Στο ευρυζωνικό Internet στήνεται μια από τις πιο ενδιαφέρουσες «μάχες» των τελευταίων ετών. Η σύγκρουση τεχνολογιών, οι πολιτικές αποφάσεις σχετικά με τη διάθεση φάσματος και τέλος η εφαρμογή όλων αυτών στην πράξη θα δημιουργήσουν ένα νέο Internet στο άμεσο μέλλον. Καλώδια χαλκού, οπτικές ίνες και αέρας είναι τα κανάλια που χρησιμοποιούν καθημερινά γιγάντια ποτάμια πληροφορίας που διέρχονται μεταξύ ηπείρων, ενοποιούν τις ψηφιακές περιουσίες διεθνών επιχειρήσεων ή απλά συνδέουν τους υπολογιστές ενός σπιτιού μεταξύ τους.

Δισεκατομμύρια ευρώ δαπανώνται κάθε χρόνο σε έρευνα, νέες υποδομές και συντήρηση για να βελτιωθεί, να επεκταθεί και να παραμείνει ζωντανό το παγκόσμιο δίκτυο ροής πληροφοριών.

Οι τεχνολογίες τηλεπικοινωνιών ευρυζωνικότητας είναι σήμερα ένα από τα πιο καυτά θέματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος και ένα από τα πιο έντονα πεδία ανταγωνισμού. Η Ελλάδα, αναπάντεχα, βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτόν τον τηλεπικοινωνιακό «κυκλώνα» και επηρεάζεται άμεσα από αυτόν. Σχέδια για επενδύσεις 2,1 δισ. σε οπτικές ίνες, μια από τις υψηλότερες διεισδύσεις κινητής τηλεφωνίας, παγκοσμίως, και ένας σταθερά αυξανόμενος ρυθμός ανάπτυξης των ευρυζωνικών συνδέσεων, συνθέτουν ένα σκηνικό δράσης που θα απασχολήσει έντονα εταιρείες και καταναλωτές τα ερχόμενα χρόνια.

 Οι διαβάτες, όπως είναι φυσικό, κοιτούν απορημένοι, χωρίς όμως δυσαρέσκεια, γιατί διαισθάνονται ότι όποια διαδρομή και αν ακολουθήσουν θα είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Αυτοί που φαίνονται προβληματισμένοι είναι οι επιχειρηματίες που πρέπει να προβλέψουν σε ποια από τις διαδρομές θα επενδύσουν, ώστε στη συνέχεια να ωφεληθούν από «διόδια» και υπηρεσίες.

Το Internet οδηγεί τις εξελίξεις στην ευρυζωνικότητα
Αν και το Web 2.0 είναι μια έννοια στην οποία αποδίδονται πολύ ορισμοί, το μόνο σίγουρο είναι ότι οι εφαρμογές που του καταλογίζονται είναι υπεύθυνες, για μια τεράστια αύξηση στον όγκο και το ρυθμό μεταφοράς δεδομένων στο Internet. Εκτιμήσεις διαφορετικών ερευνών κάνουν λόγο για 100πλασιαμό όγκου δεδομένων που μεταφέρονται μέσω Internet μέχρι το 2015. Στη γη η επικρατούσα τεχνολογία είναι το DSL, έχοντας επιτρέψει στο 17% του παγκόσμιου πληθυσμού να έχει ευρυζωνική σύνδεση, ενώ το ποσοστό αναμένεται να διαμορφωθεί στο 25% μέχρι το τέλος του 2012.

Σε κάποιες χώρες, όπως η Κορέα, η διείσδυση των επίγειων ευρυζωνικών συνδέσεων φτάνει στο εκπληκτικό 80%, ενώ σε κάποιες άλλες, όπως για παράδειγμα η Ελλάδα, δεν ξεπερνά, σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις το 16%, βελτιωμένη ωστόσο σημαντικά σε σχέση με το μονοψήφιο ποσοστό μόλις μια τριετία νωρίτερα. Αν και η εικόνα της χώρας μας φαίνεται απογοητευτική σε σύγκριση με αυτές άλλων χωρών, στα μάτια των προμηθευτών τηλεπικοινωνιακών υποδομών και υπηρεσιών είναι πολύ ευχάριστη, γιατί δηλώνει ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια για βελτίωση του κύκλου εργασιών τους.

