Εχουν οι χρήστες πραγματικά ανάγκη την ασύρματη ευρυζωνικότητα ή μήπως οι εταιρείες αναζητούν νέους τρόπους για να τροφοδοτήσουν τον κύκλο εργασιών και τα κέρδη τους;
Καθισμένοι με ένα φίλο σε ένα cafe στην περιοχή της Ζέας στον Πειραιά, συζητoύσαμε για μια εκδρομή που προγραμματίζαμε στο Σαββατοκύριακο. Κάποια στιγμή αναρωτηθήκαμε για τις καιρικές συνθήκες που θα επικρατούν και το κόστος μιας διανυκτέρευσης.
To smartphone που χρησιμοποιώ τα τελευταία χρόνια υποστηρίζει WiFi, οπότε αναζήτησα δίκτυα με ελεύθερη πρόσβαση στο Internet. Το καφέ που είχαμε καθίσει είχε υποδομή WiFi, το οποίο ήταν διαθέσιμο δωρεάν στους πελάτες, αλλά το σύστημα ήταν εκτός λειτουργίας λόγω βλάβης. Ετσι επέλεξα να συνδεθώ στο Internet μέσω του δικτύου κινητής τηλεφωνίας. Η μικρή οθόνη του smartphone δεν ήταν πολύ βοηθητική στην αναζήτηση των στοιχείων, αλλά τελικά πήρα τις πληροφορίες που ήθελα και μάλιστα κλείσαμε το δωμάτιο εκείνη τη στιγμή με ένα τηλεφώνημα.
Πρακτικά, προκειμένου να έχουμε την πληροφορία τη στιγμή που τι θέλαμε και στον τόπο που βρισκόμασταν, επιβάρυνα το λογαριασμό μου με ένα μεγαλύτερο ποσό από αυτό θα ξόδευα εάν τελικά είχα επιστρέψει στο σπίτι και είχα κάνει τα ίδια πράγματα μέσω σταθερού τηλεφώνου και της ADSL σύνδεσης.
Η συμπεριφορά μου ήταν αποτέλεσμα μιας πραγματικής ανάγκης ή μια πράξη κατανάλωσης; Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ζυγαριά κλείνει μάλλον προς την κατανάλωση. Ωστόσο, αν η πληροφορία που αναζητούσα είχε σχέση με το ιατρικό αρχείο ενός ασθενούς που εξέταζα εκείνη τη στιγμή ή ένα email που είχα ξεχάσει να στείλω πριν φύγω από το γραφείο, τότε μάλλον θα κάναμε λόγο για μια ανάγκη.
Σύμφωνα με έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών «7,5 στις 10 επιχειρήσεις θεωρούν αδύνατο ή αρκετά δύσκολο να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους χωρίς κινητό τηλέφωνο».
Και όμως, αυτήν την περίοδο, το βασικό επιχείρημα πώλησης που χρησιμοποιούν οι διαφημιζόμενοι υπηρεσιών mobile broadband, αλλά και οι προμηθευτές εξοπλισμού, είναι η «ανάγκη» κοινωνικής δικτύωσης παντού και πάντα. Τα widgets των υπηρεσιών Facebook, Twitter και youtube φαίνεται να αποκτούν μεγαλύτερη σημασία από τα email services, τα field sales applications και άλλες εφαρμογές που θα μπορούσαν να ωθήσουν την επιχειρηματική χρήση των mobile broadband υπηρεσιών.
Η εξήγηση είναι απλή. Ο λογαριασμός κινητής τηλεφωνίας ενός εργαζόμενου ελέγχεται από την οικονομική διεύθυνση και έτσι τα περιθώρια να «ξεφύγει» προς τα πάνω το ARPU είναι μάλλον μικρά. Αντιθέτως, ο ιδιωτικός μας λογαριασμός και ειδικά αυτός που αφορά παιδιά και νέους, δεν είναι εξίσου ελεγχόμενος. Η επιτυχία του iPhone, ενός περισσότερο lifestyle και λιγότερο business smartphone, εκτός από τα έσοδα της Apple, αύξησε σημαντικά το ARPU, φέροντας έσοδα και στις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας.
