Αλήθεια, πόσοι στοιχημάτιζαν πως ο τομέας των servers που απευθύνονταν για χρήση σε data center αποτελούσε μια “ήσυχη” όσο και “τακτοποιημένη” αγορά, δίχως… εξάρσεις, θεμελιώδεις αλλαγές ή εντυπωσιακές διαφοροποιήσεις; Πόσοι δεν ποντάριζαν πως τίποτε δεν πρόκειται να μεταβληθεί, καθώς οι εν λόγω servers δείχνουν σταθεροί και αμετακίνητοι;

Μάλλον, θα πρέπει να αναθεωρήσουν καθώς οι συγκεκριμένοι servers βρίσκονται σε διαδικασία πλήρους επανασχεδιασμού από τις ηγέτιδες εταιρείες του ΙΤ κλάδου.

Δίχως αμφιβολία, μπορεί οι servers να αποτελούν την “κορωνίδα” και τον “θεμέλιο λίθο” των σύγχρονων data centers, εντούτοις όμως σήμερα η αγορά των server βρίσκεται σε μια διαδικασία έντονης ρευστότητας σε ότι αφορά τις βασικές αρχές και δομές της. Κι αυτό, καθώς τεχνολογικές έννοιες και πραγματικότητες όπως λ.χ. τα cloud computing, analytics και social media δείχνουν να μεταβάλλουν πλήρως τις μέχρι πρότινος απαιτήσεις αναφορικά με την επεξεργαστική ισχύ, ενώ την ίδια στιγμή γεννάται μια εντεινόμενη αναγκαιότητα σχετικά με την ακόμη μεγαλύτερη ενεργειακή ευφϋία και τον πολλαπλάσιο βαθμό ευελιξίας. Λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία της IDC που αφορούν στο δ’ τρίμηνο της περυσινής χρονιάς, οι παγκόσμιες πωλήσεις server εμφάνισαν μια ελαφρά κάμψη της τάξεως του 3,5% εν συγκρίσει με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2015. Την ίδια στιγμή, μελέτη της Gartner “έδειξε” πως οι πωλήσεις server σε διεθνές επίπεδο το 2016 ενισχύθηκαν κατά μόλις 0,1%, ήτοι στα όρια του στατιστικού λάθους…

Εξηγήσεις, δικαιολογίες και ισχυρισμοί μπορεί να αναζητηθούν και εκφραστούν αρκετές: Από την επιβράδυνση των ρυθμών της οικονομίας και την εντεινόμενη αβεβαιότητα, μέχρι το γεγονός ότι πολλές επιχειρήσεις και οργανισμοί προβαίνουν στην επαναξιολόγηση των κριτηρίων με τα οποία αξιολογούν τον hardware εξοπλισμό τους. Ένας ακόμη παράγοντας που δείχνει να παίζει ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο, έχει να κάνει με τις υπηρεσίες δημόσιου cloud, καθώς ορισμένοι οργανισμοί μεταφέρουν την παροχή υπηρεσιών στο cloud, αντί να συνεχίσουν να το “τρέχουν” στα δικά τους πληροφοριακά συστήματα. Κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να χρειάζονται διαρκώς λιγότερους servers, σε αντίθεση με τους μεγάλους παρόχους υπηρεσιών που λειτουργούν τα εν λόγω clouds, οι οποίοι και χρειάζονται περισσότερους servers…

