Smart Cities: Η τεχνολογία αρωγός στη βελτίωση της αστικής ζωής

Ίσως ο ορισμός “Smart Cities” να μην αποδίδει επαρκώς τα οφέλη που μπορεί να προσφέρει η τεχνολογία στους πολίτες που έχουν επιλέξει να ζουν στο αστικό περιβάλλον. Ωστόσο, κάτω από την ομπρέλα του έχουν ενταχθεί σχεδόν όλες οι σύγχρονες τεχνολογίες, προσφέροντας ήδη πολλά και έχοντας τη δυνατότητα να προσφέρουν ακόμα περισσότερα.

Πού βρίσκονται άραγε τα όρια ανάμεσα στο όρο “Smart City” και “e-government”; Γιατί ένα ευφυές σύστημα δημόσιου ηλεκτροφωτισμού ή δημόσιας στάθμευσης να ανήκει σε διαφορετική κατηγορία, από ένα άλλο ευφυές σύστημα που συλλέγει αυτόματα όλα τα επιμέρους δικαιολογητικά που χρειάζεται ένας πολίτης για να ολοκληρώσει μια διαδικασία; Ίσως στο νου των περισσότερων, το πρώτο έχει συνδεθεί με πιο σύγχρονες τεχνολογίες που συνδυάζουν αισθητήρες, συστήματα ανάλυσης και λήψης αποφάσεων και απεικόνιση σε κέντρα ελέγχου, ενώ το δεύτερο είναι μια διαδικασία που λαμβάνει χώρα μεταξύ των servers που βρίσκονται σε ένα ή περισσότερα cloud.

Τα ψηφιακά αισθητήρια όργανα της πόλης είναι μάλλον αυτά που κάνουν τη διαφορά.
Τον περασμένο Οκτώβριο στο Ετήσιο Τακτικό Συνέδριο της ΚΕΔΕ, ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Πιερρακάκης, ανακοίνωσε το πρόγραμμα ψηφιακού μετασχηματισμού των δήμων ύψους 320 εκατομμυρίων ευρώ. Την ίδια μέρα στο πλαίσιο της Beyond 4.0 παρουσιάστηκαν οι λεπτομέρειες του προγράμματος από τους υφυπουργούς Ψηφιακής Διακυβέρνησης Θοδωρή Λιβάνιο και Γιώργο Γεωργαντά, τον υφυπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Γιάννη Τσακίρη και τον πρόεδρο της ΚΕΔΕ, Δημήτρη Παπαστεργίου. Ο τελευταίος τόνισε ότι η ικανοποίηση του αιτήματος της ΚΕΔΕ να περάσει το πρόγραμμα των έξυπνων πόλεων, απευθείας μέσω των δήμων, ήταν μια ευχάριστη εξέλιξη. Ωστόσο, οι δήμοι μαζί με τη χρηματοδότηση ανέλαβαν και την ευθύνη να αξιολογήσουν τις προτεραιότητες τους και στη συνέχεια, αφού εγκριθούν οι προτάσεις τους, να υλοποιήσουν έργα με αυστηρές προθεσμίες. Όπως έχει επισημάνει ο υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Γιάννης Τσακίρης, το ΕΣΠΑ αναθεωρείται κάθε δύο χρόνια και πόροι, που δεν έχουν καταναλωθεί, μεταφέρονται σε άλλους τομείς τους οποίους χρειάζεται η οικονομία.

Το μέλλον των πόλεων μας περνά μέσα από την «έξυπνη» λειτουργία τους
Για το Δήμο Τρικκαίων, η τεχνολογία είναι ένα εργαλείο που βοηθά στην επίλυση των προβλημάτων της πόλης και παράλληλα φέρνει πιο κοντά διοίκηση και πολίτες.
Του Δημήτρη Παπαστεργίου, Δημάρχου Τρικκαίων, Πρόεδρου Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος
Η συγκεκριμένη περίοδος έχει φοβερό ενδιαφέρον για τις έξυπνες πόλεις. Οι προτάσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ αλλά και του «Αντ. Τρίτσης», μας δίνουν απλόχερα χρηματοδοτικά εργαλεία που δεν είχαμε ποτέ στο παρελθόν. Πλέον η ευθύνη έρχεται και στο δικό μας «γήπεδο», προκειμένου να αξιοποιήσουμε τα σημερινά χρηματοδοτικά εργαλεία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Οι στόχοι των εφαρμογών της «έξυπνης» πόλης
Κατά την άποψή μου, θέλουμε να επιτύχουμε κάτι πολύ απλό. Να κερδίσουμε καταρχήν την εμπιστοσύνη των Δημοτών μας, οι οποίοι θα ζουν σε μία πόλη που τους ακούει, που αντιλαμβάνεται τις ανάγκες και τα «θέλω» τους και αλληλοεπιδρά, που δείχνει αντανακλαστικά, αλλά κυρίως, αποτελεσματικότητα. Οι εφαρμογές αυτές μας δίνουν τη δυνατότητα να ενισχύσουμε το αποτύπωμα της Δημοκρατίας στο μοντέλο λειτουργίας των τοπικών μας κοινωνιών, μειώνοντας το κενό ανάμεσα στη διοίκηση και τους πολίτες.
Είναι ένας έμπρακτος τρόπος να δείξουμε ότι πλέον κάτι θα αλλάξει ριζικά στον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις και χαράσσονται οι πολιτικές, ώστε να τους «πάρουμε μαζί μας», να τους κάνουμε κοινωνούς του οράματός μας, προκειμένου να προσπαθήσουμε όλοι μαζί να αλλάξουμε τις ζωές και τις πόλεις μας προς την κατεύθυνση που θέλουμε. Η «έξυπνη» πόλη είναι η πόλη που θα αποφασίζουμε εμείς κι όχι κάποιοι άλλοι, για όσα μας αφορούν στην καθημερινότητά μας.

