Στο σύγχρονο επιχειρησιακό τοπίο, τα συστήματα, η πληροφορία και οι διαδικασίες αναπτύσσονται με τέτοιο ρυθμό που -αργά ή γρήγορα- δημιουργούν μια ανεξερεύνητη και απροσπέλαστη... ζούγκλα. Ζωτικής σημασίας για την επιχείρηση είναι η σωστή σύνδεση και επικοινωνία μεταξύ των επιμέρους εφαρμογών της -συνθήκη που δεν ικανοποιείται χωρίς μια γενναία και αποφασισμένη προσπάθεια για integration.

Οι πρωτοβουλίες integration είναι εκείνες που διασφαλίζουν ότι κανένα σημείο της υποδομής Πληροφορικής και πληροφορίας μιας επιχείρησης δεν είναι απροσπέλαστο. Η καθιέρωση σύνδεσης μεταξύ των σωστών συστημάτων επιτρέπει στο προσωπικό να είναι πιο παραγωγικό και καθιστά την επιχείρηση πιο προσιτή στους πελάτες και τους συνεργάτες της -αλλά και πιο ανταγωνιστική στην αγορά. Ποια είναι όμως τα «εργαλεία» που επιτρέπουν σε μια επιχείρηση να ανοίξει τους δρόμους που απαιτούνται για το integration μεταξύ των εφαρμογών;

Η ταχύτατη εξέλιξη του επιχειρησιακού είδους
Η επιβίωση του επιχειρησιακού είδους σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος προϋποθέτει εξέλιξη τρομακτικής ταχύτητας και ευελιξίας. Οι ανταγωνιστές και οι θηρευτές, όχι μόνο είναι ταχύτεροι, αλλά και έχουν καταργήσει τα πάλαι ποτέ όρια της γεωγραφίας. Κάθε επιχείρηση η οποία παίρνει το θέμα της επιβίωσής της στα σοβαρά, θα πρέπει να επικεντρωθεί στο κρίσιμο θέμα της πληροφορίας και να σιγουρευτεί ότι έχει πλήρη και άμεση πρόσβαση σε μια ενοποιημένη υποδομή Πληροφορικής.

Για να αντεπεξέλθουν στα σημερινά κατώτατα όρια ταχύτητας του business, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να βασίζουν τη λειτουργία τους σε εφαρμογές οι οποίες επικοινωνούν μεταξύ τους ανεξαρτήτως γλώσσας προγραμματισμού, πλατφόρμας συστημάτων, μοντέλων προγραμματισμού, πρωτοκόλλων ή μορφής δεδομένων. Η διαδικασία της ενοποίησης μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα απαιτητική, καθώς οι περισσότερες σύγχρονες επιχειρήσεις υποστηρίζουν μια ολόκληρη στρατιά από εφαρμογές, κάποιες αγορασμένες και άλλες κατόπιν εσωτερικής ανάπτυξης.

Σχετική μελέτη αποτιμά τον αριθμό των εφαρμογών που υποστηρίζει η σύγχρονη επιχείρηση μεταξύ των 6 και 100 -ανάλογα με το μέγεθος και τον τύπο αυτής. Με την κατάλληλη μέθοδο, μια επιχείρηση μπορεί να ενοποιήσει με ευκολία τα επιμέρους συστήματά της προκειμένου να θέτει στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου -εντός και εκτός της εταιρείας- τεράστια ποσά πληροφορίας.

Αυτό της επιτρέπει ακόμα να αυτοματοποιεί και να διαχειρίζεται end-to-end επιχειρησιακές διαδικασίες και να ενισχύει τις δομές συνεργασίας με άλλες εταιρείες. Τρία κρίσιμα σημεία για την υλοποίηση του integration σε ολόκληρη την επιχείρηση είναι η ευελιξία της πληροφορίας, η δυνατότητα απόκρισης εκ μέρους του ΙΤ και η μείωση κόστους και ρίσκου.

