Η τεχνολογία των barcodes και RFID, αν και είναι γνωστή εδώ και χρόνια, τον τελευταίο καιρό βρίσκει έδαφος σε πολλούς κλάδους και διαφορετικούς τομείς. Τα οφέλη από τη χρήση τους είναι αρκετά, τόσο για επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές και πολίτες –για παράδειγμα στο χώρο της Υγείας.

Όπως περιγράφεται στην ιστοσελίδα www.rfidportal.gr του Eltrun, η τεχνολογία αναγνώρισης µέσω ραδιοσυχνοτήτων (RFID) βασίζεται στην απλή ιδέα ότι υπάρχει ένα ηλεκτρονικό κύκλωµα σε µια µη τροφοδοτούµενη («παθητική») ετικέτα και δεν απαιτεί ούτε µπαταρίες ούτε κάποια συντήρηση. Το κύκλωµα αυτό µπορεί να τροφοδοτείται περιστασιακά εξ΄ αποστάσεως από µία διάταξη (ή συσκευή) ανάγνωσης, µέσω εκποµπής ενέργειας προς αυτό.

Δεδοµένου του τρόπου τροφοδότησης, η ετικέτα ανταλλάσσει πληροφορίες µε τη συσκευή ανάγνωσης. Η ετικέτα συνίσταται από ένα απλό πηνίο κεραίας µέσα σε µια θήκη από γυαλί ή πλαστικό, συγκολληµένο στο ολοκληρωµένο κύκλωµα. Η τεχνολογία RFID χρησιμοποιεί ραδιοκύματα για αυτόματη αναγνώριση αντικειμένων. Η αναγνώριση γίνεται με την αποθήκευση ενός σειριακού αριθμού (ταυτότητα αντικειμένου), ίσως και άλλων πληροφοριών, σε ένα μικροτσίπ (RFID tag/ετικέτα) που προσαρτάται σε μια κεραία.

Οι πληροφορίες της ετικέτας μεταφέρονται με ραδιοκύματα, μέσω της κεραίας, σε ένα δέκτη/αναγνώστη (RFID scanner/reader). Ο αναγνώστης μετατρέπει τα ραδιοκύματα σε ψηφιακή πληροφορία, η οποία μπορεί στη συνέχεια να αποθηκευθεί σε ένα πληροφοριακό σύστημα. Η κεραία εκπέµπει ραδιο-σήµατα ώστε να ενεργοποιήσει την ετικέτα για να διαβάσει και να εγγράψει τα στοιχεία σε αυτήν.

Οι κεραίες είναι οι αγωγοί µεταφοράς ανάµεσα στην ετικέτα και τον ποµποδέκτη, ο οποίος ελέγχει την επικοινωνία και την κατοχή των δεδοµένων του συστήµατος. Όταν µια ετικέτα RFID περνά µέσω της ηλεκτροµαγνητικής θερµικής ζώνης ανιχνεύει το σήµα ενεργοποίησης του αναγνώστη. Η συσκευή ανάγνωσης αποκωδικοποιεί τα στοιχεία που έχουν κωδικοποιηθεί στο ενσωµατωµένο κύκλωµα της ετικέτας (silicon chip) και τα στοιχεία περνούν στον υπολογιστή για επεξεργασία.

Πλεονεκτήματα – Μειονεκτήματα
Παρότι οι πρώτες εφαρμογές του RFID στο χώρο της διαχείρισης της εφοδιαστικής αλυσίδας και του λιανεμπορίου βρίσκονται ακόμα σε πρωταρχικά στάδια υλοποίησης, αρκετές πρωτοπόρες εταιρίες έχουν ήδη αναγνωρίσει τα σπουδαία πλεονεκτήματα της νέας τεχνολογίας, εφαρμόζοντας πιλοτικά προγράμματα. Τα βασικότερα από αυτά παραθέτονται στη συνέχεια, παρότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ευρεία αποδοχή και υλοποίηση του RFID θα φέρει στην επιφάνεια πολλά ακόμα.

