O Paul Muller, Vice President, Strategic Marketing, Software Products, Software, HP Enterprise Business, μίλησε στο netweek σχετικά με τη στρατηγική της ΗΡ στον τομέα του λογισμικού.

NetWeek: Τα οικονομικά αποτελέσματα της ΗΡ δείχνουν ιδιαίτερη δύναμη στο κομμάτι του hardware, με αύξηση των εσόδων κατά 25%, αλλά υστέρηση όσον αφορά το software (αύξηση 1%); Πόσο αναμένεται να αλλάξει η στρατηγική πωλήσεων στον τομέα του λογισμικού, δεδομένης και της «μεταγραφής» του Leo Apotheker;

Paul Muller: Το ποσοστό πωλήσεων λύσεων λογισμικού έναντι των συνολικών εσόδων της ΗΡ είναι, σαφώς, κάτι που σχολιάζεται συχνά. Η αναλογία αυτή υφίσταται εδώ και πολλά χρόνια. Τα τελευταία πέντε χρόνια, όμως, η ΗΡ προχώρησε σε μια σειρά από εξαγορές και τα συνολικά της έσοδα αυξήθηκαν σε βαθμό που να αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες υποδομής Πληροφορικής στον πλανήτη.

Και συνεχίζουμε να αναπτυσσόμαστε -τόσο οργανικά, όσο και μέσα από εξαγορές. Επομένως, είναι τόσο μεγάλη η ανάπτυξη της εταιρείας, που κάποια ποσοστά δείχνουν αναπόφευκτα μικρά σε σύγκριση με άλλα. Το κομμάτι του software σαφώς αυξάνεται όσον αφορά το ποσοστό των εσόδων που αντιπροσωπεύει, αλλά και τα συνολικά έσοδα της ΗΡ αυξάνονται δραματικά. Αν συγκρίνουμε τη δραστηριοποίηση της ΗΡ στον τομέα του λογισμικού με τον σχετικό ανταγωνισμό, θα διαπιστώσουμε ότι η ΗΡ βρίσκεται ανάμεσα στις 10 κορυφαίες εταιρείες λογισμικού παγκοσμίως.

Επιπλέον, ηγούμαστε στους τομείς που αποτελούν στόχο μας. Οσον αφορά τον Leo Apotheker, αυτό που έχω να πω είναι ότι σίγουρα ξέρει από λογισμικό αλλά επίσης γνωρίζει πολλά για τις ολοκληρωμένες λύσεις και για το πώς να τις τοποθετήσει στην αγορά.

NetWeek: Η ΗΡ αναλύει την επιχειρησιακή Πληροφορική σε πέντε επιμέρους τομείς (κατασκευή, λειτουργία, ασφάλεια, αποθήκευση, ανάλυση) και υπερηφανεύεται για την υπεροχή της στους περισσότερους από αυτούς τους τομείς. Καταφέρνει να δημιουργήσει για τους πελάτες της αξία μέσα από ενοποίηση των επιμέρους αυτών τομέων;

Paul Muller: Οι πελάτες μας καλούνται, σαφώς, να πάρουν μία απόφαση σχετικά με το πού θα επενδύσουν τα χρήματα που προβλέπει ο ετήσιος προϋπολογισμός τους. Η τελική απόφαση επηρεάζεται, συνήθως, από τρεις παράγοντες: νέες λειτουργικότητες, νέες αγορές και σχετικό customization – ενοποίηση με τις υπάρχουσες λειτουργικότητες και υποδομή.

Οταν ρωτάμε τους πελάτες μας πού θα ήθελαν να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας, συνήθως απαντάνε ότι θα ήθελαν διασφάλιση της διαλειτουργικότητας και της ενοποίησης. Ενα παράδειγμα ενοποίησης λύσεων είναι αυτό του Application Lifecycle Management. Πολλοί CIOs φέτος έχουν προϋπολογίσει ένα τέταρτο των χρημάτων τους για τον εκσυγχρονισμό των εφαρμογών. Φέτος, λοιπόν, πολύς χρόνος και χρήμα θα αφιερωθεί στον εκσυγχρονισμό! Η αξία για την επιχείρηση θα προκύψει,όμως, όταν θα φτάσει η ώρα του deployment.

Εάν όλη η σχετική διαδικασία πρέπει να γίνει με το χέρι, τότε το αποτέλεσμα θα είναι αποκαρδιωτικό. Μία από τις εφαρμογές που αναπτύξαμε για να λύσουμε το πρόβλημα αυτό είναι ο Application Deployment Manager. Η λύση αυτή εστιάζει στο ενδιάμεσο δύο σταδίων και διασφαλίζει την ομαλή και αυτοματοποιημένη μετάβαση από το ένα στο άλλο.

