Είναι ευρέως αποδεκτό ότι το Ελληνικό Δημόσιο παρουσιάζει προβλήματα και δυσλειτουργίες σε ζητήματα, τα οποία αφορούν στον εκσυγχρονισμό του και ευρύτερα σε διαρθρωτικές αλλαγές.

Ειδικότερα σε έργα πληροφορικής, παρουσιάζεται τόσο στην Ελλάδα όσο και σε πλήθος άλλων κρατών, ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων αναφορικά με την υλοποίηση και την περαιτέρω αποδοτικότητά τους.

Βασική αιτία των προβλημάτων αυτών αποτελεί το γεγονός ότι τα μεγάλα δημόσια έργα πληροφορικής συχνά εμπεριέχουν υψηλό πολιτικό ρίσκο, με δεδομένο ότι σε περίπτωση αποτυχίας, ως άμεσα υπεύθυνες για τη σπατάλη οικονομικών πόρων, οι οποίοι προέρχονται από  τους φορολογούμενους πολίτες, θεωρούνται οι κυβερνήσεις. Το τοπίο βέβαια τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αλλάζει με τα πράγματα να έχουν μία ξεκάθαρα θετική πορεία.

Ήδη έχουν καταρτιστεί και υλοποιούνται αρκετά ρεαλιστικά σχέδια δράσης επικεντρωμένα κυρίως στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση, με σκοπό την παροχή υπηρεσιών μέσω Διαδικτύου, τη βελτίωση της πληροφόρησης των πολιτών και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών στις δημόσιες υπηρεσίες προς όφελος των πολιτών, της πολιτικής ηγεσίας και των δημοσίων υπαλλήλων.

Συγκεκριμένες προτάσεις στα προβλήματα
Το Παρατηρητήριο μετά από σχετική έρευνα που διεξήγαγε κατέληξε σε μια σειρά διαπιστώσεων, αλλά και σε συγκεκριμένες προτάσεις προκειμένου να ενισχυθεί η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα των επενδύσεων Πληροφορικής στο Δημόσιο Τομέα. Ένα από τα βασικά προβλήματα αποτελούν οι συχνές αλλαγές πολιτικών και αποφάσεων που με τη σειρά τους οδηγούν σε απαξίωση πολλές επενδύσεις πληροφορικής, πριν καν αυτές προλάβουν να ολοκληρωθούν ή να αποδώσουν. Σε κάθε τέτοια περίπτωση θα πρέπει συγκεκριμένες κρατικές ή δημόσιες πολιτικές να λαμβάνονται υπόψη στο στάδιο σχεδιασμού των έργων και εν μέρει να καθορίζουν το πραγματοποιήσιμο της εφαρμογής τους.

Ένας δεύτερος παράγοντας που επηρεάζει σημαντικά την υλοποίηση έργων Πληροφορικής αποτελεί η τάση του Δημοσίου Τομέα να προχωρά σε μεγάλης κλίμακας έργα, τα οποία ενέχουν μεγάλο κίνδυνο αποτυχίας. Προκειμένου η τάση αυτή να τροποποιηθεί θα πρέπει να υπάρξει αλλαγή στη νοοτροπία του σχεδιασμού των επενδύσεων, πάντα στην κατεύθυνση της υλοποίησης περισσότερων έργων μικρής διάρκειας, που είναι απλά σε επίπεδο τεχνικής υλοποίησης και διέπονται από ρεαλιστικούς στόχους. Εκεί όπου τα μεγάλα έργα είναι αναπόφευκτα, θα πρέπει να διαρθρώνονται σε αυτοτελή τμήματα ώστε να  προσαρμόζονται σε αλλαγές τεχνολογίας, απαιτήσεων και πολιτικών.

Επίσης, η λογική της αντιμετώπισης προβλημάτων μέσω της επιλογής των οικονομικότερων λύσεων μεγάλων απαιτήσεων, που όμως δεν έχουν δοκιμαστεί και δουλέψει αλλού και συχνά αποδεικνύονται ανεπαρκείς, αποτελεί τροχοπέδη στην αποτελεσματικότητα των έργων υψηλής τεχνολογίας. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να γίνεται συστηματική χρήση δοκιμασμένων μεθοδολογιών και προσαρμόσιμου λογισμικού. Ένα ακόμη θέμα που εντοπίζεται είναι η απουσία της διαχείρισης κινδύνων σε έργα πληροφορικής στον Δημόσιο Τομέα. Η πρόταση μας στο θέμα αυτό έχει να κάνει με τη χρήση ανεξάρτητων φορέων, προερχόμενων εκτός της υπηρεσιακής διοίκησης, προκειμένου να βοηθήσουν στον εντοπισμό κινδύνων χωρίς να επηρεάζεται η κρίση τους από υπηρεσιακούς / πολιτικούς παράγοντες.

Η σημασία των δεξιοτήτων πληροφορικής
Η απουσία ικανού ανωτέρου στελέχους που να φέρει την τελική ευθύνη για την επιτυχία ενός έργου δίνει στο εκάστοτε έργο μεγάλη πιθανότητα αποτυχίας. Θεωρούμε απαραίτητη τη  θέσπιση συγκεκριμένων στόχων σε επίπεδο ανώτερης διοίκησης ώστε να εδραιωθεί το αίσθημα υπευθυνότητας και αποτελεσματικότητας για τις επενδύσεις πληροφορικής. Ένα κατ’ επανάληψη διαπιστωμένο πρόβλημα αποτελεί η έλλειψη δεξιοτήτων πληροφορικής στον δημόσιο τομέα, κάτι το οποίο δημιουργεί ετεροβαρείς σχέσεις μεταξύ προμηθευτών και πελατών. Θα πρέπει να παρθούν πρωτοβουλίες ενίσχυσης και διαχείρισης των δεξιοτήτων σε γνωστικά αντικείμενα της πληροφορικής μέσω της κατάρτισης προσωπικού και να δημιουργηθεί  μητρώο στελεχών, εξειδικευμένων σε μεγάλα  έργα πληροφορικής.

Τέλος, δε θα πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι η προμήθεια ενός πληροφοριακού συστήματος και η διαχείριση των σχέσεων με τον προμηθευτή χρειάζεται εμπειρία και γνώση. Οι Δημόσιοι οργανισμοί συχνά δε διαθέτουν τις δεξιότητες αυτές, με συνέπεια την παράδοση τελικών προϊόντων, τα οποία να είναι συμβατικά ορθά, αλλά να παρουσιάζουν προβλήματα που να μη μπορούν να γίνουν άμεσα αντιληπτά από τα στελέχη του δημοσίου φορέα που τα παραλαμβάνουν και τα ελέγχουν.

Σύμφωνα με το πόρισμα του Παρατηρητηρίου, θα πρέπει να υπάρξει αναδιατύπωση των συμβάσεων, κατάλληλη κατάρτιση του προσωπικού, δημιουργία κινήτρων για τον κάθε προμηθευτή ούτως ώστε να καταθέτει τα παραδοτέα του έργου σύμφωνα με τις προδιαγραφές. Τέλος, θα πρέπει να αποσαφηνίζονται ευθύς εξ αρχής οι απαιτήσεις για αλλαγές στις επιχειρησιακές διαδικασίες  και  στις  τεχνολογικές  υποδομές ώστε να προσαρμόζονται ανάλογα οι αμοιβαίες προσδοκίες και ευθύνες.