Μέχρι και πριν από ένα περίπου χρόνο, η εικόνα της ελληνικής ευρυζωνικότητας ήταν λίγο πολύ ανιαρή. Αναμενόμενες αυξήσεις του ποσοστού διείσδυσης σε επίγειες και mobile Internet συνδέσεις, με τις δεύτερες να υπολείπονται σημαντικά σε απόλυτα μεγέθη των πρώτων, απασχολούσαν μια φορά κάθε τρίμηνο τα ΜΜΕ. Παράλληλα, η σταθερά κατερχόμενη τιμή των υπηρεσιών, πρόσφερε μικροαπολαύσεις στους καταναλωτές, οι οποίοι περισσότερο ενδιαφέρονταν για την αξιοπιστία και την απόδοση των υπηρεσιών που αγόραζαν.

Και ξαφνικά, σε αυτήν την ευχάριστη, αλλά σχετικά ανιαρή περιηγητική διαδρομή, το Υπουργείο Ανάπτυξης φύτεψε την τεράστια φωτεινή πινακίδα «Προς FTTH 5 έτη». Πριν ακόμα οι διαβάτες συνειδητοποιήσουν τι συνέβη, εμφανίζεται μια δεύτερη πινακίδα «Προς VDSL 1 έτος». Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στη γη, πίνακες φωτεινών μηνυμάτων που κρέμονται από γιγάντια μπαλόνια, αλλάζουν το μήνυμα τους από τα 7,2 Mbps, στα 14 Mbps και μετά στα 21 Mbps, ενώ πιο ψηλά κάποιοι τολμούν να εμφανίσουν και μήνυμα 54 Mbps και ακόμα ψηλότερα το εξωτικό αρκτικόλεξο LTE.

Οι διαβάτες, όπως είναι φυσικό, κοιτούν απορημένοι, χωρίς όμως δυσαρέσκεια, γιατί διαισθάνονται ότι όποια διαδρομή και αν ακολουθήσουν θα είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Αυτοί που φαίνονται προβληματισμένοι είναι οι επιχειρηματίες που πρέπει να προβλέψουν σε ποια από τις διαδρομές θα επενδύσουν, ώστε στη συνέχεια να ωφεληθούν από «διόδια» και υπηρεσίες.


Η αξία της γης είναι ακόμα σταθερή
Σύμφωνα με τις τρέχουσες αναλύσεις, τουλάχιστον για την ερχόμενη πενταετία, η κύρια «μηχανή» του ευρυζωνικού Internet θα συνεχίσει να είναι το χάλκινο καλώδιο και η τεχνολογία DSL. Ωστόσο, περισσότερο απαιτητικές υπηρεσίες, όπως η δικτυακή τηλεόραση υψηλής ευκρίνειας (HD IPTV), οι αλληλεπιδραστικές εφαρμογές Web 2.0 και φυσικά οι επιχειρηματικές ανάγκες, θα φέρουν πιο κοντά στον τελικό χρήστη την οπτική ίνα. Το υπάρχουν εγκατεστημένο δίκτυο χάλκινων καλωδίων, το μόνο που φτάνει μέχρι και την πόρτα των καταναλωτών, ανήκει σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στον ΟΤΕ, ο οποίος το διαθέτει σε παρόχους υπηρεσιών για να μπορέσουν να προσφέρουν υπηρεσίες στους πελάτες τους.

Το ζήτημα αυτό είχε λειτουργήσει ανασταλτικά στην επέκταση των ευρυζωνικών συνδέσεων στο παρελθόν, ωστόσο τον τελευταίο καιρό και μετά από αρκετές παρεμβάσεις της ρυθμιστικής αρχής, η κατάσταση έχει ομαλοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό. Σήμερα, το δίκτυο χαλκού εξυπηρετεί ταχύτητες μέχρι 24 Mbps. Ωστόσο, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία έρευνας της ΕΕΤΤ για το 2ο τρίμηνο του 2009, οι ευρυζωνικές συνδέσεις που επιτυγχάνουν ταχύτητες άνω των 10 Mbps είναι περίπου 4 στις 10, ενώ σχεδόν το 50% των συνδέσεων δεν υπερβαίνει τα 2 Mbps. Η εμφάνιση μεγάλου ποσοστού χαμηλών ταχυτήτων δεν οφείλεται ούτε στην αδιαφορία των παρόχων για επενδύσεις, ούτε στην αδυναμία των καταναλωτών να πληρώσουν για 24 Mbps.