1) Βελτίωση της Διαχείρισης Αποθεμάτων
Ο έλεγχος και η διαχείριση των αποθεμάτων αποτελούν μια ιδιαίτερα περίπλοκη, χρονοβόρα και δαπανηρή διαδικασία για κάθε λιανέμπορο. Προσφέροντας απόλυτη διαφάνεια του αποθέματος σε πραγματικό χρόνο, το RFID θα δώσει στις εταιρείες τη δυνατότητα να παρακολουθούν και να ελέγχουν εύκολα το επίπεδο των αποθεμάτων τους ανά πάσα στιγμή.

2) Βελτίωση της Ποιότητας των Υπηρεσιών
Η ικανοποίηση των πελατών από τις προσφερόμενες υπηρεσίες αποτελεί ισχυρό κίνητρο για κάθε λιανέμπορο. Με τη χρήση της τεχνολογίας του RFID, οι υπάλληλοι των καταστημάτων θα είναι σε θέση να προσδιορίζουν με ακρίβεια τη θέση κάθε προϊόντος εντός του καταστήματος ανά πάσα στιγμή. Έτσι, μέσω της πρόσβασης σε μια ενιαία βάση δεδομένων, θα μπορούν να εξυπηρετούν και να κατευθύνουν εύκολα και άμεσα τους πελάτες, απλά με το άγγιγμα ενός πλήκτρου ή κουμπιού.

3) Ενίσχυση της Εμπιστοσύνης των Πελατών
Χρησιμοποιώντας την τεχνολογία του RFID, οι λιανέμποροι – και ιδιαίτερα τα supermarkets – θα έχουν τη δυνατότητα να συλλέγουν πλήθος πληροφοριών σχετικά με τις καταναλωτικές προτιμήσεις των πελατών τους. Οι πληροφορίες αυτές θα χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για την παροχή κινήτρων αγοράς προς αυτούς, όχι πλέον με μαζικό αλλά με εξατομικευμένο τρόπο, στηριζόμενο στις ιδιαίτερες προτιμήσεις του καθενός.

4) Αρτιότερη πληροφόρηση και νέες μορφές συνεργασίας
Η ενοποίηση του RFID με την υπάρχουσα πληροφοριακή υποδομή των προμηθευτών και των λιανέμπορων, αποτελεί μια μεγάλη και δύσκολη τεχνολογική πρόκληση. Ωστόσο, είναι απαραίτητο βήμα για την αξιοποίηση της πλούσιας και πολύπλευρης πληροφόρησης που μπορεί να προσφέρει το RFID για τα προϊόντα. Όταν η διαδικασία ολοκληρωθεί και οι πληροφορίες γίνουν διαθέσιμες στην κατάλληλη μορφή στα συστήματα της κάθε πλευράς, θα δημιουργηθούν νέοι ορίζοντες στα πλαίσια της συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ λιανέμπορων και προμηθευτών / κατασκευαστών.

5) Μείωση του κόστους εργασίας
Υπάρχουν στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπου οι ανάγκες σε χειρωνακτική εργασία και, κατ’ επέκταση σε κόστος ανθρωπίνου δυναμικού, είναι ιδιαίτερα αυξημένες. Για παράδειγμα, στα κέντρα διανομής των προϊόντων το κόστος εργασίας ανέρχεται κατά προσέγγιση στο 70% του συνολικού κόστους λειτουργίας.
Η εφαρμογή του RFID αναμένεται να επιφέρει μείωση του παραπάνω ποσοστού κατά περίπου 30%, εξαλείφοντας την ανάγκη για χειρωνακτική σάρωση ή καταμέτρηση των συσκευασιών προϊόντων κατά την παραλαβή, αποθήκευση και αποστολή τους.