Προτεραιότητες ανάλογα με τις ανάγκες
Πρέπει να επισημάνουμε πως κάθε πόλη έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, γι’ αυτό και «έξυπνες» λύσεις που είναι αναγκαίες σε μια πόλη, μπορεί να είναι μη εφαρμόσιμες σε άλλες. Αποτελεί για μας πρόκληση να διαμορφώσουμε τις «Έξυπνες πόλεις» του μέλλοντος μας, που θα αναλαμβάνουν δράση σε τομείς, οι οποίοι άλλοτε αποτελούσαν μονοπώλιο της κεντρικής διοίκησης, όπως η βιώσιμη πολεοδόμηση, οι αστικές αναπλάσεις, ο ενεργειακός και περιβαλλοντικός σχεδιασμός, οι μεταφορές και η κινητικότητα, η οικονομία και η απασχόληση.
Αυτό που χρειαζόμαστε είναι «έξυπνα» συστήματα που όταν εφαρμόζονται στις πόλεις μας με τη βοήθεια της τεχνολογίας, βελτιώνουν το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, όπως π.χ. οι «έξυπνες» μεταφορές, οι υπηρεσίες εποπτείας καθαριότητας και των κάδων, ώστε να ρυθμίζεται αυτόματα ο απαιτούμενος χρόνος αποκομιδής των απορριμμάτων, αλλά και εφαρμογές για τη βελτίωση των ψηφιακών υπηρεσιών στους δήμους.

Νέες προκλήσεις για την τεχνολογία
Αναπόφευκτα σε αυτή τη φάση, εκτός από τις κλασσικές εφαρμογές για την καθημερινότητα, πρέπει να βάλουμε ψηλά στην ατζέντα, λύσεις για την ενέργεια και την παρακολούθηση/βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των εγκαταστάσεών μας, την διαφύλαξη φυσικών πόρων (νερό για ύδρευση και άρδευση), την πολιτική προστασία και τη έγκυρη πρόβλεψη και πρόγνωση, την ανακύκλωση και την ανταπόδοση της αφοσίωσης των Δημοτών μας στις πρωτοβουλίες μας. Η πρόσφατη ενεργειακή κρίση ανέδειξε την ανάγκη να αναζητήσουμε μέσω έξυπνων εφαρμογών τη λειτουργία του μοντέλου των ενεργειακών κοινοτήτων, μέσα από την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών που θα διασφαλίσουν τη μετατροπή των πόλεων μας σε παραγωγούς πράσινης ενέργειας, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό και την ενεργειακή μας αυτονομία, και τη μείωση του ενεργειακού κόστους, αλλά και την οικονομική στήριξη ευάλωτων νοικοκυριών των πόλεων μας.

Όλα αυτά φυσικά θέλουν ένα φυσικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα λειτουργήσουν, άρα πρέπει να εκσυγχρονίσουμε τα δίκτυά μας με κάθε πρόσφορη σήμερα τεχνολογία (5G, NBIoT, LoRaWan, κλπ), αλλά και να αποκτήσουμε πρόσβαση στον ηλεκτρικό χώρο που δημιουργείται.
Τέλος, με οργανωμένο και δομημένο τρόπο, θα έχουμε πλέον τη δυνατότητα να συλλέγουμε δεδομένα κάθε μορφής, τα οποία θα μας είναι χρήσιμα προκειμένου να μπορέσουμε να πάρουμε στο μέλλον πιο ακριβείς και δίκαιες αποφάσεις, που θα ανταποκρίνονται σε πραγματικές ανάγκες.

Τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα πολύτιμα στη φάση της πανδημίας
Ο δήμος των Ιωαννίνων δίνει ιδιαίτερη σημασία σε εφαρμογές τεχνολογίας που πέρα από τη βελτίωση της ζωής των πολιτών θα προσφέρουν και καλύτερη εξυπηρέτηση στους επισκέπτες της πόλης, η οποία τους υποδέχεται 365 μέρες το χρόνο.
Του Μωυσή Ελισάφ, Δημάρχου Ιωαννίνων
Η πανδημία λειτούργησε καταλυτικά στη μεγιστοποίηση της αξίας των τηλεπικοινωνιακών μας δικτύων, κυρίως οπτικών ινών, γιατί αυτά ήταν που μας έδωσαν τη δυνατότητα να συνεχίσουμε να λειτουργούμε στις συνθήκες που επέβαλε το lock down.
Αυτή η ώθηση που έδωσε η πανδημία στις ψηφιακές μας υπηρεσίες, είναι μια παρακαταθήκη για το μέλλον, καθώς ένας μεγάλο ποσοστό πολιτών αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει τις ψηφιακές υπηρεσίες και έτσι εξοικειώθηκε με αυτές.

Για εμάς, η ψηφιακή επιμόρφωση των δημοτών είναι πρωτεύουσας σημασίας και έχουμε κάνει προσπάθειες σε αυτόν τον τομέα πριν την πανδημία και τις συνεχίζουμε. Επομένως, έχουμε ξεκινήσει με μεγάλη συμμετοχή και χωρίς οικονομική επιβάρυνση να εκπαιδεύουμε τους δημότες μας για τη βελτίωση των ψηφιακών τους δεξιοτήτων και δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στην τρίτη ηλικία. Πριν ακόμα ανακοινωθούν τα νέα προγράμματα χρηματοδοτήσεων, είχαμε υλοποιήσει συστήματα ελέγχου στάθμευσης και διαχείρισης των απορριμματοφόρων, τα οποία με τις νέες τεχνολογίες θα βελτιώσουμε περαιτέρω. Ένα παράδειγμα είναι η βελτίωση διαχείρισης των φωτεινών σηματοδοτών, ένα έργο που έχει ήδη εγκριθεί και θα βελτιώσει την κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης. Πρόκειται για ένα έργο που έχει ανατεθεί σε ανάδοχο με προϋπολογισμό 700 χιλιάδων ευρώ και αναμένεται να ξεκινήσει άμεσα η υλοποίησή του. Επίσης, βρισκόμαστε και στην τελική φάση αξιολόγησης των προτάσεων για τον “έξυπνο” ηλεκτροφωτισμό της πόλης, μετά από περιπέτειες στη διάρκεια της διαγωνιστικής διαδικασίας.

