Τα τελευταία χρόνια, ο όρος Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση έχει μπει στην καθημερινότητά μας, χωρίς όμως αντίστοιχη ενσωμάτωση των υπηρεσιών που αυτή περιλαμβάνει. Και ενώ τα έργα συνεχίζονται, τα αποτελέσματα αυτών είναι, μέχρι σήμερα, περιορισμένα...

Πρόθεση της Κυβέρνησης είναι να προχωρήσει στο μετασχηματισμό της Δημόσιας Διοίκησης, θέτοντας νέους στόχους και δημιουργώντας μέσω των ΤΠΕ έναν καίριο παράγοντα ανάπτυξης και βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Οικονομίας. Το netweek διενεργεί τη δική του «άτυπη» διαβούλευση με σκοπό την καταγραφή των στόχων που πρέπει να εξυπηρετεί η νέας μορφής Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και αφετέρου την ανάδειξη των προβληματικών αυτών σημείων που έχουν οδηγήσει τη χώρα σε σημαντική υστέρηση σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Αντώνης Μαρκόπουλος, Ειδικός Γραμματέας Ψηφιακού Σχεδιασμού
Ανοιχτές κοινωνίες, ανοιχτές διαδικασίες, ανοιχτή διακυβέρνηση ή αλλιώς… «ο Πολίτης της Πληροφορίας»

Εχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που πρωτοεκφράστηκε το όραμα για τη μετάβαση στην εποχή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Δεν έχουν γίνει, όμως, αρκετά βήματα ακόμη για να πραγματοποιηθεί ουσιαστικά αυτή η μετάβαση.

Τα προφανή οφέλη από την υιοθέτηση ηλεκτρονικών διαδικασιών στις συναλλαγές με το Δημόσιο είναι πλέον κοινός τόπος. Τόσο οι πολίτες, όσο και οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας περιμένουν να υποδεχτούν με ανακούφιση κάθε νέα εξέλιξη προς την κατεύθυνση αυτή. Οι δύσκολες συγκυρίες με τις οποίες βρισκόμαστε αντιμέτωποι καθιστούν ακόμη επιτακτικότερη την ανάγκη για νέους θεσμούς και νέα ήθη στη σύγχρονη διακυβέρνηση. Θεσμούς, που όπως είναι αναμενόμενο, προϋποθέτουν την αξιοποίηση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών αν θέλουν να συμβαδίσουν με τις απαιτήσεις και τις επιταγές των καιρών.

Κάνουμε λόγο για συνήθειες και σχέσεις που μάλλον θα έπρεπε να θεωρούνται δεδομένες… Σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και κράτους. Αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης. Διαφάνεια διαδικασιών και ανοιχτή συμμετοχή όλων στη διαμόρφωση της πολιτικής και των κοινωνικοοικονομικών εξελίξεων… Δεν είναι δεδομένες. Αλλά επιτέλους θα γίνουν.

Πρέπει να γίνουν και έχουν ήδη αρχίσει. Θα γίνουν τώρα, όχι επειδή ωρίμασαν απλώς οι συνθήκες για να υποδεχτούμε τέτοιες αλλαγές, αλλά επειδή το στοίχημα της ανάκαμψης θα κερδηθεί μόνο αν υλοποιηθούν τώρα παρεμβάσεις που χρονίζουν στα λόγια και υπολείπονται σε πράξεις. Παρεμβάσεις ολοκληρωμένες, οριζόντιες, που θα αξιοποιούν τις Νέες Τεχνολογίες, τις ψηφιακές υπηρεσίες και τις υπάρχουσες υποδομές, όπου αυτό είναι δυνατό.

Ηδη, η υιοθέτηση της «Ανοιχτής Δημόσιας Διαβούλευσης», μιας διαδικασίας καινοτομικής για τα ελληνικά δεδομένα, επιδιώκει να καταστήσει όλους τους πολίτες και τους φορείς κοινωνούς στην προσπάθεια για τη μεταμόρφωση του δυσκίνητου κράτους σε ένα ευέλικτο κρατικό μοντέλο. Ενα μοντέλο που θα εξασφαλίζει νέες ευκαιρίες, ισότιμη πρόσβαση στην κοινωνία της γνώσης και προϋποθέσεις για μια στέρεη ανάπτυξη.


