Στο πλαίσιο ημερίδας που διοργάνωσε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών με θέμα «Το ηλεκτρονικό εμπόριο στην Ελλάδα», ο Καθηγητής Γεώργιος Ι. Δουκίδης, βασιζόμενος σε στοιχεία ερευνών, αποτυπώνει την τρέχουσα εικόνα και τις τάσεις που θα επικρατήσουν στο ηλεκτρονικό εμπόριο την ερχόμενη τριετία

<‘Σελίδα 1: Το B2B ηλεκτρονικό εμπόριο’>
Εντυπωσιακή φαίνεται να είναι η ανάπτυξη του Business-to-Consumer ηλεκτρονικού εμπορίου (οι αγορές δηλαδή καταναλωτών από ηλεκτρονικά καταστήματα) στην Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο. Με βάση στοιχεία πρόσφατης έρευνας της Focus Bari, οι έλληνες  e-shopers (ηλεκτρονικοί καταναλωτές) είναι περίπου 700.000, και πραγματοποιούν ετησίως αγορές η αξία των οποίων φθάνει περίπου το ένα δισεκατομμύριο ευρώ.

Οσον αφορά το τι αγοράζουν online, οι κύριες κατηγορίες προϊόντων είναι αεροπορικά και ακτοπλοϊκά εισιτήρια, computer hardware και software, βιβλία, ρούχα και αξεσουάρ, μουσική, dvd, gadgets, εισιτήρια κινηματογράφου, κρατήσεις ξενοδοχείων, κ.α.. Η έρευνα της εταιρείας Focus Bari κατέληξε στην κατηγοριοποίηση των ελλήνων e-Consumers ανάλογα με τα χαρακτηριστικά που διαθέτουν σε τέσσερις επιμέρους κατηγορίες :

1. τους «Πρακτικούς» για τους οποίους η ηλεκτρονική αγορά αποτελεί μια καθημερινή συνήθεια που τους λύνει τα χέρια.
2. τους «Opportunity Seekers» για τους οποίους η ηλεκτρονική αγορά αποτελεί μέσο διασκέδασης στον ελεύθερο χρόνο τους ή αναζήτησης ευκαιριών.
3. τους «Trend followers», οι οποίοι πραγματοποιούν αγορές on-line αξιοποιώντας τη δυνατότητα που τους δίνει η τεχνολογία, ακολουθώντας παράλληλα τη μόδα της εποχής.
4. τέλος τους «Smart Shoppers», οι οποίοι πραγματοποιούν μικρότερο αριθμό αγορών on-line για πιο συγκεκριμένα είδη προϊόντων και υπηρεσιών, ψάχνοντας για τυχόν ευκαιρίες.

Σύμφωνα με προβλέψεις του Εργαστηρίου ELTRUN φαίνεται πως το μέγεθος της αγοράς αναμένεται να τριπλασιαστεί έως το 2011 και να ξεπεράσει τα 3 δις. ευρώ με τους έλληνες e-shoppers να είναι περισσότεροι από 1,5 εκατομμύριο και να πραγματοποιούν περισσότερες από 80.000 συναλλαγές την ημέρα.

Το B2B ηλεκτρονικό εμπόριο
Ο τύπος όμως του ηλεκτρονικού εμπορίου που στην Ελλάδα έχουμε σημαντική εμπειρία (7-8 χρόνια) είναι το Business-to-Business (B2B) (του ηλεκτρονικού εμπορίου δηλαδή ανάμεσα σε επιχειρήσεις) και ιδιαίτερα του διεπιχειρησιακού ηλεκτρονικού εμπορίου που διεξάγεται με τη βοήθεια ηλεκτρονικών ενδιάμεσων, της λεγόμενες «ηλεκτρονικές αγορές» (e-marketplaces).

Η ύπαρξη επιτυχημένων ενδιάμεσων (ηλεκτρονικών αγορών) δικαιολογείται γιατί στην Ελλάδα έχουμε κυρίως μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις που δεν έχουν τη δυνατότητα / τεχνογνωσία να στήσουν δικές τους εφαρμογές B-B που είναι ιδιαίτερα πολύπλοκες. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Εργαστηρίου ELTRUN, οι ελληνικές επιχειρήσεις που συμμετέχουν στις ηλεκτρονικές αγορές και άρα διεξάγουν Β2Β ηλεκτρονικό εμπόριο ξεπερνούν τις 3.000.