Συνολικά 5 εκατομμύρια ευρώ προς αξιοποίηση
Για τα επόμενα βήματα έχουμε υποβάλει τις προτάσεις μας για χρηματοδότηση από το πρόγραμμα “Αντώνης Τρίτσης” και είμαστε σε αναμονή της έγκρισης.
Επιλέξαμε, κυρίως, τον άξονα 8 του προγράμματος, ο οποίος αφορά τη βελτίωση της τουριστικής προβολής και επιπλέον τους άξονες που αφορούν τη βελτίωση της διαχείρισης των απορριμματοφόρων και την πολιτική προστασία.
Η κλιματική κρίση απαιτεί συλλογή περισσότερης πληροφορίας και ταχύτερη ανάλυσή της, ώστε να κάνουμε έγκαιρα πρόβλεψη και επέμβαση.
Τέλος, έχει εγκριθεί και η μελέτη μας, με προϋπολογισμό 3 εκατομμυρίων ευρώ, η οποία αφορά τη βελτίωση της κινητικότητας, την προστασία του περιβάλλοντος και αρκετές ακόμη δράσεις που θα ξεκινήσουμε να υλοποιούμε, όταν έχουμε στα χέρια μας την επίσημη απάντηση από το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Οπότε συνολικά μέσα στην ερχόμενη τριετία, βλέπουμε έργα συνολικού προϋπολογισμού περίπου 5 εκατομμυρίων ευρώ.
Ενδεικτικά να αναφέρω ότι στους στόχους μας είναι η αύξηση των ελεγχόμενων θέσεων στάθμευσης, οπότε σε συνδυασμό με μια ενημερωτική εφαρμογή, ο πολίτης ή ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να εντοπίζει ευκολότερα μια άδεια θέση. Η λύση αυτή θα υλοποιηθεί με κάμερες βάσει των προδιαγραφών που προβλέπει ο νόμος.

Η τεχνολογία μας βοηθά να εξυπηρετήσουμε καλύτερα τους πολίτες
Συνολικά 5 εκατομμύρια ευρώ αναμένει σε χρηματοδοτήσεις ο Δήμος Χανίων, ο οποίος έχει άμεσες ανάγκες και έχει κάνει τις σχετικές μελέτες για να αξιοποιήσει την τεχνολογία.
Του Παναγιώτη Σημανδηράκη, Δημάρχου Χανίων
Η τεχνολογία προσφέρει αυτοματισμούς και δυνατότητες αυτο-εξυπηρέτησης των πολιτών, οι οποίες είναι πολύ σημαντικές αυτήν την περίοδο που σχεδόν όλοι οι δήμοι είναι υποστελεχωμένοι. Οπότε, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να εστιάζουν σε αιτήματα των πολιτών, τα οποία δεν είναι ακόμα δυνατό να επιλυθούν με ψηφιακές υπηρεσίες. Για παράδειγμα, η ολοκληρωτική πλέον κατάργηση των έντυπων εγγράφων, μας επιτρέπει να λειτουργούμε πολύ ταχύτερα και φυσικά να εξοικονομούμε πόρους. Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι η πλήρης ψηφιοποίηση των συναλλαγών με τους πολίτες. Θεωρούμε ότι η αναμενόμενη, εντός σύντομου χρονικού διαστήματος, ολοκλήρωση της διαλειτουργικότητας των συστημάτων μας με το gov.gr, θα βοηθήσει ακόμα περισσότερο στην επιτάχυνση διαδικασιών και άρα στην εξυπηρέτηση των πολιτών. Για παράδειγμα, έχουμε πετύχει ήδη διαλειτουργικότητα με κάποια συστήματα της ΑΑΔΕ που αφορούν την ταυτοποίηση του πολίτη.