Η φύση του χαλκού είναι αυτή που θέτει τα όρια της μέγιστης ταχύτητας αναλόγως με την απόσταση του σπιτιού ή της επιχείρησης από το κοντινότερο σημείο διανομής, δηλαδή ένα τηλεπικοινωνιακό κέντρο του ΟΤΕ. Σύμφωνα με στοιχεία της Ovum, η οποία ειδικεύεται σε έρευνες για την αγορά των τηλεπικοινωνιών, το ADSL μπορεί να δώσει ταχύτητες μέχρι 3 Mbps για αποστάσεις κοντά στα 3,5 χιλιόμετρα από το σημείο διανομής, ενώ οι ταχύτητες των 20 Mbps μπορούν να επιτευχθούν μόνο σε αποστάσεις μικρότερες του ενός χιλιομέτρου. Οι υπηρεσίες IPTV, από τις πιο απαιτητικές όσον αφορά την ταχύτητα δεδομένων, απαιτούν γραμμές που λειτουργούν πάνω από τα 8 Mbps, ενώ το High Definition IPTV απαιτεί τουλάχιστον τριπλάσια ταχύτητα.

Ως εκ τούτου, οι πάροχοι που διαθέτουν σήμερα αυτήν την υπηρεσία, όπως ο ΟΤΕ με το Conn-X TV ή η Hellas On Line με το HOL TV, με τις καλύτερες προϋποθέσεις απευθύνονται σε λιγότερο από το 40% του πληθυσμού. Η τεχνολογία VDSL2 μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τις ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων, αλλά στα ίδια ή ίσως και μικρότερα όρια απόστασης από το τηλεπικοινωνιακό κέντρο. Σύμφωνα με την Ovum, η τεχνολογία VDSL2 για αποστάσεις μικρότερες από 1 χιλιόμετρο μπορεί να πετύχει ταχύτητες από 30 Mbps έως 100 Mbps. Ακόμα μεγαλύτερες ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων μπορεί να παρέχει η σύνδεση μέσω οπτικής ίνας (FTTx), βελτιώνοντας μάλιστα και τα όρια απόστασης από το τηλεπικοινωνιακό κέντρο.

Ταχύτητες μέχρι και 100 Mbps μπορούν εύκολα να επιτευχθούν μέσω οπτικών ινών για αποστάσεις μέχρι και 3,5 χιλιόμετρα, ενώ η οροφή ταχύτητας μπορεί και να ξεπερνά τα 1000 Mbps με λύσεις FTTH (Fiber to the Home). Κάθε μια από τις παραπάνω αναβαθμίσεις, σημαίνει επιπλέον επενδύσεις. Σύμφωνα με τον ΥΠΑΝ, η εγκατάσταση οπτικών ινών με στόχο την κάλυψη 2 εκατ. νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε μεγάλες αστικές περιοχές αναμένεται να φτάσει τα 2,1 δισ. ευρώ. Ωστόσο, από την  πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης του συγκεκριμένου έργου, πολύ διαφώνησαν σχετικά με την επάρκεια του προαναφερόμενου ποσού επένδυσης.

Σύμφωνα με την έρευνα «The economics of Next Generation Access» της WIK-Consult, η οποία εστιάζει στις τεχνολογίες FTTx, στη Γερμανία επενδύθηκαν περισσότερα από 4,8 δισ. ευρώ για να καλυφθεί το 37% του πληθυσμού με λύση FTTC (Fiber to the Curb), ενώ στη Γαλλία επενδύθηκαν 3,4 δισ. ευρώ για την κάλυψη μόλις του 7% του πληθυσμού με λύση FTTH. Οσον αφορά την τεχνολογία VDSL, στην οποία ο ΟΤΕ ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει, χρησιμοποιώντας κατά κύριο λόγο τις υπάρχουσες τηλεπικοινωνιακές υποδομές, δεν έχει προσωρινά γνωστοποιηθεί το ποσοστό πληθυσμιακής κάλυψης και κατ’ επέκταση το ύψος της επένδυσης..

