Αν είστε από εκείνους που θεωρούν τα mainframes «δεινόσαυρο» λόγω παλαιότητας, καλείστε να αναθεωρήσετε τα κριτήριά σας.
Το mainframe εξακολουθεί, ακόμα και σήμερα, να αποτελεί την πιο αποτελεσματική, αξιόπιστη και κλιμακώσιμη πλατφόρμα. Ωστόσο, η πολυπλοκότητά που προϋποθέτει ο χειρισμός του, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι «ειδικοί» του αντικειμένου γίνονται ολοένα και πιο δυσεύρετοι, καλούν για νέες λύσεις που να διευκολύνουν τη διαχείρισή του.
Το mainframe ζει και… βασιλεύει
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, τα Unix και τα Open Systems μπήκαν δυναμικά στην αγορά με την υπόσχεση για δραματική μείωση του κόστους του hardware. Η προοπτική αυτή για χαμηλότερο κόστος οδήγησε κάποιους στο πρόωρο συμπέρασμα ότι το mainframe «πέθανε». Σχεδόν 20 χρόνια αργότερα, το mainframe όχι μόνο ζει, αλλά και…βασιλεύει. Οι ρυθμοί ανάπτυξής του από το 2003 κυμαίνονται γύρω από ένα υγιέστατο 20% ετησίως, με μονάδα μέτρησης το MIPS (million instructions per second) και μια παγκόσμια εγκατεστημένη βάση 15.000 sites. Το 50% των χρηστών των mainframes έχουν μια εγκατεστημένη βάση 1.000 MIPS ή και παραπάνω και σαφώς πρωταγωνιστικός είναι ο ρόλος και το μερίδιο των τραπεζών.
Η μελλοντική ανάπτυξη των mainframes εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον αριθμό των εγκατεστημένων MIPS. Αν και κάποιοι χρήστες στις κλίμακες των 500 MIPS και των 500 με 10.000 MIPS προσδοκούν μείωση των δραστηριοτήτων τους στο mainframe, εκείνοι που υπερβαίνουν τα 10.000 MIPS βιώνουν σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Τα παραπάνω καταγράφει, μεταξύ άλλων, έρευνα της Forrester που πραγματοποιήθηκε για λόγο της CA και δημοσιεύτηκε μέσα στο Νοέμβριο.
Αλλη τάξη μεγέθους
Τα βασικά πλεονεκτήματα των mainframes επιβεβαιώνει και η πρόσφατη έρευνα της Forrester:
• Τα mainframes αποτελούν την πιο αποτελεσματική πλατφόρμα υπολογισμού για λειτουργία μεσαίας και μεγάλης κλίμακας συγκεκριμένων workloads. Πρόκειται για το κεντρικό πλεονέκτημα στο οποίο και συμφωνούν όλοι οι χρήστες των mainframes. Υπάρχουν workloads στα οποία τα κατανεμημένα συστήματα απλά δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν. Εξίσου σημαντικά για τον τραπεζικό κλάδο είναι τα χαρακτηριστικά της αξιοπιστίας και της κλιμακωσιμότητας όσον αφορά την εκτέλεση των συναλλαγών online. Ο αριθμός των συναλλαγών που επιτρέπει το mainframe ανά δευτερόλεπτο απέχει μακράν εκείνου που αντέχει μια πλατφόρμα multi-tier. Παράλληλα, η πολυπλοκότητα και το λειτουργικό του κόστος είναι πολύ μικρότερα. Ωστόσο, το υψηλό κόστος των αδειών λογισμικού του mainframe αποτελεί εμπόδιο στη διάδοσή τους. Βέβαια, δεδομένου ότι οι περισσότερες λύσεις λογισμικού χρεώνουν βάσει επεξεργαστή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμα και τα low- end mainframes μπορούν να εκτελέσουν δεκαπλάσιο όγκο εργασίας από εκείνο ενός κοινού επεξεργαστή, στο ίδιο κόστος.
• Το mainframe αποτελεί τον απόλυτο πόρο για virtualization. Το virtualization σε επίπεδο mainframe επιτρέπει την πλήρη απόμονοση του workload ενώ παρέχει υψηλής ταχύτητας συνδεσιμότητα μεταξύ των servers. Τα σημερινά mainframes μπορούν να ανταπεξέλθουν ακόμα και σε επεξεργαστές x64. Αποτελεί μία γιγαντιαία πλατφόρμα consolidation ικανή μέχρι και για 60 λογικά partitions και την προσθήκη μέχρι και χιλιάδων virtual servers κάτω από το δικό του λειτουργικό σύστημα. Γνωστό για τα υψηλά του επίπεδα χρήσης χωρητικότητας (90 με 120%), το mainframe virtualization stack μπορεί να δημιουργήσει ένα πολύ χαμηλότερο κόστος για όλη του τη διάρκεια ζωής. Εάν δημιουργήσουμε εικονικά περιβάλλοντα σε ένα κατανεμημένο περιβάλλον x86, τα ποσοστά χρήσης χωρητικότητας που υπερβαίνουν το 25% είναι σπάνια. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλά οι χαμένοι κύκλοι CPU, αλλά και η σπατάλη σε ψύξη και τροφοδότηση των αδρανών servers. Τα σημερινά mainframes διαθέτουν πολυάριθμα εργαλεία για την έξυπνη και αυτόνομη διαχείριση μιας μεγάλης ποικιλίας από workloads εφαρμογών. Το γεγονός ότι υπάρχει ένα μόνο σημείο για τον έλεγχο της διαχείρισης και των λειτουργιών διευκολύνει τη δουλειά του υπεύθυνου Πληροφορικής.