Πολλά έργα τα ολοκληρώνουμε in – house
Το επόμενο διάστημα αναμένουμε τη χρηματοδότηση μας από το πρόγραμμα “Αντώνης Τρίτσης”, η οποία θα είναι κοντά στα 2 εκατομμύρια ευρώ και επιπλέον 3 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Προκειμένου να εγκριθεί η πρόταση μας, εκπονούμε μια μελέτη, η οποία εκτός από τους στόχους των νέων έργων, κάνει και έναν απολογισμό των οφελών από έργα που έχουμε υλοποιήσει ήδη. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι η ψηφιοποίηση των εγγράφων του δήμου, έχει εξοικονομήσει περίπου 50.000 ευρώ στον ενάμιση χρόνο λειτουργίας τους, μόνο από τη μείωση των εξόδων για υλικά. Η κινητικότητα είναι επίσης για εμάς ένας σημαντικός άξονας υλοποίησης έργων, οπότε είμαστε στην τελική φάση υλοποίησης μιας μελέτης βιώσιμης κινητικότητας, η οποία θα μας δείξει τις παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν. Μεταξύ άλλων θέλουμε να υλοποιήσουμε τη δημιουργία περιφερειακών χώρων στάθμευσης, ώστε σε συνδυασμό με ηλεκτρικά λεωφορεία, τα οποία θα παραλάβουμε σύντομα και τη δημιουργία ποδηλατοδρόμων, να μπορέσουμε να αποσυμφορήσουμε το κέντρο της πόλης. Όλη η πληροφορία που αφορά την κινητικότητα θα είναι διαθέσιμη στους πολίτες μέσω εφαρμογής για smartphone, ενώ επιπλέον θα συλλέγεται και σε ένα κέντρο ελέγχου, ώστε να μπορούμε να επέμβουμε, όταν χρειάζεται. Στον τομέα της συλλογής απορριμμάτων, στόχος μας είναι να καταργήσουμε τους κάδους και να πάμε σε μια συλλογή πόρτα – πόρτα, για την οποία υπάρχει πρόβλεψη ώστε ο πολίτης να έχει διαχωρίσει τα απορρίμματα πριν την παραλαβή τους. Αυτό είναι κάτι που έχουμε πετύχει ήδη στο κομμάτι της παλιάς πόλης. Πολλά από τα παραπάνω έργα υλοποιούνται από τη μονάδα IT του δήμου και είμαστε περήφανοι για αυτό, καθώς γνωρίζουμε ότι είναι λίγοι οι δήμοι που βασίζονται σε in – house υλοποίηση έργων πληροφορικής. Στην προσπάθεια μας αυτή έχουμε και σημαντική βοήθεια από ακαδημαϊκά ιδρύματα.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΔΙΑΘΕΣΙΜΕΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ
Καθώς η αξιοποίηση των ψηφιακών δεδομένων και οι τεχνολογίες γίνονται πολύτιμα εργαλεία για τη βελτίωση των διοικητικών διαδικασιών και της παροχής υπηρεσιών, θα πρέπει οι κυβερνήσεις να εξασφαλίσουν ότι όλοι οι πολίτες θα έχουν ίσες ευκαιρίες να αποκομίσουν τα οφέλη. Σε μια πόλη που αξιοποιεί τις τεχνολογίες, κάποιες ωφελούν αδιακρίτως όλους τους πολίτες, όπως η ευφυής διαχείριση του φωτισμού ή του ελέγχου της κυκλοφορίας. Ωστόσο, υπάρχουν υπηρεσίες που η αξιοποίηση τους απαιτεί την κατοχή μιας συσκευής, συνήθως smartphone και κυρίως γνώση της χρήσης της. Κάποια πετυχημένα παραδείγματα, τα οποία δημοσιεύονται σε ένα άρθρο της McKinsey, δείχνουν πως η τεχνολογία έχει στοχεύσει στον περιορισμό των ανισοτήτων. Στη Νέα Υόρκη, με τη βοήθεια της ανάλυσης δεδομένων, ο δήμος έχει τη δυνατότητα να προσφέρει βοήθεια απευθείας στην οικία πολιτών που δεν είναι εύκολο να μετακινηθούν. Στην Καλιφόρνια και πάλι η ανάλυση δεδομένων βοηθά στην ταχύτερη εύρεση χώρων φιλοξενίας για άστεγους.

Στην Ελλάδα, οι κάτοχοι smartphones είναι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, πολύ μεγαλύτερο μάλιστα από τους κατόχους οικιακού υπολογιστή. Επομένως, θεωρητικά, υπηρεσίες που απαιτούν τη χρήση smartphone είναι διαθέσιμες σε όλους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι και αξιοποιήσιμες, καθώς η χρήση τους δεν είναι τόσο απλή όσο ένα τηλεφώνημα ή μια ανάρτηση σε κοινωνικό δίκτυο. Οι περισσότεροι δήμοι έχουν συνειδητοποιήσει το πρόβλημα και στις προτάσεις που έχουν καταθέσει για χρηματοδότηση, εντάσσουν και δράσεις εκπαίδευσης των πολιτών. Η λογική λέει ότι καθώς οι παλαιότερες γενιές θα δίνουν τη θέση τους στις νεότερες το πρόβλημα θα γίνεται μικρότερο, δεδομένου ότι η χρήση της τεχνολογίας ξεκινά πλέον από την παιδική ηλικία. Μέχρι να συμβεί αυτό, οι υπηρεσίες των Δήμων που μπορούν να βοηθήσουν τους πολίτες που δυσκολεύονται με τη χρήση της τεχνολογίας θα συνεχίσουν να είναι απαραίτητες.

Special Report: Για να προχωρήσει το e-government χρειάζεται πληροφόρηση και αποφασιστικότητα

Η πανδημία έδωσε στον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους επιτάχυνση αντίστοιχη με αυτήν ενός δρομέα των 100 μέτρων. Όμως, πριν φτάσει στον τερματισμό, κατάλαβε ότι ο αγώνας είναι μαραθώνιος.

O κύριος Πέτρος, πατέρας δύο παιδιών, αποφάσισε να τους κάνει μια χρηματική γονική παροχή για να τα βοηθήσει να αγοράσουν ένα σπίτι. Αρκετά προχωρημένος για την ηλικία του στη χρήση της τεχνολογίας, γνώριζε πώς να αξιοποιήσει το gov.gr και έτσι συμπλήρωσε εύκολα τα έντυπα Δ1 που χρειάζονταν η εφορία, έκανε τις σχετικές εξουσιοδοτήσεις για να πάει ο ίδιος τα χαρτιά στην εφορία και επίσης με ευκολία έκανε τη μεταφορά χρημάτων στους λογαριασμούς των παιδιών μέσω του e-banking. Επομένως, ο κύριος Πέτρος είχε ένα σημαντικό όφελος χρόνου σε σχέση με το παρελθόν που όλες αυτές οι πράξεις θα απαιτούσαν την παράστασή του σε εφορίες, τράπεζες και δημόσιους οργανισμούς.