Σύμφωνα με την αναφορά «Progress Report on the Single European Electronic Communications Market 2008» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι επενδύσεις στον τηλεπικοινωνιακό τομέα στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν περίπου το 0,5% του ΑΕΠ, ενώ τα έσοδα από τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 3,6% του ΑΕΠ. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες και ενδιαφέρονται για επενδύσεις, και αυξάνουν τον κύκλο εργασιών τους από αυτές. Ωστόσο, η επιβίωση μιας εταιρείας εξαρτάται από τα κέρδη της, τα οποία δεν είναι πάντα ανάλογα των πωλήσεων.

Η εικόνα της ελληνικής τηλεπικοινωνιακής αγοράς τα τελευταία χρόνια, με μεγάλες ζημιές για όλους τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, πλην του ΟΤΕ, δείχνει ότι η εξίσωση με μεταβλητές τις επενδύσεις και την κερδοφορία δεν δίνει εύκολα θετικό αποτέλεσμα για τα κέρδη. Ωστόσο, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι όσες φορές η εξίσωση αυτή έδωσε κερδοφορία, καθοριστικός παράγοντας ήταν η κατάλληλη χρονική στιγμή για την επίλυσή της. Σαφώς, οι οπτικές ίνες είναι η βέλτιστη τεχνολογικά λύση για την επίτευξη υψηλών ταχυτήτων μεταφοράς δεδομένων.

Τα ερωτήματα που μένει να απαντηθούν είναι αν πρόκειται για μια λύση που ταιριάζει σε κάθε χώρα με διαφορετικές γεωγραφικές και θεσμικές ιδιομορφίες και ποια είναι η κατάλληλη στιγμή και το κατάλληλο χρηματοοικονομικό μοντέλο για την υλοποίησή της.  Ενα ενδιαφέρον στοιχείο για τις μελλοντικές εξελίξεις ίσως αποτελεί και η άποψη των κατασκευαστών τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού. Παρά το γεγονός ότι στο πορτφόλιο τους διαθέτουν ήδη όλα τα απαραίτητα προϊόντα για να υλοποιήσουν οποιαδήποτε από τις παραπάνω λύσεις, φαίνεται να συμφωνούν ότι για τα επόμενα χρόνια, ταχύτητες μέχρι 50 Mbps θα είναι αρκετές για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των χρηστών.

Ως εκ τούτου, ο συνδυασμός των τεχνολογιών FTTC and FTTB (Fiber to the Building) με την τεχνολογία VDSL2 είναι άμεσα μια λύση με καλή σχέση τιμής απόδοσης για τους παρόχους. Η επένδυση στην τεχνολογία FTTH, ειδικά σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε, θα δημιουργήσει πιέσεις, χωρίς οι ταχύτητες που θα παρέχει να είναι απαραίτητες.


Το mobile broadband εξαρτάται άμεσα από τη διάθεση φάσματος συχνοτήτων
Το mobile broadband είναι το πιο καυτό θέμα συζήτησης στις τηλεπικοινωνίες αυτή την περίοδο και σύμφωνα με τους αναλυτές θα αποτελέσει βασικό πόλο ανάπτυξης των τηλεπικοινωνιακών εσόδων τα ερχόμενα χρόνια. Οι ταχύτητες μετάδοσης δεδομένων διπλασιάζονται σχεδόν κάθε χρόνο και σήμερα, υπάρχουν σε παγκόσμιο επίπεδο δίκτυα που λειτουργούν στα 54 Mbps, όπως αυτό της Telstra στην Αυστραλία. Στην Ελλάδα, το mobile broadband τρέχει σήμερα κυρίως στα 7,2 Mbps, ωστόσο σε περιορισμένες περιοχές προσφέρονται και ταχύτητες μέχρι 21 Mbps.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕΤΤ, ο αριθμός των ενεργών συνδρομητών κινητών τηλεπικοινωνιών 3ης γενιάς (3G), δηλαδή των συνδρομητών που κατά το τελευταίο τρίμηνο έκαναν χρήση υπηρεσιών δεδομένων 3G (πρόσβαση στο Internet, πρόσβαση σε περιεχόμενο Web/Internet, πρόσβαση σε περιεχόμενο Online Gaming κ.λπ.), έφτασε τον Ιούνιο 2009 τους 1.217.413 (διείσδυση 10,9% στον πληθυσμό). Από αυτούς, οι 180.372 κάνουν χρήση καρτών για πρόσβαση στο Internet από φορητούς υπολογιστές, μέσω δικτύων 3G.