• Η χρήση και η αγορά των mainframes διευρύνονται. Τα νέα μοντέλα των mainframes που εμφανίστηκαν στην αγορά το 2008 σηματοδοτούν μία τεράστια πρόοδο όσον αφορά την υπολογιστική ισχύ (170% της μέγιστης χωρητικότητας των προηγούμενων μοντέλων). Ακόμα και στη βάση της κλίμακας, τα σημερινά mainframes προσφέρουν μέχρι και 10 specialty engines, εκ των οποίων τα πέντε μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ένα παραδοσιακό workload και τα άλλα πέντε για την υποστήριξη των Linux. (Εναλλακτικά, και τα 10 engines μπορούν να υποστηρίξουν τα Linux.) Τα πέντε αυτά engines μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το consolidation μέχρι και 134 κατανεμημένων servers. Εάν θεωρήσουμε ότι ο μέσος αριθμός κατανεμημένων servers ανά administrator είναι 15, η οικονομία κλίμακας που επιτυγχάνεται μπορεί να είναι σημαντική.
• Το κόστος, η διαθεσιμότητα και η απόδοση του mainframe είναι πολύ ανώτερα από τα αντίστοιχα των κατανεμημένων συστημάτων για συγκεκριμένα workloads. Ενα βασικό χαρακτηριστικό που περιορίζει την εξάπλωση των mainframes σε κάποια data centers είναι ο φόβος της αλλαγής καθώς και η αντίληψη της ανώτερης διοίκησης ότι το mainframe αποτελεί μία παλαιωμένη και σύνθετη πλατφόρμα. Αυτό έχει, ωστόσο, να κάνει με το μέγεθος και τη σημασία του mainframe για τον οργανισμό: Το mainframe προσδίδει ένα σημαντικό πλεονέκτημα όσον αφορά τη μείωση του λειτουργικού κόστους που επιτυγχάνει στα 5.000 MIPS και, ένα παραπάνω, στα 25.000 MIPS. Επιπλέον, η διαθεσιμότητα του mainframe δεν συγκρίνεται με εκείνη των κατανεμημένων συστημάτων, αφού αγγίζει τα 99,999%.
• Το mainframe ενσωματώνει και την έννοια του cloud. Λόγω της ευελιξίας του όσον αφορά το workload, το mainframe αποτελεί ιδανική λύση για consolidation. Σαφώς και οι εφαρμογές legacy μπορούν να εγκατασταθούν σε mainframes, αλλά μπορούν επίσης να συνυπάρχουν στην πλατφόρμα με κατανεμημένες εφαρμογές, χρησιμοποιώντας specialty engines. Πράγματι, το 48% των mainframes συμμετέχουν αποτελεσματικά στα Web services και το 31% τρέχει τα Linux. Αυτή η ευελιξία και η κεντροποίηση επηρεάζουν και τις δαπάνες του data center όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας.
• Η ασφάλεια αποτελεί επιπρόσθετο πλεονέκτημα του mainframe. Δεδομένου ότι όλα τα ανοικτά συστήματα έχουν τα ευάλωτά τους σημεία, η χρήση ενός και μόνο λειτουργικού περιβάλλοντος μειώνει σημαντικά την προσπάθεια και το χρόνο που απαιτούνται για την παρακολούθηση και την αντιμετώπιση των θεμάτων ασφαλείας.
• Η κεντρική διαχείριση των mainframes. Ο υψηλός βαθμός της αυτοματοποίησης στη διαχείριση των mainframes σημαίνει ότι, σε κάποιες περιπτώσεις, ένας άνθρωπος επαρκεί για το administration περισσότερων συστημάτων. Στην περίπτωση του server virtualization σε mainframe, σημαίνει ότι ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει το administration εκατοντάδων -ή και χιλιάδων- εικονικών servers.
Το φλέγον θέμα της διαχείρισης
Το γεγονός ότι οι «ειδικοί» των mainframes γίνονται ολοένα και πιο δυσεύρετοι επιτείνει την ανάγκη για δημιουργία νέων λύσεων οι οποίες θα απλουστεύουν τη διαχείριση των mainframes και θα τα καθιστούν πιο προσιτά στο σύνολο των υπαλλήλων της Διεύθυνσης Πληροφορικής. Οι χρήστες των mainframes προτείνουν μία προσέγγιση η οποία θα καταργούσε την ανομοιομορφία και που θα βοηθούσε στην ενοποίηση των επιμέρους λύσεων που απαιτούνται για τη συνολική διαχείριση των λύσεων.
