Στην Obrela Security Industries έργο κυβερνοασφάλειας του ΔΕΔΔΗΕ

H Obrela Security Industries είναι ανάδοχος του διαγωνισμού του ΔΕΔΔΗΕ για την παροχή υπηρεσιών 24Χ7 Κέντρου Επιχειρήσεων Ασφάλειας. Η αξία της σύμβασης ανέρχεται στις 842.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Το έργο περιλαμβάνει τη χρήση ενός Κέντρου Επιχειρήσεων Ασφάλειας (SOC Security Operations Center) που θα συμπεριλαμβάνει  όλες τις κρίσιμες υποδομές του ΔΕΔΔΗΕ και την άμεση διαχείριση των ειδοποιήσεων/συναγερμών.

Μεταξύ άλλων, οι παρεχόμενες υπηρεσίες περιλαμβάνουν:

  • Παροχή διαχειριζόμενων υπηρεσιών (Managed Services) Κέντρου Επιχειρήσεων Ασφαλείας (SOC).
  • Παροχή υπηρεσιών ανάλυσης απειλών (24x7x365) σε πραγματικό χρόνο, ανάλυση και κατηγοριοποίηση περιστατικών ασφαλείας (διαχειριζόμενο Κέντρο Επιχειρήσεων Ασφαλείας – SOC) και ανάλυση αρχείων καταγραφής, συνεχούς παρακολούθησης και συμμετοχή στην διαχείριση των περιστατικών για 3 χρόνια.
  • Παροχή, λειτουργία, συντήρηση και υποστήριξη συστήματος διαχείρισης πληροφοριών ασφάλειας και συμβάντων (SIEM) με τις απαιτούμενες άδειες για 3 έτη σε 24×7 βάση.
  • Εντοπισμό και συλλογή δεδομένων συμβάντων από όλες τις συσκευές υποδομής, τους διακομιστές και τα end points.

Επιπλέον, θα πρέπει να διασφαλίζεται η συλλογή και η ενσωμάτωση δεδομένων από υποδομές σχετικές με το οικοσύστημα των υπηρεσιών της Microsoft (ενδεικτικά αλλά όχι αποκλειστικά: MCAS, Defender ATP, Intune) που εντάσσονται στο σχήμα αδειοδότησης «E5 Security» το οποίο αποτελεί μέρος της στρατηγικής του ΔΕΔΔΗΕ συμπεριλαμβανομένου και του cloud.

Η αρχιεπισκοπή Αθηνών ψηφιοποιεί εκκλησιαστικό υλικό

Στην προκήρυξη διαγωνισμού για την ψηφιοποίηση εκκλησιαστικού υλικού προχώρησε το Ίδρυμα Ποιμαντικής Επιμόρφωσης της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.  Αντικείμενο της σύμβασης είναι η παροχή υπηρεσιών ψηφιοποίησης εκκλησιαστικού υλικού σημαντικής ιστορικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής αξίας, καθώς και η παραγωγή πολυμεσικού υλικού το οποίο θα αναδεικνύει τη συμβολή Αρχιεπισκοπής στην σύγχρονη ιστορική πορεία της πόλης των Αθηνών και της χώρας γενικότερα. Ο προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται στα 1,21 εκατ. ευρώ.

Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά συνοπτικά τις παρακάτω εργασίες:

  • Ψηφιοποίηση περίπου 450.000 σελίδων αρχείων, βιβλίων, καταλόγων και άλλων έντυπων τεκμηρίων
  • Φωτογράφιση υψηλής ανάλυσης περίπου 20.000 αντικειμένων και κειμηλίων
  • Τρισδιάστατη μοντελοποίηση 1.000 αντικειμένων και κειμηλίων, μικρού μεγέθους
  • Διαμόρφωση των εργαλείων και των κατάλληλων πληροφοριακών συστημάτων για την τεκμηρίωση και καταλογογράφηση του υλικού αυτού
  • Συγκέντρωση, κατηγοριοποίηση, καταλογογράφηση και διαχείριση του ψηφιακού αρχείου της Αρχιεπισκοπής για την περίοδο 2008 – 2022
  • Δημιουργία 15 ωριαίων ταινιών, με βάση το φωτογραφικό αρχείο της ΙΑΑ, το οποίο θα συνοδεύεται από κατάλληλες αφηγήσεις και μουσική επένδυση.

Το περιεχόμενο του προς ψηφιοποίηση υλικού θα επιμεληθεί η Αναθέτουσα Αρχή και ο υποψήφιος ανάδοχος θα πρέπει να είναι σε θέση να το συγκεντρώσει, να το κατηγοριοποιήσει, να το διαχειριστεί και να το οργανώσει με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργηθεί ένα κατάλληλο ψηφιακό αποθετήριο το οποίο θα είναι προσβάσιμο στο ευρύ κοινό.

FEAC: Επένδυση σε νέα τεχνολογία και νέες συμφωνίες στον τομέα των Digital Twins

Σε μια νέα τεχνολογία, στο πλαίσιο των «Ψηφιακών Διδύμων», επενδύει η start-up εταιρεία FEAC, η οποία στοχεύει σε περαιτέρω διείσδυσή στην ελληνική αγορά με αποκλειστικά ελληνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται  στους τομείς της ναυτιλίας , οffshore, πετρελαίου και αερίου.  Όπως αναφέρει στο NetFAX ο CEO της εταιρείας, Σωτήρης Κόκκινος, «εκτός από την ελληνική αγορά, το μεγαλύτερο κομμάτι της δραστηριοποίησης αφορά το εξωτερικό με τη μερίδα του λέοντος να έχει η Ευρώπη»

Η FEAC, σύμφωνα με τον Σωτήρη Κόκκινο, βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή της τεχνολογικής καινοτομίας και δραστηριοποιείται στο σχεδιασμό και την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και κατασκευών, μέσω της Υπολογιστικής Μηχανικής και της δημιουργίας Ψηφιακών Διδύμων (Digital Twins). Χρησιμοποιώντας επιστημονική γνώση και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πτυχές της Φυσικής (μηχανική των υλικών, μετάδοση θερμότητας, μηχανική των ρευστών, ηλεκτρομαγνητισμός κ.ά.), η εταιρεία σχεδιάζει σε virtual περιβάλλον, προϊόντα και κατασκευές, ελέγχοντας την απόδοση τους, προβλέποντας τη συμπεριφορά τους σε πραγματικές συνθήκες λειτουργίας με σκοπό την ελαχιστοποίηση των λαθών και του ρίσκου της κατασκευής, της μείωσης του κόστους ανάπτυξης και του κόστους συντήρησης, συμβάλλοντας έτσι στην αύξησης του χρόνου ζωής (lifecycle management) μέσω τεχνικών predictive maintenance.

«Βρισκόμαστε σε μια διαρκή επαγρύπνηση και παρακολούθηση των νέων τάσεων της Τεχνολογίας. Όταν θες να λες ότι καινοτομείς και αναπτύσσεις τεχνογνωσία και τεχνολογία, πρέπει να είσαι στην πρώτη γραμμή και να ενημερώνεσαι συνεχώς. Η καθημερινή μας τριβή και ενασχόληση με εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και η συνεργασία με Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα αλλά και η συμμετοχή μας σε εκθέσεις, συνέδρια, workshop μας βοηθάει να έχουμε μια πολύ καλή αντίληψη για τις τάσεις», αναφέρει ο Σωτρήρης Κόκκινος.

Οικονομική ανάπτυξη
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της εταιρείας, ο Σωτήρης Κόκκινος ανέφερε: «Η εταιρεία βρίσκεται σε ανοδική φάση και αναπτύσσεται συνεχώς. Σύντομα θα μπορούμε να ανακοινώσουμε και κάποιες πολύ σημαντικές συμφωνίες τις οποίες δουλεύουμε πολύ προσεκτικά και πάντα με γνώμονα την σωστή συνεργασία, τον σεβασμό προς τον πελάτη/συνεργάτη, την κατανόηση των αναγκών του, την παροχή των βέλτιστων λύσεων. Θα συμβάλλουν ακόμη περισσότερο στην αναγνώριση της FEAC διεθνώς και συνεπώς στην ανάπτυξη της εταιρείας».

Ευάγγελος Αγγελίδης (Profile): Στόχος η αύξηση του μεγέθους μας κατά 50% την επόμενη διετία

Ικανοποιητική ήταν η εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών της χρονιάς που έκλεισε για την Profile, καθώς ο στόχος των 20 εκατ. ευρώ για τον κύκλο εργασιών επετεύχθη, όπως αναφέρει στο NetFAX ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Ευάγγελος Αγγελίδης, σημειώνοντας πως αυτό ««υποδηλώνει αύξηση 30% σε σχέση με το 2020 και θα οδηγήσει σε υπερδιπλασιασμό της κερδοφορίας». Σύμφωνα με τον κ. Αγγελίδη, «από τις αρχές του 2021 παρουσιάσαμε διεθνώς μια σειρά από νέα έργα και νέα προϊόντα, τα οποία συνέδραμαν ώστε να κλείσουμε τη χρονιά με σημαντικές αναθέσεις έργων, τόσο από την Ελλάδα όσο και το εξωτερικό, στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή αλλά και την Αμερική. Γεγονός που αποτυπώνεται βεβαίως στη σημαντική βελτίωση των αποτελεσμάτων».

Σε ό,τι αφορά την περαιτέρω ανάπτυξη της εταιρείας για το 2022 σημειώνει ότι υπάρχουν δυσκολίες, που σχετίζονται κυρίως με την πανδημία και τα απρόοπτα που μπορεί να προκαλέσει. «Εκτιμούμε όμως ότι αυτός ο κίνδυνος σιγά σιγά μειώνεται», τονίζει. «Δεδομένης της δραστηριότητας μας στην πληροφορική, της ειδίκευσης μας στο χρηματοοικονομικό λογισμικό, αλλά και της συμμετοχής μας   σε περίπλοκα και απαιτητικά έργα του Δημοσίου, θεωρούμε ότι έχουμε μπροστά μας μάλλον ευχάριστες προκλήσεις.  Όπως την ταχύτερη και ευρεία υλοποίηση σε πολλούς οργανισμούς ταυτόχρονα, των εφαρμογών μας», προσθέτει.

Επενδύσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη
Για την περαιτέρω αναπτυξιακή πορεία της εταιρείας και τις επενδύσεις, ο κ. Αγγελίδης αναφέρει: «…η πορεία της εταιρείας εξελίσσεται με βάση το μακροχρόνιο σχεδιασμό της και με εκ των προτέρων κατάρτιση ενναλακτικών σεναρίων για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, όπως αυτές που προκάλεσε η πανδημία, σε θέματα όπως η παρουσίαση νέων συστημάτων, η προστασία του προσωπικού, η εξυπηρέτηση των πελατών και η λειτουργία των εγκαταστάσεων. Στόχος μας είναι η αύξηση του μεγέθους μας κατά περισσότερο από 50% στα επόμενα 2 χρόνια καθώς και η υλοποίηση μεγαλύτερων επενδύσεων  στην Έρευνα και Ανάπτυξη.  Γι’ αυτό άλλωστε δημιουργήσαμε και λειτουργούμε ήδη το κέντρο καινοτομίας Profile Technologies στη Θεσσαλονίκη».

Sitecore: Λειτουργία τεχνολογικού hub στην Αθήνα

Μετά την εξαγορά της Moosend τον περασμένο Μάιο, η Sitecore αναπτύσσει ακόμη περισσότερο το αποτύπωμά της στην Ελλάδα, με τη λειτουργία του νέου τεχνολογικού της hub στην Αθήνα. Στόχος του hub είναι να στηρίξει το φιλόδοξο πλάνο επέκτασης και ανάπτυξης προϊόντων, προσφέροντας μια end-to-end, content to commerce προϊοντική σουίτα στο cloud, μαζί με τη δημιουργία νέων και καινοτόμων τεχνολογικών λύσεων και την αύξηση των θέσεων εργασίας.