6) Αντιμετώπιση της αναπαραγωγής πλαστών αντιγράφων
Η παράνομη αναπαραγωγή και η κατασκευή πλαστών αντιγράφων προϊόντων μεγάλης εμπορικής αξίας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των βιομηχανιών. Η ενσωμάτωση των RFID ετικετών στα αυθεντικά προϊόντα, για παράδειγμα στο σώμα μιας ακριβής γυναικείας τσάντας, θα καταστήσει δυνατό τον έλεγχο της αυθεντικότητας των προϊόντων και θα συμβάλλει στην καταπολέμηση της πώλησης πλαστών και παραποιημένων ειδών στις λεγόμενες “μαύρες” αγορές.

Barcodes
Σύμφωνα με στοιχεία του GS1 Ελλάς (www.gs1gr.org), οι Γραμμωτοί Κώδικες – barcodes είναι ένα σύγχρονο εργαλείο για την ακριβή και γρήγορη εισαγωγή δεδομένων σε Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές. Αντικαθιστούν την παραδοσιακή πληκτρολόγηση η οποία συνήθως οδηγεί σε λάθη και καθυστερήσεις.

Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η πιθανότητα λάθους πληκτρολόγησης είναι 1 πρός 300 ενώ η πιθανότητα λάθους ανάγνωσης ενός σωστά εκτυπωμένου barcode είναι περίπου 1 ανά 3.000.000 αναγνώσεις.

Τα barcodes αποτελoύν κλάδο του γενικότερου τομέα τεχνολογιών Αυτόματης Συλλογής Δεδομένων (Automatic Data Capture Technologies). Είναι τυποποιημένα σύμβολα, ένα είδος αλφαβήτου, που απεικονίζουν με συνδυασμούς από γραμμές διαφορετικού πλάτους και “είδους” (“σκοτεινές” και “φωτεινές”), μια συγκεκριμένη πληροφορία (π.χ. τον κωδικό ενός προϊόντος)• “διαβάζονται” δε από μηχανήματα ηλεκτρονικής οπτικής ανάγνωσης (scanners).

Περνώντας ο scanner πάνω από μία μπάρα, καταλαβαίνει το είδος της (φωτεινή ή σκοτεινή) καθώς και το πλάτος της. M’ αυτόν τον τρόπο αποκωδικοποιείται το σύμβολο και μεταφέρεται στον H/Y η «πληροφορία» η οποία περιέχεται μέσα στο barcode. O H/Y με τη σειρά του χρησιμοποιώντας αυτόν τον κωδικό, ανατρέχει στη βάση δεδομένων του όπου και βρίσκονται όλες οι πληροφορίες που αντιστοιχούν στον συγκεκριμένο κωδικό. Έτσι επιτυγχάνεται η ομαλή και απροβλημάτιστη διακίνηση και διαχείριση προϊόντων και υπηρεσιών.

Συμβολογίες
H ιστορία των barcodes ξεκινά στα τέλη της δεκαετίας του ‘40 όταν οι Joe Woodland και Berny Silver ερευνούσαν τρόπους που θα επέτρεπαν την αυτόματη ανάγνωση της τιμής πώλησης ενός προϊόντος σε ένα ταμείο καταστήματος. Οι προσπάθειές τους απέδωσαν καρπούς το 1949 όταν δημιούργησαν την πρώτη μορφή γραμμωτού κώδικα – barcode που έγινε γνωστός με το όνομα “Bull’s eye Code” επειδή έμοιαζε οπτικά με έναν “στόχο τοξοβολίας”!

Έκτοτε η εξέλιξη υπήρξε αλματώδης και δημιουργήθηκαν πολλά διαφορετικά είδη ή συμβολογίες όπως π.χ. CODE39, CODABAR, CODE128, CODE93, CODE49, CODE16K κ.λ.π.

