Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε αναρωτηθεί πώς θα μπορούσαμε να ελέγχουμε, από ένα και μοναδικό σημείο, όλο τον εξοπλισμό του δικτύου μας και -με ένα «μαγικό» τρόπο- να ενημερωνόμαστε για τα πιθανά προβλήματα, πριν αυτά συμβούν.
Αν προσπαθήσουμε να ορίσουμε το network management, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι «η δυνατότητα παραμετροποίησης, προληπτικού ελέγχου λειτουργίας και διάγνωσης προβλημάτων του εξοπλισμού του δικτύου μας σε πραγματικό χρόνο». Φυσικά, ο κάθε κατασκευαστής εξοπλισμού δικτύου έχει ενσωματώσει στο προϊόν του τις περισσότερες από τις παραπάνω δυνατότητες.
Στην πραγματικότητα όμως, η κατάσταση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε έχει να κάνει με διαφορετικά μοντέλα μηχανών, διαφορετικών κατασκευαστών, σε απομακρυσμένα -ή ακόμη και χωρίς επίβλεψη- «site», ακόμα και με διαφορετικές εκδόσεις λογισμικού σε πανομοιότυπες μηχανές.
Στο παρελθόν, έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες από τους μεγάλους κατασκευαστές του χώρου για την προτυποποίηση του «management» του εξοπλισμού τους. Δυστυχώς όμως, κάτι τέτοιο δεν κατέστη ποτέ απολύτως δυνατό.
Τα «κλειδιά» του δικτύου
Μια συνολική, λοιπόν, λύση «network management» θα πρέπει:
• να είναι ανεξάρτητη από κατασκευαστές
• να είναι ευρέως διαδεδομένη έτσι ώστε να καλύπτει μεγάλος εύρος του εξοπλισμού
• να έχει αυξημένα επίπεδα ασφάλειας
• να παρακολουθεί συνεχώς την κατάσταση του εξοπλισμού
• να έχει τη δυνατότητα εξαγωγής πληροφοριακών καταστάσεων
• να παρακολουθεί τη συμπεριφορά του εξοπλισμού και να είναι σε θέση να προβλέψει πιθανά προβλήματα πριν αυτά προκύψουν.
Proactive διαχείρηση
Η τελευταία συνθήκη είναι και το κλειδί για την επιτυχημένη λειτουργία μιας τέτοιας λύσης. Η λύση network management θα πρέπει να είναι σε θέση να συνδυάζει τα πραγματικά με τα ιστορικά δεδομένα της απόδοσης μιας μηχανής και στη συνέχεια να μπορεί, αναλύοντας τα δεδομένα και συγκρίνοντάς τα με τη συνήθη συμπεριφορά της, να ενημερώνει άμεσα τον διαχειριστή του δικτύου για οποιαδήποτε απόκλιση.
Ο διαχειριστής θα λειτουργεί προλαμβάνοντας τα προβλήματά (proactively) και όχι επιλύοντάς τα (reactively), ελαχιστοποιώντας τις πιθανές παραβάσεις συμφωνιών SLA -αν υπάρχουν τέτοιες- και πετυχαίνοντας την πλήρη συμμόρφωση με πρότυπα για την παροχή των υπηρεσιών αυτών, βελτιώνοντας ταυτόχρονα τη συνολική εικόνα των τελικών χρηστών για τις υπηρεσίες του δικτύου που προσφέρονται.
Το αποτέλεσμα φυσικά είναι η αύξηση της αποδοτικότητας των εφαρμογών και, γενικά, της συνολικής απόδοσης του δικτύου, αφού θα ελαχιστοποιηθεί το downtime. Επίσης, η Διεύθυνση Μηχανογράφησης θα εφοδιαστεί με χειροπιαστά, μετρήσιμα, στοιχεία που θα αντικατοπτρίζουν τις όποιες αλλαγές πραγματοποιούνται στο δίκτυο, το πώς αυτές επηρέασαν τη λειτουργία και, πιθανώς, αύξησαν την απόδοσή του.
Aντίστοιχα, θα μπορεί με μεγάλη ευκολία να αιτιολογήσει τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν, κάνοντας ακόμα πιο σαφή τον προσδιορισμό του εκτιμώμενου κέρδους από την επένδυση αυτή.
Το μέλλον περνά από… τα σύννεφα
Φυσικά, μια τέτοια λύση, δεν κοστίζει μόνο σε χρήμα, αλλά και σε bandwidth, αφού όλες αυτές οι πληροφορίες που συλλέγονται από τον εξοπλισμό πρέπει να δρομολογηθούν μέχρι τον management server για να έχουν χρησιμότητα. Τι γίνεται όμως με τις υπηρεσίες που λειτουργούν στο «σύννεφο» (cloud); Πόσο εφικτό είναι το management των ίδιων των υπηρεσιών να είναι και αυτό στο σύννεφο; Το cloud computing είναι ακόμα στην αρχή του.
Το επόμενο «κύμα» που θα έρθει, θα περιλαμβάνει μεγάλες επιχειρήσεις που θα μετακομίζουν ολόκληρη την υποδομή τους στο σύννεφο. Οι επιχειρήσεις αυτές θα συνεχίσουν να απαιτούν ένα σύστημα διαχείρισης, αλλά για το σύννεφο και τον τρόπο που οι υπηρεσίες τους επικοινωνούν με τους χρήστες μέσω αυτού. Θα πρέπει λοιπόν οι λύσεις network management που θα ακολουθήσουν το κύμα αυτό, να μπορούν να συλλέγουν και να αναλύουν δεδομένα που διακινούνται μέσω του internet, και όχι μέσα στον ασφαλή δίαυλο ενός τοπικού δικτύου ή ενός WAN. Το μέλλον θα δείξει.