Ευελιξία πληροφόρησης: Η δυνατότητα της γρήγορης προσαρμογής στις αλλαγές της αγοράς και του εκτοπισμού του ανταγωνισμού έχει τεράστια στρατηγική σημασία για κάθε επιχείρηση. Η άντληση της επιχειρησιακής λογικής από τις πολλαπλές εφαρμογές αποτελεί έναν εύκολο και αποτελεσματικό τρόπο για τη στήριξη της ευελιξίας και τη δημιουργία νέων επιχειρησιακών ευκαιριών. Μέσα από την ενοποίηση των εφαρμογών, οι ετερογενείς πηγές δεδομένων σταματούν να αποτρέπουν την άμεση πρόσβαση στη ζητούμενη πληροφορία.

Σαν αποτέλεσμα, η εταιρεία είναι σε θέση να εντοπίσει και να αποκριθεί με μεγαλύτερη ταχύτητα τόσο σε εσωτερικά όσο και σε εξωτερικά συμβάντα. Επιπλέον, η ενοποίηση των κρίσιμων συστημάτων μιας εταιρείας με τα αντίστοιχα των πελατών, προμηθευτών και συνεργατών της βελτιώνει την ποιότητα της υπηρεσίας και προστατεύει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Δυνατότητα απόκρισης εκ μέρους του IT: Η δυνατότητα απόκρισης σε μεταλλασσόμενους επιχειρησιακούς στόχους προϋποθέτει υποδομή Πληροφορικής με αντίστοιχες δυνατότητες. Πολλές φορές, η Διεύθυνση Πληροφορικής αντιμετωπίζεται σαν αιτία «μποτιλιαρίσματος» και καθυστέρησης λόγω του χρόνου και των πόρων που απαιτούνται για την ικανοποίηση νέων επιχειρησιακών απαιτήσεων. Η ενοποίηση των υφιστάμενων εφαρμογών και διαδικασιών επιτρέπει στο ΙΤ να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του business με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα.

Μείωση κόστους και ρίσκου: Στο σημερινό οικονομικό κλίμα, οι υπεύθυνοι για τη λήψη αποφάσεων που αφορούν το ΙT, αλλά και το business, αναζητούν τρόπους να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα της επιχείρησης χωρίς αυτό να προϋποθέτει σημαντική οικονομική επένδυση.  Η επιδίωξη της αποτελεσματικότητας εγείρει αναπόφευκτα το θέμα του consolidation των εφαρμογών αλλά και του τι πρέπει να γίνει με τα συστήματα legacy. Μήπως είναι προτιμότερο να αντικατασταθούν και να αντικατασταθούν ολικά; Ή είναι δυνατή η άντληση αξίας από την υφιστάμενη υποδομή;

Με τη σωστή προσέγγιση ενοποίησης, η επαναχρησιμοποίηση των εφαρμογών μπορεί να επιταχύνει τις διαδικασίες και να δημιουργήσει ένα ενιαίο και ευέλικτο business. Το integration μπορεί ακόμα να καταργήσει τις χειροκίνητες διαδικασίες που απαιτούνται για τη μεταφορά της πληροφορίας μεταξύ δύο ασύνδετων συστημάτων και τη διασφάλιση ότι πληρούνται όλες οι απαιτήσεις ασφαλείας. Οι ενοποιημένες υπηρεσίες μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν -μεμονωμένες ή συνδυαστικά- ώστε να επιτρέψουν ανάπτυξη χαμηλού κόστους και κινδύνου.


Ο σωστός δρόμος
Η τυπική επιχειρησιακή ζούγκλα περιλαμβάνει μια πλούσια «χλωρίδα» Πληροφορικής και διαδικασιών, η οποία περιλαμβάνει συστήματα legacy, εφαρμογές και πηγές δεδομένων. Οι συνδέσεις μεταξύ των παραπάνω στοιχείων είναι χαοτικές και μη-καταγεγραμμένες ενώ η συντήρησή τους είναι, αναπόφευκτα, κοστοβόρα. Επιπρόσθετα προβλήματα προκύπτουν όταν επίκειται κάποια συγχώνευση ή εξαγορά -γεγονότα που αυξάνουν την περιπλοκότητα εκθετικά.

Κάνοντας μια μικρή αναδρομή, μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι ο διαχωρισμός μεταξύ των πληροφοριακών συστημάτων επιδεινώθηκε με την εμφάνιση των «έτοιμων» εφαρμογών τύπου ERP, CRM και SCM. Αρχικά, τα συστήματα αυτά αποτελούσαν αυτοτελή «μαύρα κουτιά» με ελάχιστη -ή και μηδενική- πρόσβαση σε εσωτερικά δεδομένα και διαδικασίες.

