Με τα περιβαλλοντικά ζητήματα να απασχολούν ολοένα και περισσότερο τη διεθνή κοινότητα, η Πληροφορική επιφορτίζεται πλέον και με το καθήκον της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα - ένα καθήκον που μπορεί και πρέπει να φέρει εις πέρας.

Ενα ζήτημα που κυριαρχεί στις ατζέντες αρχηγών κρατών, επιστημόνων, επικεφαλείς σχεδιασμού τεχνολογιών, περιβαλλοντικών δικηγόρων και συμβούλων είναι οι κλιματικές αλλαγές που επηρεάζουν ολοένα και περισσότερο τα οικοσυστήματα και τη βιοποικιλότητα του πλανήτη μας. Αποδίδεται ευρέως πλέον στο βιομηχανικό τομέα της Πληροφορικής, ένα ποσοστό της τάξης του 2% στις παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όσο περίπου αποδίδεται και στον τομέα της αεροπορίας και των αερομεταφορών.

Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία στον τομέα Πληροφορικής είναι το γεγονός ότι η Πληροφορική μπορεί να επηρεάσει και να βελτιώσει το υπόλοιπο 98%. Σε αυτήν την προσπάθεια εμπλέκεται και το ‘Green IT’ το οποίο χαρακτηρίζεται ως η έρευνα και πρακτική χρήσης ηλεκτρονικών συστημάτων με ένα φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο που έχει σκοπό τη μείωση κατανάλωσης ενέργειας και πρώτων υλών, καθώς και τη μείωση ή αποφυγή της ρύπανσης.

Από τη διεθνή συμφωνία του Πρωτόκολλου του Κιότο το 1997 μέχρι την υιοθέτηση των διαδικασιών ISO 14000 για Environmental Management Systems (EMS), έχει μεσολαβήσει μια υπεράνθρωπη προσπάθεια με σκοπό να ενταθούν οι ρυθμοί με τους οποίους κράτη και βιομηχανίες, όπως αυτή της τεχνολογίας, επιδιώκουν την διαχείριση συστημάτων με την ελάχιστη δυνατή εκπομπή αερίων θερμοκηπίου καθώς και ουσιών και εξαρτημάτων ζημιογόνων προς το περιβάλλον.

Μια πρωτοβουλία της EPA (Environmental Protection Agency) των ΗΠΑ ήταν η δημιουργία ενός πρότυπου για τη βαθμολόγηση ηλεκτρονικών συσκευών σύμφωνα με τη φιλική προς το περιβάλλον απόδοση τους. Το Electronic Product Environmental Assessment Tool (EPEAT®) σχεδιάστηκε, μελετήθηκε και αναπτύχθηκε από μια σημαντική σε μέγεθος ομάδα από stakeholders, όπου συμπεριλαμβάνονταν νομικά πρόσωπα, παραγωγοί, ιδιωτικοί και δημόσιοι αγοραστές, ανακυκλωτές και επιστήμονες Πληροφορικής, όπου όλοι συνεισέφεραν με τις διαφορετικές απόψεις, τις ανάγκες και τη γνώση τους σε περιβαλλοντικά θέματα γύρω από τις ηλεκτρονικές συσκευές.

Πιο συγκεκριμένα, οι εγγεγραμμένες κατά EPEAT® συσκευές όπως Η/Υ, laptops, οθόνες πρέπει να τηρούν ένα περιβαλλοντικά αποδοτικό επίπεδο. Ανάλογες πρωτοβουλίες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν συντελέσει το «Restriction of Hazardous Substances (RoHS) Directive» με κύριο στόχο την απαγόρευση χρήσης τοξικών ουσιών όπως μόλυβδο, υδράργυρο, κάδμιο, κ.ά. στην κατασκευή ηλεκτρονικών εξαρτημάτων, ενώ το «Waste Electrical and Electronic Equipment (WEEE) Directive» θέτει ως προτεραιότητα τη μείωση απορριμμάτων ηλεκτρονικών συσκευών και την ενίσχυση της συνολικής προσπάθειας ανακύκλωσης ηλεκτρονικών εξαρτημάτων.