Τελικά, όμως δεν μπόρεσε να αποφύγει αυτές τις επισκέψεις. Τα Δ1 πριν κατατεθούν ιδιοχείρως στην εφορία του κάθε παιδιού, χρειάζονταν να έχουν γνήσιο υπογραφής, άρα επίσκεψη σε ΚΕΠ. Επίσης, όλα τα έγγραφα έπρεπε να εκτυπωθούν γιατί η εφορία δεν τα δέχονταν σε ψηφιακή μορφή. Τέλος, ο κύριος Πέτρος χρειάστηκε να περιμένει, ανάλογα με την εφορία, από μια εβδομάδα ως 10 ημέρες για να εγκριθεί η γονική παροχή.

Σύμφωνα, με το δείκτη “e-government benchmark”, η Ελλάδα βελτίωσε κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες την επίδοση της στη διετία 2017 – 2019, επιτυγχάνοντας τον τέταρτο ταχύτερο ρυθμό προόδου μεταξύ των 36 χωρών της Ευρώπης. Αυτά είναι τα καλά νέα. Το πρόβλημα είναι ότι η χώρα συνέχιζε να βρίσκεται κάτω από το μέσο όρο, αν και ίσως μια νεότερη μελέτη, η οποία θα συμπεριλάμβανε τα δύο χρόνια της πανδημίας, να έδινε καλύτερα αποτελέσματα. Σύμφωνα με τον ίδιο δείκτη, η Μάλτα, η Εσθονία, Αυστρία και Λετονία, είναι οι χώρες με τις καλύτερες επιδόσεις σε θέματα ψηφιακής διακυβέρνησης στην Ευρώπη. Στη Μάλτα, το ποσοστό ψηφιακής ολοκλήρωσης στο δημόσιο τομέα ανέρχεται σε 97%, ενώ η Εσθονία βρίσκεται στη δεύτερη θέση με 92% και ακολουθούν Αυστρία και Λετονία με 87%, Δανία με 84% και από κοντά Λιθουανία και Φινλανδία με 83%. Αν αναρωτηθούμε τι έχουν κάνει αυτές οι χώρες που δεν έχουμε κάνει ακόμα εμείς, θα βρούμε την απάντηση στην “Απλοποίηση διαδικασιών”.

Αυξάνονται οι ψηφιακές υπηρεσίες, αλλά αυτό δε σημαίνει και ότι διασυνδέονται
Ο Γενικός Γραμματέας Απλούστευσης Διαδικασιών, Λεωνίδας Χριστόπουλος, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο περσινό Athens Democracy Forum είχε αναφέρει μεταξύ άλλων ότι οι 8,8 εκατομμύρια συναλλαγές των πολιτών με τη δημόσια διοίκηση το 2018, έγιναν 150 εκατομμύρια συναλλαγές το 2020 και αναμένονταν να ξεπεράσουν τα 300 εκατομμύρια το 2020. Τελικά, σύμφωνα με τον ίδιο, οι ψηφιακές συναλλαγές το 2021, ξεπέρασαν τα 560 εκατομμύρια. Το γεγονός αυτό οφείλεται, τόσο στην εξοικείωση των πολιτών με τις ψηφιακές υπηρεσίες, όσο και στο ότι αυτές τριπλασιάστηκαν από τις 501 του 2019 στις 1259 το 2021.

Με υπογραφές νέων συμφωνιών, όπως αυτή ανάμεσα στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και τον Γενικό Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, Σωτήρη Αναγνωστόπουλο, η απλούστευση και η ψηφιοποίηση διαδικασιών αναμένεται να συνεχιστεί, είτε με περισσότερες δράσεις στους τομείς που έχει εφαρμοστεί, είτε με εφαρμογή σε νέους τομείς. Η συμφωνία των παραπάνω αφορά στις δράσεις απλούστευσης και ψηφιοποίησης διαδικασιών που σχετίζονται με τις δημόσιες συμβάσεις και στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας όπως, καταγραφή και απλούστευση κύριων διοικητικών διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, διασύνδεση πληροφοριακού συστήματος ΓΕΜΗ με τη Διαύγεια με στόχο την δημοσίευση των αποφάσεων της Διοίκησης σε ένα μόνο σημείο και η πολύ σημαντική απλούστευση και ψηφιοποίηση της διαδικασίας έναρξης ατομικής επιχείρησης, η οποία στη νέα της μορφή θα ολοκληρώνεται με μία ενέργεια σε ένα σημείο. Οι λέξεις που φαίνεται να πρωταγωνιστούν στα επόμενα βήματα του ψηφιακού μετασχηματισμού, είναι διασύνδεση και απλούστευση διαδικασιών και όχι τυχαία, καθώς είναι αυτές που αποτυπώνουν τα βασικά εμπόδια για την εξέλιξη του έργου.

Κάποια πράγματα είναι αδύνατο να απλοποιηθούν, οπότε ίσως είναι καλύτερα να καταργηθούν
Στο πλαίσιο του 39ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Ιδιοκτητών Ακινήτων, τα παράπονα που ακούστηκαν για τη σύνδεση του ΤΑΠ (Ταμείο Ακίνητης Περιουσίας) με τη μεταβίβαση ακινήτων ήταν πολλά. Ο Πρόεδρος των Συμβολαιογράφων, Γιώργος Ρούσκας, αναφέρθηκε στα προβλήματα που εξακολουθούν να υπάρχουν στις μεταβιβάσεις ακινήτων, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι για τις απλές περιπτώσεις χρειάζεται ένας μήνας, ενώ για τις πιο σύνθετες από 3- 9 μήνες. Υπογράμμισε τα προβλήματα με την έκδοση φορολογικής ενημερότητας, τους δασικούς χάρτες, τη βεβαίωση ΤΑΠ και την ασφαλιστική ενημερότητα. Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών, Στέλιος Πέτσας τόνισε ότι έχει ήδη ετοιμαστεί διάταξη για την κατάργηση της βεβαίωσης ΤΑΠ στα συμβόλαια ενώ θετικός δήλωσε και ως προς το αίτημα για μονιμοποίηση της πλατφόρμας της ΚΕΔΕ για δηλώσεις ιδιοκτητών, με την αίρεση ότι δεν μπορεί να έχουν την ίδια αντιμετώπιση εκείνοι που έσπευσαν να πληρώσουν με όσους προσέρχονται αργότερα.