Αυτές οι εταιρείες πραγματοποιούν ετησίως περισσότερες από 3.000.000 ηλεκτρονικές συναλλαγές και δεν αποκλείεται το μέγεθος της αγοράς να ξεπερνά ακόμα και τα 6-7 δισ. ευρώ. Οι κυρίες υπηρεσίες που χρησιμοποιούν είναι η ηλεκτρονική παραγγελία, το ηλεκτρονικό τιμολόγιο, οι ηλεκτρονικές προμήθειες, οι ηλεκτρονικές δημοπρασίες, η ηλεκτρονική συνεργασία για συνεχές πρόγραμμα αναπλήρωσης (CRP) κ.λπ.

Τα οφέλη που αποκομίζουν οι επιχειρήσεις είναι πολλά και στρατηγικά και σχετίζονται με την μείωση του χρόνου προμήθειας, την μείωση του χρόνου επεξεργασίας της παραγγελίας, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, την αύξηση της παραγωγικότητας, την βελτίωση της διασφάλισης ποιότητας, τη μείωση του εσωτερικού κόστους της επιχείρησης καθώς και την αύξηση της κερδοφορίας.

Οι επιχειρήσεις αυτές δείχνουν αυξημένη εμπιστοσύνη προς τους συνεργάτες τους είναι δεκτικές στο να μοιραστούν την πληροφορία που έχουν μαζί τους, αλλά και να μπουν στη διαδικασία να πάρουν αποφάσεις από κοινού.
<‘here’>


<‘Σελίδα 2: Νέες εφαρμογές ηλεκτρονικού επιχειρείν με στρατηγική σημασία’>
Νέες εφαρμογές ηλεκτρονικού επιχειρείν με στρατηγική σημασία
Δύο είναι οι χαρακτηριστικές εφαρμογές που δείχνουν την επίπτωση στην κερδοφορία των επιχειρήσεων που μπορούν να έχουν οι νέες εφαρμογές ηλεκτρονικού επιχειρείν. Η πρώτη αφορά την εναλλακτική Διαχείριση Εκπτωτικών Κουπονιών (Ηλεκτρονικό Κουπόνι) στο Λιανεμπόριο και η δεύτερη την ηλεκτρονική Ανταλλαγή Τιμολογίων. Επίσης είναι ένα παράδειγμα του τι οφέλη μπορούν να προκύψουν από το Β2Β ηλεκτρονικό εμπόριο στην Ελλάδα με απλές υπουργικές αποφάσεις.

Η διαχείριση των εκπτωτικών κουπονιών (με στόχο την πληρωμή τους) επιβαρύνει τους Έλληνες λιανέμπορους και τους προμηθευτές με περίπου 80 με 100 εκατομμύρια χειρωνακτικές μετρήσεις που αντιστοιχούν σε περίπου 250 χιλιάδες ώρες διαχείρισης ετησίως από λιανεμπόριο και προμηθευτές. Με πρόσφατη υπουργική απόφαση το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών «λαμβάνοντας υπ‘ όψιν τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις ανάγκες του σύγχρονου εμπορίου και για λόγους διευκόλυνσης των συναλλασσομένων ενέκρινε τη μη φύλαξη του σώματος των κουπονιών με την προϋπόθεση ότι ο λιανέμπορος θα αποστέλλει στον εκδότη ηλεκτρονικό αρχείο το οποίο θα περιέχει όλα τα αναλυτικά δεδομένα ώστε να δικαιολογείται η έκδοση του αντίστοιχου πιστωτικού».

Αυτή η έγκριση ουσιαστικά ορίζει πως  η αναλυτική ηλεκτρονική κατάσταση αποτελεί και φορολογικά αποδεκτό δικαιολογητικό για την έκδοση του αντιστοίχου πιστωτικού τιμολόγιου από τον προμηθευτή-εκδότη προς το Λιανεμπόριο. Άρα επιτρέπεται το ηλεκτρονικό κουπόνι, το οποίο μάλιστα ως θεσμική πρωτοβουλία είναι ιδιαίτερα πρωτοποριακή σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η προτεινόμενη εναλλακτική είχε πολύ θετική αντιμετώπιση από την αγορά (και ήδη υλοποιείται μαζικά), κυρίως εξαιτίας των απτών οφελών που παρέχει και στις λιανεμπορικές επιχειρήσεις και στις προμηθευτικές επιχειρήσεις.