Το περιεχόμενο διαφοροποιεί το hyperscale
Όπως επισημαίνουν στελέχη της αγοράς, το hyperscale -μέχρι ένα σημείο- ενσωματώνει έντονη δυναμική σε ότι αφορά το κομμάτι των επιχειρήσεων-πελατών που πραγματοποιούν τις μεγαλύτερες αγορές και “κτίζουν” πιο πολύ σε επίπεδο χωρητικότητας, ωστόσο οι μεγάλες εταιρείες και οργανισμοί εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό της εν γένει αγοράς των server. Μάλιστα, η μετακίνηση προς το hyperscale όχι μόνο δεν καταδεικνύει ένα μαζικό migration προς το public cloud, αλλά αντιθέτως σηματοδοτεί περισσότερο μια σταδιακή συρρίκνωση! Τα ίδια στελέχη, εκτιμούν πως πιο πολύ σχετίζεται με την διαδικασία της επιλογής του ποια workloads ενδέχεται να κατευθυνθούν προς το cloud και εξετάζουν πώς θα αξιοποιήσουν κατά το δυνατόν μεγαλύτερη αποδοτικότητα από την άποψη της on-premise υποδομής. Οπότε, όπως τονίζουν, αποτελεί μια σταθερή “στροφή” προς το cloud, αντί για μια ξαφνική αιώρηση από την μια προς την άλλη πραγματικότητα. Οι συγκεκριμένοι hyperscale πελάτες τείνουν να “τρέχουν” διαφορετικό hardware εξοπλισμό σε σχέση με τους υπόλοιπους “παραδοσιακούς” πελάτες.

Μπορεί, η… στερεότυπη εικόνα με data center “φορτωμένα” με αναρίθμητες σειρές από racks που με τη σειρά τους είναι “γεμάτα” από standardized rack-mounted συστήματα μεγέθους κουτιού πίτσας να μην απέχει πολύ από την πραγματικότητα, ωστόσο οι σημαντικές διαφορές βρίσκονται στο… περιεχόμενο! Σήμερα, οι hyperscale αγοραστές, όπως λ.χ. οι Azure, Google, Facebook, AWS κ.ο.κ. συνηθίζουν να επιλέγουν τα περισσότερο commodity-oriented πληροφοριακά συστήματα, τα οποία με τη σειρά τους διαθέτουν μια σειρά από άσχετα χαρακτηριστικά που συναντώνται μόνο όταν αποσπαστούν από έναν enterprise server. Κάτι που “μεταφράζεται” στην απόρριψη κάθε μορφής… παρελκόμενων, όπως λ.χ. οι ενσωματωμένοι controllers του κύκλου ζωής για την παροχή ενός bare bone συστήματος που είναι τυποποιημένο και διατηρεί το κόστος στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι πρόκειται για υποδεέστερα συστήματα, καθώς είθισται να είναι “φορτωμένα” με διευρυμένα επίπεδα μνήμης, καθώς επίσης και με τους πλέον πρόσφατους επεξεργαστές της αγοράς!

Εντελώς διαφορετική enterprise πραγματικότητα!
Σε εντελώς αντίθετο κλίμα, οι enterprise πελάτες τείνουν να λειτουργούν σε ένα περισσότερο “μεικτό” περιβάλλον, κάτι που σημαίνει πως διαθέτουν μια ευρεία ποικιλία από servers, που περιλαμβάνουν από rack και blade συστήματα μέχρι και tower σασί servers.

Οι blade servers έλκουν την ύπαρξή τους στις πρώιμες απόπειρες και εν γένει προσπάθειες να συσσωρευτεί περισσότερη υπολογιστική ισχύ σε έναν δεδομένο χώρο. Συνήθως, αυτό επιτυγχάνεται με το “στενό” πακετάρισμα πολλαπλών server modules ή blades σε ένα και μόνο περίβλημα που με τη σειρά του εξασφαλίζει την ισχύ, την ψύξη και τις συνδέσεις με την υπόλοιπη πληροφοριακή υποδομή. Στη συνέχεια, κάθε τέτοιο περίβλημα τοποθετείται σε ένα data center rack. Κι ενώ τα blade συστήματα καταλαμβάνουν περίπου 20% στην συνολική δαπάνη για server σε παγκόσμιο επίπεδο, παρόλα αυτά έχουν ελάχιστο ή ακόμη και καθόλου standardization στον εν γένει σχεδιασμό τους. Κάτι που σημαίνει πως τα περιβλήματα που παράγονται από έναν ΙΤ κατασκευαστή δεν μπορούν να εφοδιαστούν με server blades ενός άλλου προμηθευτή, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος “κλειδώματος” και απόλυτης δέσμευσης για την επιχείρηση-πελάτη.