Ενώ, όμως στα λόγια η ψηφιοποίηση του ΤΑΠ ακούγεται μια απλή υπόθεση, οι διαδικασίες που βρίσκονται στο παρασκήνιο είναι τόσο πολύπλοκες που καθιστούν τη απλοποίησή τους από δύσκολη ως αδύνατη. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Δημήτρης Παπαστεργίου, Πρόεδρος της ΚΕΔΕ, σε συζήτηση που είχαμε πρότεινε ως πιθανή λύση την κατάργηση του ΤΑΠ και την αναπλήρωση των δημοσίων εσόδων από κάποια άλλη διαδικασία εισφοράς. Ο Πρόεδρος της ΚΕΔΕ δεν είναι ο μόνος που θεωρεί ότι κάποιες διαδικασίες είναι αδύνατο να απλουστευτούν, ενώ πολύ περισσότερες καθυστερούν να ψηφιοποιηθούν λόγω ασυνεννοησίας μεταξύ κυβερνητικών οργανισμών και όχι εξαιτίας τεχνολογικών προβλημάτων. Στο πλαίσιο της Beyond 4.0, η οποία έγινε τον περασμένο Οκτώβρη στη Θεσσαλονίκη, σε ένα από τα πάνελ των συζητήσεων, ήταν χαρακτηριστική η περιγραφή ενός δημάρχου, του οποίου το αίτημα προς την κεντρική κυβέρνηση κινούνταν στο λαβύρινθο της γραφειοκρατίας για περισσότερα από 2 χρόνια. Επομένως, δεν είναι μόνο οι πολίτες που αντιμετωπίζουν προβλήματα, αλλά και οι ίδιοι οι κυβερνητικοί οργανισμοί όταν χρειάζεται να συνεργαστούν. Οι 100 νεκροί από τη φωτιά στο Μάτι και οι αποκλεισμένοι της Αττικής Οδού, είναι δύο ακραία και ξεκάθαρα παραδείγματα αυτής της κατάστασης.

Όπως αναφέρει ο Λεωνίδας Χριστόπουλος σε συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό netweek, στο τεύχος 454, «εκατοντάδες υπάλληλοι εργάζονται για να καταχωρήσουν τις διαδικασίες στο Εθνικό Μητρώο Διαδικασιών (ΕΜΔ). Ήδη έχουν καταχωρηθεί πλήρως πάνω από 1000 διαδικασίες, ενώ συνολικά έχουν αναγνωριστεί πάνω από 4000». Το Εθνικό Μητρώο αποτελεί έναν από τους τρεις πυλώνες της “Εθνικής Πολιτικής Διοικητικών Διαδικασιών”.

Οι άλλοι δύο πυλώνες είναι το “Εθνικό Πρόγραμμα Απλούστευσης Διαδικασιών”, κάτω από το οποίο υλοποιούνται σημαντικές δράσεις μείωσης της γραφειοκρατίας και το “Παρατηρητήριο για τη Γραφειοκρατία”, που στοχεύει στην τελική ποσοτική εκτίμηση της μείωσης των διοικητικών βαρών σε εθνικό επίπεδο.

Θα χρειαστεί ισορροπία ανάμεσα στη χρήση αυτοματισμών και στην ανθρώπινη παρουσία
Όσοι ακούν πρωϊνό ραδιόφωνο είναι δύσκολο να μην έχουν γνωρίσει την παρουσιάστρια που παραπονιέται για ένα έγγραφο που της είναι απαραίτητο, αλλά εξαιτίας του τρόπου που λειτουργεί η ψηφιακή υπηρεσία που το εκδίδει, είναι εδώ και μήνες σε μια αδιέξοδη λούπα.
Όσοι έχουμε επικοινωνήσει με chat bots, γνωρίζουμε ότι η αδυναμία μιας μηχανής να επιλύσει κάθε πρόβλημα ή να απαντήσει κάθε μας απορία είναι κάτι πολύ συνηθισμένο, ακόμα και αν αυτή υποστηρίζεται από τεχνητή νοημοσύνη. Οπότε, μπορούμε να φανταστούμε το ποσοστό αποτυχίας ενός αυτοματοποιημένου συστήματος, όπως το gov.gr, όταν προσπαθεί να ολοκληρώσει πολύπλοκες διαδικασίες με ελάχιστη ευελιξία εκ κατασκευής.

Καθώς ο καιρός θα περνά και τα συστήματα εξυπηρέτησης των πολιτών θα ωριμάζουν, η παραμετροποίηση ψηφιακών διαδικασιών, ώστε αυτές να μην οδηγούν σε αδιέξοδα, θα είναι περισσότερο πετυχημένη. Προσωρινά όμως, η συμμετοχή της ανθρώπινης παρουσίας με δυνατότητα παρέμβασης επί των ψηφιακών διαδικασιών είναι πολύτιμη. Παραδείγματα από τον επιχειρηματικό χώρο, ο οποίος εφαρμόζει τεχνολογίες εξυπηρέτησης πελατών εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες, υπάρχουν πάρα πολλά.