Η Sitecore επενδύει διαρκώς στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών σε τομείς, όπως το product development, ενώ εστιάζει στο cloud (Azure και AWS) και στο cloud automation, και το λογισμικό και οι λύσεις που θα αναπτυχθούν από την ομάδα της Αθήνας θα αξιοποιηθούν από το υπάρχον και το μελλοντικό πελατολόγιο της εταιρείας σε όλο τον κόσμο. Η εταιρεία έχει ήδη προχωρήσει σε περίπου 50 προσλήψεις το τελευταίο διάστημα, ενώ μέσα στο επόμενο εξάμηνο, αναμένεται να τριπλασιάσει το δυναμικό της στην Αθήνα, καλύπτοντας κυρίως θέσεις προγραμματιστών και μηχανικών λογισμικού, ώστε το τεχνολογικό κέντρο να είναι σε θέση να υποστηρίξει το στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης της εταιρείας και τις  δραστηριότητες της, τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς.

Για να κάνει ακόμη πιο εύκολη και αποτελεσματική τη διαδικασία για τους υποψήφιους στην Ελλάδα, η Sitecore λανσάρει παράλληλα και ένα εξειδικευμένο career site μέσα από το οποίο οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλλουν το βιογραφικό τους και να επιταχύνουν τη διαδικασία συνέντευξης με την ομάδα της εταιρείας στην Αθήνα.

Απόστολος Μαλατράς: Συνέργειες, πιστοποιήσεις και επαγρύπνηση, είναι η λύση απέναντι στις κυβερνοαπειλές

Το βασικό στέλεχος της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Κυβερνοασφάλεια δίνει, σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο netweek, το σημερινό στίγμα αυτού του χώρου στις 27 χώρες-μέλη, αναλύει τα ευρήματα δυο πρόσφατων ερευνών της, όσον αφορά σε απειλές και επενδύσεις, ενώ προχωρεί και σε συστάσεις, σχετικά με τη σωστή συμπεριφορά μας στον κυβερνοχώρο.

Η όξυνση των κυβερνοαπειλών είναι μια από τις μεγάλες «πληγές» της -παρόλα αυτά, επιβεβλημένης- μετάβασης από τον offline στον online κόσμο. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός κρύβει πολλές «κερκόπορτες» και οι χρήστες δεν έχουν ακόμα εξοικειωθεί με τη νέα κουλτούρα, επομένως η ευαισθητοποίησή τους και η λήψη αναβαθμισμένων μέτρων επείγουν. Το netweek ζήτησε γι’ αυτό το «φλέγον» θέμα τα «φώτα» του Δρα. Απόστολου Μαλατρά, επικεφαλής του Knowledge & Information Team της ENISA, το οποίο εστιάζει στην κυβερνοασφάλεια των αναδυομένων τεχνολογιών, στη διαμόρφωση του τοπίου των απειλών και στην προοπτική διερεύνηση.

netweek: Θα θέλαμε ένα συνολικό σχόλιο, για τα ευρήματα της έρευνας NIS Investment Report 2021, αλλά και ένα ειδικότερο για τη θέση της Ελλάδας – εμφανίζουμε μικρή υστέρηση;

Απόστολος Μαλατράς: Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Κυβερνοασφάλεια (ENISA) παρουσίασε τον Νοέμβριο του 2021 την έρευνά της σχετικά με την πορεία των επενδύσεων σε θέματα κυβερνοασφάλειας, στο πλαίσιο όσων προβλέπει η Οδηγία NIS, δηλαδή η Οδηγία για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριακών Συστημάτων. Η έρευνα, που εξετάζει τις επενδύσεις των Διαχειριστών Κρίσιμων Υπηρεσιών (Operators of Essential Services – OES) και των Παρόχων Ψηφιακών Υπηρεσιών (Digital Service Providers – DSP) σε θέματα κυβερνοασφάλειας στις 27 χώρες – μέλη, αποκαλύπτει αύξηση του προϋπολογισμού που οι οργανισμοί διαθέτουν πλέον σε θέματα κυβερνοασφάλειας, λόγω των απαιτήσεων της Οδηγίας NIS. Στους οργανισμούς που ελέγχθηκαν, ο προϋπολογισμός για θέματα ασφαλείας των Πληροφοριακών Συστημάτων αυξήθηκε σε ποσοστό άνω του 67%, με μια τυπική αύξηση να φτάνει τα 40.000 €, ήτοι στο 5,1% επί του συνόλου των δαπανών τους για την ασφάλεια των πληροφοριακών τους συστημάτων. Οι ίδιοι οργανισμοί αποδέχονται, επίσης, τον θετικό αντίκτυπο της Οδηγίας, με το 49% να δηλώνει ότι είχε «πολύ σημαντικό» ή «σημαντικό» αντίκτυπο στην ασφάλεια των συστημάτων τους.

Όσον αφορά στην Ελλάδα, οι οργανισμοί που συμμετείχαν αφιέρωσαν κατά μέσο όρο το 7,5% των προϋπολογισμών τους για ΙΤ στην ασφάλεια Πληροφοριακών Συστημάτων, ποσοστό ελαφρώς κατώτερο του μέσου όρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που βρίσκεται στο 7,7%. Όμως, πρέπει να συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι οι οργανισμοί στην Ελλάδα συνήθως είναι μικρότεροι σε μέγεθος και διαθέτουν μικρότερο προϋπολογισμό για την ασφάλεια των Πληροφοριακών Συστημάτων τους, από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Η κυβερνοασφάλεια παίζει ζωτικό ρόλο στην «υγεία» των καθημερινών δραστηριοτήτων μας, παρόλα αυτά (με την αξιοσημείωτη εξαίρεση των OES/DSPs) η Κατάσταση στην Ένωση, όσον αφορά σ’ αυτόν τον τομέα, σε γενικές γραμμές απέχει πολύ ακόμα από το επιθυμητό επίπεδο. Ποιες είναι οι προτάσεις σας σ’ αυτό το θέμα;

Με την EU Cybersecurity Act (CSA), που τέθηκε σε ισχύ το 2019, η ENISA απέκτησε νέες αρμοδιότητες, με στόχο να συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξη ενός κοινού για όλους, υψηλού επιπέδου κυβερνοασφάλειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, επίσης, να ενισχύσει την εμπιστοσύνη προς τα προϊόντα και τις υπηρεσίες στην αγορά. Η ENISA έχει πλέον εμπλακεί στην ανάπτυξη σχημάτων τα οποία θα πιστοποιούν προϊόντα, υπηρεσίες και διαδικασίες ΤΠΕ, προκειμένου να ανοίξει η αγορά για τις εταιρίες που ασχολούνται με την ασφάλεια, ιδιαίτερα μικρομεσαίες και νεοφυείς. Έχουμε αντιληφθεί πως η ανάπτυξη μιας συνεργατικής προσέγγισης θα ενισχύσει τη δυνατότητα των κρατών-μελών να ανταποκριθούν στις προκλήσεις τόσο σε θέματα κυβερνοασφάλειας, όσο και σε εκείνα των νέων, αναδυόμενων τεχνολογιών.

Να περάσουμε στο θέμα των απειλών, με πρόσφατη τη σχετική έρευνα της ENISA; Πάμε από το κακό στο χειρότερο, όπως δείχνουν τα ευρήματά σας;

Οι σχετικές με e-mail απειλές βρίσκονταν πάντα ψηλά στον σχετικό κατάλογο επικινδυνότητας των ερευνών μας, από χρόνια. Κύριος στόχος τους είναι να πείσουν τον παραλήπτη του μηνύματος να κάνει κάτι που θα επιτρέψει την εκδήλωση της επίθεσης. Λόγω της συνεχιζόμενης πανδημίας, αυξήθηκαν σημαντικά οι επιθέσεις spam, κατά τον χρόνο διεξαγωγής της έρευνας. Έτσι, καταγράφηκαν απειλές με phishing, spear-phishing, whaling, smishing, vishing, business e-mail compromise (BEC), καθώς και «απλό» spam. Η πανδημία επιδείνωσε ακόμα περισσότερο την κατάσταση, καθώς παρατηρούμε πλέον αύξηση σ’ όλες τις παραπάνω απειλές, με τους επιτιθέμενους να προσπαθούν να ξεγελάσουν τους τελικούς χρήστες, με τη χρήση διαφόρων μορφών ηλεκτρονικών μηνυμάτων, συμπεριλαμβανομένων διαφημίσεων ή προσφορών για θεραπείες, αλλά και εμβόλια, προκειμένου να τους πείσουν να καταθέσουν χρήματα. Η αύξηση των απειλών μέσω e-mail ήταν αναπόφευκτη, λόγω της ψηφιοποίησης πολλών υπηρεσιών σε χρόνο – ρεκόρ, στη διάρκεια της πανδημίας.

Είδαμε -εκτός από τις «παλιές»- να κάνουν την εμφάνισή τους και νέες μορφές απειλών. Υπάρχει αντίδοτο γι’ αυτές;

Η έρευνά μας σχετικά με το τοπίο των απειλών, έχει αναδείξει στο πέρασμα του χρόνου, αρκετές απειλές που τις θεωρούμε σημαντικές όπως, για παράδειγμα, το λυτρισμικό (ransomware), οι απειλές μέσω e-mail και εκείνες που σχετίζονται με τη διαθεσιμότητα και την ακεραιότητα, όπως είναι το DDOS. Πλέον, χαρακτηρίζουμε για πρώτη φορά ως σημαντικές την παραπληροφόρηση και την σκόπιμα διαστρεβλωμένη πληροφόρηση, αλλά και τις απειλές εις βάρος των αλυσίδων τροφοδοσίας.

Το τοπίο έχει ολοφάνερα διευρυνθεί με δυο διαφορετικούς τρόπους: οι απειλές είναι περισσότερο προηγμένες τεχνολογικά και ο αντίκτυπός τους έχει αυξηθεί, με οδυνηρές συνέπειες για τα θύματα. Η ENISA έχει αναλάβει δράση, σε διάφορα επίπεδα. Σε τεχνικό επίπεδο, συμβάλλει στην ανάπτυξη των δυνατοτήτων της ΕΕ στον χώρο της κυβερνοασφάλειας, διοργανώνοντας κυβερνο-ασκήσεις και εκπαιδευτικά σεμινάρια, παράλληλα με την υποστήριξη του δικτύου των CSRITs. Μέσω της αυξημένης ευαισθητοποίησης σε τέτοια περιστατικά και της συνεχούς στρατηγικής ανάλυσης των κυβερνοαπειλών, υποστηρίζει όσους είναι επιφορτισμένοι με τη λήψη αποφάσεων.

Τέλος, η εμπειρία και η κατανόηση του τοπίου των απειλών, της επιτρέπει τις συστάσεις, όσον αφορά στη διαμόρφωση πολιτικής στο νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να εντοπιστούν κενά και εν δυνάμει δυσκολίες, ενώ παρέχει χρήσιμες συμβουλές σε όσους αποφασίζουν και διαμορφώνουν πολιτική, στα αρμόδια όργανα της ΕΕ. Υποστηρίζει, τέλος, τις χώρες-μέλη στην ανάπτυξη της στρατηγικής τους σε θέματα κυβερνοασφάλειας.

Χρειαζόμαστε νέα μέτρα ή αρκούν οι συνήθεις προφυλάξεις;

Προφανώς ισχύουν οι συνήθεις προφυλάξεις τις οποίες πάντα περιλαμβάνουμε, μαζί με πιο προχωρημένες συμβουλές, στις ανακοινώσεις μας.
Όσον αφορά στις σχετικές με e-mail επιθέσεις, για παράδειγμα, οι χρήστες πρέπει να μάθουν πώς να αναγνωρίζουν ύποπτους συνδέσμους και συνημμένα, πώς να κάνουν τις σχετικές αναφορές, πώς να εφαρμόζουν ταυτοποίηση πολλών παραγόντων (MFA) στους λογαριασμούς τους κλπ. Καθώς το τοπίο των απειλών εξελίσσεται, με δεδομένη την αυξημένη πολυπλοκότητα των επιθέσεων, χάρη στις δυνατότητες των νέων ή των αναδυόμενων τεχνολογιών, είναι αναμενόμενη η λήψη νέων μέτρων. Αυτός είναι και ο λόγος που η ανάλυση του τοπίου παίζει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν, αφενός στην κυβερνοασφάλεια των προϊόντων και των υπηρεσιών που χρησιμοποιούμε, αφετέρου στη συμπεριφορά των χρηστών, ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι πολίτες δεν θα πέσουν θύματα επιθέσεων, από δικά τους λάθη.

