Το παραπάνω αποτέλεσε το σύνθημα του digital economy forum, το οποίο διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδος (ΣΕΠΕ) στις 3 Μαΐου, με αφορμή τα 15 χρόνια από την ίδρυσή του.
Σύνθημα, το οποίο υιοθέτησε στην ομιλία του στο συνέδριο και ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι για την εξυγίανση και την αποτελεσματικότητα του νέου προγράμματος σταθερότητας και ανάπτυξης είναι απαραίτητες σύγχρονες υποδομές Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, στην ομιλία του, με την οποία έκλεισε τις εργασίες του το συνέδριο, τόνισε ότι «σε περιόδους κρίσης, όπως η σημερινή, οφείλουμε να ρίξουμε το βάρος εκεί που πιστεύουμε ότι είναι το μέλλον της χώρας μας. Η κυβέρνηση θα επενδύσει στην Πληροφορική και τις νέες τεχνολογίες, διότι με τη βοήθειά τους μπορούμε να καταπολεμήσουμε προβλήματα που αποτελούν επί δεκαετίες ολόκληρες τροχοπέδη για την οικονομία μας. Την εισφοροδιαφυγή, την σπατάλη, την αδιαφάνεια, τη γραφειοκρατία».
Αδιαμφισβήτητα, ο χώρος της Πληροφορικής και γενικότερα των νέων τεχνολογιών είναι εκ των πραγμάτων πεδίο σημαντικών ευκαιριών, ακόμα και σε δύσκολες εποχές -ή ίσως κυρίως σε τέτοιες εποχές.
Και είναι επίσης παραπάνω από προφανές, ότι η τεχνολογία μπορεί να αποτελέσει τον απόλυτο σύμμαχο στην οργάνωση, διαχείριση και ανάπτυξη του κρατικού μηχανισμού, όχι απλώς βελτιώνοντας διαδικασίες και εξαλείφοντας σημαντικά τη γραφειοκρατία, αλλά και μειώνοντας δραστικά τις κρατικές δαπάνες σε πολλές περιοχές.
Και παρόλο που είναι πολύ ελπιδοφόρο που εκφράζεται από τα χείλη των ανθρώπων που λαμβάνουν τις αποφάσεις η στροφή και η εστίαση στην τεχνολογία για λύσεις και ανάπτυξη, μήπως τελικά ανακαλύψαμε τον τροχό κομματάκι αργά;
Καλή ανάγνωση.
Υ.Γ. Επιτρέψτε μου, καθώς αυτές οι γραμμές γράφονται λίγες μόνο μέρες μετά το τραγικό συμβάν που συντάραξε όλους, να αναφερθώ στον άδικο θάνατο των τριών ανθρώπων, που ξεκίνησαν το πρωί της 5ης Μαΐου για τη δουλειά της και δεν γύρισαν ποτέ στο σπίτι τους. Πώς μπορεί να διαχειριστεί κανείς το παράλογο, άραγε; Και ως πότε;