Προς μία νέα εποχή
Αυτό είναι μόνο η αρχή. Η Ειδική Γραμματεία Ψηφιακού Σχεδιασμού, εφαρμόζοντας μια νέα στρατηγική απόλυτα εναρμονισμένη με τις προσπάθειες της κυβέρνησης για το μετασχηματισμό της Δημόσιας Διοίκησης, έχει δρομολογήσει μια σειρά δράσεων για τον εκσυγχρονισμό των δημόσιων υποδομών.

Οι παρεμβάσεις αυτές πρόκειται να υλοποιηθούν μέσω στοχευμένων προσκλήσεων για νευραλγικούς τομείς της Διοίκησης: Οικονομία, Υγεία, Προστασία του Πολίτη, Δικαιοσύνη. Τομείς στους οποίους είναι άμεση ανάγκη να υιοθετηθούν μηχανισμοί για την εξασφάλιση του Ελέγχου και της Διαφάνειας. Μηχανισμοί που να διευκολύνουν τον αγώνα για την εξάλειψη χρόνιων στρεβλώσεων που αποτελούν βαρίδια για τον εξορθολογισμό της Διοίκησης και την υγιή οικονομική μας ανάπτυξη. Μηχανισμοί που θα μετατοπίσουν το βάρος της εξοικονόμησης δαπανών και των αυστηρών μέτρων που είμαστε αναγκασμένοι να υιοθετήσουμε, σε σύγχρονα ψηφιακά συστήματα και λειτουργίες πρωτόγνωρες για τη χώρα μας αλλά επιτέλους υλοποιήσιμες.

Εμφαση πρέπει να δοθεί και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών μέσω της αξιοποίησης των ΤΠΕ. Οι παρεχόμενες δημόσιες υπηρεσίες πρέπει να γίνουν πιο αποδοτικές, πιο φιλικές προς τον πολίτη, πιο αποτελεσματικές. Η μείωση της γραφειοκρατίας μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή ηλεκτρονικών συστημάτων που απλοποιούν και επιταχύνουν την επικοινωνία με τους πολίτες. Αυτό προϋποθέτει, φυσικά, την κατάλληλη εκπαίδευση και τη συμβουλευτική υποστήριξη όλων των συναλλασσομένων με τη διοίκηση.

Η δημοσιοποίηση των δημόσιων δεδομένων είναι μία ακόμη εξίσου σημαντική παράμετρος στην προσπάθεια για την καθιέρωση δημοκρατικών, συμμετοχικών διαδικασιών. Το πληροφοριακό απόθεμα της Δημόσιας Διοίκησης επιβάλλεται να επιστρέφει στους πολίτες, μέσω της διάθεσής του σε μορφή επεξεργάσιμη από τον καθένα. Η ψηφιοποίηση πληροφοριών όπως τα οικονομικά στοιχεία του προϋπολογισμού, στατιστικά δεδομένα ή στοιχεία διαγωνισμών προμηθειών, είναι μόνο ένα μέρος όσων θα καταστούν σταδιακά προσβάσιμα από όλους.

Εξίσου διάφανες και αξιόπιστες με τις λειτουργίες που ενσωματώνονται προοδευτικά στο δημόσιο τομέα, απαιτείται να είναι και οι διαδικασίες μέσω των οποίων υλοποιούνται όλες οι παραπάνω παρεμβάσεις. Η διασφάλιση μιας απόλυτα διαφανούς και ξεκάθαρης διαδικασίας αξιολόγησης και επιλογής των έργων που προωθούνται, είναι το ελάχιστο προαπαιτούμενο για την εξυγίανση των χρονοβόρων αυτών διαδικασιών. Το ίδιο ισχύει και για την ανάγκη εξειδίκευσης των έργων που επιτυγχάνεται μόνο με στοχευμένες και συγκεκριμένες προσκλήσεις, οι οποίες ανταποκρίνονται σε αναλυτικά προσδιορισμένες ανάγκες.