Οσον αφορά την αγορά ενεργειακά αποδοτικού εξοπλισμού (όπως Η/Υ και laptops) από καταναλωτές, επιχειρήσεις και δημόσιους φορείς η ΕΕ ανέπτυξε το «ΕΕ Energy Star», όπου ο πιστοποιημένος κατά αυτή τη σήμανση εξοπλισμός, αναδεικνύει την τήρηση ενός επιπέδου ενεργειακής αποδοτικότητας. Η οικολογική προσέγγιση αγοράς εξοπλισμού με υψηλή ενεργειακή αποδοτικότητα θέτει τα κριτήρια για πιστοποιήσεις επιχειρήσεων κατά ISO 14000 και EMAS (Eco-management and Auditing Scheme) με αποτέλεσμα η επιχείρηση να εξοπλίζεται και με μια ισχυρή περιβαλλοντική πολιτική.

Απλές πρακτικές της καθημερινότητάς μας, στο σπίτι ή το γραφείο μας, μπορούν να συμβάλουν δραστικά στη μείωση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Θέτοντας σε standby mode ή hibernate mode τον Η/Υ μειώνεται η κατανάλωση ενέργειας στα 1-3 W τόσο για την οθόνη όσο και για τον Η/Υ με αποτέλεσμα την οικονομικότερη χρήση τους. Οσον αφορά τον αποθηκευτικό χώρο του Η/Υ σας ή της επιχειρησιακής πληροφοριακής υποδομής, το deduplication δεδομένων μπορεί να αποδώσει μεγάλα οφέλη.

Για παράδειγμα, αντί να προωθείται μια φωτογραφία 2Mb μεταξύ 200 χρηστών ως attachment, το οποίο θα κοστίσει 400 Mb στον αποθηκευτικό χώρο μιας επιχείρησης, μπορεί να γίνει προσβάσιμη και για τους 200 χρήστες σε μια κεντρική τοποθεσία με σκοπό την πλήρη βελτιστοποίηση του αποθηκευτικού χώρου με μια οικονομική προσέγγιση.


Green Data Centers
Για να μπορέσουν οργανισμοί να συνδράμουν αποφασιστικά στη μείωση εκπομπών αερίων πρέπει πρώτα να εξετάσουν τους τρόπους «εξυγίανσης» του μη αποδοτικού ενεργειακά data center. Σε μια τυπική περίπτωση σε ένα data center, υπάρχει η ίδια ανάγκη ενέργειας για να τροφοδοτηθεί η ψύξη ενός συστήματος όσο και για να παραμείνει ενεργό. Υπάρχουν μυριάδες αναφορές για τα οφέλη τα οποία οργανισμοί μπορούν να αποκομίσουν επιβάλλοντας μια περιβαλλοντική πολιτική στο data center.

  • Τα data center σε παγκόσμια κλίμακα παράγουν περισσότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα απ’ ότι ολόκληρα έθνη, όπως η Ιταλία, η Ολλανδία και η Αργεντινή.
  • Το μέσο data center καταναλώνει ηλεκτρική ενέργεια όσο 4000 κατοικίες.
  • Σε παγκόσμια κλίμακα τα data center είναι υπεύθυνα για την παραγωγή 150 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα σε ετησία κλίμακα.
  • Η ανεπαρκής συμμόρφωση με πολιτικές καλύτερης διαχείρισης ψύξης data center καθώς και χρήσης ενέργειας έχουν ως αποτέλεσμα την σπατάλη 60 εκατομμυρίων MW hours.