Αν και πολλές από τις εν λόγω εφαρμογές παρέχουν πλέον βελτιωμένη πρόσβαση στα υποκείμενα δεδομένα και στην επιχειρησιακή λογική, η ενοποίησή τους με άλλα συστήματα εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση.

Επιπλέον, και ιδίως στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον, οι επιχειρήσεις στρέφονται σε λύσεις SaaS  (software as a service) με βάση το cloud, προκειμένου να μειώσουν τα κόστη κεφαλαίου, να επιταχύνουν την απόδοση αξίας και να ελαχιστοποιήσουν τη χρήση των εσωτερικών πόρων για δευτερεύουσες δραστηριότητες. Η αυξανόμενη χρήση των υπηρεσιών βάσει cloud, εντείνει και την ανάγκη για integration -τόσο με λύσεις που τρέχει η επιχείρηση εσωτερικά, όσο και με άλλες υπηρεσίες SaaS.

Η κρίσιμη πρόκληση με την οποία έρχεται αντιμέτωπη κάθε επιχείρηση αφορά την απόφαση σχετικά με το ποιο δρόμο θα πρέπει να ακολουθήσει για να φτάσει στο integration.

Οι επιλογές είναι πολλές και περιλαμβάνουν:
• την ανάπτυξη λύσης custom-code, με χρήση εσωτερικών πόρων
• την ανάπτυξη λύσης custom-code σε συνεργασία με system integrators και βάσει των APIs (Application Programming Interfaces) του βέντορα
• την αγορά έτοιμης λύσης integration.

Ανάπτυξη λύσης custom code, με χρήση εσωτερικών πόρων: Οταν το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης λειτουργικότητας μεταξύ δύο εφαρμογών, τότε η μέθοδος του custom αποτελεί πιθανότατα τη γρηγορότερη οδό -ειδικά αν υπάρχει κάποια πιεστική προθεσμία. Συνήθως, κάτι τέτοιο εφαρμόζεται για την άμεση ενοποίηση δύο συστημάτων. Η προσέγγιση αυτή έχει τη δυνατότητα προσαρμογής στις ακριβείς επιχειρησιακές ανάγκες της επιχείρησης, αλλά προϋποθέτει μια σημαντική επένδυση -είτε σε εσωτερικούς πόρους, είτε σε εξωτερικό συνεργάτη ο οποίος θα αναλάβει την ανάπτυξη και τη συντήρηση.

Ανάπτυξη λύσης custom code με APIs: Μια Διεύθυνση Πληροφορικής συχνά επαφίεται σε τρίτους για την εκτέλεση λειτουργιών τις οποίες δεν μπορεί, ή δεν επιτρέπεται, να αναλάβει η ίδια. Τέτοιες λειτουργίες είναι η συσκευασία και διανομή ολοκληρωμένων προϊόντων. Προκειμένου το παραπάνω να γίνει σωστά, χρειάζονται σύνθετες οδηγίες και διαδικασίες αιτημάτων. Αντίστοιχα, σχεδόν κάθε λογισμικό εκφράζει το αίτημά του σε κάποιο άλλο λογισμικό, προκειμένου εκείνο να εκτελέσει κάποια λειτουργία.

Για να επιτευχθεί αυτό, το πρώτο λογισμικό χρησιμοποιεί έναν κώδικα από τυποποιημένα requests -ή, αλλιώς, APIs- τα οποία και έχουν οριστεί ειδικά για το δεύτερο λογισμικό. Τα APIs ενός συγκεκριμένου προγράμματος ορίζουν την κατάλληλη μέθοδο προκειμένου ένας developer να μπορεί να ζητά συγκεκριμένες υπηρεσίες από το πρόγραμμα αυτό.