Ταυτόχρονα, αυτοματοποιούμε και την παρακολούθηση της σχετικής υπηρεσίας, χρησιμοποιώντας μάλιστα τις ίδιες συνθήκες δοκιμών όπως και στο στάδιο της ανάπτυξης. Με τον τρόπο αυτό ενοποιούνται δύο οντότητες που μέχρι πρότινος λειτουργούσαν σαν ξεχωριστά σιλό.


NetWeek: Τι αλλάζει όσον αφορά τις απαιτήσεις των επιχειρησιακών χρηστών και πώς επηρεάζεται η ανάπτυξη νέων λύσεων;

Paul Muller: Οι απαιτήσεις των επιχειρήσεων αλλάζουν δραματικά όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσουν νέες εφαρμογές. Απομακρύνονται πλέον από το μοντέλο του «καταρράκτη,» το οποίο και ήταν επικίνδυνο στην περίπτωση ανάπτυξης σύνθετων εφαρμογών, και περνούν στο agile, όπου η ανάπτυξη χωρίζεται σε μικρότερα κομμάτια. Αυτό προϋποθέτει, όμως, έναν πολύ πιο συχνό συγχρονισμό μεταξύ όλων των εμπλεκομένων και η manual διαχείρισή του είναι αδύνατη. Χρειάστηκε, λοιπόν, να επαναθεωρήσουμε τον τρόπο λειτουργίας ολόκληρης της ομάδας και να ενοποιήσουμε τη διαδικασία της ανάπτυξης με εκείνη των δοκιμών ποιότητας και απόδοσης.

Παράλληλα, όταν μιλάμε για εφαρμογές, εννοούμε πλέον συνήθως από 20 μέχρι και 30 εφαρμογές. Μία τράπεζα-πελάτης μας έχει εφαρμογή που αποτελείται από 50 επιμέρους συστατικά. Ετσι, λοιπόν, ένα από τα νέα ζητούμενα που είχαμε να αντιμετωπίσουμε ήταν και η ταυτόχρονη διαχείριση και δοκιμή όλων αυτών των επιμέρους εφαρμογών.

Ακόμα, επειδή ένα μεγάλο μέρος του σχετικού testing γινόταν με manual τρόπο, προχωρήσαμε στην ανάπτυξη μιας τεχνολογίας η οποία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα καινοτομίας στην ΗΡ. Πρόκειται για μια τεχνολογία που αυτοματοποιεί το manual testing, όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται αυτό.

NetWeek: Πού εντοπίζετε περιθώρια για ανάπτυξη νέων λύσεων βάσει αναγκών της αγοράς που δεν καλύπτονται σήμερα;

Paul Muller: Θεωρούμε ότι υπάρχουν ακόμα πολύ μεγάλα περιθώρια βελτίωσης όσον αφορά τον έλεγχο της πληροφορίας και θα υπάρξουν κάποιες σημαντικές ανακοινώσεις εκ μέρους της ΗΡ στον τομέα αυτό μέσα στους επόμενους μήνες.

Αλλη μία περιοχή στην οποία θεωρούμε ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια είναι η ανάπτυξη απλών και εύχρηστων λύσεων για το «σύννεφο.»

NetWeek: Συμφωνείτε με την άποψη ότι «η τεχνολογία βρίσκεται στο επίκεντρο του νέου επιχειρησιακού μοντέλου»;

Paul Muller: Πιστεύω ότι η τεχνολογία αλλάζει τον τρόπο με τον οποίον αλληλεπιδρούμε σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι συνταρακτικές οι αλλαγές όσον αφορά το πώς οι καθημερινοί καταναλωτές αλληλεπιδρούν με την τεχνολογία και την ταχεία διείσδυση της κινητής τηλεφωνίας και της χρήσης του Internet. Αυτό, με τη σειρά του, αλλάζει τις δημόσιες υπηρεσίες, τις επιχειρήσεις αλλά και την προσωπική μας ζωή.

Για να εξυπηρετηθούν οι νέες αυτές ανάγκες, εκτιμάται ότι ο αριθμός των virtual servers παγκοσμίως θα φτάσει τα 17 εκατ. έναντι 5 εκατ. το 2009. Ολο αυτό συνεπάγεται βέβαια και αυξημένη ανάγκη για διαχείριση της πολυπλοκότητας, με έμφαση στο σκέλος των διαδικασιών, πέρα από εκείνο της τεχνολογίας.