Υπολογίζεται πως τα συνολικά οφέλη του κλάδου είναι της τάξης των 2-2,5 εκατομμύρια ευρώ μόνο από την μείωση των χαμένων σήμερα παραγωγικών ωρών του λιανέμπορου. Η μείωση αυτή αντιστοιχεί στο 70% περίπου του συνολικού κόστους της παραδοσιακής διαδικασίας. Επίσης είναι δεδομένο πως ο χρόνος πληρωμής του πιστωτικού τιμολογίου της λιανεμπορικής επιχείρησης μειώνεται δραστικά από τις 72 μέρες κατά μέσο όρο, στις 30 μέρες και μελλοντικά πιθανώς ακόμα και κάτω από τις 15 μέρες.

Πέρα από τα παραπάνω η δημιουργία αυτής της υποδομής βάζει τις βάσεις για μελλοντικές προηγμένες υπηρεσίες όπως την αξιολόγηση της συλλεγόμενης πληροφορίας (π.χ. στατιστικά). Το ηλεκτρονικό τιμολόγιο αφορά την ηλεκτρονική ανταλλαγή της πληροφορίας του τιμολογίου. Σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανταλλάσσονται 10 δισεκατομμύρια τιμολόγια με μέσο συνολικό κόστος διαχείρισης του τιμολογίου περίπου 25-30 ευρώ. Σύμφωνα με μελέτες είναι δυνατή η μείωση αυτού του κόστους κατά 80% αποφέροντας συνολικά ετήσια οφέλη της τάξης των 240 δις Ευρώ.

Επιμέρους χώρες έχουν αποκομίσει τεράστια οφέλη από την χρήση αυτών των εφαρμογών. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα τη Δανίας, όπου η εφαρμογή G2B (Government-to-Business) της Δανέζικης κυβέρνησης για να λαμβάνει ηλεκτρονικά τιμολόγια εκτιμάται πως της αποφέρει εξοικονομήσεις 100 με 134 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Η Φινλανδία εκτιμά ακόμα μεγαλύτερα οφέλη και πιθανά κέρδη της τάξης των 280 εκατομμυρίων ευρώ το χρόνο.

Ενδεικτικές του πόσο σημαντική θεωρείται η εφαρμογή της ηλεκτρονικής ανταλλαγής τιμολογίων στο εξωτερικό είναι οι πρόσφατες αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο πολλών χωρών όπως Σουηδία, Ιταλία, Ισπανία κλπ όπου το δημόσιο λαμβάνει μόνο ηλεκτρονικά τιμολόγια. Στην Ελλάδα από την άλλη δεν είναι ακόμα υποχρεωτική η αποστολή ηλεκτρονικών τιμολογίων. Παρόλα αυτά από τις 21/3/2006 με σχετική υπουργική απόφαση είναι δυνατή η ανταλλαγή τιμολογίων ηλεκτρονικά και πολλές εταιρίες την εφαρμόζουν ήδη.

Αρκετά εκατομμύρια τιμολόγια ήδη αποστέλλονται ηλεκτρονικά μέσω ηλεκτρονικών ενδιαμέσων (ηλεκτρονικές αγορές). Χαρακτηριστικό παράδειγμα κλάδου (πρωτοπόρου ακόμη και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο) που χρησιμοποιεί ηλεκτρονική ανταλλαγή τιμολογίων είναι ο κλάδος του λιανεμπορίου στην Ελλάδα όπου σχεδόν το 80% του κλάδου χρησιμοποιεί τέτοιες υπηρεσίες, κάνοντας τη συγκεκριμένη εφαρμογή καθημερινή πρακτική για περισσότερες από 700 εταιρίες.

Πρόσφατη έρευνα του Εργαστηρίου ELTRUN που εστίαζε στον συγκεκριμένο κλάδο υπολογίζει τις εξοικονομήσεις σε διαχειριστικό κόστος για τις ελληνικές επιχειρήσεις στο 44%, κάτι το οποίο μεταφράζεται σε αρκετές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Ενώ από την ίδια έρευνα προκύπτει ότι πιθανή κατάργηση τελείως του έντυπου τιμολόγιο θα οδηγούσε σε συνολική εξοικονόμηση κόστους διαχείρισης της τάξης του 78% για τις επιχειρήσεις.

Πρακτικά αυτό σημαίνει πως αρκετές Ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να εξοικονομήσουν ετησίως 1-2 εκατομμύρια ευρώ ανάλογα με την διείσδυση του ηλεκτρονικού τιμολογίου στους προμηθευτές της. Αναγνωρίζοντας την ευκαιρία και άλλοι κλάδοι στη χώρα μας υιοθετούν την υπηρεσία όπως Logistics, Συσκευασία, Τηλεπικοινωνίες, Ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, κ.α.
<‘here’>