Οι τεχνολογίες Anti-money laundering γνωρίζουν μια νέα άνοιξη τα τελευταία χρόνια κυρίως λόγω της αύξηση των απαιτήσεων συμμόρφωσης αλλά και την εξέλιξη των τεχνολογιών που πλέον μπορούν να αντιμετωπίσουν και τις περιπτώσεις fraud management σε επίπεδο επιχείρησης.

Πρόκειται για μια αγορά, η οποία έχει αναγνωριστεί ως ώριμη και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, αλλά ειδικά στην απέναντι όχθη οι πρόσφατες κινήσεις επιβολής επιπλέον απαιτήσεων έχουν οδηγήσει σε μια επανεκτίμηση των υπαρχόντων λύσεων και τη διαπίστωση ότι σε πολλές περιπτώσεις, οι επιχειρήσεις πρέπει να προχωρήσουν σε αναβάθμιση  των συστημάτων που χρησιμοποιούν.

Την ίδια στιγμή, υπάρχει μια σειρά από νέες αγορές, οι οποίες ανεβαίνουν θεαματικά, αφού είναι πολλές οι χώρες, οι οποίες λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να ολοκληρώσουν, ενισχύσουν ή και σε κάποιες περιπτώσεις να επιβάλλουν τις δικές τους προσεγγίσεις όσον αφορά στην αποτροπή του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.

Βλέποντας την αγορά
Σε έρευνα που πραγματοποίησε η εταιρεία Aite Group  διαπίστωσε ότι μέσα στο 2009 και το 2010 πάνω από 1.200 εγκαταστάσεις πραγματοποιήθηκαν από τους διάφορους vendors που δραστηριοποιούνται στο χώρο.

Η τιμολογιακή πολιτική που υπάρχει για τις λύσεις anti-money laundering, συνήθως αφορούν σε ένα ετήσιο κόστος χρήσης της λύσης όπως και στο κόστος συντήρησης. Οι ετήσιες άδειες χρήσης σχετίζονται στον όγκο των assets του κάθε ιδρύματος, στον όγκο των συναλλαγών, στον αριθμό των λογαριασμών πελατών, στον αριθμό των business lines που χρησιμοποιούν τη λύση ή ένα συνδυασμό όλων των παραπάνω.

Αν εγκατασταθεί σαν μέρος μιας συνολικής λύσης risk management, η οποία ακολουθεί τη λογική των modules, το πιθανότερο μοντέλο τιμολόγησης που θα ακολουθηθεί είναι αυτό της διαφορετικής άδειας για κάθε module και μάλιστα σε συνάρτηση με τον όγκοι που θα εξυπηρετεί καθένα από αυτά. Οι οικονομίες κλίμακας μπορούν να γίνουν με το διαμοιρασμό του κόστους ολοκλήρωσης ανάμεσα σε πολλαπλά business units ή cost centers.

Το ετήσιο κόστος συντήρησης, μπορεί να αντιστοιχεί από το 15% στο 30% του ετήσιου κόστους αδειοδότησης. Μερικοί κατασκευαστές επιτρέπουν στους πελάτες να επιλέξουν το επίπεδο υποστήριξης που θέλουν να έχουν και με αυτό τον τρόπο να διαμορφώσουν το συνολικό κόστος ανάλογα. Οι άδειες χρήσης, μπορούν να ξεκινήσουν από ένα κόστος της τάξης των 40.000 δολαρίων για ένα μικρό ίδρυμα και να φτάσουν σε εξαψήφια νούμερα για μεγαλύτερες τράπεζες.

Ως αποτέλεσμα των λόγων που αναφέραμε η παγκόσμια αγορά λύσεων AML μεγαλώνει με ιδιαίτερα υγιείς ρυθμούς και θα συνεχίσει να το κάνει αυτό τουλάχιστον μέχρι και το 2014. Η εν λόγω αγορά έχει φτάσει τα 450 εκατομμύρια δολάρια σε έσοδα και θα συνεχίσει, σύμφωνα με την εταιρεία Aite Group να αυξάνεται με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 9%, φτάνοντας με αυτό τον τρόπο τα 690 εκατομμύρια δολάρια το 2015.

Οι βασικοί άξονες της ανάπτυξης της αγοράς είναι οι περιοχές Ασίας και Ειρηνικού, η Μέση Ανατολή και η Αφρική. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα οικονομικά ιδρύματα προχωρούν σε αναβαθμίσεις των ξεπερασμένων λύσεων αλλά και τα μικρότερα οικονομικά ιδρύματα αντικαθιστούν τις χειροκίνητες διαδικασίες με αυτοματοποιημένες λύσεις.