Αγορά έτοιμης λύσης integration: Στη θεωρία, οποιαδήποτε εφαρμογή θέλει να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες κάποιου άλλου προγράμματος, θα πρέπει να το κάνει μέσω του παρεχόμενου API. Στην πράξη, το παραπάνω δεν ήταν δυνατό για αρκετά έτοιμα πακέτα λογισμικού -και πολύ δύσκολο με κάποιες εφαρμογές legacy. Για να καλύψουν τα σχετικά κενά, κάποιες εταιρείες με εξειδίκευση στο integration ανέπτυξαν έτοιμες λύσεις ώστε να παράσχουν ένα interface για συγκεκριμένες εφαρμογές, ή και ομάδες αυτών.

Παρέχοντας ένα απλό, εύχρηστο εργαλείο integration το οποίο αφήνει τις πολυπλοκότητες του δικτύου σε δεύτερο πλάνο, οι προγραμματιστές διευκολύνονταν να γράψουν εξωτερικές λειτουργίες για τις εφαρμογές. Σχεδιάστηκαν επίσης έτοιμα connectors για την ενοποίηση των επιχειρησιακών συστημάτων με δημοφιλή προϊόντα ERP και CRM, ώστε να αυξάνεται η ταχύτητα με την οποία φτάνουν στην αγορά -μειώνοντας, παράλληλα, τα κόστη τους. Κι επειδή οι λύσεις αυτές έγιναν διαθέσιμες σε πολλαπλές πλατφόρμες, απλοποίησαν και την επικοινωνία μεταξύ αυτών.


Don’t do this at home
Αν και η προσέγγιση του custom code μπορεί να δείχνει εύκολη, εξίσου εύκολα κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια σύνθετη προσπάθεια. Το custom code είναι συνήθως βαρύ και «δύσκαμπτο» και επιφορτίζει τις εταιρείες που το αναπτύσσουν με τη μανούρα του debugging και της συντήρησης του κώδικα ώστε αυτός να ανταποκρίνεται στις εξελίξεις του επιχειρησιακού περιβάλλοντος.

Αν και η λύση custom μπορεί, αρχικά, να είναι πιο συμφέρουσα από οικονομικής άποψης, η συντήρηση την οποία απαιτεί μακροπρόθεσμα συνήθως ανατρέπει τα δεδομένα. Μεταξύ άλλων, απαιτεί την εμπλοκή προγραμματιστών με εξειδικευμένες γνώσεις – του τύπου, δηλαδή, που συνήθως δεν συγκαταλέγεται μεταξύ του προσωπικού μιας Διεύθυνσης Πληροφορικής.

Το integration που βασίζεται σε APIs παρέχει απόλυτο έλεγχο της συμπεριφοράς του συστήματος αλλά προϋποθέτει εξειδικευμένες γνώσεις προγραμματισμού οι οποίες συχνά διαφέρουν από πλατφόρμα σε πλατφόρμα. Τα APIs είναι, τουλάχιστον, σύνθετα και προϋποθέτουν εκτεταμένη διαχείριση εξαιρέσεων προκειμένου να έχουν επιτυχία. Η ανάπτυξη παρόμοιων integrations μπορεί να αποδειχθεί πολύ ακριβή αλλά και χρονοβόρα, με αποτέλεσμα τα επιχειρησιακά αποτελέσματα να σημειώνονται με χαρακτηριστική καθυστέρηση.

Οι έτοιμες λύσεις integration επιταχύνουν την ευθυγράμμιση των επιχειρησιακών διαδικασιών, ανεξάρτητα του αν διαπερνούν κάποια λειτουργικά όρια μέσα στην επιχείρηση ή αν επεκτείνονται σε συστήματα της ευρύτερης αλυσίδας.  Η χρήση των λύσεων αυτών συντελεί στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της λειτουργίας, αυξάνει τη δυνατότητα απόκρισης σε ανταγωνιστικές πιέσεις και εξοικονομεί χρόνο και χρήμα. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις για κάθε είδος εφαρμογής.

Το cloud «βρέχει» integration
Αν και η λογική του SaaS (Software as a Service) και του cloud computing αποτελούν την αναπόφευκτη εξέλιξη του μέλλοντος -και επιφέρουν σημαντικά πλεονεκτήματα,- περιπλέκουν την προσπάθεια για integration. Οι κεντρικοί προμηθευτές έχουν δεσμευτεί να διατηρήσουν ανοικτά πρότυπα ώστε να επιτρέπεται η φορητότητα των δεδομένων, αλλά υπάρχει πάντα ο φόβος ότι η μετακίνηση των δεδομένων μεταξύ διαφορετικών προμηθευτών δεν θα αποδειχθεί εύκολη στην πράξη.