Στις μέρες μας και πολύ περισσότερο στη διάρκεια της πανδημίας, πάμπολλες επιχειρήσεις και οργανισμοί έχουν ξεκινήσει το «ταξίδι» του ψηφιακού μετασχηματισμού τους, μεταφέροντας τις εφαρμογές και τα δεδομένα τους στο cloud. Πόσο επικίνδυνο είναι αυτό, από πλευράς κυβερνοασφάλειας;

Πράγματι, ο ταχύτατος ψηφιακός μετασχηματισμός και η μετακίνηση εφαρμογών και δεδομένων online ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των απειλών, αν δεν ληφθούν κατάλληλα προληπτικά μέτρα σ’ ό,τι αφορά στα θέματα ασφαλείας.

Η online λειτουργία αυξάνει την έκθεση σε απειλές και ανοίγει την ‘περίμετρο’ στους κακόβουλους. Επομένως, αν οι χρήστες δεν προσαρμόσουν την πολιτική ασφαλείας τους ώστε να λαμβάνει υπόψιν τέτοιες επιθέσεις, ουσιαστικά αφήνουν ανοικτό το δρόμο στους υποψήφιους κυβερνο-εγκληματίες, για να αξιοποιήσουν όποιες αδυναμίες βρουν.
Μάλιστα, επειδή ο ψηφιακός μετασχηματισμός επαφίεται συνήθως στις υπηρεσίες τρίτων μερών, πρέπει να συνυπολογιστεί και ο κίνδυνος επιθέσεων εναντίον της αλυσίδας τροφοδοσίας. Η έρευνα της ENISA για το τοπίο των απειλών ασχολήθηκε ιδιαίτερα με αυτό το θέμα και περιλαμβάνει σειρά από συστάσεις, ώστε να μετριασθούν οι επιπτώσεις σε μια τέτοια περίπτωση. NW

Μάχη τεχνολογιών στα παρασκήνια του IoT

Τα δισεκατομμύρια μικρών υπολογιστών που απαρτίζουν το Δίκτυο των Πραγμάτων, χρειάζεται να επικοινωνούν μεταξύ τους και με κεντρικά συστήματα επεξεργασίας. Οι γνωστές τεχνολογίες τηλεπικοινωνιών δεν ήταν κατάλληλες για αυτό το ρόλο και έτσι δημιουργήθηκαν νέες.

Μερικά πράγματα μένουν στο συρτάρι και ξεχνιούνται. Κάπως έτσι, εστιάζοντας την προσοχή μας σε τομείς του Internet of Things που βρίσκονται πιο συχνά στο προσκήνιο, ξεχνάμε ότι στο παρασκήνιο, εκεί που συνήθως ζουν οι ομάδες των ειδικών που λαμβάνουν τις αποφάσεις σε τεχνικό επίπεδο, εξελίσσεται μια μάχη ανάμεσα σε σχετικά νέες τεχνολογίες τηλεπικοινωνιών.

Το ευρύτερο πλαίσιο που ανήκουν οι νέες τεχνολογίες είναι γνωστό ως Low Power Wide Area και περιλαμβάνει κάποιες περισσότερο και κάποιες λιγότερο γνωστές. Η εμπορική χρήση της τεχνολογίας 5G πρόσθεσε πρόσφατα μια νέα επιλογή, αλλάζοντας ισορροπίες που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ των προηγούμενων τεχνολογιών NB-IoT και LoRaWAN. Η εικόνα που μας δίνει το Statista μέχρι και το πρώτο μισό του 2020 είναι ένα σχεδόν ισοδύναμο μοίρασμα της αγοράς μεταξύ των τεχνολογιών NB-IoT και LoRaWAN με ποσοστά 44% και 41% αντίστοιχα. Είναι δε ενδιαφέρον ότι η πρόβλεψη μέχρι και το 2025 διατηρεί αυτήν την ισορροπία προσθέτοντας ελάχιστο μερίδιο, μόλις 1%, στην τεχνολογία 5G, η οποία από το 3% που βρίσκεται σήμερα αναμένεται να φτάσει το 4%. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, αυτή η υστέρηση δεν έχει κυρίως ως αιτία τεχνικά μειονεκτήματα της τεχνολογίας 5G, αλλά τους αργούς ρυθμούς που η αγορά αναμένει ότι η τεχνολογία αυτή θα γίνει αποδεκτή και επομένως εξίσου οικονομική με τις άλλες δύο.

Μια πιο αισιόδοξη ματιά σε ορίζοντα πενταετίας για το 5G μας δίνει Ηλίας Αραβαντινός, freelance analyst και υπ. Διδάκτορας στο τμήμα Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών του ΕΚΠΑ «Καθώς η τρέχουσα εστίαση του 3GPPP φόρουμ είναι στην ανάπτυξη ενός νέου ευρυζωνικού 5G οικοσυστήματος για τα επόμενα 5 χρόνια, τεχνολογίες όπως NB-IoT και LoRaWAN ίσως δυσκολευτούν να προσαρμοστούν στις προδιαγραφές και τα πρωτόκολλα. Η LoRaWAN θεωρώ ότι έχει προβάδισμα καθώς έχει ήδη προσαρμοστεί στις ΙοΤ προδιαγραφές καλύπτοντας μια πληθώρα συχνοτήτων».

Μόλις 4 χρόνια πριν η επιλογή στην Ελλάδα ήταν μία
Συζητώντας με τον Μανώλη Νικηφοράκη τον Απρίλιο του 2017, είχε εστιάσει την προσοχή μας στο γεγονός ότι η μόνη ευρέως γνωστή τότε τεχνολογία που προτείνονταν για υλοποιήσεις έργων ήταν το 2G. Θα ήταν μάλλον άδικο να πούμε ότι η τεχνολογία ήταν ακατάλληλη, καθώς τα έργα που υλοποιούνταν ήταν κυρίως έργα τηλεματικής, τα οποία αργότερα εντάχθηκαν κάτω από την ομπρέλα του IoT, γιατί για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν υπήρχαν άλλα στην Ελλάδα.

Ήδη τεχνολογίες LPWA, όπως Sigfox, LoRa, Ingenu, Weightless με πολύ καλύτερα χαρακτηριστικά από την τεχνολογία GSM και με πολύ χαμηλότερο κόστος σε hardware, είχαν ξεκινήσει να χρησιμοποιούνται σε πιλοτικά έργα, όπως ένα πρωτοποριακό έργο που λειτουργούσε στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών. Στόχος του έργου ήταν η μέτρηση των ρύπων και του θορύβου που δημιουργούσε η κίνηση κυρίως των αεροπλάνων.

Ο ερχομός του 3G και στη συνέχεια του 4G δεν άλλαξε τα δεδομένα, στο 3G δεν είχε γίνει πρόβλεψη για LPWA και στο 4G, το κόστος υλοποίησης παρέμενε υψηλό και η τεχνολογία ακατάλληλη για να μεταφέρει μικρούς όγκους δεδομένων σε τακτά χρονικά διαστήματα. Επιπλέον, ο εξοπλισμός 4G ήταν περισσότερο ενεργοβόρος με αποτέλεσμα να μειώνεται η αυτονομία των ασύρματων αισθητήρων και μικροϋπολογιστών που αποτελούσαν τα αισθητήρια του οικοσυστήματος IoT. Το κενό είχε γίνει αντιληπτό από την αγορά των μεγάλων τηλεπικοινωνιακών παρόχων και κατασκευαστών, οι οποίοι έβλεπαν να χάνουν έδαφος και έτσι τον Ιούνιο του 2016, η 3GPP παρουσίασε το νέο πρότυπο NB-IoT, το οποίο ήταν συμβατό με τον υπάρχοντα εξοπλισμό των παρόχων και επιπλέον είχε πολύ καλύτερα χαρακτηριστικά για να εξυπηρετήσει έργα IoT σε σχέση τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούσαν ήδη.

Μάλιστα, το Οκτώβριο του 2017, η Vodafone Ελλάδας έγινε η πρώτη εταιρεία που έκανε μια επίδειξη των δυνατοτήτων της νέας τεχνολογίας ως demo στο χώρο ενός τηλεπικοινωνιακού συνεδρίου. Η εταιρεία δεν είχε κάνει ακόμα αναβάθμιση του εξοπλισμού της, ώστε η υπηρεσία να είναι εμπορικά διαθέσιμη. Η εμπορική διάθεση της υπηρεσίας στην Ελλάδα ξεκίνησε δύο χρόνια αργότερα και όπως βλέπουμε σε μια έκθεση της GSA τον Μάρτιο του 2019, 100 τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι είχαν ανακοινώσει λύσεις NB-IoT μέχρι τότε, και έφτασαν τους 142 το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς. Επομένως, το NB-IoT άργησε να μπει στον ανταγωνισμό, γεγονός που άφησε περιθώρια σε άλλες τεχνολογίες να δείξουν την αξία τους και να αποκτήσουν υποστηρικτές στην αγορά.

LoRaWAN συναγωνιστής ή ανταγωνιστής;
Σε μια μελέτη της ABI Research που δημοσιεύει η LoRa Alliance, γίνεται εμφανές ότι οι τεχνολογίες LoRaWAN και NB-IoT έχουν σε αυτήν τη φάση την προσοχή της αγοράς και αναμένεται να καλύψουν της ανάγκες της τα ερχόμενα χρόνια. Το LoRaWAN είναι ένα ανοιχτό σύστημα, το οποίο αναπτύχθηκε και τυποποιήθηκε από την LoRa Alliance, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό με περισσότερες από 500 εταιρείες μέλη. Το NB-IoT σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε για να κρατήσει μέσα στον ανταγωνισμό τους κραταιούς κατασκευαστές και εταιρείες τηλεπικοινωνιών. Και οι δύο τεχνολογίες, σύμφωνα με την ABI Research, μπορούν να προσφέρουν εφάμιλλο Quality of Service, ενώ η ίδια μελέτη υποστηρίζει ότι εφαρμογές που απαιτούν περισσότερο συχνές μεταφορές δεδομένων θα εξυπηρετηθούν καλύτερα από το NB-IoT με τίμημα όμως το υψηλότερο Total Cost of Ownership (TCO). Το βασικό μειονέκτημα του NB-IoT, δεδομένου ότι είναι ένα σύγχρονο πρωτόκολλο, είναι η υψηλότερη κατανάλωση ενέργειας σε σχέση με το LoRaWAN που είναι ασύγχρονο.

Ανάλογα με το είδος της εφαρμογής, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της κάθε τεχνολογίας αποκτούν διαφορετικό ειδικό βάρος. Για παράδειγμα σε indoor εφαρμογές, έχει αποδειχτεί ότι το LoRaWAN έχει καλύτερη διεισδυτικότητα, οπότε και η αξιοπιστία είναι καλύτερη, αλλά και η κατανάλωση ενέργειας μικρότερη, γιατί δεν χρειάζεται υπερπροσπάθεια για την επικοινωνία των συσκευών με τους δέκτες.

Ωστόσο, μια διαφορά που θα μπορούσε να είναι ειδοποιός, είναι η ποικιλία του διαθέσιμου εξοπλισμού για LoRa, δεδομένου μέχρι και τον Απρίλιο του 2019 είχαν ήδη εγκατασταθεί περισσότερα από 113 LoRaWAN δίκτυα σε περισσότερες από 55 χώρες, ενώ όπως έχουμε αναφέρει την ίδια περίοδο το NB-IoT μόλις είχε αρχίσει να γίνεται εμπορικά διαθέσιμο. Το αποτέλεσμα είναι ότι στο εμπόριο είναι διαθέσιμες περισσότερες από 118 συσκευές που είναι συμβατές με LoRA σε σχέση με τις 43 συσκευές που είναι διαθέσιμες για NB-IoT. Το λογικό είναι ότι κάποια στιγμή η ψαλίδα θα κλείσει, αλλά για εταιρείες που επείγονται να υλοποιήσουν κάποιο έργο, σε αυτήν τη φάση η τεχνολογία LoRA δίνει περισσότερες επιλογές.