Συζητάμε για ανοιχτές κοινωνίες, ανοιχτές διαδικασίες, ανοιχτά πρότυπα. Δεν αναφερόμαστε πλέον σε ευχολόγια χωρίς αντίκρισμα. Αναφερόμαστε σε δράσεις με ορατό ορίζοντα υλοποίησης. Δράσεις που θα κάνουν πράξη όλες τις απαιτούμενες θεσμικές αλλαγές. Αρκεί να μπορούμε όλοι να τις κάνουμε και κτήμα μας, ατομική επιλογή, τρόπο ζωής…


Στέφανος Γκρίτζαλης, Γ.Γ. Δημόσιας Διοίκησης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
Η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση καταλύτης στην εξοικονόμηση πόρων

Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση αναφέρεται στην αξιοποίηση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στη δημόσια διοίκηση σε συνδυασμό με οργανωτικές αλλαγές και την καλλιέργεια νέων δεξιοτήτων, με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και των δημοκρατικών διαδικασιών, καθώς και την ενδυνάμωση της υποστήριξης των δημοσίων πολιτικών.

Τα οφέλη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης είναι πολλαπλά και δεν περιορίζονται στην απλή παροχή υπηρεσιών με χρήση του Διαδικτύου. Πρωταρχικά η δυνητική μείωση του χρόνου και των οικονομικών επιβαρύνσεων είναι σε όλους μας γνωστές.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα έκδοσης ενός πιστοποιητικού έπειτα από αίτημα ενός πολίτη ή μιας επιχείρησης, όταν αυτό προϋποθέτει συγκεκριμένα πιστοποιητικά και βεβαιώσεις από άλλες υπηρεσίες. Η δημόσια διοίκηση, σήμερα, ζητά από τον πολίτη ή την επιχείρηση να συγκεντρώσει τα πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις αυτές από τις άλλες υπηρεσίες, ενώ πρακτικά η συλλογή θα έπρεπε να είναι υποχρέωση της υπηρεσίας που θα εκδώσει το τελικό πιστοποιητικό του πολίτη ή της επιχείρησης.

Αυτή η ανταλλαγή εγγράφων μεταξύ υπηρεσιών της δημόσιας διοίκησης, στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, μπορεί και πρέπει να πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα με την κατάλληλη αξιοποίηση τεχνολογιών, όπως ασφαλών διαλειτουργικών υπηρεσιών παγκόσμιου ιστού. Ως ενδεικτικό παράδειγμα αναφέρεται το σύστημα ηλεκτρονικής τιμολόγησης της Δανίας το οποίο οδήγησε σε ετήσια εξοικονόμηση 150 εκατ. ευρώ από τους πολίτες και 50 εκατ. ευρώ από τις επιχειρήσεις. Το σύστημα ηλεκτρονικών δημόσιων συμβάσεων της Ιταλίας οδήγησε σε μείωση κόστους 3 δις. ευρώ.

Στο Βέλγιο, η ανάπτυξη υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης έδωσε τη δυνατότητα η παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών σε άτομα με αναπηρία να διεκπεραιώνεται σε λίγα μόλις λεπτά, ενώ προγενέστερα απαιτούνταν τρεις και πλέον εβδομάδες. Επιπλέον, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση μπορεί να συνεισφέρει στην ανοικτή διακυβέρνηση και την κοινωνική διαβούλευση παρέχοντας τη δυνατότητα στους πολίτες να συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση των δημοσίων πολιτικών. Ακόμη, μπορεί να συνεισφέρει στην ενίσχυση της διαφάνειας, επιτρέποντας ή υποχρεώνοντας δημοσιοποίηση πληροφοριών που είναι αναγκαίες για τη γνώση και κατανόηση λειτουργιών και αποφάσεων της δημόσιας διοίκησης.

