Οι επιχειρήσεις εκτιμούν ότι στο σημερινό περιβάλλον βρίσκονται ιδιαίτερα εκτεθειμένες σε κυβερνοεπιθέσεις, σύμφωνα με την 20η ετήσια, παγκόσμια έρευνα της ΕΥ για την ασφάλεια των πληροφοριών (Global Information Security Survey - GISS), Cybersecurity regained: preparing to face cyber attacks, στην οποία συμμετείχαν 1.200 διευθυντικά στελέχη των μεγαλύτερων και πλέον γνωστών επιχειρήσεων διεθνώς.

Τα ευρήματα δείχνουν ότι το 56% των ερωτηθέντων πραγματοποιεί ή σχεδιάζει αλλαγές στις στρατηγικές και τα σχέδιά του, λόγω των αυξημένων επιπτώσεων των κυβερνοαπειλών, των κινδύνων και των τρωτών σημείων των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με την έρευνα, οι περισσότερες επιχειρήσεις συνεχίζουν να αυξάνουν τις δαπάνες τους για την κυβερνοασφάλεια, με πάνω από το 90% των ερωτηθέντων να δηλώνει ότι αναμένει αύξηση στους σχετικούς προϋπολογισμούς φέτος.

Πολλοί από τους ερωτηθέντες αναγνωρίζουν ότι η έλλειψη επαρκών πόρων μπορεί να αυξήσει τους κινδύνους κυβερνοασφάλειας. Το 56% δηλώνει ότι έχει ήδη υλοποιήσει ή εξετάζει αλλαγές στις στρατηγικές και τα σχέδιά του για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. Τα κακόβουλα λογισμικά (malware) – 64%, σε σύγκριση με 52% το 2016 – και η αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων «ψαρέματος» (phishing) – 64% έναντι 51% πέρυσι – θεωρούνται ως οι απειλές που έχουν αυξήσει περισσότερο την έκθεση των επιχειρήσεων σε κινδύνους κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο.

Οι απρόσεκτοι ή ανυποψίαστοι εργαζόμενοι θεωρούνται ως η σημαντικότερη αναδυόμενη αδυναμία των επιχειρήσεων (60% έναντι 55% το 2016). Όσον αφορά στην αντιμετώπιση προηγμένων επιθέσεων το 75% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζει τα επίπεδα προσδιορισμού της ευπάθειας των εταιρειών του ως «πολύ χαμηλή έως μέτρια».
Για να βελτιώσουν την ετοιμότητά τους απέναντι σε πιθανές κυβερνοεπιθέσεις, οι περισσότερες επιχειρήσεις αναγνωρίζουν την ανάγκη δημιουργίας ενός Κέντρου Επιχειρήσεων Ασφαλείας (Security Operations Center – SOC) – παρόλα αυτά, το 48% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δε διαθέτει ακόμα ένα SOC, είτε εντός του οργανισμού, είτε με εξωτερική ανάθεση.

Τέλος, το 50% δηλώνει ότι ενημερώνει τακτικά το Διοικητικό Συμβούλιο, μόλις το 24% αναφέρει ότι το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την κυβερνοασφάλεια μετέχει στο ΔΣ, ενώ μόνο το 17% εκτιμά ότι τα Διοικητικά Συμβούλια έχουν επαρκή γνώση και κατανόηση της ασφάλειας των πληροφοριών, ώστε να μπορούν να αξιολογούν πλήρως την αποτελεσματικότητα των προληπτικών μέτρων.