Τι μας δείχνουν τα έργα που έχουν υλοποιηθεί
Η τεχνολογία LoRA έχει προτιμηθεί για έργα που έχουν σχέση με smart metering σε καύσιμα και δίκτυα νερού. Η Κίνα, η οποία αξιοποίησε την τεχνολογία LoRA από τα πρώτα της βήματα, την έχει χρησιμοποιήσει σε μεγάλα smart metering έργα, με αποτέλεσμα να απορροφήσει το 68% των chips που διατέθηκαν στην αγορά το 2018. Την ίδια χρονιά, μια θυγατρική εταιρεία της γαλλικής Veolia, υπέγραψε μια συμφωνία με την Orange Business Services για 3 εκατομμύρια έξυπνους μετρητές νερού, πάνω σε δίκτυο LoRaWAN. Ένας δεύτερος τομέας εφαρμογών που η τεχνολογία LoRa φαίνεται να υπερτερεί είναι τα έξυπνα κτίρια. Οι παράγοντες που έχουν παίξει το σημαντικότερο ρόλο σε αυτήν την εικόνα, είναι η ποικιλία των συσκευών LoRa και η αποτελεσματικότερη χρήση της σε κλειστούς χώρους.

Οι εφαρμογές που απαιτούν μεγάλη γεωγραφική κάλυψη είναι πιο κοντά στην τεχνολογία NB-IoT, δεδομένου ότι αξιοποιεί τα υπάρχοντα δίκτυα των τηλεπικοινωνιακών παρόχων. Για παράδειγμα ο έλεγχος παραμέτρων σε οχήματα που βρίσκονται σε κίνηση, είναι μια εφαρμογή που ταιριάζει καλύτερα στην τεχνολογία NB-IoT. Πολλά από τα έργα αυτά προϋπήρχαν, βασιζόμενα σε υπηρεσίες fleet management και τώρα υπάρχει η δυνατότητα να βελτιστοποιηθούν παρέχοντας περισσότερη πληροφορία από αισθητήρες που είναι τοποθετημένοι στο όχημα.

Στις εφαρμογές αυτοματοποιημένων καλλιεργειών, οι δύο τεχνολογίες ισορροπούν, οπότε η ειδοποιός διαφορά θα είναι το TCO που σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τις χρεώσεις των τηλεπικοινωνιακών παρόχων. Η λογική λέει ότι οι κοινότητες μικροκαλλιεργητών θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν ένα δίκτυο LoRaWAN και να μην εξαρτώνται από τηλεπικοινωνιακό πάροχο, ενώ μεγάλες καλλιεργητικές μονάδες που ενδεχομένως έχουν εκτάσεις σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν καλύτερα από ένα συμβόλαιο υπηρεσιών NB-IoT.
Γενικότερα, οι δύο τεχνολογίες αναμένεται για τα ερχόμενα χρόνια να παίξουν τους κεντρικούς ρόλους στην υλοποίηση λύσεων IoT, καθώς το 5G θα προσπαθεί να αυξήσει το μερίδιο του. Όταν όμως θα συμβεί αυτό ποιοι θα είναι οι παράγοντες που θα το κάνουν ανταγωνιστικό απέναντι στις δύο LPWA τεχνολογίες;

Το NB-IoT είναι ένα υποσύνολο στο ευρύτερο πλαίσιο τεχνολογιών 5G
Το οικοσύστημα κατασκευαστών και τηλεπικοινωνιακών παρόχων υλοποιεί ΝΒ-IoT δίκτυα στο πλαίσιο της μακροπρόθεσμης στρατηγικής 5G IoT. Κοινός τόπος είναι η τυποποίηση που θεωρητικά τουλάχιστον εξασφαλίζει η 3GPP και η χρήση του αδειοδοτημένου φάσματος που έχουν αγοράσει οι πάροχοι. Επομένως, είναι σχετικά εξασφαλισμένο ότι οι οργανισμοί που υλοποιούν αυτήν την περίοδο έργα βασισμένα σε τεχνολογία NB-IoT, όχι μόνο δεν θα χρειαστεί να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις, αλλά θα ωφεληθούν περισσότερο από την αξιοποίηση των δικτύων κορμού της τεχνολογίας 5G.

Σε αυτήν τη φάση των πρώτων βημάτων της τεχνολογίας 5G, η έμφαση είναι κυρίως στη βελτίωση των ταχυτήτων. Σε συνδυασμό με το low latency που προσφέρει η τεχνολογία 5G, τα δύο αυτά πλεονεκτήματα δεν της δίνουν προσωρινά ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Καθώς, όμως αυτή θα επεκτείνεται σε άλλους τομείς, όπως για παράδειγμα, οι αυτοματισμοί στη βιομηχανική παραγωγή, εκεί το low latency, αλλά και οι ταχύτεροι ρυθμοί μετάδοσης δεδομένων αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο.

Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί και σε εφαρμογές έξυπνων πόλεων, όπως για παράδειγμα η δυναμική ρύθμιση του φωτεινών σηματοδοτών. Αν θεωρήσουμε ότι οι “αποφάσεις” πρέπει να λαμβάνονται σε πραγματικό χρόνο και συνδυάζουν δεδομένα που προέρχονται από χιλιάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες οχήματα, η τεχνολογία 5G θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο.
Σύμφωνα με το white paper της GSMA “Mobile IoT in the 5G Future”, αλλά και τη μελέτη της LoRa Alliance, οι τεχνολογίες LoRaWAN και 5G αναμένεται να συνυπάρξουν στο μέλλον. Οι απαιτήσεις των εφαρμογών για αποφάσεις πραγματικού χρόνου, είναι αυτές που θα κλείνουν τη ζυγαριά προς το 5G, ενώ εφαρμογές που απαιτούν ανταλλαγή μικρότερων ποσοτήτων δεδομένων σε τακτά χρονικά διαστήματα θα κοιτάξουν περισσότερο προς την πλευρά της τεχνολογίας LoRaWAN και λόγω των χαρακτηριστικών της, αλλά και γιατί προσφέρει χαμηλότερο Total Cost of Ownership.

Η τεχνολογία LoRaWAN στο σύμπαν των κρυπτονομισμάτων
Πίσω στο 2015, δύο Ολλανδοί, ο Wienke Giezeman και ο Johan Stokking, είχαν την ιδέα να δημιουργήσουν ένα παγκόσμιο ανοιχτό δίκτυο βασισμένο στην τεχνολογία LoRaWAN. Το δίκτυο ονομάστηκε The Things Network και σήμερα, παρότι δεν παρουσιάζει το ρυθμό ανάπτυξης που είχε στα αρχικά του στάδια, αριθμεί περίπου 22 χιλιάδες gateways σε 151 χώρες του κόσμου, μια εκ των οποίων και η Ελλάδα με 19 gateways, όλα στην περιοχή της Αττικής.

Η ιδέα του The Things Network σε συνδυασμό με την τεχνολογία blockchain έγινε η βάση για το επόμενο στάδιο εξέλιξης. Κάπως έτσι φτάνουμε στο Helium Blockchain, το οποίο είναι το θεμέλιο για το People’s Network, όπως αποκαλούν οι δημιουργοί του, το παγκόσμιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο που λειτουργεί ανεξάρτητα από τους κραταιούς τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Το Helium δημιουργήθηκε το 2013 από τους Amir Haleem, Sean Carey και Shawn Fanning και μέχρι το 2019 είχε απορροφήσει χρηματοδοτήσεις περίπου 54 εκατομμυρίων δολαρίων. Αρχικά το project είχε στόχο τη δημιουργία ενός peer to peer παγκόσμιου δικτύου. Το 2019, το Helium project αξιοποίησε την τεχνολογία blockchain και δημιούργησε ένα coin, το HNT, το οποίο πλέον είναι διαπραγματεύσιμο στα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων με market cap περίπου 4 δισεκατομμύρια δολάρια και fully diluted valuation στα 8,7 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το ενδιαφέρον στο εγχείρημα της Helium είναι ότι για να γίνει κάποιος κάτοχος HNTs δεν έχει μόνο την επιλογή να τα αγοράσει από κάποιο ανταλλακτήριο. Η Helium έχει δημιουργήσει το Helium Hotspot, μια συσκευή που μπορεί να συνδέσει τον κάτοχο της στο People’s Network, το οποίο βασίζεται στην τεχνολογία LoRaWAN. Επιπλέον, το Helium Hotspot επιτρέπει στον κάτοχό του να συνδέσει σε αυτό smart things μέσα στο χώρο του σπιτιού του ή της επιχείρησής του. Σύμφωνα με τα στατιστικά του Helium, τα ενεργά hotspots έχουν φτάσει τα 372.000 σε 152 χώρες σε όλον τον κόσμο και ο ρυθμός ανάπτυξης είναι σταθερός. Την ιδέα του Helium χρησιμοποίησε ως καλούπι η εταιρεία WeatherXM, με στόχο να δημιουργήσει το People’s Weather Network.

Το δίκτυο αξιοποιεί μεταξύ άλλων την τεχνολογία LoRaWAN, καθώς και τεχνολογίες GSM/NB-IoT/Wi-Fi/BLE/GPS. Το gateway σε συνδυασμό με διαφορετικές ποιότητες μετεωρολογικού εξοπλισμού, παρέχεται από την εταιρεία ως λύση με το κλειδί στο χέρι. Ο εξοπλισμός επιτρέπει στον κάτοχο να συλλέγει μετεωρολογικά δεδομένα, τα οποία θα αγοράζει η WeatherXM με αντάλλαγμα tokens. Η αξία των tokens, όπως συνέβη και με το Helium θα γίνει εμπράγματη, όταν αυτά θα μπουν στο ευρύτερο σύμπαν των ψηφιακών νομισμάτων και θα είναι ανταλλάξιμα. Ήδη, στην πιλοτική λειτουργία εκατοντάδες Weather Stations, με τιμή αγοράς που ξεκινά από τα 400 ευρώ, στέλνουν τα δεδομένα τους στη WeatherXM και εκατοντάδες ακόμα ενδιαφερόμενοι βρίσκονται σε λίστα αναμονής.

To ΙΤ ως εργαλείο για την βελτίωση της υγείας και της ευημερίας όλων

H ανάπτυξη των ψηφιακών εργαλείων, μπορεί εν δυνάμει να οδηγήσει σε καλύτερες υπηρεσίες υγείας, στην πρόληψη, στην ανάπτυξη αποδοτικότερων θεραπειών και συνολική απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών, προς όφελος των πολιτών. Τα παραπάνω -και πολλά περισσότερα- είναι εφικτά, εφόσον πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

Μπορεί όταν λέμε “ψηφιακή υγεία”, πιθανόν να οδηγούμαστε συνειρμικά σε εικόνες και σκέψεις προερχόμενες από ταινίες επιστημονικής φαντασίας, εκεί που όλα γίνονται με έναν μαγικό τρόπο με τα σημερινά δεδομένα. Η πραγματικότητα όμως επιβάλλει να διαβούμε ποικίλα στάδια ανάπτυξης του τομέα Υγείας για να φτάσουμε στο επίπεδο της απόλυτης αυτοματοποίησης. Με στόχο όμως τα παραπάνω σενάρια να γίνουν αληθινά στο μέλλον, η αξιοποίηση της πληροφορικής στην Υγεία είναι απαραίτητη. Το “μέλλον”, πάντως, δεν φαίνεται να αργεί. Σύμφωνα με έρευνα της Reports and Data, το μέγεθος της παγκόσμιας αγοράς ψηφιακής υγείας ήταν $97,78 δισ. το 2020 και αναμένεται να καταγράψει αθροιστικό ετήσιο ποσοστό αύξησης -CAGR- 16,4% έως το 2028. Σε επιδημιολογικό επίπεδο, ο αυξανόμενος επιπολασμός χρόνιων ασθενειών όπως οι καρδιακές παθήσεις, ο καρκίνος, τα εγκεφαλικά επεισόδια, το άσθμα και η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), μεταξύ άλλων, αναμένεται να συνεχιστεί και να επιφέρει ως αποτέλεσμα την επέκταση της χρήσης των ψηφιακών εργαλείων και να οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των εσόδων της αγοράς για την περίοδο πρόβλεψης.

