Οι σύγχρονες προκλήσεις στην κυβερνοασφάλεια είναι περισσότερες και πιο περίπλοκες από ποτέ, λόγω της συνεχούς εξέλιξης της τεχνολογίας και του αυξανόμενου ψηφιακού μετασχηματισμού των επιχειρήσεων. Η τεχνητή νοημοσύνη (AI) αποτελεί πλέον σημαντικό παράγοντα σε αυτό το νέο τοπίο.
Από την μία χρησιμοποιείται από τις επιχειρήσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας και την βελτίωση της κυβερνοασφάλειας, και από την άλλη χρησιμοποιείται από κυβερνοεγκληματίες για την εκπόνηση επιθέσεων μεγάλης κλίμακας. Η χρήση τεχνητής νοημοσύνης σε κυβερνοεπιθέσεις επιτρέπει στους επιτιθέμενους να δημιουργούν νέα βελτιωμένα ηλεκτρονικά μηνύματα ψαρέματος, να εντοπίζουν ευπάθειες στα συστήματα ασφαλείας και να εκτελούν επιθέσεις με υψηλή ταχύτητα και ακρίβεια.
Με την τεχνητή νοημοσύνη στο επίκεντρο, οι απειλές στον κυβερνοχώρο γίνονται όλο και πιο επικίνδυνες, με το ransomware να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας. Οι κυβερνοεγκληματίες δεν περιορίζονται πλέον μόνο στην κρυπτογράφηση των συστημάτων αλλά προχωρούν και στην εξαγωγή των κρίσιμων δεδομένων με σκοπό να εκφοβίσουν τις επιχειρήσεις με διπλή ζημιά: οικονομική απώλεια και απώλεια φήμης. Επιπλέον, οι επιθέσεις μέσω της εφοδιαστικής αλυσίδας (supply chain attacks) έχουν γίνει ιδιαίτερα δημοφιλείς. Επιτιθέμενοι στοχεύουν παρόχους λογισμικού ή υποδομών για να αποκτήσουν πρόσβαση σε ευρύτερα δίκτυα πελατών, καθιστώντας δύσκολη την ανίχνευση και την αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών.
Απο τα ανωτέρω αντιλαμβάνόμαστε ότι η προστασία των δεδομένων και των υποδομών είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Στο πλαίσιο αυτό, η οδηγία NIS 2 (Network and Information Systems Directive) της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί ένα βασικό εργαλείο για την ενίσχυση της κυβερνοασφάλειας των επιχειρήσεων. Η εν λόγω οδηγία, επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της προηγούμενης οδηγίας, επιβάλλοντας αυστηρότερες υποχρεώσεις σε περισσότερες κατηγορίες οργανισμών, όπως οι πάροχοι υπηρεσιών νέφους, οι τηλεπικοινωνίες και η ενέργεια. Για την προστασία των υποδομών και των δεδομένων απαιτεί την εφαρμογή ενός πλαισίου διακυβέρνησης, τον σχεδιασμό μίας στρατηγικής διαχείρισης της επικινδυνότητας και την άμεση αναφορά περιστατικών εντός 24 ωρών από την ανίχνευσή τους. Οι οργανισμοί που δεν θα συμμορφωθούν θα αντιμετωπίσουν αυστηρά πρόστιμα.
ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ
Η ADACOM έχει αναγνωρίσει τις ανάγκες των επιχειρήσεων και έχει αναπτύξει μία ολοκληρωμένη στρατηγική για την προστασία των δεδομένων η οποία περιλαμβάνει τη διαβάθμιση, την κρυπτογράφηση, την ανίχνευση απειλών και τέλος την πρόληψη διαρροών μέσω του οικοσυστήματος υπηρεσιών ασφαλείας Defenders XDR και Purview της Microsoft. Το πρώτο βήμα είναι η διαβάθμιση των δεδομένων, δηλαδή η ταξινόμησή τους βάσει της κρισιμότητας και της ευαισθησίας τους. Αυτό επιτρέπει στις επιχειρήσεις να δώσουν προτεραιότητα στην προστασία των πιο σημαντικών πληροφοριών και να εφαρμόσουν τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας. Η ADACOM είναι σε θέση να αναπτύξει τις απαραίτητες πολιτικές και διαδικασίες προστασίας δεδομένων ώστε να ενσωματωθούν στην καθημερινή λειτουργία ενός οργανισμού, ενισχύοντας την κουλτούρα κυβερνοασφάλειας μέσω του Microsoft Purview.
Ένα από τα πιο κρίσιμα στοιχεία της προστασίας των δεδομένων είναι η κρυπτογράφηση τους ώστε να διασφαλίζεται ότι είναι προστατευμένα ακόμα και σε περίπτωση μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης. Η ADACOM σχεδιάζει και υλοποιεί προηγμένες λύσεις κρυπτογράφησης για την ασφαλή αποθήκευση και μεταφορά δεδομένων, μειώνοντας την πιθανότητα διαρροών. Ο συνδυασμός της βαθιάς τεχνογνωσίας της ADACOM με την τεχνολογική υπεροχή του Microsoft Purview δημιουργεί ένα ολοκληρωμένο οικοσύστημα προστασίας δεδομένων. Οι επιχειρήσεις όχι μόνο αποκτούν τα κατάλληλα εργαλεία για την προστασία των δεδομένων τους, αλλά και στρατηγικές κατευθύνσεις που ενισχύουν την ανθεκτικότητά τους στις απειλές. Αυτό καθιστά την ADACOM πολύτιμο συνεργάτη για οποιονδήποτε οργανισμό θέλει να διασφαλίσει τη συνέχεια και την ασφάλεια των δεδομένων του σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο τοπίο κυβερνοαπειλών.