Ένα πρόσφατο, αφορά πελάτη εταιρείας κινητής τηλεφωνίας, ο οποίος ξεκάθαρα έδειξε ότι μια νέα πολιτική που εφάρμοσε η εταιρεία οδηγούσε σε ανεπιθύμητο μονόδρομο. Τα αυτοματοποιημένα συστήματα με τα οποία έγινε αρχικά η επικοινωνία δεν μπόρεσαν να προβλέψουν τη δυσαρέσκεια του πελάτη. Ακόμη όμως και όταν αυτή έγινε αντιληπτή από την εκπρόσωπο της εταιρείας με την οποία επικοινώνησε, αυτή δεν είχε τη δυνατότητα να πάρει πρωτοβουλία και να δώσει λύση στο πρόβλημα. Το αποτέλεσμα ήταν ο δυσαρεστημένος πελάτης να αλλάξει εταιρεία και εκ των υστέρων η εταιρεία που τον δυσαρέστησε να τον καλέσει στο τηλέφωνο για να μάθει ποιοι ήταν οι λόγοι που τον οδήγησαν σε αυτήν την επιλογή.

Θα μπορούσαμε εδώ να σκεφτούμε ότι ένας πολίτης δεν είναι εύκολο να αλλάξει εταιρεία. Πριν την οικονομική κρίση του 2010, όντως μια τέτοια σκέψη θα είχε βάση. Όταν όμως πλέον περισσότερα από 600.000 άτομα κυρίως νεαρών ηλικιών έχουν εγκαταλείψει τη χώρα και το μέγεθος αυτό αναμένεται να μεγαλώσει τα ερχόμενα χρόνια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σκέψη αυτή δεν είναι πλέον τόσο βάσιμη.

Άλλωστε, ακόμα και οι πολίτες που για διάφορους λόγους μένουν στη χώρα, έχουν αρκετούς τρόπους για να δείξουν τη δυσαρέσκεια τους, όπως αποδεικνύουν τα διαρκώς αυξανόμενα μεγέθη των χρεών προς το Δημόσιο. Ο Λεωνίδας Χριστόπουλος πολύ εύστοχα παρομοιάζει το ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους, όσον αφορά τις ψηφιακές υπηρεσίες προς τους πολίτες με ανάλογες ενέργειες που έχουν γίνει στο παρελθόν και συνεχίζουν να γίνονται στον επιχειρηματικό κόσμο. Λέει συγκεκριμένα, «Κάθε νέα ψηφιακή υπηρεσία έπρεπε να σχεδιαστεί από τη σκοπιά του πολίτη. Να εξυπηρετεί το λεγόμενο “citizens journey”, την εμπειρία δηλαδή και τις ανάγκες των πολιτών. Η προσέγγιση μας, λοιπόν, στο σχεδιασμό και την υλοποίηση κάθε ψηφιακής υπηρεσίας είναι πολιτο -κεντρική. Το κέντρο έπαψε να είναι το κράτος και στη θέση του μπήκε ο πολίτης».

Εκπαίδευση και ενημέρωση των πολιτών
Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα κατατάσσεται 21η μεταξύ των 27 χωρών-μελών της ΕΕ στις ψηφιακές δεξιότητες και ένας στους δύο Έλληνες έχουν βασικές ψηφιακές δεξιότητες με στοιχεία του 2019.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται και στα λεγόμενα του Δημήτρη Παπαστεργίου, ο οποίος διαπιστώνει ότι κάποιες από τις εφαρμογές που δημιουργήθηκαν για να εξυπηρετήσουν πολίτες, δεν λειτούργησαν σωστά, όχι λόγω τεχνολογικών ελλείψεων, αλλά γιατί σχεδιάστηκαν με την προσδοκία ότι οι δεξιότητες των πολιτών θα ήταν επαρκείς για τη χρήση τους.
Στο πλαίσιο αυτό και αναγνωρίζοντας ότι οι ψηφιακές δεξιότητες είναι ένας εκ των σημαντικών πυλώνων του ψηφιακού μετασχηματισμού, το Υπουργείο, από το 2020, έχει ήδη προβεί σε δράσεις αναβάθμισης των ψηφιακών δεξιοτήτων και θα συνεχίσει να το κάνει. Για παράδειγμα, το 2020 δημιουργήθηκε η Ψηφιακή Ακαδημία Πολιτών, μια δυναμική πλατφόρμα, όπου έχουν συγκεντρωθεί όλα τα διαθέσιμα μαθήματα που παρέχονται από εθνικούς και διεθνείς εκπαιδευτικούς οργανισμούς, με σκοπό τη βελτίωση των ψηφιακών δεξιοτήτων εκπαιδευομένων όλων των επιπέδων. Σήμερα, περιλαμβάνει 272 μαθήματα σε 34 θεματικές ενότητες που προσφέρονται από 35 διαφορετικά ιδρύματα.

Και ενώ το πρόβλημα χρήσης των ψηφιακών υπηρεσιών είναι εμφανές με τα παραπάνω δεδομένα, γίνεται ακόμα μεγαλύτερο, αν λάβουμε υπόψιν την ελλιπή ενημέρωση των πολιτών για τις νέες ψηφιακές υπηρεσίες. Σε περιστατικό που έλαβε χώρα πρόσφατα σε ένα ΚΕΠ, ο πολίτης προσκόμισε έγγραφα που χρειάζονταν συνολικά 24 “γνήσια υπογραφής”.
Η προϊσταμένη του κέντρου με το δίκιο της δυσανασχέτησε, δεδομένου και του συστήματος των ραντεβού λόγω COVID-19, ενώ εξίσου δυσανασχέτησε και ο πολίτης που ήθελε να εξυπηρετηθεί. Το αξιοσημείωτο ωστόσο είναι ότι κανένας εκ των δύο δεν γνώριζε ότι υπάρχει ψηφιακή διαδικασία για το “γνήσιο της υπογραφής”.