Πολλά στόματα περιμένουν να ζήσουν από το mobile broadband
Τα δύο τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, οι ασύρματες ευρυζωνικές υπηρεσίες έχουν γίνει δημοφιλείς στο ευρύ κοινό μέσω της κινητής τηλεφωνίας. Ωστόσο, η ευρεία διάθεσή τους ξεκινά αρκετά νωρίτερα με την τεχνολογία WiFi.
Σήμερα, σε εκατοντάδες χιλιάδες χώρους εργασίας, χώρους ψυχαγωγίας και διασκέδασης και σπίτια είναι εγκατεστημένοι WiFi δρομολογητές, οι οποίοι παρέχουν ασύρματη πρόσβαση στο Internet σε υπολογιστές και φορητές συσκευές που βρίσκονται σε μικρή σχετικά ακτίνα γύρω τους και, σε αρκετές περιπτώσεις, χωρίς χρέωση.
Προκειμένου να δημιουργηθούν σημεία ασύρματης ευρυζωνικής πρόσβασης σε δημόσιους φορείς και επιχειρήσεις, το ελληνικό κράτος διέθεσε πανελλαδικά κοντά στα 100 εκατ. ευρώ μέσω του Γ’ ΚΠΣ και αναμένεται να διαθέσει νέα κονδύλια μέσω του ΕΣΠΑ.
Επομένως, είναι πολύ πιθανό σε κάποιο από τα αστικά κέντρα, αλλά και σε αρκετές επαρχιακές πόλεις, να υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης στο Internet με χρέωση ή δωρεάν, χωρίς να είναι απαραίτητη η χρήση του δικτύου κινητής τηλεφωνίας. Ενώ όμως πανελλαδικά λειτουργούν μερικές χιλιάδες WiFi σημεία πρόσβασης (εκτός των οικιών), η χρήση τους δεν είναι απλή υπόθεση.
Ενας λόγος είναι η μικρή ακτίνα δράσης του WiFi. Ενας άλλος λόγος είναι ότι οι υπηρεσίες WiFi δεν είναι παντού διαθέσιμες δωρεάν και έτσι θα πρέπει με κάποιο τρόπο ο ενδιαφερόμενος να αναζητήσει μια προπληρωμένη κάρτα ή ένα κωδικό που θα του δώσει πρόσβαση. Τέλος, τα WiFi hot spots, όπως και πολλά άλλα έργα, επιδοτήθηκαν για να εγκατασταθούν αλλά όχι και να συντηρηθούν, επομένως η αξιοπιστία τους δεν κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα.
Σύμφωνα με στέλεχος της αγοράς Πληροφορικής, τα περισσότερα έργα που υλοποιήθηκαν ή υλοποιούνται συνοδεύονται με ετήσιο συμβόλαιο συντήρησης. Από εκεί και πέρα είναι επιλογή του δημόσιου φορέα ή της επιχείρησης αν θα ανανεώσει το συμβόλαιο συντήρησης, κρατώντας πρακτικά το έργο ζωντανό.
Στα προβλήματα αυτά, οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας ισχυρίζονται ότι έχουν λύσεις και είναι διατεθειμένες να κάνουν επενδύσεις 1,8 δις ευρώ στην ερχόμενη τριετία. Δυστυχώς και αυτή η προσπάθεια δεν στερείται εμποδίων. Μόνο που στην περίπτωση αυτή τα εμπόδια δεν είναι κυρίως τεχνολογικά, αλλά διαδικαστικά.
Σύμφωνα με στοιχεία που διέθεσε πρόσφατα η Ενωση Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (EEKT), για την έκδοση μιας άδειας τοποθέτησης κεραίας κινητής τηλεφωνίας απαιτείται η εμπλοκή 9 δημόσιων υπηρεσιών και η διαδικασία μπορεί να έχει διάρκεια μέχρι και 2 έτη.
