Οι επενδύσεις σε συστήματα ERP παρουσιάζουν σημαντική αύξηση, ιδίως σε ότι αφορά τις μεσαίες επιχειρήσεις. Σε κάθε αγορά δραστηριοποιούνται τοπικοί παραγωγοί λογισμικού αλλά και γνωστές πολυεθνικές εταιρείες. Τίθεται πολλές φορές το ερώτημα αν μία επιχείρηση πρέπει να επιλέξει λογισμικό ERP πολυεθνικής ή τοπικής εταιρείας.

Θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε εν συντομία τα βασικά πλεονεκτήματα της κάθε πλευράς και ν’ αφήσουμε την απάντηση στον αναγνώστη. Η καταγραφή αυτή θα αφορά δύο βασικούς άξονες: Προϊόν και Υπηρεσίες. Η γενική αυτή προσέγγιση δεν αφορά κατ’ανάγκη κάποιο συγκεκριμένο προϊόν ή εταιρεία.

Προϊόν-Τεχνολογία
Από τα βασικά επιχειρήματα που προβάλλουν οι πολυεθνικοί κατασκευαστές είναι η λειτουργικότητα των προϊόντων και τα επιχειρησιακά σενάρια (best business practices) που ενσωματώνουν. Αν και αυτό είναι γενικά σωστό, εντούτοις η απάντηση των τοπικών εταιρειών είναι ότι συχνά επιβάλλουν υψηλή πολυπλοκότητα και έλλειψη ευελιξίας σε επιχειρήσεις που δεν έχουν πολυεθνική παρουσία ή πολύ μεγάλο μέγεθος. Αυτό μεταφράζεται σε υψηλό κόστος αρχικής κτήσης, συντήρησης και υποστήριξης. Πολλοί ισχυρίζονται ότι οι πολυεθνικές εταιρείες έχουν δυνατότητα επενδύσεων σε R&D και γρήγορη υιοθέτηση νέων τεχνολογιών.

Τα προϊόντα τους διαθέτουν καλή τεκμηρίωση (documentation) και μηχανισμούς διάδοσης της γνώσης (π.χ. knowledge base portals), ενώ πολλές φορές ξεφεύγουν από την τυπική λειτουργικότητα ενός ERP συστήματος προσφέροντας ενσωματωμένο CRM, e-Commerce, Warehouse management κ.λπ. Τα παραπάνω συγκαταλέγονται στις αδυναμίες των τοπικών παραγωγών, έστω και αν κάποιοι από αυτούς ακολουθούν σε φιλοσοφία και δυνατότητες τους πολυεθνικούς ανταγωνιστές τους.

Βασικό πλεονέκτημα των τοπικών λύσεων είναι η συμμόρφωσή τους με τους εκάστοτε τοπικούς λογιστικούς κανόνες και πρακτικές. Ομως πιο σημαντική, κατά την άποψή μου, είναι η δυνατότητά τους να παρακολουθούν τοπικές επιχειρηματικές πρακτικές που δεν επιβάλλονται κατ’ανάγκη από κάποιο νόμο. Σε αυτό το σημείο έχουν ιδιαίτερη αδυναμία τα πολυεθνικά λογισμικά, η πλειοψηφία των οποίων δεν υποστηρίζει σωστά σημαντικές λειτουργικότητες. Επιπλέον, τα πολυεθνικά λογισμικά πολλές φορές δεν υποστηρίζουν τις ανάγκες για μεταφορά δεδομένων από υπάρχοντα συστήματα (π.χ. εμπορικά προγράμματα), καθώς και τις ανάγκες αυτοματοποίησης των συναλλαγών με τοπικά συστήματα Τραπεζών και Δημοσίου (π.χ. ηλεκτρονικές πληρωμές, αποστολή ΦΠΑ κ.λπ.).

Υλοποίηση Συστήματος και Υποστήριξη
Είναι αλήθεια ότι η εμπειρία ενός πελάτη έχει να κάνει τόσο με τις δυνατότητες του προϊόντος, όσο και με τις υπηρεσίες υλοποίησης και υποστήριξης. Εδώ το πλεονέκτημα των τοπικών εταιρειών και των συνεργατών τους είναι σαφές. Συνήθως οι τοπικές εταιρείες διαθέτουν ευρύ δίκτυο συνεργατών με παρουσία σε κάθε βασική πόλη της Ελλάδος, ενώ οι συνεργάτες των πολυεθνικών επιχειρήσεων δραστηριοποιούνται κυρίως στην Αθήνα και δευτερευόντως στη Θεσσαλονίκη. Αυτό είναι ένα βασικό μειονέκτημα σε υλοποιήσεις ERP για εταιρείες με παρουσία ή υποκαταστήματα εκτός Αθήνας-Θεσσαλονίκης.

Η διαδικασία υιοθέτησης κι ενσωμάτωσης στο λογισμικό των αναγκών των πελατών είναι σαφώς πιο γρήγορη για τις τοπικές εταιρείες, παρά για τις πολυεθνικές. Οι δεύτερες έχουν συνήθως πολύπλοκες και χρονοβόρες διαδικασίες που συχνά εκτελούνται σε άλλες χώρες! Αποτέλεσμα αυτού η πλημελλής υποστήριξη αναγκών των πελατών, αφού η παραγωγή του λογισμικού γίνεται εκτός της χώρας.

Στον αντίποδα είναι αλήθεια, ότι αποτελεί πλεονέκτημα των πολυεθνικών εταιρειών η δυνατότητα υλοποίησης και υποστήριξης μίας επιχείρισης οπουδήποτε και αν αποφασίσει να επεκταθεί, αφού διαθέτουν παρουσία στις περισσότες χώρες του κόσμου. Αρα διαθέτουν σημαντικό πλεονέκτημα στην υποστήριξη πολυεθνικών επιχειρήσεων. Βέβαια σήμερα υπάρχουν και ελληνικές εταιρείες με παρουσία και υποστήριξη σε χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Επίλογος
Στα παραπάνω έγινε μία σύντομη προσπάθεια καταγραφής των πλεονεκτημάτων από την επιλογή ενός τοπικού ή πολυεθνικού συστήματος. Εμείς στην Entersoft προσπαθούμε να συνδυάσουμε τα καλά των δύο κόσμων, αφού στην Ελλάδα δραστηριοποιούμαστε ως τοπικός παραγωγός αλλά στις νέες χώρες που επεκτείνεται η εταιρεία μας (αρχικά Κύπρο, Βουλγαρία και Ρουμανία), έχουμε να ανταγωνιστούμε τους τοπικούς παραγωγούς με τα αντίστοιχα πλεονεκτήματα. Η απάντηση για το ποια είναι η ενδεδειγμένη λύση για την κάθε επιχείριση εξαρτάται από τις ανάγκες της, το επιχειρηματικό μοντέλο, το μέγεθός της και βέβαια τον προϋπολογισμό της!

Ο Αντώνης Κοτζαμανίδης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της Entersoft ΑΕ