαρμογών και συστημάτων, στο χώρο του middleware δηλαδή κυρίως στα θέματα του business logic & του integration, στο mobile development και στα BI & Analytics. Ακόμα και στην περίπτωση αυτή, όμως, η εσωτερική ανάπτυξη δεν αποκλείει τη συμμετοχή και εξωτερικών συνεργατών σε ομάδες υλοποίησης, εφόσον ενσωματωθούν στην ίδια ομάδα, ευθυγραμμιστούν με τις μεθοδολογίες που ακολουθούμε και είναι εξοικειωμένοι με τα εργαλεία που χρησιμοποιούμε.

nw: Έχοντας το outsourcing κατά νου, πόσο σημαντικό είναι για εσάς να υπάρχει μια καλή συνεργασία με τους vendors και πώς τη διασφαλίζετε;

Λ. Αθανασίου: Με τους συνεργάτες μας αναπτύσσουμε, συνήθως σχέσεις μακροχρόνιας συνεργασίας και για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να βασίζονται στις αρχές της αξιοπιστίας, της αμοιβαίας κατανόησης και της συμπληρωματικότητας. Για να πετύχει κάτι τέτοιο θα χρειαστεί μια αρχική επένδυση και από τις δύο πλευρές και ιδιαίτερα από τους εξωτερικούς συνεργάτες που πρέπει να κατανοήσουν πλήρως τον τρόπο λειτουργίας μας και τα προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Αποδίδει, όμως, νομίζω μακροπρόθεσμα.

Προσπαθούμε,επίσης, να μην τηρούμε τις τυπικές διαχωριστικές γραμμές για να είμαστε ταχύτεροι και πιο ευέλικτοι. Για παράδειγμα, συγκροτούμε κοινές ομάδες εργασίας, βασιζόμαστε πολλές φορές στις συμβουλές των πιο εξειδικευμένων συνεργατών μας στο πλαίσιο λήψης αποφάσεων, αλλά τους καλούμε παράλληλα να αναλάβουν και αυτοί μέρος της ευθύνης της υλοποίησης των προτάσεων που έχουν κάνει.

nw: Κλείνοντας, από τη μέχρι σήμερα εμπειρία σας ποια θεωρείτε ως την πιο μεγάλη πρόκληση που κληθήκατε να αντιμετωπίσετε;

Λ. Αθανασίου: Κάθε μέρα ερχόμαστε αντιμέτωποι με νέες προκλήσεις, είναι νομίζω μέρος του παιχνιδιού. Το ζήτημα είναι να μην απογοητεύεσαι, να μην ξεχνάς ποιος είναι ο στόχος και να ψάχνεις συνεχώς νέους τρόπους για να γίνεις καλύτερος. Πάντως, μέχρι σήμερα, η μεγαλύτερη πρόκληση που έχω αντιμετωπίσει σχετίζεται με το ίδιο το περιβάλλον του retail, το οποίο είναι ιδιαίτερα απαιτητικό, ευμετάβλητο και απαιτεί ταχεία προσαρμογή σε διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες.

Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει σημαντική πίεση για γρήγορες λύσεις που, παρά την αδιαμφισβήτητη αξία τους, δεν δίνουν το περιθώριο για μακροχρόνιο σχεδιασμό. Σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον η πρόκληση έγκειται στο πώς θα επιτευχθεί η βέλτιστη ισορροπία μεταξύ quick wins και δομικών αλλαγών για βελτιώσεις με μακροπρόθεσμα οφέλη.