Ακόμα και κεραίες που είναι εγκατεστημένες, πρακτικά μπορεί να θεωρηθούν παράνομες, καθώς μόλις το 5,9% του συνόλου των υφιστάμενων κεραιών έχει επαναδειδοτηθεί, μετά την αλλαγή θεσμικού πλαισίου (N3431/2006) που απαίτησε την επαναδειδότηση. Οι κεραίες που «ξηλώνονται» ως παράνομες κατά καιρούς από δημοτικές αρχές, δημιουργούν κενά, τα οποία επηρεάζουν τη λιγότερο απαιτητική φωνητική επικοινωνία, πόσο μάλλον τις υπηρεσίες δεδομένων.
Και αν η αξιοπιστία των υπηρεσιών είναι πολύ σημαντικός λόγος για να αλλάξει αυτή η κατάσταση, τα δημόσια έσοδα που χάνονται, αλλά και οι θέσεις εργασίας που είναι πιθανό να χαθούν έχουν ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Σύμφωνα με την έρευνα «Η κοινωνικο-οικονομική προσφορά της κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα», την οποία πραγματοποίησε το ΟΠΑ για λογαριασμό της ΕΕΚΤ, «τα δημόσια έσοδα που δημιουργεί ο κλάδος της κινητής τηλεφωνίας ανέρχονται σε 1,55 δις ευρώ, ενώ επιπλέον συνεισφέρει με ασφαλιστικές εισφορές 386 εκατ. ευρώ».
Σήμερα, ο κλάδος στον οποίο εντάσσονται οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας και προμηθευτές εξοπλισμού, λογισμικού και υπηρεσιών δημιουργεί 85 χιλιάδες θέσεις εργασίας. Σύμφωνα με τον Βασίλη Ρεγκούζα, Executive Director της ICAP Management Consultants, «αν ο κλάδος δεν καταφέρει να πετύχει την ανάπτυξη που έχει προγραμματίσει την ερχόμενη πενταετία, είναι πιθανή η απώλεια μέχρι και 12.000 θέσεων εργασίας». Αν η ανάπτυξη επιτευχθεί, τότε το σενάριο προβλέπει 14.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η Ελλάδα δεν αποτελεί τη μόνη χώρα της Ευρώπης που η ασύρματη ευρυζωνικότητα θεωρείται μοχλός οικονομικής ανάπτυξης. Ωστόσο, η ιδιαιτερότητα της χώρας μας, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι ότι το πλήθος άλλων επιλογών οικονομικής ανάπτυξης είναι αρκετά περιορισμένο.
Το LTE φαίνεται να κερδίζει την κούρσα της επόμενης γενιάς ευρυζωνικότητας
Οι πρώτες υλοποιήσεις του LTE σε παγκόσμιο επίπεδο μέσα στο 2009 από εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, στέλνουν ένα μήνυμα σχετικά με το ποια είναι η επικρατούσα τεχνολογία για την επόμενη γενιά ασύρματης ευρυζωνικότητας. Στις 14 Δεκεμβρίου, η TeliaSonera ανακοίνωσε το πρώτο εμπορικά διαθέσιμο LTE δίκτυο και έπεται συνέχεια.
Σε αντιδιαστολή, η χρήση της τεχνολογίας WiMax, η οποία ήταν εμπορικά διαθέσιμη πριν το LTE, είναι πολύ περιορισμένη ακόμα και σε χώρες που βρίσκονται ορισμένοι από τους σημαντικότερους υποστηρικτές της, όπως η Sprint στις ΗΠΑ. Στην Ελλάδα, η αξιοποίηση των αδειών WiMax που έχουν δοθεί είναι σχεδόν μηδενική, παρά το γεγονός ότι κάποιες εταιρείες πλήρωσαν μέχρι και 20 εκατ. ευρώ για να τις αποκτήσουν. Ο ΟΤΕ έχει εγκαταστήσει ένα πιλοτικό δίκτυο WiMax στο Αγιον Ορος, ενώ πρόσφατα υπέγραψε σύμβαση 1,29 εκατ. ευρώ με τη Μάρακ για την ανάπτυξη νέων κόμβων.