Γιατί το Health ΙΤ είναι σημαντικό;
Το Health IT περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα λύσεων και τεχνολογιών υγείας για την αντιμετώπιση ποικίλων συνθηκών, αναγκών και εφαρμογών που σχετίζονται με την υγεία. Επίσης, δίνει τη δυνατότητα στους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης να διαχειρίζονται καλύτερα τη φροντίδα των ασθενών μέσω της ασφαλούς χρήσης και ανταλλαγής πληροφοριών υγείας. Η δημιουργία ψηφιακών αρχείων υγείας, τα οποία είναι προστατευμένα, καθιστά τις πληροφορίες σχετικές με την υγεία ενός ασθενή διαθέσιμες ηλεκτρονικά, όταν και όπου χρειάζεται. Με τον τρόπο αυτό, το Health IT μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα της περίθαλψης, αλλά και να την κάνει πιο οικονομική. Με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας, οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης μπορούν να έχουν στη διάθεσή τους ακριβείς και ολοκληρωμένες πληροφορίες για την υγεία του ασθενούς. Ως αποτέλεσμα, μπορούν να παρέχουν την καλύτερη δυνατή φροντίδα, είτε κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης ρουτίνας είτε κατά τη διάρκεια μιας επείγουσας ιατρικής ανάγκης.

«H χρήση ψηφιακής τεχνολογίας μπορεί να αναδιαμορφώσει την “εμπειρία του ασθενούς”, αλλά και να υποστηρίξει την έγκαιρη διάγνωση και πρόληψη προς όφελος των ασθενών», μας λέει ο Andreas Pollner, Διευθύνων Σύμβουλος της Bayer Ελλάδος. «Όπως είδαμε, η πανδημία “εκτίναξε” τη χρήση της τηλεϊατρικής και η αυτό-παρακολούθηση της υγείας, όπως και η απομακρυσμένη παρακολούθηση των ασθενών από τους επαγγελματίες υγείας, έγινε κανονικότητα και σχεδόν απαραίτητη», συμπληρώνει. Η αξιοποίηση της πληροφορικής στον τομέα της υγείας μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερο συντονισμό παρεχόμενης φροντίδας. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό εάν ένας ασθενής βρίσκεται σε σοβαρή ιατρική κατάσταση.To Health IT παρέχει ασφαλή και ελεγχόμενο τρόπο ανταλλαγής πληροφοριών με τους ασθενείς και τις οικογένειές τους, απομακρυσμένα. Η επιλογή αυτή της μεθόδου πληροφόρησης που μπορεί να είναι προαιρετική, έχει το πλεονέκτημα ότι οι ασθενείς και οι οικογένειες τους μπορούν να διαμορφώνουν πληρέστερα γνώμη, εν όψει σημαντικών αποφάσεων που θα κληθούν να πάρουν σχετικά με την φροντίδα υγείας.

Εξάλλου, η διάδοση του m-Health μέσω της συνδεσιμότητας δικτύων 4G και 5G και η ταχεία υιοθέτηση smartphone και tablet δίνουν τη δυνατότητα στους καταναλωτές να έχουν καλύτερη πρόσβαση στη φροντίδα υγείας, να διαχειρίζονται καλύτερα και να παρακολουθούν τις δραστηριότητές τους που σχετίζονται με την υγεία και την ευεξία τους και επίσης επιτρέπει στους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης να παρακολουθούν εξ αποστάσεως την υγεία των ασθενών. Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να εξάρουμε την όλο και αυξανόμενη χρήση Health apps, που είναι διαθέσιμες μέσω wearable συσκευών, δηλαδή συσκευών που τις φορά ο χρήστης και είναι σε θέση να καταγράφουν ζωτικές λειτουργίες του, όπως είναι ο καρδιακός παλμός, η μέτρηση αρτηριακής πίεσης έως και η διεξαγωγή ηλεκτροκαρδιογραφήματος (ΗΚΓ). Οι συσκευές αυτές είναι διαθέσιμες στην αγορά αρκετά χρόνια και η αλήθεια είναι ότι ξεκίνησαν περισσότερο σαν παιχνίδια, παρά ως αξιόπιστες συσκευές μέτρησης και καταγραφής.

Όμως, εταιρείες όπως η Apple και η Samsung έχουν καταφέρει να αποκτήσουν εγκρίσεις ιατροτεχνολογικών προϊόντων για ορισμένες λειτουργίες wearable συσκευών που διαθέτουν στη γκάμα τους. Ίσως πιο σημαντικό από όλα, είναι το γεγονός ότι τα ψηφιακά εργαλεία που έχουμε σήμερα στην διάθεσή μας μπορούν να οδηγήσουν στην έγκαιρη και ορθή διάγνωση προβλημάτων υγείας, στη μείωση των ιατρικών λαθών και στην παροχή ασφαλέστερης φροντίδας επιτυγχάνοντας, παράλληλα, μείωση τους κόστους. Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Διευθύνων Σύμβουλος της Bayer Ελλάδος, «η τεχνολογία μπορεί να αναβαθμίσει και να επιταχύνει ολόκληρη την αλυσίδα αξίας στην υγεία, από την έρευνα και την ανάπτυξη νέων θεραπειών μέχρι την παραγωγή τους και τη συνολική διαχείριση της υγείας μας».

Βέβαια, όταν κάνουμε λόγο για έγκαιρη και ορθή διάγνωση και εστιάζουμε στην έρευνα και ανάπτυξη νέων θεραπειών, η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει ξεχωριστό ρόλο. Ο λόγος είναι απλός και προσδιορίζεται στους αυτοματισμούς και σε εκείνα τα εργαλεία που επιτρέπουν την ανάλυση μεγάλου όγκου δεδομένων -Big Data- που συλλέγονται ταχύτερα και ευκολότερα με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών σε συνδυασμό με αξιοποίηση λύσεων AI, με δυνητικό αποτέλεσμα η κλινική έρευνα να είναι πιο επιτυχημένη και να διενεργείται ταχύτερα.

Οι τεχνολογίες ΙΤ που διαμορφώνουν την ψηφιακή υγεία
Οι ψηφιακές τεχνολογίες υγείας περιλαμβάνουν αισθητήρες, συνδεσιμότητα, λογισμικό και υπολογιστικές πλατφόρμες για την παροχή υπηρεσιών υγείας. Όπως αναφέραμε, αυτές οι τεχνολογίες επιτρέπουν τη λήψη σωστών αποφάσεων σχετικά με την υγεία των ασθενών και παρέχουν νέες επιλογές για τη διαχείριση χρόνιων ασθενειών, διευκολύνουν την πρόληψη και διεξάγουν έγκαιρη διάγνωση απειλητικών για τη ζωή ασθενειών εξ αποστάσεως και εκτός των παραδοσιακών πλαισίων υγειονομικής περίθαλψης. Η πανδημία COVID-19 έχει επηρεάσει θετικά την αύξηση των εσόδων της αγοράς ψηφιακής υγείας.

Η πανδημία οδήγησε στην περαιτέρω ανάπτυξη διαφόρων τεχνολογιών υγειονομικής περίθαλψης για τον περιορισμό της μετάδοσης, τον περιορισμό εξάπλωσης του ιού, καθώς και για τη διευκόλυνση της ανοσοποίησης και τη βελτίωση της διαχείρισης των ασθενών. Με τη συνεχιζόμενη πανδημία, η τηλεϊατρική, οι ηλεκτρονικές διαβουλεύσεις και η διάγνωση σε πραγματικό χρόνο έχουν αποκτήσει ισχυρότερο υπόβαθρο στη συνείδηση του κόσμου, γεγονός που αναμένεται να επιταχύνει την ανάπτυξη της αγοράς. Η αυξανόμενη ανάπτυξη και χρήση τεχνολογικά προηγμένων λύσεων όπως η Ψηφιακή Θεραπευτική -Digital Therapeutics (DTx)- η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI), το Διαδίκτυο των Πραγμάτων (IoT), η τεχνολογία Blockchain, ή και τα λογισμικά πρακτικής διαχείρισης δεδομένων, δρουν ενισχυτικά στις κλινικές ροές εργασίας και διευκολύνουν την εισαγωγή συνδεδεμένων συστημάτων. συσκευές και υποδομές. Ωστόσο, οι ανησυχίες που σχετίζονται με την ασφάλεια των δεδομένων και το απόρρητο και η απουσία τεκμηριωμένων προτύπων ψηφιακής υγείας είναι μερικοί βασικοί παράγοντες που αναμένεται να εμποδίσουν την ανάπτυξη της ψηφιακής αγοράς υγείας, σε κάποιο βαθμό.

Ο ρόλος των StartUp
Διάφορες startup εταιρείες εστιάζουν στην παροχή εξατομικευμένων σχεδίων θεραπείας για μεμονωμένους ασθενείς χρησιμοποιώντας συσκευές απομακρυσμένης παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο. «Οι νεοφυείς επιχειρήσεις του κλάδου, όσο και ερευνητικές ομάδες των πανεπιστημίων, αυξάνουν σημαντικά σε αριθμό και αναπτύσσονται ταχύτερα, σε σύγκριση με τα προηγούμενα 2 ή 3 χρόνια», επισημαίνει ο κ. Andreas Pollner. «Λύσεις που βασίζονται στην ταχεία ανάλυση μεγάλου όγκου δεδομένων με τη χρήση ΑΙ και την επικοινωνία εξ αποστάσεως έρχονται να συμβάλλουν στη διαμόρφωση της υγειονομικής φροντίδας του αύριο», συμπληρώνει. «Το οικοσύστημα καινοτομίας έχει ήδη αναπτύξει τέτοιες λύσεις και έχει ακόμη περισσότερα να προσφέρει σε αυτούς τους τρεις τομείς. Αρκεί να δημιουργηθεί το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο, όπως και τα κατάλληλα κίνητρα για την αυξανόμενη επένδυση στον τομέα της ψηφιακής υγείας».

Το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο
Φυσικά, για να λειτουργήσουν τα παραπάνω απαιτείται το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο. Η τεχνολογία υπάρχει και μάλιστα εξελίσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Η απουσία ρυθμιστικού πλαισίου είναι ο σημαντικότερος επιβραδυντής αυτή τη στιγμή στη χώρα μας για την ψηφιοποίηση του κλάδου Υγείας. Όπως έχουμε γράψει στο αφιέρωμα στη RegTech στο τεύχους Ιουλίου 2021 (netweek #447), η αξιοποίηση της τεχνολογίας μπορεί να αποτελέσει μοχλό και μέσο για τη δημιουργία του ρυθμιστικού πλαισίου. Ποιές θα μπορούσαν να είναι οι αιτίες που οδηγούν σε αυτή την καθυστέρηση; Θέσαμε την ερώτηση σε έναν από τους καταλληλότερους να την απαντήσουν, στον Γιώργο Κακουλίδη, Πρόεδρο ΔΣ, ΕΣΠΥ, εν όψει των κονδυλίων ύψους 300Μ€ για την ψηφιοποίηση της υγείας που περιλαμβάνονται στο Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF).