Τι ισχύει για blade, rack και HCI;
Στο μεταξύ, μια διαφορετική εκδοχή που δείχνει να κερδίζει έδαφος την τελευταία διετία αφορά στους servers βελτιστοποιημένης πυκνότητας, οι οποίοι συνδυάζουν ορισμένα από τα χαρακτηριστικά των blade και rack προσεγγίσεων αντίστοιχα. Αμφότερα, συνήθως παρέχουν πολλαπλούς server nodes σε 2U ή 4U rack-mounted σασί, ενώ συχνά-πυκνά διακρίνονται από την ευελιξία να αναμιγνύουν και να ταιριάζουν με διαφορετικά modules προκειμένου να ικανοποιούν τις διευρυμένες όσο και διαρκώς εντεινόμενες απαιτήσεις των πελατών.

Όπως υπογραμμίζεται από στελέχη της αγοράς, τα 1, 2 και 4U rack-optimized συστήματα εξακολουθούν να καταλαμβάνουν ένα σημαντικό τμήμα της διεθνούς αγοράς. Υπό αυτό το πρίσμα, ουκ ολίγες μεγάλες επιχειρήσεις και οργανισμοί, καθώς επίσης και η πλειοψηφία των “παραδοσιακών” παρόχων υπηρεσιών, και δη οι tier 2 και 3, συνεχίζουν να επενδύουν και να αγοράζουν πληθώρα από rack-optimized πληροφοριακά συστήματα.

Σε αυτή την πραγματικότητα εντάσσονται και τα hyperconverged infrastructure (HCI) συστήματα, που αυτή τη στιγμή μπορεί να μην έχουν κάποιο αξιοπρόσεκτο μέγεθος στην συνολικότερη αγορά των servers, αλλά κινούνται με διαρκώς αυξανόμενους ρυθμούς. Πρόκειται δε για συστήματα που προσομοιάζουν με μεμονωμένα appliances και τα οποία χρησιμοποιούν εσωτερικό direct-attached storage σε ένα cluster κόμβων ώστε να δημιουργήσουν ένα κοινά διαμοιραζόμενο storage pool. Την ίδια στιγμή, έχουν σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να επεκταθούν, απλά προσθέτοντας περισσότερα nodes…

Οι εναλλακτικές προσεγγίσεις των OCP και Open19
Από την άλλη πλευρά, οι hyperscale πελάτες, έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν την αγοραστική τους ισχύ ώστε να καθορίσουν custom σχέδια τα οποία και πληρούν τις ακριβείς απαιτήσεις τους. Έτσι, λοιπόν, για παράδειγμα το Open Compute Project (OCP) που ξεκίνησε από το Facebook, παρέχει ένα σύνολο προδιαγραφών τα οποία και μπορούν να προωθήσουν οι μεγάλοι εταιρικοί πελάτες σε έναν Original Design Manufacturer (ODM) ώστε κι αυτός με τη σειρά του να ξεκινήσει την σχετική κατασκευή.

Στα ίδια χνάρια δείχνει να βαδίζει και το Open19, που έχει λανσαριστεί από το LinkedIn, και αποσκοπεί στο να ανταποκρίνεται άμεσα όσο και αποτελεσματικά στις ανάγκες των μικρότερων επιχειρήσεων και παρόχων, ενώ την ίδια στιγμή η Microsoft έχει αναπτύξει τις δικές της προδιαγραφές που είναι διαθέσιμες μέσω του OCP. Το ενδιαφέρον στοιχείο της εν λόγω υπόθεσης είναι το γεγονός πως ορισμένες από τις προαναφερθείσες προδιαγραφές οι οποίες προκύπτουν από το OCP συνδέονται με τους blade servers. Με περισσότερη απόδοση, καθώς αξιοποιούν την διαμοιραζόμενη ισχύ και ψύξη για το σύνολο των πληροφοριακών συστημάτων που βρίσκονται σε κάθε rack ξεχωριστά, ενώ ταυτόχρονα οι προδιαγραφές δεν είναι απευθείας συνδεδεμένες ή άμεσα εξαρτώμενες από έναν και μόνο κατασκευαστή.