Ενα βήμα μπρος, πέντε βήματα πίσω
Σκοπός της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης είναι η ανάπτυξη και παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών προς τον πολίτη (G2C), τις επιχειρήσεις (G2B) και προς άλλες δημόσιες υπηρεσίες (G2G). Οι υπηρεσίες αυτές κλιμακώνονται ανάλογα με το βαθμό ωριμότητας ή ολοκλήρωσής τους. Πιο συγκεκριμένα, μία δημόσια υπηρεσία που παρέχεται ηλεκτρονικά μπορεί να αναφέρεται σε απλή παροχή στατικών πληροφοριών – μέσα από δημόσιους ιστοτόπους, σε μεταφόρτωση εντύπων της δημόσιας υπηρεσίας για την έγκαιρη προετοιμασία πριν την επίσκεψη στη δημόσια υπηρεσία ή στη συμπλήρωση και αποστολή του εντύπου ηλεκτρονικά στην υπηρεσία.

Στην πιο ολοκληρωμένη μορφή της, μία ηλεκτρονική υπηρεσία παρέχει δυνατότητα αμφίδρομης επικοινωνίας και διεκπεραίωσης συναλλαγών, προσομοιάζοντας τη φυσική παρουσία στη δημόσια υπηρεσία. Προχωρώντας ακόμη παραπέρα, όπου αυτό είναι εφικτό, οι ΤΠΕ δίνουν τη δυνατότητα παροχής προσωποποιημένων υπηρεσιών, όπως αποστολή μηνυμάτων κινητής τηλεφωνίας για ενημέρωση του πολίτη σε σχέση με τη συναλλαγή του.

Δυστυχώς σύμφωνα με την πρόσφατη μέτρηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το 2009, η Ελλάδα στο επίπεδο παροχής βασικών υπηρεσιών της δημόσιας διοίκησης ηλεκτρονικά κατέχει μόλις την 27η θέση στην Ευρώπη, από σύνολο 31 χωρών. Ομοια στο επίπεδο των υπηρεσιών που παρέχονται στο μέγιστο βαθμό ολοκλήρωσης, δηλαδή αμφίδρομης επικοινωνίας, η χώρα μας κατέχει και πάλι την 27η θέση αγγίζοντας το 45% διαθεσιμότητας ολοκληρωμένων υπηρεσιών.


Αξιολόγηση των έργων και εξασφάλιση της διαχρονικότητάς τους
Η αξιολόγηση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στη χώρα μας σήμερα, αναδεικνύει αρχικά την άμεση και επιτακτική αναγκαιότητα ενίσχυσης του βαθμού ολοκλήρωσης των ηλεκτρονικών δημόσιων υπηρεσιών. Στο πλαίσιο της διοικητικής μεταρρύθμισης που μελετάται από το Υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, σχεδιάζονται δράσεις που θα ενισχύσουν το βαθμό ολοκλήρωσης των δημόσιων ηλεκτρονικών υπηρεσιών, τόσο εκείνων που προσφέρονται από τους Δήμους και τις Περιφέρειες, όσο και αυτών που απευθύνονται προς πολίτες και προς επιχειρήσεις με μικρό αριθμό εργαζομένων.

Οι στόχοι για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση εκφράζονται με τέσσερις οριζόντιες παρεμβάσεις:
1. Διεύρυνση του δικαιώματος και δημιουργία ικανότητας πρόσβασης όλων των πολιτών, όπου και αν διαμένουν, και όλων των επιχειρήσεων όπου και αν εδρεύουν, σε δίκτυα υψηλής ταχύτητας.
2. Ελεύθερη διάθεση των δημόσιων πληροφοριών στο κοινωνικό σύνολο σε μια ανοιχτή διαδικτυακή πλατφόρμα, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της κείμενης νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τη διανοητική ιδιοκτησία.
3. Αξιοποίηση ολοκληρωμένων πληροφοριακών συστημάτων και ψηφιοποίηση δεδομένων στο δημόσιο τομέα με έμφαση στην πηγή, καθώς και εισαγωγή ανοικτού λογισμικού στη δημόσια διοίκηση και κυρίως την εκπαίδευση.
4. Μετάβαση από την κλασική προμήθεια εξοπλισμού και λογισμικού, στην παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του κλάδου των υπηρεσιών.