Ο Πρόεδρος ΔΣ του Ελληνικού Συνδέσμου Πληροφορικής Υγείας ήταν σαφής στην απάντησή του, προσδιορίζοντας ως αιτία το όχι «αρκετά ώριμο περιβάλλον, σε πολλές περιπτώσεις», μέσα στο οποίο πρέπει να γίνει η συμβασιοποίηση των έργων. Πιο συγκεκριμένα, «στις δράσεις των έργων ψηφιακής υγείας ο υφιστάμενος σχεδιασμός περιλαμβάνει πολλά αλληλοεξαρτώμενα έργα, που οδηγούν σε προετοιμασίες ισάριθμων διαγωνισμών, πολλαπλούς κινδύνους καθυστερήσεων (λόγω προσφυγών), οι οποίοι πολλαπλασιάζονται λόγω των αλληλεξαρτήσεων. Κάποιο έργο που καθυστερεί διαγωνιστικά μπορεί να επηρεάσει αρνητικά άλλα που εξαρτώνται από αυτό». O κύριος Κακουλίδης επισημαίνει ότι απαιτείται «σημαντικό διαχειριστικό overhead», ενώ δεν έκρυψε την ανησυχία του για το «αν μπορεί να αναπτυχθεί έγκαιρα αξιόπιστος μηχανισμός διαχείρισης τόσο μεγάλου πλήθους συμβάσεων», ενώ ως εύλογη λύση προτείνει την «αξιοποίηση του μηχανισμού των συμβάσεων – πλαίσιο με μικρό αριθμό αναδόχων, ώστε να επιτευχθεί η λογική του διαμοιρασμού των έργων σε περισσότερους αναδόχους και να εκτονωθεί ο κίνδυνος των προσφυγών».

Το όραμα της Ψηφιακής Υγείας
Στην ευτυχή περίπτωση που οι παραπάνω στόχοι επιτευχθούν, -προσωπικά θεωρώ αυτή την εκδοχή την πιο πιθανή- τότε θα μπορεί να πραγματοποιηθεί το όραμα του Ψηφιακού Μετασχηματισμού στην Υγεία. Ο κ. Κακουλίδης το σκιαγραφεί ως «προαγωγή της υγείας, της πρόληψης και του ελέγχου των ασθενειών». Οι ψηφιακές λύσεις για την υγεία, «εάν σχεδιαστούν στοχευμένα και εφαρμοστούν με οικονομικά αποδοτικό τρόπο», τονίζει ο Πρόεδρος του ΕΣΠΥ, «μπορούν να λειτουργησουν προς την ευημερία εκατομμυρίων πολιτών», σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εξάλλου, οι δράσεις αυτές ενισχύουν την ανθεκτικότητα και τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας και περίθαλψης.

4th BankTech, From adoption to adaptation: Riding the next wave of transformative banking

Η αναγκαστική, λόγω της πανδημίας, προσαρμογή των τραπεζών και γενικότερα του χρηματοπιστωτικού κλάδου στη νέα κανονικότητα που επέβαλε τον άμεσο ψηφιακό μετασχηματισμό τους, αποτυπώθηκε με ιδιαίτερη σαφήνεια στο 4ο BankTech, ένα συνέδριο το οποίο πραγματοποιήθηκε online στις 13 Οκτωβρίου, με διοργανωτές την Mellon Group of Companies και το περιοδικό Digital Finance της Boussias Communications.

Η πανδημία ανέτρεψε την καθημερινότητά μας σε πολλαπλά επίπεδα και επιτάχυνε -λειτουργώντας ως ένας ιδιαίτερα δραστικός καταλύτης- τη μετάβαση σχεδόν του συνόλου του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην ψηφιακή εποχή. Στον κλάδο των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και ειδικά στον τραπεζικό χώρο, οι αλλαγές -που ακόμα συνεχίζονται- ήταν τεκτονικές, λόγω της άμεσης και επιβεβλημένης προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Στρατηγικές και οδικοί χάρτες άλλαξαν εν μια νυκτί, καινοτόμες ψηφιακές λύσεις υιοθετήθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και πλέον να διαμορφώνεται ένα νέο τραπεζικό οικοσύστημα, απλούστερο, ταχύτερο και πιο αποτελεσματικό, τόσο για τους οργανισμούς – μέλη του, όσο και για τους πελάτες – χρήστες, που εμφανίζονται πολύ περισσότερο απαιτητικοί, αναζητώντας στις παρεχόμενες υπηρεσίες ένα «ταξίδι» γεμάτο θετικές και ασφαλείς εμπειρίες.

Οι άπειρες προκλήσεις στους «πρωτόγνωρους καιρούς που ζούμε» και τα άλματα που πρέπει να κάνουν οι τράπεζες για να τις αντιμετωπίσουν, ήταν ακριβώς το αντικείμενο του κύριου ομιλητή, Δρ. Δημήτριου Σαλαμπάση, Dir. Master of Financial Technologies, Asst. Prof. FinTech Innovations & Entrepreneurship του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Swinburne στην Αυστραλία, ο οποίος υπογράμμισε την τεράστια δυναμική του μετασχηματισμού. Μίλησε για την υποχρεωτική επανατοποθέτηση των οργανισμών και των υπηρεσιών τους, για ευκαιρίες συνεργασίας και γρήγορη προσαρμογή σ’ όσα μας έφεραν οι ανατροπές, αλλά και για την καλύτερη αξιοποίηση των τεράστιων ποσοτήτων διαθέσιμων δεδομένων εκ μέρους τους, ενώ προσδιόρισε πέντε περιοχές εστίασης του μετασχηματισμού «για καλό σκοπό»: τη νέα κουλτούρα που πρέπει να υιοθετήσουν τα στελέχη κάθε οργανισμού, το πνεύμα υπευθυνότητας που θα πρέπει να τα διακρίνει, την καινοτομική χρήση των Big Data, την αξιοποίηση των αναδυομένων τεχνολογιών (ΑΙ, IoT, Blockchain κλπ.), αλλά και την ηθική διάσταση των ψηφιακών λύσεων που θα επιλέξουν.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε, επίσης, η ομιλία του Remy Belloir, VP Digital Payment Europe της Thales, εταιρείας-στενού συνεργάτη της Mellon. Δηλώνοντας πως έχουμε ήδη περάσει στην Digital First εποχή για τις κάρτες πληρωμών, παρουσίασε την D1, μια άυλη κάρτα χωρίς φυσική υπόσταση (mini-revolution, τη χαρακτήρισε), η οποία διευκολύνει την καθημερινότητα του χρήστη και, παράλληλα, του επιτρέπει τον πλήρη έλεγχο των καθημερινών συναλλαγών του.

Τα χαρακτηριστικά του νέου τραπεζικού οικοσυστήματος
Η καινοτομία, η συνδεσιμότητα και η ευελιξία είναι χαρακτηριστικά του νέου οικοσυστήματος αλλά πού μας οδηγούν μακροπρόθεσμα, πάντα σε σχέση και με τις προσδοκίες της αγοράς; Αυτό ήταν το ερώτημα στο πρώτο πάνελ διαλόγου, στο οποίο κλήθηκαν να απαντήσουν η Σταυρούλα Καμπουρίδου, CEO της ΔΙΑΣ – Διατραπεζικά Συστήματα ΑΕ -σημαντική η αναφορά της στην έναρξη των άμεσων πληρωμών, εκ μέρους των ελληνικών τραπεζών-μελών, ήδη από τα μέσα Δεκεμβρίου, αλλά και στη ραγδαία αναπτυσσόμενη πλατφόρμα μεταφοράς χρημάτων μέσω κινητού IRIS- ο Άκης Γιούχας, COO της Optima Bank , ο οποίος τόνισε πως έφτασε ο καιρός να σκεφτόμαστε ελεύθερα out of the box, φέρνοντας και σχετικά παραδείγματα από τις πλούσιες εμπειρίες του, η Έφη Πρεσβεία, CTO & COO της Attica Bank,που στάθηκε στις πολλές πλέον ψηφιακές ευκολίες, αυτοματισμούς και στρατηγικές συμμαχίες οι οποίες κάνουν καλύτερο το «ταξίδι» του πελάτη-χρήστη αυτής της παλιάς-νέας τράπεζας και ο Kostas Tovil, Senior VP της BTI Bank, ο οποίος περιέγραψε τη δική τους μετάβαση από ψηφιοποιημένη σε ψηφιακή next generation bank, εστιασμένη στην απαιτητική περιοχή της ΝΑ Ευρώπης, αλλά και τις λύσεις που αξιοποιούν.

Η νέα κανονικότητα της λιανικής τραπεζικής μετά την κρίση
Η δεύτερη ενότητα ξεκίνησε με την ομιλία του Javier Puga, VP Marketing της Unblu, με έδρα την Ελβετία και πελάτες σε παγκόσμια κλίμακα, ο οποίος επικεντρώθηκε στις omnichannel υπηρεσίες της εταιρείας του προς τους (ψηφιακούς) πελάτες -οι οποίοι αυξάνουν και πληθαίνουν, λόγω της πανδημίας- τραπεζών και ασφαλιστικών εταιριών, προσφέροντάς τους με τη λύση του co-browsing απλές, προσωποποιημένες και αποτελεσματικές συμβουλές για τη λήψη σωστότερων αποφάσεων.
Το πάνελ συζήτησης που ακολούθησε εστίασε στις νέες δραστηριότητες των τραπεζών μετά την κρίση, στην εποχή της νέας κανονικότητας – θα φέρει, άραγε, επέκταση ή αντίθετα θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση πόρων και δυνάμεων; Στο ερώτημα απάντησαν ο Παναγιώτης Διβριώτης, Chief Retail Officer της Attica Bank, που ανέλυσε τον ρόλο των φυσικών τραπεζικών καταστημάτων σε σύγκριση με εκείνον των ψηφιακών, τονίζοντας ότι η μετεξέλιξη των πρώτων σε advice centers με τη βοήθεια της τεχνολογίας είναι πλέον θέμα επιβίωσης, η Marian Ignat, Executive Director -– Head of Retail Distribution της BCR, -«μεγάλη πρόκληση οι συνέπειες της πανδημίας, αλλά ευτυχώς, είχαμε ετοιμάσει μια απόλυτα λειτουργική ψηφιακή πλατφόρμα για τις συνήθεις συναλλαγές, ανασχεδιάζοντας παράλληλα, τα καταστήματά μας», τόνισε, ο Andrzej Pyka, Chief Retail Transformation Officer της Santander Bank Polska, ο οποίος περιέγραψε τις δυνατότητες του open banking και του Banking-as-a-Service, όσον αφορά στον συνδυασμό συναλλαγών και υπηρεσιών από πολλούς διαφορετικούς τομείς και ο Viktor Stoyanov, Head of Remote Services & Digital Channels στην UniCredit Bulbank, που συνέδεσε την επιτυχία μιας τράπεζας με την ποιότητα και ευχρηστία των mobile εφαρμογών της, καθώς αυτές είναι συνήθως η πύλη εισόδου των χρηστών για τις καθημερινές συναλλαγές τους και τις υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας.

Σχεδιάζοντας την τράπεζα του μέλλοντος
Την τρίτη και τελευταία ενότητα άνοιξε ο Albert-Jan Schepers, Director Business Development & Consulting, της SG New Tech – εταιρείας του Software Group, παρουσιάζοντας τρόπους ανάπτυξης μέσω της βέλτιστης διαχείρισης πιστωτικών κινδύνων, μεθόδους αντιμετώπισης των σχετικών προκλήσεων, αλλά και παραδείγματα επιτυχημένων εφαρμογών εκ μέρους της εταιρείας του.

Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου των τραπεζών και η βέλτιστη οδός για κερδοφόρες στρατηγικές επιλογές σήμερα και στο μέλλον απασχόλησε τους πέντε συν-ομιλητές του τελευταίου πάνελ, τον Petr Baron, CEO της TBI Bank – «προτιμούμε το phygital μοντέλο, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση mobile εφαρμογών, έστω κι αν υπάρχει κάποια υστέρηση στη ΝΑ Ευρώπη, όσον αφορά στην υιοθέτησή του», είπε, τον Δημήτρη Κυπαρίσση, CEO της Optima Bank, -πλήρης αναγνώριση του σημαντικού ρόλου της τεχνολογίας ως facilitator στη λειτουργία της τράπεζας, που πάντως δεν χάνει το ανθρώπινο πρόσωπό της-, τον Alexander Boyko, Deputy CEO της Altbank Κιέβου, ο οποίος τόνισε ότι «λειτουργούμε μόνο μέσα από ψηφιακά κανάλια, στον χώρο του smart finance, εξυπηρετώντας και στηρίζοντας συγκεκριμένα οικοσυστήματα: διάστημα, τράπεζες και κυβερνοάμυνα», τον Michel Leger, EVP Innovation του Ingenico Group, σύμφωνα με τον οποίο, είναι ιδιαίτερα σημαντικές οι οργανωτικές διαδικασίες, η στήριξη της καινοτομίας, η ευελιξία μαζί με προσαρμοστικότητα, η προηγμένη τεχνολογία και η αξιοποίηση των δεδομένων- και τον Radu Topliceanu, Deputy CEO & Head of Retail Banking της BRD, -εταιρείας του ομίλου Societe Generale- η οποία είναι μια παραδοσιακή ρουμανική τράπεζα, που προωθεί σε συνεργασία με μικρές fintech, τον μετασχηματισμό της σε έμπιστο customer-first ίδρυμα, με omnichannel παρουσία και προσωποποιημένες υπηρεσίες.

Βασικός συντονιστής του 4ου BankTech ήταν ο δημοσιογράφος Παναγιώτης Μαρκέτος, με την συμπαράσταση του υπογράφοντος στην πρώτη ενότητα και του Αλκμάνος Γρανίτσα, Senior Associate, Kyklos Associates in Marketing & Public Relations Consultancy, στη δεύτερη και τρίτη ενότητα.

Νίκος Ραυτόπουλος: To νέο στρατηγικό πλάνο λειτουργίας του AΔMHE

Μια οργανωμένη προσπάθεια μετασχηματισμού συστημάτων, διαδικασιών, κουλτούρας, ανθρώπων και τελικά της ίδιας της ταυτότητάς του, με απώτερο σκοπό τη δημιουργία ενός βιώσιμου, Ψηφιακού Διαχειριστή, «τρέχει» ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ). Ο Νίκος Ραυτόπουλος, Διευθυντής της Διεύθυνσης Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του ΑΔΜΗΕ μας «ξεναγεί» στο συναρπαστικό “e-ταξίδι”.

Ο ΑΔΜΗΕ βρίσκεται σε μια διαδικασία digital transformation κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας. Στόχος μας είναι μέσω του δραστικού μετασχηματισμού των συστημάτων, των διαδικασιών και των ανθρώπων του, να αναδειχθεί μια νέα, σύγχρονη, πλήρως ψηφιακή ταυτότητα της εταιρείας.

netweek: Κύριε Ραυτόπουλε, ποια είναι η «ταυτότητα» του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ);

Νίκος Ραυτόπουλος: Ο ΑΔΜΗΕ σήμερα έχει διττό ρόλο. Από τη μία είναι ο ιδιοκτήτης του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ) έχοντας ως πρωταρχική ευθύνη για τον σχεδιασμό (μέσω του κυλιόμενου δεκαετούς πλάνου ανάπτυξης), την ανάπτυξη και ασφαλώς τη συντήρηση του συστήματος και των παγίων του. Από την άλλη, είναι διαχειριστής του ΕΣΜΗΕ και υπεύθυνος για την ασφαλή και εύρυθμη λειτουργία του συστήματος μεταφοράς, καθώς επίσης και για την διαχείριση της αγοράς εξισορρόπησης της ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, που απασχολεί κάτι παραπάνω από 1.600 εργαζομένους, ανήκει κατά 51% στο Ελληνικό Δημόσιο, το 25% διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, ενώ το υπόλοιπο 24% βρίσκεται στην κατοχή της State Grid Corporation of China (SGCC), της Κρατικής Κινεζικής εταιρείας ηλεκτρισμού. Μάλιστα, η τελευταία, θεωρείται ως η μεγαλύτερη εταιρεία κοινής ωφελείας στον κόσμο. Στο δυναμικό του ΑΔΜΗΕ ανήκουν 12.000 χιλιόμετρα γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, περισσότερα από 4.000 χιλιόμετρα δικτύου οπτικών ινών, ένα Εθνικό και 3 Περιφερειακά Κέντρα Ελέγχου Ενέργειας, 21 Κέντρα Υπερυψηλής Τάσης, 365 υποσταθμοί, ενώ διαθέτει και συνολικά 5 διεθνείς διασυνδέσεις (Αλβανία, Βουλγαρία, Βόρεια Μακεδονία, Ιταλία και Τουρκία) που επιτυγχάνονται μέσω 6 γραμμών. Όσο για τις προγραμματιζόμενες επενδύσεις, υπερβαίνουν σε αξία τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2030.

Πότε και υπό ποιες συνθήκες προέκυψε το «πράσινο» φως για την υλοποίηση της διαδικασίας του ψηφιακού μετασχηματισμού; Αποτέλεσε αναγκαιότητα ή συμβατική συνθήκη;

Αναμφίβολα, το τοπίο της αγοράς στην οποία και δραστηριοποιούμαστε μεταβάλλεται διεθνώς και δη με αυξημένη ταχύτητα. Σήμερα, οι Διαχειριστές Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (TSO) βρίσκονται απέναντι σε μια σειρά από προκλήσεις, τις οποίες και οφείλουν να αντιμετωπίσουν με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο προκειμένου οι αναδυόμενες συνθήκες να μην τους ξεπεράσουν.

Συγκεκριμένα, υφίσταται ανάγκη για περαιτέρω επέκταση του συστήματος μεταφοράς, που υπολογίζεται ότι θα υπερβεί το 30% κατά την προσεχή δεκαετία, ενώ η επένδυση που απαιτείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι το 2050 υπερβαίνει το 1,5 τρισεκατομμύριο ευρώ! Μάλιστα, η ψηφιοποίηση του συστήματος θα διευκολύνει την επέκταση και ταυτόχρονη αναβάθμιση του, ενώ με την παρακολούθηση των συσκευών σε πραγματικό χρόνο και την προληπτική συντήρηση αυξάνεται ο ωφέλιμος χρόνος ζωής των συσκευών του ίδιου του συστήματος. Μια ιδιαίτερα πιεστική συνθήκη αφορά στις ξεπερασμένες υποδομές ως συνέπεια της πολυετούς χρήσης τους. Σε αυτό το πλαίσιο, στα αμέσως επόμενα χρόνια είναι βέβαιο πως αναμένεται να αποσυρθούν από το σύστημα πολλά πάγια στοιχεία.

Την ίδια στιγμή, προκύπτει η αναγκαιότητα διασύνδεσης των συστημάτων και δικτύων μεταφοράς σε συνδυασμό με την διεύρυνση της κατανομής των ενεργειακών πόρων. Αρκεί να αναφέρω πως η διασύνδεση των συστημάτων μεταφοράς των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται να υπερβεί το 10% φέτος. Παράλληλα, στο σύστημα εντάσσονται ολοένα και περισσότερες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), ενώ αυξάνεται η ανάγκη εξυπηρέτησης νέων αναγκών, όπως λ.χ. η φόρτιση ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Τελευταία, αναδεικνύεται ολοένα και πιο δυναμικά η βελτίωση λειτουργίας και ελέγχου των συστημάτων μεταφοράς με τη χρήση ψηφιακών διδύμων (digital twins). Το Digital Twin αποτελεί μια ολοκληρωμένη πολλαπλής κλίμακας και φυσικών λειτουργιών πιθανολογική προσομοίωση της λειτουργίας ενός σύνθετου συστήματος η οποία χρησιμοποιεί τα καλύτερα διαθέσιμα φυσικά μοντέλα, τεχνολογία αισθητήρων κ.ο.κ. προκειμένου να αντικατοπτρίσει τη λειτουργία του φυσικού συστήματος καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην βελτίωση των προβλέψεων ζήτησης με την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ). Είναι ξεκάθαρο πως η ακριβής πρόβλεψη της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας είναι πολύ σημαντική για τον ενεργειακό προγραμματισμό των χωρών και την ομαλή λειτουργία των αγορών. Την ίδια στιγμή κρίνεται αρκούντως κρίσιμη για το σχεδιασμό και επέκταση των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας, την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων παραγωγής και την ανάπτυξη του ενεργειακού χάρτη μιας χώρας. Μάλιστα, για τον αποτελεσματικό σχεδιασμό της διανομής ηλεκτρικής ενέργειας είναι απαραίτητες ακριβείς προβλέψεις της μελλοντικής ζήτησης, έτσι ώστε η προσφορά και η ζήτηση ηλεκτρισμού να εξισορροπούνται.

Πόσο μάλλον από τη στιγμή κατά την οποία ανακριβείς προβλέψεις της ζήτησης μπορούν να οδηγήσουν σε πλεονάζουσα ή ελλειμματική προσφορά η οποία επιδρά αρνητικά στο λειτουργικό κόστος και την ασφάλεια του δικτύου. Εξυπακούεται πως η περαιτέρω εξέλιξη της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, θα οδηγήσει στην ανάπτυξη και λειτουργία συστημάτων τιμολόγησης σε πραγματικό χρόνο.

Επιτακτική δε είναι και η ανάγκη διασφάλισης κυβερνοασφάλειας και ενίσχυσης της ανθεκτικότητας των υποδομών. Ένα ακόμη στοιχείο που παίζει καταλυτικής σημασίας ρόλο είναι και η παρατηρούμενη γήρανση του ανθρώπινου δυναμικού, με συνεπακόλουθη την απώλεια εξειδικευμένης γνώσης. Κάτι, που μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών (λ.χ. συστήματα εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας), προκειμένου να διευκολυνθεί και επιταχυνθεί ταυτόχρονα η μετάδοση της γνώσης.

Πώς κινηθήκατε προκειμένου σήμερα να επεξεργαστείτε το ψηφιακό όραμα και τη συνεπακόλουθη στρατηγική προκειμένου να αναδείξουν τον ΑΔΜΗΕ του αύριο;

Αφού χαρτογραφήσαμε εκτενώς το τοπίο στο οποίο θα κληθούμε να λειτουργήσουμε κατά το αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα, σε συνάρτηση με τις αναδυόμενες προκλήσεις, τις υπό διαμόρφωση συνθήκες, αλλά και την μετεξέλιξη της τεχνολογίας, κατασταλάξαμε σε ορισμένες σταθερές. Υπό αυτό το πρίσμα, θεωρούμε πως η δημιουργία ενός βιώσιμου, Ψηφιακού Διαχειριστή βασίζεται σε ένα τετράπτυχο, καθώς θα διαμορφώνει ένα ολιστικό πλαίσιο για τη δημιουργία και την παροχή ετερογενών μεν, διαλειτουργικών δε, υπηρεσιών με οικονομικά αποδοτικό και επεκτάσιμο τρόπο. Παράλληλα, θα λαμβάνει υπόψη όλα τα εμπόδια, τους περιορισμούς και τις προκλήσεις ενσωμάτωσης της τεχνολογίας δίχως ωστόσο να παραβλέπει τον σχεδιασμό του διασυνδεδεμένου Grid (Ηλεκτρικά και Τηλεπικοινωνιακά) που οδηγεί στο σύστημα των συστημάτων. Είναι αυταπόδεικτο πως θα επεκτείνεται πέρα ​​από το υφιστάμενο περιβάλλον διακυβέρνησης μέσω ενός εναρμονισμένου αρχιτεκτονικού μοντέλου που με την σειρά του θα επιτρέπει τον εκσυγχρονισμό και την ψηφιοποίηση των στοιχείων (δίκτυα, πάγια κ.ά.) του ΕΣΜΗΕ,
θα εφαρμόζει επιχειρησιακές και τεχνικές διαδικασίες με αξιόπιστο και συνεπή τρόπο, ενώ ταυτόχρονα θα ενσωματώνει και διασυνδέει εφαρμογές IT και OT σε επιχειρησιακό μοντέλο εταιρικών δεδομένων συμβατό με το CIM.

