Σε μια εποχή που όλοι ζητούν χρήματα από το Δημόσιο, ο ΣΕΠΕ έχει και ένα χειροπιαστό λόγο να το κάνει. Εκτός από τα έργα που πρέπει να προκηρυχθούν και να τροφοδοτήσουν την αγορά με χρήμα, υπάρχουν απλήρωτα έργα που έχουν ολοκληρωθεί και εγγυήσεις που παραμένουν για χρόνια "παγωμένες", επιδεινώνοντας την ήδη βεβαρημένη, λόγω οικονομικής ύφεσης, ρευστότητα των εταιρειών πληροφορικής.

Ωστόσο, παρά τη δυσκολία της κατάστασης, ο Παντελής Τζωρτζάκης, Πρόεδρος του ΣΕΠΕ, επιδεικνύοντας μια θαρραλέα μάλλον στάση, επιμένει ότι το πρωτεύον πρόβλημα δεν είναι το οικονομικό, αλλά το φρένο στην ανάπτυξη της οικονομίας που δημιουργεί η απουσία επενδύσεων σε τεχνολογία.

Σύμφωνα με τον Π. Τζωρτζάκη “Η χώρα μας έχει τη χειρότερη βαθμολογία στην κλίμακα της διαφθοράς, 4,7 με άριστα το 10, μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. (στη λίστα των 15 χωρών) και 57η επί συνόλου 180 χωρών”. Ο ίδιος συμπληρώνει ότι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που συντελούν στη διαφθορά είναι η απουσία ηλεκτρονικών υπηρεσιών της Δημόσιας Διοίκησης.
Οι υπηρεσίες αυτές θα μπορούσαν να εκμηδενίσουν τη γραφειοκρατία και με ξεκάθαρο, οργανωμένο, οικονομικότερο και αποτελεσματικότερο τρόπο να βοηθήσουν τον πολίτη να διεκπεραιώνει τις υποθέσεις του με το κράτος”.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο ΣΕΠΕ  στην Ελλάδα καμιά Περιφέρεια δεν παρέχει ηλεκτρονικές υπηρεσίες στους πολίτες και στις επιχειρήσεις και μόνο 27,45% των Νομαρχιών και 18,29% των Δήμων προσφέρουν στοιχειωδώς ηλεκτρονικές υπηρεσίες. Ως εκ τούτου ο ΣΕΠΕ θεωρεί ότι για το πρόβλημα της διαφθοράς υπεύθυνη είναι η διαχρονική απροθυμία της Πολιτείας, που συντηρεί τη γραφειοκρατία, που με τη σειρά της εκτρέφει τη διαφθορά.

“H Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που χαρακτηρίζεται για το χαμηλό κόστος εργασίας της και ούτε έπρεπε να είναι έτσι. Ωστόσο, αυτή η παράμετρος σε συνδυασμό με τον υψηλό δείκτη διαφθοράς αποτρέπει τις διεθνείς επενδύσεις στην Ελλάδα και υποσκάπτει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας”, δηλώνει ο Π. Τζωρτζάκης, θεωρώντας ότι η μείωση της διαφθοράς θα προσελκύσει ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα.

Ωστόσο, πέρα από τα ζητήματα στρατηγικής, οι εταιρείες μέλη του ΣΕΠΕ έχουν να αντιμετωπίσουν και ζητήματα που έχουν άμεση σχέση με την επιβίωσή τους. Σύμφωνα με την Γιώτα Παπαρίδου, Β’ Αντιπρόεδρο του ΣΕΠΕ, οι οφειλές των φορέων του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις πληροφορικής του κλάδου ΤΠΕ εκτιμάται ότι υπερβαίνουν τα 500 εκατ. ευρώ, ένα μέγεθος διπλάσιο σχεδόν, σε σχέση με τις εκτιμήσεις που είχαν παρουσιαστεί σε προηγούμενο Netfax.

Και ενώ αυτά τα χρήματα οφείλονται από το Δημόσιο, οι επιχειρήσεις για τα έργα που αντιστοιχούν στις οφειλές έχουν καταβάλει το ΦΠΑ, εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία και έχουν δεσμευμένα χρήματα σε εγγυητικές επιστολές. Παράλληλα, οι τράπεζες, σύμφωνα με την Γ. Παπαρίδου, πυροβολούν επί δικαίων και αδίκων με αποτέλεσμα σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 70% των επιχειρήσεων μελών του ΣΕΠΕ να έχουν μειώσει τα όρια κεφαλαίου κίνησης, ενώ κάποιες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ακόμα αμεσότερα προβλήματα.

Προκειμένου να αποφευχθούν περαιτέρω αρνητικές επιπτώσεις στον κλάδο, ο ΣΕΠΕ προτείνει α) Άμεση κρατική παρέμβαση στις τράπεζες, ώστε να λειτουργούν ορθολογικότερα στον τομέα της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, β) χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, γ) αποδοχή ως εγγύηση οποιασδήποτε μορφής απαιτήσεων και υπογεγραμμένων συμβάσεων του Ελληνικού Δημοσίου και των εποπτευόμενων φορέων του, δ) χρηματοδότηση της ένταξης των επιχειρήσεων στην αυτόματη περαίωση των φορολογικών τους υποθέσεων και ε) άμεση αποπληρωμή των οφειλών του Δημοσίου.