Η αξιοποίηση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στη δημόσια διοίκηση, όμως, θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της διασφάλισης της συμπληρωματικότητας με δράσεις οργανωτικής και λειτουργικής ανασυγκρότησης των φορέων του δημοσίου τομέα, δράσεις απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών και βελτίωσης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών προς πολίτες, επιχειρήσεις και μεταξύ δημοσίων φορέων, προκειμένου να υπάρχει πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα.

Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, επομένως, θα υποστηρίξει την αναβάθμιση των λειτουργιών της διοίκησης ώστε να εξυπηρετεί τον πολίτη και τις επιχειρήσεις, να διασφαλίσει τη διαφάνεια των διοικητικών λειτουργιών, να κατοχυρώσει με αντικειμενικό τρόπο τις διαδικασίες αξιολόγησης και αξιοκρατίας, να αποτελέσει ανάχωμα στη συναλλαγή και τη διαφθορά, να ενδυναμώσει τη συμμετοχή των πολιτών και την κοινωνική διαβούλευση και γενικότερα να συμβάλλει ώστε να λειτουργήσει το κράτος πραγματικά στην υπηρεσία των πολιτών.


Δημήτρης Γιάντσης, Γενικός Διευθυντής, Παρατηρητήριο για την ΚτΠ
Το ενδιαφέρον μετατοπίζεται από τη «λειτουργία» στη λειτουργικότητα

Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση έκανε την εμφάνισή της ως στρατηγική προτεραιότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο πριν μια δεκαετία, ενώ καταλαμβάνει, έκτοτε, υψηλές θέσεις και στην ελληνική κυβερνητική ατζέντα. Με τις τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) να αναγνωρίζονται ως βασικός οδηγός του κρατικού και κυβερνητικού εκσυγχρονισμού, επενδύθηκαν και συνεχίζουν να επενδύονται σημαντικοί πόροι για την εισαγωγή των ΤΠΕ στο δημόσιο. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι περίπου το 10% του τζίρου του κλάδου Πληροφορικής πηγαίνει σε έργα του Δημοσίου, όπως εκτιμήθηκε από έρευνα του Παρατηρητηρίου για την ΚτΠ.

Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα των εν λόγω επενδύσεων τίθεται πολλές φορές υπό αμφισβήτηση, καθώς το παραγόμενο όφελος είναι αρκετά υποδεέστερο του αναμενόμενου. Ως όφελος, νοείται αφενός η βελτίωση στην αποδοτικότητα του φορέα που παρέχει την υπηρεσία, αφετέρου η αποδοχή και ευρεία χρήση των παρεχόμενων υπηρεσιών από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία για το 2009, μόλις το 4% του πληθυσμού πραγματοποίησε ολοκληρωμένες συναλλαγές με το δημόσιο ηλεκτρονικά, π.χ. αποστολή συμπληρωμένων αιτήσεων, υποβολή φορολογικής δήλωσης, κ.λπ. Ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος (ΕΕ27) είναι 13%, με αποτέλεσμα η χώρα μας να κατατάσσεται 26η ξεπερνώντας μόνο την Ρουμανία.

Από την άλλη πλευρά, πρόσφατη έρευνα του Παρατηρητηρίου για την ΚτΠ κατέδειξε ότι οι Ελληνες αναγνωρίζουν τα οφέλη από την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και προτίθενται, σε ποσοστό 96%, να χρησιμοποιήσουν ηλεκτρονικές δημόσιες υπηρεσίες στο μέλλον. Η αντίθεση που δημιουργεί η παράθεση των ανωτέρω δεικτών φανερώνει τη μη αποτελεσματική έως τώρα ενσωμάτωση των ηλεκτρονικών υπηρεσιών στην καθημερινότητα των πολιτών, φαινόμενο που έχει διαγνωστεί, σε μικρότερο όμως βαθμό, και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Οι κυριότεροι λόγοι του περιορισμένου αντίκτυπου της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στη χώρα μας, εντοπίζονται στην αποσπασματική υλοποίηση έργων από φορείς του δημοσίου, η οποία οδηγεί στην έλλειψη διαλειτουργικότητας συστημάτων και εφαρμογών μεταξύ φορέων, αλλά και στο πολύπλοκο θεσμικό πλαίσιο που συντηρεί πλήθος διοικητικών εμποδίων και αποτρέπει την πραγματοποίηση των δυνητικών ωφελειών της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (π.χ. ψηφιακή ταυτοποίηση – υπογραφή).