Βασικά στοιχεία των λύσεων
Βασικά στοιχεία ανάμεσα στις λύσεις anti-money laundering είναι τα χαρακτηριστικά customer due diligence, η παρακολούθηση ύποπτων κινήσεων, η διαχείριση υποθέσεων και το φιλτράρισμα των λιστών παρακολούθησης. Οι λύσεις ου υπάρχουν στην αγορά καλύπτουν αυτές τις ανάγκες σε διαφορετικό βαθμό. Μερικοί κατασκευαστές προσφέρουν ολοκληρωμένες λύσεις end-to-end, ενώ άλλοι εστιάζουν στην αντιμετώπιση ενός μέρους του προβλήματος.

Ολοένα και περισσότερο οι κατασκευαστές τοποθετούνται στην αγορά ως one-stop-shop τόσο για τις λύσεις anti-money laundering όσο και για το fraud prevention. Στη συνέχεια θα δούμε πιο αναλυτικά τα στοιχεία που θα πρέπει να καλύπτουν οι λύσεις anti-money laundering. Οι κατασκευαστές που παρέχουν όλα αυτά τα components, συνήθως τα διαθέτουν σε μια λογική modules, οπότε ο πελάτης μπορεί να επιλέξει ή περισσότερα modules βάσει των αναγκών του.

Customer Due Diligence
Η όσο το δυνατόν καλύτερη γνώση των στοιχείων του πελάτη αποτελεί στην ουσία μια διαδικασία, κατά την οποία μια τράπεζα πιστοποιεί την ταυτότητα ενός ατόμου ή μιας εταιρικής οντότητας, με την οποία κάνει business. Στη συνέχεια με συνεχές due diligence, που αποτελείται από μια σειρά αναλυτικών ρουτινών πιστοποιείται ότι οι πληροφορίες που έχει δώσει ο πελάτης είναι αντίστοιχες με τα patterns των συναλλαγών που πραγματοποιεί.

Βασικοί άξονες, που θα πρέπει να ελέγξουν τα οικονομικά ινστιτούτα σε αυτή την περίπτωση αφορούν στη:
• Διαβάθμιση κινδύνων, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μπουν προτεραιότητες στις χειροκίνητες διερευνήσεις
• Ικανότητα ολοκλήρωσης κλήσεων σε εξωτερικές βάσεις δεδομένων για την επαλήθευση των πληροφοριών αναγνώρισης που παρέχονται από τον πελάτη
• Υποστήριξη διαφορετικών στοιχείων δεδομένων, που απαιτούνται από τα οικονομικά ινστιτούτα που δραστηριοποιούνται σε διάφορες χώρες


Παρακολούθηση ύποπτων δραστηριοτήτων
Οι λύσεις anti-money laundering έχουν σχεδιαστεί για να ανιχνεύουν τις βασικές ροές του ξεπλύματος χρήματος, που σε πολλές περιπτώσεις γίνεται με κάποιους από τους ακόλουθους τρόπους:
• Τοποθέτηση χρημάτων που έχουν προέλθει από παράνομες δραστηριότητες στην κυκλοφορία. Αυτό σε πολλές περιπτώσεις περιλαμβάνει τη δόμηση μιας σειράς μικρών συναλλαγών. Με αυτό τον τρόπο συνήθως παρακάμπτεται η δημιουργία αναφοράς, που σχετίζεται με την πραγματοποίηση συναλλαγών που βρίσκονται κάτω από το όριο που έχει βάλει η κάθε τράπεζα.
• Απόκρυψη της προέλευσης των χρημάτων μέσα από την πραγματοποίηση μιας σειράς συναλλαγών ανάμεσα σε λογαριασμούς πολλαπλών ιδρυμάτων
• Επαναφορά των χρημάτων στην κανονική οικονομία με τη μορφή επιχειρηματικών εσόδων

Οι πιο ικανές λύσεις παρακολούθησης συναλλαγών χρησιμοποιούν ένα συνδυασμό analytics και κανόνων που έχουν δημιουργηθεί για να ανιχνεύσουν τις παράνομες ενέργειες. Παρά το γεγονός ότι τα σύνολα κανόνων είναι χρήσιμα για την παρακολούθηση ύποπτων patterns συμπεριφοράς, είναι σχεδόν αδύνατο να δημιουργηθεί ένα σύνολο κανόνων για το κάθε πιθανό σενάριο και τα analytics είναι απολύτως απαραίτητα, για την ανακάλυψη άγνωστων σεναρίων, τα οποία είναι ενδεικτικά για το ξέπλυμα χρήματος.

Τα anti-money laundering analytics συνήθως απαιτείται να παρέχουν τη δυνατότητα δημιουργίας alerts αν η συμπεριφορά ενός χρήστη ξεφεύγει από τα ιστορικά patterns που υπάρχουν ή από τα αναμενόμενα. Η συνεχόμενη πραγματοποίηση ρυθμίσεων είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό τμήμα της διατήρησης της διαμόρφωσης και αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία, τα οποία ελέγχουν οι εκάστοτε αρχές όταν πραγματοποιούν ελέγχους.