Ωστόσο, σύμφωνα με στέλεχος του ΟΤΕ, «το WiMax δεν αποτελεί στρατηγική επιλογή για τον Οργανισμό και θα καλύψει λίγες περιοχές που δεν μπορούν να καλυφθούν από επίγειες ζεύξεις ή το δίκτυο κινητής τηλεφωνίας».
Σε πρόσφατη συζήτηση που έλαβε χώρα στο πλαίσιο του ICT Forum, στέλεχος της Intracom Telecom ανέφερε ότι «το Wimax θα μπορούσε να είναι ότι και το VDSL για τις επίγειες ευρυζωνικές συνδέσεις. Δηλαδή, μια τεχνολογία που θα έδινε άμεσα και οικονομικά καλύτερες επιδόσεις στις ασύρματες επικοινωνίες και θα επέτρεπε μακροπρόθεσμα την κάλυψη σε περιοχές που το LTE δεν θα θελήσει να φτάσει».
Η ΕΕΤΤ πρόσφατα έκανε λόγο για επαναξιολόγηση του έργου των εταιρειών που έχουν πάρει τις άδειες WiMax και ένα νέο χρονικό στόχο να πραγματοποιήσουν τις υποσχέσεις τους, πέρα του οποίου θα απειλούνται με αφαίρεση της άδειας.
Στην ελληνική αγορά το LTE, αν και αναμένεται να κάνει την πιλοτική του εμφάνιση μέσα στο 2010, δεν είναι πολύ πιθανό να γίνει εμπορικά διαθέσιμο πριν το 2012. Οπως έχουν κατά καιρούς αναφέρει στελέχη της αγοράς, τα HSPA και HSPA+ έχουν να δώσουν ακόμα πολλά στο κυνήγι της μέγιστης ταχύτητας. Οπότε προτεραιότητα των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας θα είναι να βελτιώσουν τα δίκτυά τους, ώστε η ταχύτητα και η αξιοπιστία σε υπηρεσίες μεταφοράς δεδομένων να είναι αποδεκτή πανελλαδικά.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Γιαγλή, Αναπληρωτή Καθηγητή στο ΟΠΑ, «το μεγαλύτερο ποσοστό των προβλεπόμενων επενδύσεων των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, ύψους 1,8 δις ευρώ, αναμένεται να χρησιμοποιηθεί για την περαιτέρω ανάπτυξη και βελτίωση ευρυζωνικών υπηρεσιών».
Ευρυζωνικότητα που πατάει στη γη
Στην ευρυζωνικότητα που απολαμβάνει σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων, η συμμετοχή των ασύρματων ευρυζωνικών ζεύξεων είναι πολύ περιορισμένη. Ο μεγαλύτερος όγκος δεδομένων παγκοσμίως διακινείται από επίγεια δίκτυα, τα οποία πατάνε σε «θεμέλια» οπτικών ινών και διακλαδίζονται σε ιδιώτες και επιχειρήσεις κυρίως με χάλκινα καλώδια.
Ενώ, οι δυνατότητες χωρητικότητας των οπτικών ινών είναι, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, πρακτικά απεριόριστες, ο χαλκός δείχνει ανήμπορος πλέον να εξυπηρετήσει τις απαιτήσεις σε ταχύτητες και όγκο μεταφοράς δεδομένων.
