Ανοδική πορεία κατέγραψαν τη χρονιά που μας πέρασε οι δαπάνες για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών και συνδρομητικής τηλεόρασης σε παγκόσμιο επίπεδο. Η αξία της συγκεκριμένης αγοράς, σύμφωνα με τα στοιχεία της International Data Corporation κινήθηκε στα επίπεδα των 1,57 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που μεταφράζεται σε άνοδο της τάξεως του 1,6%. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι δαπάνες το τρέχον έτος θα αυξηθούν έτι περαιτέρω θα διαμορφωθούν στα 1,59 δισεκατομμύρια δολάρια.
Το 2021 ήταν το έτος κατά το οποίο η παγκόσμια οικονομία επανέκαμψε από τον κορονοϊό. Το ευνοϊκό αυτό περιβάλλον είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι δαπάνες για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών και συνδρομητικής τηλεόρασης και η συγκεκριμένη αγορά να αναπτυχθεί πιο γρήγορα από τις αρχικές προβλέψεις. Η υψηλότερη- από την αναμενόμενη- ανάπτυξη καταγράφηκε σε όλα τα τμήματα τεχνολογίας, εκτός από τη συνδρομητική τηλεόραση, καθώς μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, οι άνθρωποι βγήκαν από τα σπίτια τους και ακύρωσαν συνδρομές σε πλατφόρμες που είχαν αποκτήσει κατά τη διάρκεια του lockdown.
Σε γεωγραφική βάση, η Αμερική ήταν η μεγαλύτερη αγορά για τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, παγκοσμίως, με δαπάνες ύψους 582 εκατ. δολαρίων και ανάπτυξη 1,5%. Η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά για τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών ήταν αυτή της Ασίας – Ειρηνικού (δαπάνες 505 εκατ. δολάρια, ανάπτυξη 2,1%) με την περιοχή της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (ΕΜΕΑ) να ακολουθεί στην τρίτη θέση, με συνολικές δαπάνες ύψους 479 εκατ. δολαρίων και ανάπτυξη 1,1%.
Η οικονομική επιβράδυνση επισκιάζει την ανάπτυξη
Να σημειωθεί πως τον περασμένο Οκτώβριο, οι προβλέψεις της IDC για την παγκόσμια αγορά τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και συνδρομητικής τηλεόρασης περιελάμβαναν ένα σενάριο περαιτέρω ανάκαμψης για τα έτη 2022 και 2023. Ωστόσο, ο πληθωρισμός και η αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες οδηγούν σε επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, με αποτέλεσμα να αλλάξουν οι προβλέψεις. Οι νέες εκτιμήσεις παραμένουν ακόμα αισιόδοξες, ωστόσο, οι ρυθμοί ανάπτυξης στο πρώτο εξάμηνο της τρέχουσας χρονιάς θα είναι χαμηλότεροι από εκείνους που καταγράφηκαν το αντίστοιχο διάστημα πέρσι.