Πολλοί από τους κατασκευαστές που συμμετείχαν στην έρευνα, παρέχουν το απαραίτητο interface, έτσι ώστε οι business udders να μπορούν να πραγματοποιούν τις απαραίτητες ρυθμίσεις σε μια συνεχόμενη βάση, με όσο το δυνατόν λιγότερο εμπλοκή από τη διεύθυνση Πληροφορικής.

Αυτά τα interfaces περιλαμβάνουν συνήθως εξαιρετικά απλή και καθόλου τεχνική γλώσσα, drop down μενού και widgets, τα οποία μπορούν να τοποθετηθούν με απλό τρόπο από τους χρήστες που έχουν τα κατάλληλα δικαιώματα.

Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα οι λύσεις περιλαμβάνουν και ένα απομονωμένο περιβάλλον (sandbox) για να μπορούν να δοκιμάσουν τους κανόνες πριν τους εφαρμόσουν σε ευρεία κλίμακα ώστε να δουν αν υπάρχουν τυχόν ανεπιθύμητες  επιπτώσεις, όπως για παράδειγμα ένα πολύ μεγάλο αριθμό alerts, κάτι που κάνει αδύνατη τον ορισμό προτεραιοτήτων για την εύρεση των ιδιαίτερα μεγάλων κινδύνων.

Φιλτράρισμα των λιστών παρακολούθησης
Τα οικονομικά ιδρύματα, είναι υποχρεωμένα να κάνουν screen τους πελάτες και στις συναλλαγές αντιπαραθέτοντας τα στοιχεία με μια σειρά από λίστες. Ανάμεσα σε αυτές περιλαμβάνονται λίστες οργανισμών, με τις οποίες οι τράπεζες δεν επιτρέπεται να πραγματοποιήσουν συναλλαγές, όπως και λίστα μεμονωμένων ανθρώπων, που καταλαμβάνουν προεξέχουσες θέσεις σε ξένες κυβερνήσεις ή σε ξένες εταιρείες.

Ειδικότερα για το δεύτερο γκρουπ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν υπάρχουν περιορισμοί για την πραγματοποίηση συναλλαγών με αυτή την ομάδα ανθρώπων, αλλά συγκεκριμένα μέλη της αποτελούν πελάτες υψηλού ρίσκου και γι αυτό το λόγο απαιτούνται σημαντικά περισσότερες διαδικασίες για να υπάρχει συμμόρφωση με τους κανόνες κατά του ξεπλύματος χρήματος.

Υπάρχουν περίπου 1.000.000 ονόματα στην παγκόσμια λίστα και σχεδόν 120 λίστες που περιλαμβάνουν 20.000 προφίλ. Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις σε αυτό τον τομέα αφορά στη δημιουργία της κατάλληλης διαδικασίας screening, που ελαχιστοποιεί τόσο τα false positives όσο και τα false negatives.

Το πρόβλημα των false positives περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι υπάρχουν πολλαπλοί τρόποι για να γραφούν συγκεκριμένα ονόματα ειδικότερα τα οποία που μεταφέρονται από γλώσσες που στηρίζονται σε χαρακτήρες προς το λατινικό αλφάβητο. Υπάρχει μια σειρά από πρωτόκολλα (fuzzy και φωνητικά) τα οποία οι vendors προσπαθούν να εφαρμόσουν για να βοηθήσουν σε αυτή τη διαδικασία.

Επιπρόσθετα η δυνατότητα επεξεργασίας και εκτίμησης αδόμητων δεδομένων, όπως είναι για παράδειγμα το τιμολόγιο, που συνοδεύει μια εμπορική οικονομική συναλλαγή, μπορεί να είναι κρίσιμο στη βοήθεια κατανόησης αν μια συναλλαγή είναι καθαρή ή απαιτεί σαφώς μεγαλύτερη προσοχή.

Fraud Prevention.
Πολλοί κατασκευαστές, τοποθετούν τις λύσεις τους σαν πλατφόρμες enterprise risk management, που μπορούν να αντιμετωπίσουν τόσο τη διαχείριση απάτης αλλά και τις ανάγκες anti-money laundering ενός οικονομικού ιδρύματος, μέσα από μια ολοκληρωμένη ενιαία λύση.

Οι εν λόγω λύσεις έχουν τη δυνατότητα εγκατάστασης διαφορετικών συνόλων κανόνων βάσει της περίπτωσης. Τα οικονομικά ινστιτούτα, εγκαθιστούν με αυτό τον τρόπο μια πλατφόρμα, που μπορεί να καλύψει πολλαπλές ανάγκες μέσα στον οργανισμό.

Αυτές οι λύσεις, μπορούν να βοηθήσουν το διαμοιρασμό δεδομένων ανάμεσα στις λύσεις anti-money laundering και fraud prevention  καταδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο και το στενό δέσιμο των δυο λύσεων.