Οι εφαρμογές των Barcodes είναι πολλές. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τους κλάδους της Υγείας, των Μεταφορών, της Άμυνας, της Συσκευασίας, της Κλωστοϋφαντουργίας και της Ιχνηλασιμότητας τροφίμων. Ειδικότερα, στο χώρο της Υγείας, τα barcodes μπορούν να αξιοποιηθούν σε επιμέρους τομείς όπως: Αίμα & παράγωγα αίματος (περιλαμβανομένου του πλάσματος), Οφθαλμικά και προϊόντα περιποίησης/προστασίας για το μάτι, Ιατρικές συσκευές, εμφυτεύματα, in-vitro διαγνωστικά προϊόντα και παραϊατρικά προϊόντα, Φαρμακευτικά προϊόντα, Ιατρικός εξοπλισμός, Οδοντοϊατρικά προϊόντα, Αέρια, Υπηρεσίες (πλυντήριο, οικονομικές, περίθαλψης, σίτισης κλπ) και Συστήματα χρεώσεων/πληρωμών.

Η Ιστορία του RFID
Ο προάγγελος αυτού που σήμερα ονομάζεται τεχνολογία ραδιοσυχνικής αναγνώρισης (Radio Frequency Identification-RFID), αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του B’ Παγκοσμίου από το στρατό προκειμένου να αποτρέψει την κατάρριψη αεροπλάνων από τα λεγόμενα «φιλικά πυρά». Σύμφωνα με την καταγεγραμμένη πληροφορία που υπάρχει για τα συστήματα εκείνης της περιόδου (RFID Journal), το τότε στρατιωτικό σύστημα εξέπεμπε ένα ραδιοσυχνικό σήμα σε κάθε αεροπλάνο που πλησίαζε και εάν αυτό ήταν φιλικό, τότε  ανάγκαζε τον αναμεταδότη του αεροπλάνου να ανταποκριθεί στο σήμα που δεχόταν.

Κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970, ξεκίνησε η χρήση πομπών, που εξέπεμπαν ραδιοκύματα και είχαν σκοπό την παρακολούθηση του πολεμικού εξοπλισμού. Στα 1980 και 1990 άρχισε να γίνεται εφικτή  η κατασκευή ενός λεπτομερούς σχεδίου του κυκλώματος ενός πομπού, με εξαίρεση την κεραία, σε ένα πολύ μικρό κύκλωμα (chip).  Το 1999 ένα νέο κέντρο, αποκαλούμενο ως Auto-ID Center, ιδρύθηκε στο πανεπιστήμιο ΜΙΤ, με σκοπό τη δημιουργία των τεχνολογιών, των προτύπων και των συστημάτων που θα οδηγούσαν στην ευρεία υιοθέτηση των RFID ετικετών χαμηλού κόστους.

Το κέντρο αυτό πρότεινε μία προσέγγιση προσανατολισμένη στην έννοια του συστήματος. H μινιμαλιστική προσέγγιση, που συχνά αναφέρεται ως προσέγγιση του Ηλεκτρονικού Κωδικού Προϊόντος (Electronic Product Code-EPC), ερχόταν σε αντίθεση με τον έως τότε κόσμο των ιδιαίτερα εξειδικευμένων ετικετών, οι οποίες περιείχαν πολύ μεγάλη ενσωματωμένη λειτουργικότητα. Τα πρότυπα που προτάθηκαν από το Auto-ID Center κέρδισαν την ευρεία υποστήριξη των τελικών χρηστών της τεχνολογίας RFID και οδήγησαν στην ίδρυση ενός νέου μη κερδοσκοπικού φορέα υπό την ονομασία EPC global, ο οποίος συνεχίζει το έργο του  Auto-ID Center.

O φορέας EPC global έχει δημοσιεύσει έναν αριθμό προτύπων υλικού και λογισμικού, τα οποία αναμένεται να οδηγήσουν σε μία νέα εποχή τυποποιημένης, χαμηλού κόστους και ευρέως διαδεδομένης RFID τεχνολογίας (Mark Global, 2004).