Η ΕΕ σε μια έκθεση της «Electricity Consumption and Efficiency Trends in European Union – Status Report 2009» αναφέρει ότι το 2007 στις Δυτικό-Ευρωπαϊκές χώρες τα data center κατανάλωναν περίπου 56 TWh/year και προβλέπει την άνοδο αυτής της τιμής στα 104 TWh/year μέχρι το 2020. Η ΕΕ έχοντας αναλύσει και κατανοήσει τις σοβαρές συνέπειες που μπορεί να έχει μια μη ελεγχόμενη συγκυρία εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τα data center προς το περιβάλλον, στα πλαίσια μια πανευρωπαϊκής πρωτοβουλίας χαρτογράφησε το «EU Code of Conduct for Data Centers» με την συμμετοχή του EU Joint Research Center.

Το Ευρωπαϊκό CoC των data center θεμελίωσε μια ισχυρή περιβαλλοντική πολιτική για εταιρείες, όπου κάθε data center που στεγάζεται εντός των συνόρων της ΕΕ θα πρέπει να ακολουθεί μια κοινή συντεταγμένη στην διαχείριση ενεργειακών πόρων ώστε να είναι ενεργειακά αποδοτικό. Όμως η διατύπωση για πλήρη συμμόρφωση με το CoC, οδηγεί σε ένα ευρύ φάσμα αλλαγών το οποίο συνοδεύεται και από μια σειρά επενδύσεων για το data center.

Μία πιο οικονομική προσέγγιση, εκ των πολλών, που μπορούν να παρθούν είναι η τήρηση των συμφωνημένων off service hours των Service Level Agreements (SLA) που έχουν συναφθεί με τον εκάστοτε πελάτη και των υποστηρικτικών συμβάσεων (Underpinning Contracts) με τον προμηθευτή. Φυσικά τέτοιου είδους ενέργειες απαιτούν και τη συχνή επανεξέταση των SLA και UC ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

Green Virtualisation
Στην πιο απλή του μορφή το virtualisation βοηθά κάποιον χρήστη να «τρέχει» δύο η περισσότερα διαφορετικά περιβάλλοντα σε έναν προσωπικό υπολογιστή η διακομιστή. Ουσιαστικά το virtualisation βοηθά στην ενοποίηση πληροφοριακών συστημάτων με χρήση πολλαπλών virtual machines έναντι physical machines, επιτυγχάνει το δυναμικό μέρισμα πόρων όποτε αυτό απαιτηθεί, απλοποιεί την πληροφοριακή υποδομή, μειώνει το κόστος διαχείρισης με αποτέλεσμα την μείωση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Green Cloud Computing
Κατά κύριο λόγο οι ανάγκες εξοικονόμησης ενέργειας σε ένα data center μπορούν να οδηγήσουν σε τρείς κατευθύνσεις:

  • Στον σχεδιασμό και την κατασκευή data center με καινοτομίες φιλικές προς το περιβάλλον. Αξίζει να σημειωθεί πως το Facebook πρόσφατα ανακοίνωσε ότι προγραμματίζει την δημιουργία ενός data center στην Λαπωνία της Σουηδίας, με τις πιο σύγχρονες και φιλικές προς το περιβάλλον κατασκευαστικές πρακτικές.
  • Στις χαμηλού κόστους επενδύσεις που μπορεί να αξιοποιήσει το data center για να είναι μετρήσιμη η κατανάλωση ενέργειας.
  • Στην αποκέντρωση (decentralisation ή outsourcing) του data center σε έναν εξειδικευμένο τρίτο πάροχο που μπορεί να συνεισφέρει στην μείωση χρόνου και δέσμευση πόρων σε μια συγκεκριμένη υποδομή.

Είναι πρόδηλο να υπάρχει μια άμεση ανάγκη για μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και η συνδρομή μας έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα. Η ατζέντα διευθυντικών στελεχών περιέχει πλέον και τον πράσινο παράγοντα στην λήψη αποφάσεων όπου η κάθε απόφαση συνοδεύεται και από το αντίστοιχο carbon footprint.

Άρα συνιστάται προσοχή στο πόσο περιβαλλοντικά φιλικοί θέλουμε να είμαστε, είτε σε προσωπικό είτε σε επιχειρησιακό επίπεδο, ώστε να στοχεύουμε στο ελάχιστο δυνατό cardon footprint μέσα από τις ενέργειες μας.