Τις επιπτώσεις από την στασιμότητα στην επίλυση των σημαντικών θεμάτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος της κινητής τηλεφωνίας καταδεικνύει η μελέτη που εκπόνησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ) και η ICAP για την ΕΕΚΤ.
Το γραφειοκρατικό νομικό πλαίσιο για την αδειοδότηση των δικτύων όσο και η υπερβολική φορολόγηση των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας εμποδίζουν την ανάπτυξη του κλάδου και θέτουν σε κίνδυνο προγραμματισμένες επενδύσεις ύψους 1,8 δισ. από τις εταιρείες την επόμενη τριετία τη στιγμή που την ίδια περίοδο οι επενδύσεις στο σύνολο της οικονομίας αναμένεται να συρρικνωθούν σωρευτικά κατά 33% περίπου.
Ειδικότερα, το δαιδαλώδες και ανεπαρκές νομικό πλαίσιο αδειοδότησης και οι καθυστερήσεις των αρμόδιων Αρχών στην έκδοση των απαιτούμενων εγκρίσεων – κυρίως των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων από τις Περιφέρειες – διαμορφώνουν ένα περιβάλλον όπου η Δημόσια Διοίκηση αδυνατεί να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της και να δημιουργήσει αποτελεσματικές συνθήκες λειτουργίας για τους παρόχους, ώστε να μπορούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους σε επίπεδο κάλυψης δικτύου και ποιότητας υπηρεσιών που απορρέουν από την άδεια λειτουργίας τους.
Από τις άδειες αυτές η Πολιτεία έχει ήδη εισπράξει περί τα 930 εκατ. ευρώ, ενώ ετησίως οι εταιρίες καταβάλλουν τέλη ύψους περίπου 32,5 εκατ. ευρώ. Σε αυτά τα κόστη έρχονται να προστεθούν και τα έξοδα αδειοδότησης ύψους 35 εκατ. ευρώ, στο πλαίσιο μιας πλήρως ανεπαρκούς διαδικασίας που απαιτεί 2 έτη και την εμπλοκή 9 δημόσιων υπηρεσιών για την αδειοδότηση ενός και μόνο σταθμού βάσης, τη στιγμή που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η διαδικασία ολοκληρώνεται από 1-3 δημόσιους φορείς, εντός 7,2 μηνών κατά μέσο όρο.
Παράλληλα, σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη του κλάδου αποτελεί η υψηλή φορολόγηση. Η Ελλάδα έχει σήμερα την υψηλότερη φορολόγηση υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας από όλες τις χώρες της ΕΕ, καθώς μετά την τελευταία αύξηση του ΦΠΑ (23%) η φορολογία διαμορφώνεται στο 40,7% του συνολικού κόστους, διπλάσια σε σύγκριση με την ΕΕ των 27 (20,6%). Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις χρήσης, η φορολογική επιβάρυνση αυξήθηκε κατά περισσότερο από 100% σε ένα χρόνο (08/2009-06/2010). Έτσι αν και μέσα σε 10 χρόνια ο δείκτης τιμών υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας έχει μειωθεί κατά 35,5%, οι μειώσεις τιμών από τις εταιρείες έχουν πλήρως αντισταθμιστεί από την υψηλή φορολογία.
Σύμφωνα με τη μελέτη, επισημαίνεται ότι ο κλάδος της κινητής τηλεφωνίας μπορεί να αποτελέσει έναν από τους βασικούς άξονες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, παρά τις δυσμενείς μακροοικονομικές συνθήκες και τις πτωτικές τάσεις στα μεγέθη του.
Τέλος, η μελέτη επισημαίνει ότι στην περίπτωση που η Πολιτεία διευκολύνει την ανάπτυξη του κλάδου και η διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας ενισχυθεί στο 37,3%, μπορεί να επιτευχθεί: α) ενισχυμένη συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ κατά 0,5% από την πλευρά της προσφοράς (€1,2 δισ.) και 1,6% από τη χρήση mobile broadband, β) Διασφάλιση 22 χιλ. περισσότερων θέσεων εργασίας και γ) Υψηλότερη συνεισφορά στα δημόσια έσοδα κατά 600 εκατ.