Αναγνωρίζοντας, το «εμπόδιο» του χαλκού στη μελλοντική ανάπτυξη της ευρυζωνικότητας, η προηγούμενη κυβέρνηση πρότεινε τη δημιουργία ενός δικτύου οπτικών ινών, το οποίο σε μεγάλο βαθμό θα αντικαθιστούσε το υπάρχον δίκτυο χαλκού μέχρι και τον τελικό αποδέκτη (Fiber To The Home).
Πολλοί ήταν αυτοί που χειροκρότησαν την πρόταση, αλλά όταν ήρθε η στιγμή που κάποιος έπρεπε να κρεμάσει «το κουδούνι στου γάτου την ουρά», όπως λέει γνωστό ρεμπέτικο τραγούδι, δεν βρέθηκαν πολλοί πρόθυμοι να το κάνουν. Αλλωστε, δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι η επένδυση ακόμα και με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις προσεγγίζει τα 3 δις ευρώ, ενώ υπάρχουν και μελέτες που ανεβάζουν το νούμερο στα 5 δις ευρώ.
Η νέα κυβέρνηση δήλωσε πρόσφατα μέσω του υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Νίκου Σηφουνάκη ότι «το έργο είναι σημαντικό για τη χώρα, αλλά θα πρέπει να τεθεί σε νέες βάσεις, προκειμένου να είναι υλοποιήσιμο». Δεδομένης της δημοσιονομικής κατάστασης, το έργο δεν προβλέπεται να ξεκινήσει τουλάχιστον πριν την ερχόμενη διετία.
Ετσι, ο ΟΤΕ που εξαρχής είχε διαχωρίσει τη θέση του από την αξία του έργου, υπό τις παρούσες συνθήκες, θα επενδύσει σε τεχνολογία VDSL, η οποία προσφέρει υψηλότερες ταχύτητες από το ADSL και φέρνει την οπτική ίνα λίγο πιο κοντά στον τελικό αποδέκτη της υπηρεσίας.
Στα 90 εκατ. ευρώ περίπου αναμένεται να φτάσουν οι επενδύσεις του ΟΤΕ για την υλοποίηση της τεχνολογίας VDSL στην ερχόμενη τριετία. Το έργο απαιτεί και σκάψιμο για τη διασύνδεση των κέντρων του ΟΤΕ με τα ΚΑΦΑΟ, το οποίο σημαίνει ότι ο ΟΤΕ θα πρέπει να βρει μια γραμμή συνεννόησης με τους ΟΤΑ.
Σύμφωνα με τον Παναγή Βουρλούμη, Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο του ΟΤΕ, «Δεν αναμένονται προβλήματα στην υλοποίηση του έργου, γιατί χωρίς πρακτικά επιβάρυνση, οι ΟΤΑ θα μπορέσουν να αναβαθμίσουν τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες που απολαμβάνουν οι δημότες τους».
Στο πλαίσιο της γενικότερης ευφορίας ως προς την ανάπτυξη της ευρυζωνικότητας, κάποια δίκτυα δεν φαίνεται ότι θα μπορέσουν να «λάμψουν» ή για μεγαλύτερη ακρίβεια δεν φωτίστηκαν ποτέ.
Τα Metropolitan Area Networks, στα οποία το ελληνικό κράτος επένδυσε 59 εκατ. ευρώ μέσω του Γ’ ΚΠΣ, είναι δακτύλιοι οπτικών ινών που έχουν εγκατασταθεί ή πρόκειται να εγκατασταθούν σε 75 ελληνικούς δήμους με σκοπό να διασυνδέσουν δημόσιους φορείς, επιχειρήσεις και πολίτες. Ωστόσο, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, ελάχιστα από τα MAN λειτουργούν έστω και με την ελάχιστη διασυνδεσιμότητα.
Αυτό σημαίνει ότι, είναι πιθανό, ο ΟΤΕ ή οποιαδήποτε εταιρεία αυτήν την περίοδο τοποθετεί οπτικές ίνες, να «σκάβει» δίπλα σε κανάλια που υπάρχουν ήδη αχρησιμοποίητες οπτικές ίνες.