Κάποιες εταιρείες μπορεί να προτιμήσουν pre-integrated σουίτες λογισμικού ενός προμηθευτή οι οποίες βασίζονται σε ένα κεντρικό πυρήνα προκειμένου να παρέχουν integration μεταξύ του συγκεκριμένου προϊόντος και άλλων. Αυτό δημιουργεί ένα διαφορετικό μειονέκτημα, καθώς δεσμεύει τον πελάτη σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον και περιορίζει τη δυνατότητα χρήσης καινοτόμων νέων τεχνολογιών.

Η χρήση middleware, όπως οι πλατφόρμες application integration, καθώς και συστημάτων  τα οποία χρησιμοποιούν τα web services, είναι προσεγγίσεις που ανεβαίνουν στην προτίμηση του κοινού τα τελευταία χρόνια. Ανεξαρτήτως προσέγγισης, προκλήσεις εντοπίζονται στους τομείς της ασφάλειας, των μοντέλων δεδομένων, των επιχειρησιακών διαδικασιών και της ροής εργασίας.

Τα όρια του Integration
Ο στόχος μιας πλατφόρμας application integration είναι η δημιουργία ενός περιβάλλοντος μέσα από το οποίο η επιχείρηση θα μπορεί να:
• διασφαλίζει τη συνέπεια και ομοιομορφία της πληροφορίας σε πολλαπλά συστήματα
• διασφαλίζει ότι οι ολοκληρωμένες εφαρμογές χρησιμοποιούν τα ίδια datasets και μπορούν να μοιράζονται πληροφορίες
• ενοποιεί κάθε τύπο εφαρμογής (ανεξαρτήτως πλατφόρμας, γλώσσας προγραμματισμού ή πόρων) ώστε να συνδέονται σε workflows και διαδικασίες
• καλύπτει θέματα ασφάλειας ώστε, για παράδειγμα, τα δεδομένα να είναι διαθέσιμα μόνο στους σωστούς πόρους.

Οι σωστές λύσεις integration παρέχουν περισσότερα από μια απλή αλλαγή του format των δεδομένων. Το workflow, τα οποίο περιλαμβάνει το σύνολο των βημάτων που απαιτούνται για την αυτοματοποίηση μιας επιχειρησιακής διαδικασίας, είναι υποχρεωτικό προκειμένου να διασφαλίζεται η πλήρης αυτοματοποίηση σύνθετων επιχειρησιακών διαδικασιών. Η ασφαλής και αξιόπιστη επικοινωνία, το routing βάσει περιεχομένου, ο χειρισμός κανόνων επιχειρησιακής λογικής, η προσαρμογή των δεδομένων, ο καθαρισμός και η επαλήθευση αποτελούν παραδείγματα πραγματικών απαιτήσεων για την αυτοματοποίηση χειροκίνητων διαδικασιών.

Κάθε επιχείρηση σήμερα αναζητά τρόπους για να λειτουργεί πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά, και θέλει να πετύχει το παραπάνω χωρίς να προβεί σε μεγάλες επενδύσεις. Ετσι, στρέφεται στη Διεύθυνση Πληροφορικής και της ζητά να μεγιστοποιήσει τη στρατηγική αξία μέσα από την αύξηση της ευελιξίας και της ταχύτητας των επιχειρησιακών εφαρμογών. Τα παραπάνω συμβαίνουν πάνω κάτω σε όλες τις επιχειρήσεις.

Η συνέχεια όμως είναι διαφορετική. Αν και το ζητούμενο παραμένει το ίδιο για όλους, ο τρόπος με τον οποίο θα φτάσουν σε αυτό είναι διαφορετικός. Οι άνθρωποι που λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις θα πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση του τι συνεπάγεται κάθε επιλογή, αφού το όποιο λάθος θα οδηγήσει σε μια συνεχιζόμενη απαξίωση των πόρων Πληροφορικής και σε εκθετικά κόστη για την επιχείρηση.