Μπορούμε πλέον να μιλάμε για μια «εξατομικευμένη εμπειρία πελάτη», η οποία βασίζεται σε δεδομένα που λαμβάνονται σε ημερήσια βάση. Τα ΜΜΕ εκπέμπουν τη λήψη αποφάσεων με ταχύτατους ρυθμούς σε ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού με «τιμή ανά λεπτό διαφήμισης», που σίγουρα θα ζήλευαν οι καλύτεροι διαφημιστικοί brokers.

Στο πλαίσιο που έχει δημιουργήσει η πανδημία, ο χρόνος κυλάει αλλιώς. Για κάποιους πιο γρήγορα, για άλλους πιο αργά. Οι κατέχοντες την τεχνολογία νιώθουν ότι έχουν τον έλεγχο του ροοστάτη.

Ας δανειστούμε μια φράση που συχνά ακούγεται στις συνελεύσεις των διευθυντικών συμβουλίων. «Τα δεδομένα μας αναγκάζουν να επανεκτιμήσουμε…», όπου η επανεκτίμηση μπορεί να αφορά μεταξύ άλλων παραγγελίες από προμηθευτές, διαμόρφωση τιμών, μείωση ανθρώπινου δυναμικού, και μετάθεση επενδύσεων.
Ας βάλουμε τώρα τη λέξη «επιδημιολογικά» μπροστά από τα δεδομένα και ας φανταστούμε ένα κυβερνητικό συμβούλιο. Σε λιγότερο από ένα έτος, το συμβούλιο έχει αποφασίσει lockdowns, ανάλογα με τα δεδομένα και μάλιστα ανά γεωγραφική περιοχή, μερικές φορές ακόμα και σε επίπεδο χωριού.

Μπορούμε δηλαδή πλέον να μιλάμε για μια «εξατομικευμένη εμπειρία πελάτη», η οποία βασίζεται σε δεδομένα που λαμβάνονται σε ημερήσια βάση. Τα ΜΜΕ εκπέμπουν τη λήψη αποφάσεων με ταχύτατους ρυθμούς σε ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού με «τιμή ανά λεπτό διαφήμισης», που σίγουρα θα ζήλευαν οι καλύτεροι διαφημιστικοί brokers. Τέλος, η εφαρμογή της νέας πολιτικής εξασφαλίζεται τόσο αποτελεσματικά που μόνο μονοπωλιακές εταιρείες του περασμένου αιώνα θα μπορούσαν να φανταστούν.

Για να λειτουργήσει αυτός ο μηχανισμός, χρειάστηκε να γίνουν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα επενδύσεις σε τεχνολογίες, αλλά και προσαρμογή σε νέες διαδικασίες, τις οποίες το γραφειοκρατικό κράτος του παρελθόντος δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα υλοποιούνταν εντός του τρέχοντος αιώνα.
Μέσα σε αυτήν την κοσμογονική αλλαγή έγιναν πολλά επωφελή έργα για τους «πελάτες». Ένα μεγάλο ποσοστό των υπηρεσιών του δημοσίου ψηφιοποιήθηκαν, η τηλεργασία θεσπίστηκε ως εναλλακτική λύση, η τηλεκπαίδευση αντικατέστησε τη δια ζώσης εκπαίδευση και ίσως το πιο σημαντικό, η Ελλάδα συγχρονίστηκε με τους παραγωγικούς ρυθμούς της Ευρώπης, αφού όλοι επιστρέφουν σπίτι μέχρι τις 9 μ.μ. και ξυπνούν το ερχόμενο πρωί ενεργειακά φορτισμένοι για να ξεκινήσουν την εργασία τους.

Προφανώς, όλα τα έργα έχουν ακόμα μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Στην εικόνα της ψηφιοποίησης του Δημοσίου, για παράδειγμα, λείπει ακόμα το κομμάτι της διασύνδεσης. Ενώ λοιπόν μπορούμε να συλλέξουμε δεκάδες έγγραφα στον υπολογιστή μας, συχνά πρέπει να τα τυπώσουμε για να τα καταθέσουμε στην υπηρεσία που τα ζητάει. Όσον αφορά τηλεργασία και τηλεκπαίδευση, οι τηλεπικοινωνιακές υποδομές δεν φάνηκε να είναι έτοιμες για να υποστηρίξουν τη ψηφιακή μεταμόρφωση του κράτους, με αποτέλεσμα εργαζόμενοι και μαθητές να χρειάζεται αρκετά συχνά να «βγουν και να ξαναμπούν». Ωστόσο, οι νέες επενδύσεις σε οπτικές ίνες και φυσικά στο 5G αναμένεται να ανατρέψουν αυτήν την εικόνα το ερχόμενο διάστημα.

Τα παραδείγματα είναι ατέλειωτα. Να σταθούμε για λίγο στην πρόσφατη ανακοίνωση της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με την οποία, οι τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης θα χρησιμοποιηθούν για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής (μπορείτε να διαβάσετε σχετικό άρθρο στο νέο περιοδικό Finance Pro της Boussias). Αυτό είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα, για την ανάλυση μεγάλου όγκου δεδομένων που έχει στη διάθεση του το Υπουργείο Οικονομικών.

Ενδεχομένως δε, το επόμενο σημαντικό βήμα θα είναι το ίδιο νοήμον σύστημα να αξιοποιεί τα ίδια δεδομένα, προκειμένου να επιβραβεύει «εξατομικευμένα» επιχειρήσεις, οι οποίες βάζουν τα δυνατά τους για να εναρμονιστούν με τη στρατηγική του κράτους, είτε αυξάνοντας τις εξαγωγές τους, είτε διατηρώντας τον αριθμό των εργαζομένων τους και γενικότερα κάνοντας ενέργειες που αξίζουν επιβράβευσης. Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να καθησυχάσει και τη μερίδα πολιτών που θεωρούν ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα αξιοποιηθεί μόνο ως ο «κακός» Μεγάλος Αδελφός.

Έχουμε την τύχη να ζούμε σε μια περίοδο που η ιστορία γράφεται μέρα με τη μέρα και τα ιστορικά αρχεία είναι διαθέσιμα σε όλους, αφενός γιατί πολλά από αυτά είναι διαθέσιμα σε ψηφιακή μορφή, αφετέρου γιατί όλοι μας γινόμαστε καθημερινά λιγότερο ψηφιακά αναλφάβητοι. Όσοι ζήσουν θα έχουν τη δυνατότητα να λένε στα εγγόνια τους ότι έζησαν έναν πόλεμο, αλλά και την Αναγέννηση που ακολούθησε το τέλος του.