Εξίσου σημαντική είναι και η καθιέρωση προτύπων στα interfaces και η ενσωμάτωση βέλτιστων πρακτικών, ώστε να μειώνεται ο κίνδυνος των λαθών. Η καθιέρωση ενός ενιαίου, εύληπτου και σύγχρονου graphical user interface (GUI) για το configuration και τη λειτουργία αυτών των λύσεων θα μπορούσε να βοηθήσει στη μείωση της εξάρτησης από ικανότητες που γίνονται όλο και πιο δυσεύρετες μεταξύ των στελεχών Πληροφορικής.
Μια τέτοια λύση διαχείρισης:
1. Απαιτεί μικρότερη εξειδίκευση εκ μέρους του χρήστη. Το γεγονός ότι συνήθως υπάρχει μια ποικιλία από ανομοιογενείς μεταξύ τους λύσεις δυσκολεύει το ρόλο του νέου χρήστη όσον αφορά τη διαχείρισή τους.
2. Είναι ευκολότερη στην εγκατάσταση και μειώνει το ενδεχόμενο για λάθη στο configuration και το implementation. Οι σχετικές λύσεις θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυτοματοποιημένες και να απαιτούν ελάχιστες χειροκίνητες παρεμβάσεις ώστε το deployment και η λειτουργία να είναι ευκολότερα.
3. Παρέχει μείωση κόστους του operation και του implementation. Μια ενοποιημένη προσέγγιση που χρησιμοποιεί ένα εύχρηστο GUI για την εγκατάσταση, το configuration και τη λειτουργία και που ενσωματώνει τις βέλτιστες πρακτικές, εξοικονομεί χρόνο και χρήμα ενώ παράλληλα μειώνει τον κίνδυνο για λάθη.
Στρατηγικές για τη σωστή χρήση των mainframes
Τα mainframes διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη στρατηγική Πληροφορικής μεγάλων τραπεζών -και άλλων οργανισμών- αφού σε αυτά βασίζεται η υποστήριξη κρίσιμων εφαρμογών οι οποίες και απαιτούν μεγάλα ποσά υπολογιστικής ισχύος. Τα κατανεμημένα συστήματα δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν το παραπάνω με ανταγωνιστικό κόστος. Αλλη μια δημοφιλής στρατηγική γύρω από τα mainframes αφορά τα Linux και το consolidatiοn των workloads στο mainframe. Αυτό δεν προσφέρει μείωση κόστους μόνο ως προς το administration, αλλά και τα έξοδα που προϋποθέτει η ψύξη και η ισχύς.
Τέλος, αν και μπορεί να τους συμφέρει καλύτερα να διατηρήσουν τις εφαρμογές legacy στο mainframe, κάποιοι χρήστες θεωρούν ότι είναι εγκλωβισμένοι στις εφαρμογές αυτές επειδή δε διαθέτουν την εξειδίκευση που απαιτείται για να τις μεταφέρουν σε άλλη πλατφόρμα και επειδή το σχετικό κόστος είναι απαγορευτικό.
Mainframes, με προϋποθέσεις
Πρόσφατη έρευνα της Forrester για τα mainframes επισημαίνει ότι:
• Το mainframe αξιολογείται ως η πιο αποτελεσματική, αξιόπιστη και κλιμακώσιμη πλατφόρμα σήμερα. Το τυπικό workload που επεξεργάζεται ένα mainframe δεν θα μπορούσε να το αναλάβει καμία άλλη πλατφόρμα. Οι νέες πλατφόρμες mainframe αποτελούν μία αποτελεσματική λύση για την εκλογίκευση και το consolidation των data centers.
• Η λειτουργία του mainframe προϋποθέτει λεπτομερή, εξειδικευμένη γνώση. Καθώς η γενιά που εξειδικεύτηκε στα mainframes βαίνει προς συνταξιοδότηση, ο κίνδυνος να γίνει δυσεύρετη η απαραίτητη εξειδίκευση μεγαλώνει. Αυτό, με τη σειρά του, περιορίζει την εξάπλωση του mainframe και την προσθήκη νέων workloads.
• Προκειμένου να ξεπεραστεί το θέμα της δυσκολίας στην ανεύρεση εξειδικευμένου προσωπικού, θα πρέπει να αναπτυχθεί μία ενιαία λύση για τη διαχείριση, τη λειτουργία και την εγκατάσταση των mainframes μέσω ενός μοντέρνου GUI. Η λύση θα πρέπει ακόμα να περιλαμβάνει test practices βασισμένα στη συλλογική εμπειρία των ειδικών.