Ακόμα, σε πολλές περιπτώσεις γινόταν μετατροπή μιας ήδη «χαοτικής» υπηρεσίας σε ηλεκτρονική, χωρίς προηγουμένως να γίνει ένας μετασχηματισμός αυτής, προκειμένου να γίνει όσο πιο χρηστική γίνεται, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ηλεκτρονική γραφειοκρατία. Η τακτική της τεχνολογικής οχύρωσης του δημόσιου τομέα αποδεικνύεται ανεπαρκής, όσο γίνεται απουσία των κατάλληλων μεταρρυθμίσεων σε θεσμικό και οργανωτικό επίπεδο.

Επιπλέον των ανωτέρω, το κράτος οφείλει να λάβει υπόψη του και μια ακόμη σημαντική διάσταση κατά τον σχεδιασμό και υλοποίηση έργων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Τα τελευταία χρόνια δίνεται όλο και μεγαλύτερη προσοχή στον παράγοντα που αφορά στην «ικανοποίηση των πολιτών» από το παρεχόμενο πλέγμα υπηρεσιών.

Από τη «λειτουργία» το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στη «λειτουργικότητα» και αναζητούνται τα μέσα που θα κάνουν τις παραγόμενες υπηρεσίες περισσότερο εύχρηστες, φιλικές και ανταποκρινόμενες στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών. Οι πολίτες πλέον δεν είναι απλοί αποδέκτες του κυβερνητικού έργου, αλλά παίρνουν ενεργό ρόλο στη διακυβέρνηση, συμμετέχοντας στη λήψη αποφάσεων, ελέγχοντας το έργο της κυβέρνησης σε επίπεδο διαφάνειας, χρηστής διαχείρισης, κ.λπ.

Συνειδητοποιώντας μάλιστα τη σημασία και τη δύναμη της «συλλογικής ευφυΐας», πολλές κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να απευθύνονται ανοιχτά στους πολίτες προκειμένου να πάρουν τις ιδέες τους για το πώς θα ήθελαν να λειτουργεί ο δημόσιος μηχανισμός. Χαρακτηριστική και η πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης Labs.opengov.gr, όπου καλεί όλους τους ενδιαφερόμενους πολίτες, στελέχη δημοσίων οργανισμών & υπηρεσιών, προγραμματιστές και σχεδιαστές να συμβάλουν στον ανασχεδιασμό των ηλεκτρονικών υπηρεσιών.

Ο όρος «Διακυβέρνηση 2.0» έρχεται να σηματοδοτήσει την νέα εποχή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και να τονίσει τη νέα δυναμική που διαμορφώνεται στη σχέση πολίτη – κράτους. Στη Διακυβέρνηση 2.0 γίνεται μια μετατόπιση της δημόσιας πολιτικής προς τη δημιουργία κουλτούρας εξωστρέφειας και διαφάνειας, όπου η κυβέρνηση είναι πρόθυμη να εμπλέξει και να ακούσει τους πολίτες της, καθώς και να παράσχει ελεύθερα το απέραντο εθνικό απόθεμα των μη ευαίσθητων πληροφοριών του δημόσιου τομέα. Η Διακυβέρνηση 2.0 ενδυναμώνει και παρακινεί πολίτες και δημόσιους λειτουργούς να συνεργαστούν εκμεταλλευόμενοι τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται από τις ΤΠΕ.