«Δεν ξεκατινιαζόμαστε μεταξύ μας, προσπαθώντας να κρύψουμε από τους εαυτούς μας την ανυπόφορη έκπτωση που βρισκόμαστε».

Η συχνότητα του να «πέφτουμε από τα σύννεφα», έχει αυξηθεί εκθετικά από την οικονομική κρίση του 2008 και έπειτα. Το πιο πρόσφατο περιστατικό ήταν η αποκαλυπτική πληροφορία σχετικά με τα δύο εκατομμύρια ευρώ που έλαβε η Cisco, προκειμένου να διαθέσει την πλατφόρμα Webex για τις ανάγκες της τηλεκπαίδευσης. Γιατί δεν έπρεπε να πληρωθεί η εταιρεία; Δηλαδή τι αποκαλυπτικό υπάρχει στο ότι οι εταιρείες πληρώνονται;

Και μετά την αποκάλυψη αυτή εμφανίστηκε και η εκπρόσωπος της εταιρείας, η οποία μας διαβεβαίωσε ότι σε καμία περίπτωση η εταιρεία δεν αξιοποίησε τα προσωπικά δεδομένα που πέρασαν από την πλατφόρμα. Οπότε ησυχάσαμε και με αυτό. Άλλωστε, ίσως και να είναι αλήθεια. Αν μάλιστα η εταιρεία ήθελε να παρουσιάσει μια πιο σφαιρική εικόνα της αλήθειας, θα μπορούσε να πει «έχουμε τη δυνατότητα να συλλέξουμε και να αναλύσουμε τα προσωπικά δεδομένα, αλλά δεν το κάναμε γιατί κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για αυτό». Αν για παράδειγμα, το Υπουργείο Παιδείας είχε ζητήσει αυτήν την ανάλυση για να κάνει αξιολόγηση των καθηγητών και είχε πληρώσει το ανάλογο τίμημα, η εταιρεία θα μπορούσε να το κάνει.
«Ε ναι, αλλά θα θίγονταν το reputation της στην αγορά και θα της επέβαλε και πρόστιμο η ΕΕ γιατί δεν θα είχε συμμορφωθεί με το GDPR», θα μπορούσε να πει κάποιος. Ε και; Συνέβη κάτι δραματικό στη Facebook, επειδή πούλησε προσωπικά δεδομένα των χρηστών της; Το χειρότερο που συνέβη στον Μαρκ Ζάκερμπεργκ ήταν ότι χρειάστηκε να βάλει κουστούμι για να παρουσιαστεί μπροστά στους εκπροσώπους του Κογκρέσου. Μήπως συνέβη κάτι δραματικό στην Intel, για την οποία πλέον γνωρίζουμε ότι είχε αφήσει ανοιχτές πόρτες στους επεξεργαστές της;

Το ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι η εταιρεία τώρα κουνάει το δάχτυλο, μαζί με άλλες εταιρείες των ΗΠΑ, στις κινέζικες εταιρείες που ενδεχομένως κάνουν το ίδιο. Έχουμε σταματήσει να χρησιμοποιούμε το Facebooκ, ή επεξεργαστές Intel ή τηλέφωνα Huawei; Ή μήπως έχουμε σταματήσει να πίνουμε αναψυκτικά και εμφιαλωμένο νερό, γιατί οι εταιρείες που τα παράγουν, επιβαρύνουν το περιβάλλον με περισσότερα από 100.000.000.000 πλαστικά μπουκάλια ανά έτος;

Οπότε, ένα το κρατούμενο. Οι εταιρείες πληρώνονται για να βγάλουν κέρδη. Επομένως, το επόμενο ερώτημα είναι αν το ανταποδοτικό όφελος που προσφέρουν στην κοινωνία κρίνεται επαρκές από τους πολίτες του κάθε κράτους. Εδώ τα πράγματα διαφοροποιούνται κάπως από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, όταν μια εταιρεία δημιουργεί ένα data center στην Ελλάδα, θα πρέπει αυτό να το εκθειάσει ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας και όχι απλά ο Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Επίσης, θα πρέπει το ελληνικό δημόσιο να αγοράσει μερικά εκατομμύρια άδειες από το λογισμικό της εταιρείας και τέλος θα πρέπει 100.000 άνθρωποι να εκπαιδευτούν δωρεάν στη χρήση του. Και πάλι καλά όμως. Γιατί η εταιρεία έχει γραφείο στην Ελλάδα, απασχολεί έναν αριθμό εργαζόμενων και πληρώνει φόρους. Αυτό είναι πιο ωφέλιμο από την δωρεάν εκπαίδευση που προσφέρει άλλη εταιρεία μέσω ΟΑΕΔ, η οποία έχει ένα υποτυπώδες γραφείο στην Ελλάδα και επιπλέον για να πάρει κάποιος το δωρεάν εκπαιδευτικό πακέτο υποχρεώνεται να κάνει μια προπαρασκευαστική εκπαίδευση αξίας 170 ευρώ.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται οι περισσότερες μεγάλες επενδύσεις που ακούμε το τελευταίο διάστημα. «Γραφεία της Amazon στην Ελλάδα», διαβάζαμε πρόσφατα. Καταρχάς το ερώτημα που τίθεται είναι, γιατί γραφεία; Έχει και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη και στην Πάτρα; Και πόσο θα μείνουν αυτά τα γραφεία στην Ελλάδα; Η Intel για παράδειγμα, στην οποία προαναφερθήκαμε, αλλά και άλλες εταιρείες που πριν μερικά χρόνια είχαν γραφεία, τώρα δεν έχουν ούτε καρέκλα.

Η όλη κατάσταση παίρνει μια ειρωνική μορφή, όταν τόσο η κυβέρνηση, όσο και κάποιες εταιρείες σχεδιάζουν δράσεις για να περιορίσουν το brain drain. Ευτυχώς, φαίνεται ότι έχει αρχίσει να γίνεται κατανοητό ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πολύ πιθανό να συμβεί και πλέον οι δράσεις έχουν στραφεί στην κατεύθυνση, «Ελα να εργαστείς στην Ελλάδα που έχει θάλασσα και ήλιο». Σε μια κρίση ειλικρίνειας το μήνυμα θα μπορούσε να συνεχίζεται λέγοντας, «Γιατί διαφορετικά θα ξεμείνουμε από φορολογούμενους και ήδη ο ιδιωτικός τομέας μας χρωστά 200 και παραπάνω δις και καταλαβαίνεις ότι βρισκόμαστε σε μια δύσκολη θέση».
Υπάρχουν εναλλακτικές; Προφανώς και όχι. Ό,τι θεωρείται ελεύθερο, εξαγοράζεται με το ανάλογο τίμημα. Οπότε, απολαμβάνουμε τη ζωή, η οποία, όπως μας έδειξε η πανδημία, είναι ιδιαιτέρως εύθραυστη και όπως λέει και ο Toni Servillo στο La Grande Bellezza, «δεν ξεκατινιαζόμαστε μεταξύ μας, προσπαθώντας να κρύψουμε από τους εαυτούς μας την ανυπόφορη έκπτωση που βρισκόμαστε».