Ενα στοιχείο που ίσως δίνει μια εικόνα από το μέλλον του mobile broadband είναι μια πρόσφατη εμπορική κίνηση της Wind Hellas. Η εταιρεία προκειμένου να καλύψει τους πελάτες που ζητούν υπηρεσίες Internet, μέχρι να τους παραδώσει μια fixed line, διαθέτει δωρεάν για δύο μήνες την υπηρεσία mobile broadband, Wind ADSM. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι στην αγορά είναι ήδη διαθέσιμες υπηρεσίες από τους παρόχους κινητής τηλεφωνίας, οι οποίες επιτρέπουν σε ένα κινητό τηλέφωνο να λειτουργεί εντός περιορισμένου χώρου με χρέωση σταθερού, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι μια λύση που καλύπτει πλήρως τις τηλεπικοινωνιακές ανάγκες του χρήστη είναι εφικτή, αποκλειστικά μέσω ασύρματων υπηρεσιών.

Επομένως, το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν το κόστος και η ποιότητα των υπηρεσιών αυτών είναι κοντά στις αντίστοιχες που προσφέρονται μέσω fixed line. Προσωρινά, η απάντηση είναι αρνητική.  Καταρχήν, δεν είναι διαθέσιμες υπηρεσίες mobile Internet με απεριόριστο όγκο μεταφοράς δεδομένων. Ακόμα και αυτές που είναι διαθέσιμες από τους παρόχους ως unlimited, έχουν όριο βάσει πολιτικής ορθής χρήσης, το οποίο δεν υπερβαίνει τα 50 GB. Επιπλέον, μια τέτοια υπηρεσία, κοστίζει το μήνα περισσότερο από 50 ευρώ, όταν με 40 ευρώ, ο καταναλωτής μπορεί να βρει πακέτα με απεριόριστο χρόνο ομιλίας και απεριόριστο όγκο μεταφοράς δεδομένων. Οσον αφορά τις επιδόσεις, η ζυγαριά συνήθως γέρνει επίσης σε βάρος του mobile broadband για τις ίδιες ονομαστικές ταχύτητες. Αραγε αυτή θα είναι η εικόνα και στο μέλλον;

Το LTE, μια εξωτική προσωρινά τεχνολογία, για την οποία η ΕΕ έχει δείξει εξαιρετικό ενδιαφέρον, υπόσχεται ταχύτητες μέχρι και 1000 Mbps, οι οποίες θα διαμοιράζονται στους συνδρομητές μιας κυψέλης. Με την παρούσα ανάπτυξη του συστήματος κυψελών, οι επιδόσεις θα είναι πολύ καλύτερες από αυτές που βιώνουν σήμερα οι χρήστες, αλλά όχι οι καλύτερες δυνατές. Μια νέα τεχνολογία μικροκυψελών (femtocells), οι οποίες θα μπορούν να τοποθετηθούν ακόμα και στο μπαλκόνι ενός σπιτιού, δίνει τη δυνατότητα να βελτιωθεί η ποιότητα του δικτύου ακόμα και εντός κτηρίων, επιτρέποντας έτσι την αύξηση των χρηστών που θα μπορούν να βιώνουν τις βέλτιστες ταχύτητες.

Ωστόσο, οι περισσότεροι αναλυτές δεν τάσσονται υπέρ της πιθανότητας το LTE, ή γενικότερα μια ασυρματική τεχνολογία, να αποτελέσει τη μαζική επιλογή πρόσβασης στο Internet για την ερχόμενη δεκαετία. Οι γνώμες συγκλίνουν ότι fixed και ασύρματες τεχνολογίες θα λειτουργήσουν συμπληρωματικά, για να καλύψουν διαφορετικές ανάγκες σε επιδόσεις και ποιότητα σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. Αλλωστε, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι ένας κόσμος απαλλαγμένος από καλώδια είναι δύσκολο να υπάρξει στο κοντινό μέλλον, καθώς η εξάρτηση από τον ηλεκτρισμό είναι ένας παράγοντας που απαιτεί την ύπαρξη καλωδίου.