Επιπροσθέτως, θα είναι σε θέση να συλλέγει, αποθηκεύει και επεξεργάζεται τεράστια δεδομένα σε πραγματικό χρόνο, θα ενσωματώνει δεδομένα και τεχνολογίες που σχετίζονται με ΑΠΕ, θα ενσωματώνει στοιχεία Internet οf Things (IoΤ) για την ψηφιακή μετάβαση προστατεύοντας από απειλές που προκύπτουν στον κυβερνοχώρο, εντάσσοντας σταδιακά νέες ψηφιακές τεχνολογίες αιχμής, όπως είναι το Artificial Intelligence, το Machine Learning κ.ά. Συν τοις άλλοις, θα αποτελέσει πρότυπο στον τομέα της ενέργειας μέσω ενός σαφώς καθορισμένου τεχνολογικού σχεδιασμού, βοηθώντας το σύνολο των υπαλλήλων να μεταβούν μέσω μιας συνεργατικής προσέγγισης με σκοπό να γίνουν digital natives σε όλες τις επιχειρησιακές μονάδες. Αφού, λοιπόν, καθορίσαμε τους προαναφερθέντες θεμελιώδεις άξονες, το 2020 προχωρήσαμε στην διαδικασία του καθορισμού της Ψηφιακής στρατηγικής και του πλάνου μετάβασης στον Ψηφιακό Διαχειριστή (Digital TSO). Από την εξειδικευμένη μελέτη προέκυψαν τουλάχιστον 25 ψηφιακά έργα με διάρκεια υλοποίησης τα 7 έως 8 χρόνια.

Τι βαρύτητα δίνεται στον εκσυγχρονισμό των δικτύων και του εξοπλισμού του ΑΔΜΗΕ;

Οι δράσεις ψηφιοποίησης των ΚΥΤ και Υποσταθμών (Digital Substation) είναι σε πλήρη εξέλιξη και αφορούν τουλάχιστον 17 ΚΥΤ και 27 Υ/Σ του ΑΔΜΗΕ. Η ψηφιοποίηση συνίσταται στην μελέτη, κατασκευή και εγκατάσταση Station Bus / Process Bus σύμφωνα με το πρότυπο 61850. Εξάλλου, το IEC 61850 αναγνωρίζεται ως το παγκόσμιο πρότυπο επικοινωνιών που επιτρέπει αυξημένο έλεγχο, παρακολούθηση και αυτοματοποίηση εντός συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας. Στο ηλεκτρικό δίκτυο μεταφοράς, οι υποσταθμοί λειτουργούν ως κόμβοι, και μέσα σε έναν υποσταθμό, το σύστημα προστασίας και ελέγχου (P&C) είναι το νευρωνικό κέντρο που ελέγχει τη ροή της ενέργειας.

Όσο για τα οφέλη που προκύπτουν από την υλοποίηση της διαδικασίας του Digital Substation;

Κατ’ αρχήν, τα αξιόπιστα συστήματα προστασίας και ελέγχου P&C είναι απαραίτητα για την ασφάλεια του συστήματος ισχύος, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τη ζημιά του εξοπλισμού και την απώλεια ενεργειακής τροφοδοσίας (φορτίο). Το πρότυπο IEC 61850 επιτρέπει αυτοματοποιημένες λειτουργίες υποσταθμών. Με τη σειρά του, δημιουργεί ένα πολύ πιο αποτελεσματικό δίκτυο μετάδοσης που μπορεί να ανταποκριθεί σε πραγματικό χρόνο σε αυτές τις παραλλαγές, αυξάνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τον βαθμό της παρεχόμενης αξιοπιστίας. Την ίδια στιγμή, επιτυγχάνεται μακροπρόθεσμη εξοικονόμηση κόστους, διασφαλίζοντας την μελλοντική ευελιξία του συστήματος, παρέχοντας ταυτόχρονα αυξημένη ασφάλεια.

Ποια η δυναμική των δεδομένων στον συνολικότερο σχεδιασμό του ΑΔΜΗΕ στο επίπεδο του digital transformation;

Ο ΑΔΜΗΕ δίνει μεγάλη έμφαση στην αξία των δεδομένων και επενδύει στην αξιοποίηση και στη διαθεσιμότητα τους σε όλους τους επιχειρησιακούς χρήστες. Στρατηγικός μας στόχος είναι να εξαλείψουμε τα σιλό δεδομένων τα οποία όχι μόνο υπάρχουν, αλλά είναι και πολλά, υλοποιώντας την κοινή στρατηγική ανάλυσης δεδομένων. Τα εργαλεία DWH και BI γίνονται διαθέσιμα σε όλα τα επιχειρησιακά τμήματα του οργανισμού και σταδιακά προχωράμε σε νέα επιχειρησιακά μοντέλα αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες με στόχο τη Διαθεσιμότητα των Δεδομένων στους Business Owners για λήψη ενημερωμένων αποφάσεων. Κατ’ αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η ψηφιακή βιωσιμότητα της ίδιας της εταιρείας.

Στο ίδιο πλαίσιο και για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας που είναι η μετάβαση από τη διαδικασία συντήρησης βάσει χρόνου (Time Based Maintenance) στη συντήρηση σύμφωνα με την κατάσταση των παγίων (Condition Based Maintenance), θα προμηθευτούμε ένα σύστημα αξιολόγησης της απόδοσης των παγίων του (Asset Performance Management System). Το εν λόγω σύστημα θα διασυνδεθεί με το Enterprise Asset Management σύστημα, τα online condition monitoring συστήματα και ασφαλώς με το OT περιβάλλον (SCADA DW, εφαρμογές προβλέψεων κ.ο.κ.) με σκοπό να δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο οικοσύστημα διαχείρισης και παρακολούθησης των κρίσιμων παγίων του οργανισμού. Αυτό, θα επιτρέψει την αρτιότερη γνώση και κατανόηση των μεμονωμένων παγίων εντός του δικτύου και ολόκληρου του συστήματος, την βελτίωση των πρακτικών και των σχεδίων συντήρησης μέσω της ανάλυσης ιστορικών, μα και δεδομένων σε πραγματικό χρόνο για την παρακολούθηση της υγείας των παγίων, την αξιολόγηση των κινδύνων και του αντίκτυπου στο ηλεκτρικό δίκτυο συγκεντρώνοντας και αναλύοντας τα δεδομένα απόδοσης παγίων.

Συν τοις άλλοις, θα δίνεται προτεραιοποίηση στη συντήρηση και την αντικατάσταση λαμβάνοντας καλύτερες αποφάσεις σχετικά με τον προγραμματισμό συντήρησης, την αντικατάσταση παγίων και των επενδύσεων στις υποδομές, οδηγώντας στην εφαρμογή προηγμένων στρατηγικών συντήρησης, όπως λ.χ. η προληπτική συντήρηση για τη βελτιστοποίηση της αξιοπιστίας και των KPI που σχετίζονται με το κόστος.

Η σημασία που δίνει ο ΑΔΜΗΕ στα δεδομένα είναι αρκούντως αυξημένη, καθώς αποτελεί τον τρίτο -ουσιαστικά- άξονα του στρατηγικού μας σχεδίου σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός ολοκληρωμένου Οικοσυστήματος Ανάλυσης Δεδομένων (Data Analytics) προκειμένου να επιτύχουμε την πλήρη εκμετάλλευση των δεδομένων της εταιρείας, καθώς θα είναι διαθέσιμα και συσχετισμένα μέσω της διασύνδεσης των συστημάτων. Όσο για τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διακρίνουν το εν λόγω οικοσύστημα, δεν είναι άλλα από την πελατοκεντρικότητα επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στις ανάγκες του Business και όχι στην τεχνολογία, το συνεργατικό μοντέλο διακυβέρνησης μεταξύ ΙΤ και Business, την ευφυή όσο και αυτοματοποιημένη λειτουργία, και όλα αυτά σε ένα ασφαλές περιβάλλον, το οποίο και θα διέπεται από ξεκάθαρους ρόλους και αυστηρό auditing.

Καθώς ο οργανισμός αποκτά πρόσβαση σε περισσότερα δεδομένα, είναι σε θέση να μπορεί να προσδίδει νέους τρόπους λειτουργίας για τα εν λόγω δεδομένα, προκειμένου να αυξήσουν την αξία τους. Με τη σειρά του, ο ΑΔΜΗΕ μπορεί να αποκομίσει αξία οργανώνοντας, εμπλουτίζοντας και συσχετίζοντας δεδομένα OT και IT. Όσο για τα οφέλη που θα προκύψουν, ξεχωρίζουν η δημοκρατικοποίηση των δεδομένων και η διαφάνεια, η βελτιστοποίηση της λήψη των αποφάσεων καθώς αυτή θα βασίζεται σε ανάλυση των πραγματικών δεδομένων και όχι στο “ένστικτο” και τη “διαίσθηση” και δη σε όλα τα διοικητικά επίπεδα της εταιρείας.

Επιπροσθέτως, επιτυγχάνεται ο αποτελεσματικός μετριασμός του επιχειρησιακού κινδύνου και η γρήγορη, αλλά και ευέλικτη συμμόρφωση με τις συνεχώς μεταβαλλόμενες ρυθμιστικές απαιτήσεις. Τέλος, διασφαλίζεται η μεγαλύτερη ακρίβεια στις προβλέψεις της λειτουργίας (λ.χ. ανάπτυξη συστήματος Πρόγνωσης Παραγωγής Ενέργειας από Αιολικά Πάρκα (Energy Forecasting), η πρόβλεψη των διακοπών στο δίκτυο εξαιτίας ακραίων καιρικών φαινομένων (Weather caused outages prediction), αλλά και η βελτιστοποίηση του κύκλου ζωής των παγίων, καθώς θα εφαρμοστεί η προληπτική συντήρηση.

Στο μέχρι τώρα «ταξίδι» σας στον κόσμο του ψηφιακού μετασχηματισμού, ποια εμπόδια ή προκλήσεις αναδύθηκαν από την μέχρι τότε λειτουργία του ΑΔΜΗΕ στο πρότερο πλαίσιο και παραγωγικό μοντέλο;

Η αλήθεια είναι πως κατά την διάρκεια του σχεδιασμού της διαδικασίας του ψηφιακού μετασχηματισμού, είχαμε την ευκαιρία να αναδείξουμε μια σειρά από δυσλειτουργίες ή ακόμη και λειτουργικές ανορθογραφίες, οι οποίες στο τέλος της ημέρας επιδρούσαν αντιπαραγωγικά. Για παράδειγμα, διαπιστώσαμε την ύπαρξη κατακερματισμένων επιχειρησιακών διαδικασιών με χαμηλό βαθμό αλληλεπίδρασης, πολλαπλών απεικονίσεων δεδομένων (Data Silos) που δυσκόλευαν την πλήρη διαθεσιμότητα των δεδομένων στους Business Owners προκειμένου με τη σειρά τους να οδηγηθούν στην λήψη ενημερωμένων αποφάσεων, καθώς επίσης και αναγκαιότητα οριζόντιας εφαρμογής των πολιτικών, διαδικασιών και μεθοδολογιών κυβερνοασφάλειας δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή σε IT και ΟΤ περιβάλλοντα.

Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτέλεσε το ανθρώπινο κεφάλαιο, καθώς μέσω αυτού διαπιστώθηκε η αντίσταση απέναντι στην αλλαγή. Για αυτό και αποτελεί βασική προϋπόθεση η δέσμευση των επιχειρησιακών χρηστών στην ψηφιακή στρατηγική της εταιρείας. Παράλληλα, το ανθρώπινο δυναμικό θα πρέπει να μετασχηματιστεί σε digital natives, με την ταυτόχρονη ανάγκη αφομοίωσης μιας «φρέσκιας» κουλτούρας εργασίας, την διασφάλιση της συνεργασίας κρίσιμων οργανικών μονάδων, αλλά και την επίτευξη επιχειρησιακής συνέχειας, μεταφοράς γνώσης και τον εκ βάθρων εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του συνόλου των συστημάτων.