Πόσο συχνά κάνουμε αυτή την ερώτηση στον εαυτό μας άραγε, μπλεγμένοι μέσα στο καθημερινό τρέξιμο, στους γρήγορους ρυθμούς και στις πολλαπλές υποχρεώσεις μας, εντός και εκτός εργασίας; Κι όμως, η ερώτηση αυτή είναι καθοριστική στο να ξεκαθαρίζουμε τα σημαντικά από τα ασήμαντα και να ευθυγραμμιζόμαστε με τους στόχους μας.
Κάθε επαγγελματικός ρόλος έχει μια αποστολή. Δεν εννοώ αναγκαστικά την τυπική περιγραφή της θέσης και των καθηκόντων, γιατί μπορεί να έχει γίνει με στείρο τρόπο. Μένω στην ουσία: Γιατί χρειάζεται η θέση εργασίας μου; Πώς συνεισφέρει στην επιτυχή πορεία του οργανισμού; Ο άνθρωπος που κατέχει μια θέση μπορεί με την προσωπικότητά του είτε να την απογειώσει, είτε να τη… γειώσει. Η κουλτούρα του οργανισμού, ο τρόπος διοίκησης και οι συγκυρίες σίγουρα επηρεάζουν. Αλλά η πρωτοβουλία και η διάθεση για δημιουργία, για το ένα βήμα παραπάνω, είναι πηγές που, όσο και να περιοριστούν, δεν στερεύουν εύκολα.
Η βασική προϋπόθεση – και όχι πάντα δεδομένο- είναι η συνεπής και αποτελεσματική ανταπόκριση στα καθήκοντα, αλλά αρκεί; Ανέκαθεν αρκούσε; Αρκεί ειδικά σε καιρούς απαιτητικούς; Συνάδει με τους στόχους μας για εξέλιξη; Το να προσθέτει κάποιος αξία έχει να κάνει συνήθως με την αύξηση της κερδοφορίας ή με τη μείωση του κόστους. Αλυσιδωτά πολλοί δρόμοι και προσπάθειες οδηγούν προς τα εκεί και με ποιοτικό και με ποσοτικό τρόπο. Βλέπω και την ευρύτερη εικόνα στις καθημερινές μου προσπάθειες;
Αναζητώ νέες ιδέες; Σκέφτομαι επιχειρηματικά από όποια θέση κι αν κατέχω στο βαθμό που μπορώ; Επενδύω ενέργεια εκεί που πρέπει ή την σπαταλώ άσκοπα τρέχοντας σαν χαμστεράκι; Ακόμα και στη σύνταξη ενός βιογραφικού σημασία δεν έχει τόσο να περιγράψουμε τι κάνουμε, αλλά πώς κάνουμε τη διαφορά, πώς πάμε τα πράγματα ένα βήμα παραπέρα. Πολλοί βιώνουμε την επίδραση της κρίσης στη δημιουργικότητα, στη δέσμευση, στη διάθεση για εξέλιξη. Αλλά, ίσως αυτή η δεξιότητα από μόνη της κάνει τη μεγαλύτερη διαφορά: να συνεχίζεις να κολυμπάς κόντρα στο ρεύμα της περιρρέουσας παραίτησης.