Βέβαια, καθώς και σε αυτή την περίπτωση ισχύει το ουδέν καλόν αμιγές κακού, θα πρέπει να σημειωθεί πως όσοι ΙΤ κατασκευαστές παρέχουν αυτού του είδους τα συστήματα δεν διαθέτουν το ίδιο επίπεδο pre και post-sales υποστήριξη που οι ίδιοι οι πελάτες αναμένουν από έναν “παραδοσιακό” κατασκευαστή λύσεων και εν γένει server εξοπλισμού. Η δε σημασία του δεν είναι αμελητέα, καθώς δεν θα πρέπει να διαφεύγει από το νου πως απευθύνονται σε μικρομεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, που με τη σειρά τους διαθέτουν περιορισμένους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους, αλλά και –σχεδόν- ανύπαρκτη τεχνογνωσία επί του ζητήματος…

Η “επέλαση” των ARM και Power συστημάτων
Μεχρι σημερα, η αγορά των data centers μπορεί να μονοπωλείται από συστήματα x86, εντούτοις όμως τελευταία η εν λόγω αρχιτεκτονική αρχίζει να δέχεται σημαντική από νέους “παίκτες” της συγκεκριμένης αγοράς και δη από επεξεργαστές που στηρίζονται σε αρχιτεκτονική Power της IBM, αλλά και από την αντίστοιχη της ARM.

Μάλιστα, η δημιουργία του OpenPower Foundation επέτρεψε στην αρχιτεκτονική της “Μεγάλης Γαλάζιας” να προσεγγίσει και συνεργαστεί με κορυφαίους κατασκευαστές αντίστοιχων πληροφοριακών συστημάτων προκειμένου οι τελευταίοι να “κτίσουν” και διαθέτουν δικά τους συστήματα που στηρίζονται σε επεξεργαστές Power. Αυτά, υπόσχονται να παρέχουν υψηλότερα επίπεδα απόδοσης ώστε να διαχειρίζονται με μεγαλύτερη ευκολία απαιτητικές εφαρμογές σε σχέση με τις αντίστοιχες εναλλακτικές που στηρίζονται σε Intel επεξεργαστές, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζουν μεγαλύτερη απόδοση σε δεδομένα επίπεδα τιμής.

Στο μεταξύ, η Microsoft έκανε την έκπληξη με την παρουσίαση των Windows-based ARM servers κατά το πρόσφατο Open Compute Project (OCP) Summit τον περασμένο Μάρτιο. Μπορεί δε προς το παρόν η χρήση τους να περιορίζεται αποκλειστικά εντός των κόλπων της κορυφαίας εταιρείας λογισμικού, ωστόσο αποδεικνύεται εμπράκτως πως το να “τρέξει” κάποιος cloud υπηρεσίες της Microsoft σε ARM συστήματα, αποτελεί γεγονός!

Στις παραπάνω διαπιστώσεις, τα στελέχη κορυφαίων ανεξάρτητων ερευνητικών και συμβουλευτικών εταιρειών στο πεδίο του ΙΤ, όπως λ.χ. της Gartner δείχνουν αρκετά επιφυλακτικοί σχετικά με το εάν διαφαίνεται σύντομα κάποια θεμελιώδη μεταβολή ή μεταστροφή στην εν λόγω αγορά.

Όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, μπορεί τα ARM και OpenPower να εμπεριέχουν αρκετή -μελλοντική- δυναμική, ωστόσο προς το παρόν αυτή δείχνει να παραμένει σε στάση αναμονής. Και θα εξακολουθήσει, σύμφωνα με τους ίδιους, καθώς το ζήτημα της τιμής, των επιδόσεων ή της ισχύος μεμονωμένα δεν επαρκούν. Επιπροσθέτως, δεν θεωρείται αρκούντως ανταγωνιστικό απλά και μόνο να κινούνται σε ισότιμες με τα x86 συστήματα αποδόσεις. Αντιθέτως, για τους χρήστες πρέπει να υφίστανται περισσότεροι του ενός σημαντικοί λόγοι προκειμένου να επιλέξουν να μεταφέρουν την υποδομή τους σε μια τέτοια εναλλακτική πρόταση. Κάτι, που μέχρι στιγμής δεν πληρούνται…