Η παραδοσιακή μέθοδος διασποράς της πληροφορίας μέσω των ΜΜΕ, δε φαίνεται να λειτουργεί πετυχημένα αυτήν την περίοδο, κυρίως γιατί μειώνεται διαρκώς το ποσοστό των πολιτών – και ειδικά αυτών που είναι πιο πιθανοί χρήστες των υπηρεσιών – που τα χρησιμοποιούν για την ενημέρωσή τους. Ένας πολίτης ηλικίας 18 έως 45 ετών, θα διαβάσει πλέον πολύ σπάνια μια εφημερίδα, ακόμα και στη ψηφιακή της μορφή ή θα δει τηλεόραση. Η ενημέρωσή του γίνεται σε σημαντικό ποσοστό από τα κοινωνικά δίκτυα που έχει επιλέξει να συμμετέχει, είτε με τρόπο άμεσο, δηλαδή με προωθητικές ενέργειες των εταιρειών, είτε έμμεσο, δηλαδή με τις πληροφορίες που θα του μεταφέρουν οι υπόλοιποι συμμετέχοντες στην κοινότητα.

Ίσως λοιπόν με έναν πιο ήπιο τρόπο από τη σειρήνα που συνοδεύει τα μηνύματα της Πολιτικής Προστασίας, η κυβέρνηση θα μπορούσε να ενημερώνει με άμεσο τρόπο τους πολίτες της, για νέες υπηρεσίες που τους αφορούν. Η εφαρμογή Gov.gr, η οποία είναι διαθέσιμη για φορητές συσκευές, έχει ήδη περισσότερες από 500.000 εγκαταστάσεις (αφορά μόνο στο Google Play). Ωστόσο, η αξιολόγησή της με βάση τις κριτικές 2611 χρηστών στο Google Play και 520 χρηστών στο App Store είναι στο 2,4 και 3,4 με άριστα το 5 αντίστοιχα, γεγονός που δείχνει ότι χρειάζεται αρκετός δρόμος ακόμα για να γίνει μια από τις αγαπημένες εφαρμογές των πολιτών.

Θέλουμε τα πάντα και τα θέλουμε τώρα!

Μια τεράστια παγκόσμια μηχανή λειτουργεί 24/7 για να μετατρέπει πρώτες ύλες σε προϊόντα που χρησιμοποιούμε για να τραφούμε, να ντυθούμε, να φροντίσουμε την υγεία μας και να διασκεδάσουμε. Ακόμη όμως και αν αυτή η μηχανή παραγωγής λειτουργούσε χωρίς πρόβλημα, καμία αξία δεν θα είχε η λειτουργία της, αν τα προϊόντα που δημιουργούσε συσσωρεύονταν, επειδή δεν θα υπήρχε αποτελεσματικός τρόπος να φτάνουν στους καταναλωτές.

Συχνά έχουμε αναρωτηθεί από πού έρχονται τα ρούχα που φοράμε ή το φαγητό που τρώμε. Ο Bennett Joe ξόδεψε αρκετά χρόνια από τη ζωή του, για να εντοπίσει τις διαδρομές που ακολουθούν προϊόντα που αγοράζουμε. Συμπύκνωσε τη γνώση του σε ένα βιβλίο με το τίτλο «Από που έρχονται τα σώβρακα», το οποίο είναι εξαντλημένο στον εκδοτικό οίκο Ωκεανίδα, αλλά είναι πιθανό να βρεθεί σε μια βιβλιοθήκη ή σε ένα πάγκο μεταχειρισμένων βιβλίων. Οι ιστορίες του βιβλίου ξεκινούν από τη συλλογή της πρώτης ύλης, συνεχίζουν με το στάδιο της μεταποίησης και ολοκληρώνονται με την περιγραφή των καναλιών διανομής που φέρνουν τα προϊόντα σε αγοραστές και καταναλωτές.

Στο σύνολο της διαδρομής, η τεχνολογία πληροφορικής διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο και έχει αποδείξει σε εκατομμύρια περιπτώσεις ότι μπορεί να δώσει λύσεις σε προβλήματα, βελτιώνοντας τις διαδικασίες και άρα την αποτελεσματικότητα των μέσων που χρησιμοποιούνται και το κόστος που επιβαρύνει το προϊόν. Χωρίς τις τεχνολογίες αυτές, θα ήταν αδύνατο σήμερα η Κίνα να είναι το μεγάλο εργοστάσιο του κόσμου, οι φορητές συσκευές που χρησιμοποιούμε να έχουν μικρύνει τόσο πολύ σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και το τηλεσκόπιο Webb να έχει ταξιδέψει στην τροχιά του 1,5 εκατομμύριο χιλιόμετρα μακριά από τη Γη.

Ομολογουμένως, εντυπωσιακά επιτεύγματα για έναν πολιτισμό που μετράει μερικές χιλιάδες χρόνια ζωής, από την άλλη όχι αρκετά για να διασφαλίζουν ότι αυτή η εξέλιξη μπορεί να συνεχιστεί. Η μόλυνση του περιβάλλοντος, η κλιματική αλλαγή, οι περιορισμένοι πόροι σε πρώτες ύλες και οι αλλαγές νοοτροπίας κυρίως των καταναλωτών, είναι παράγοντες που θέτουν τεράστιες προκλήσεις για το μέλλον της εφοδιαστικής αλυσίδας, χωρίς να είμαστε σίγουροι ότι οι τεχνολογίες που έχουμε στη διάθεσή μας μπορούν να τις φέρουν σε πέρας.

Η τεχνολογία πληροφορικής έχει ρόλο σε κάθε έργο
Με την πρώτη ματιά, ανακαλύπτουμε το ρόλο των τεχνολογιών πληροφορικής στο προσκήνιο των εξελίξεων και με αυτόν θα ασχοληθούμε. Στην πράξη όμως, οι τεχνολογίες πληροφορικής δε βοηθούν μόνο τον καπετάνιο ενός πλοίου να ακολουθήσει τη ρότα με τη μικρότερη δαπάνη καυσίμου ή μόνο στη φόρτωση του πλοίου, ώστε να αξιοποιηθεί με τον καλύτερο τρόπο η μεταφορική του δυνατότητα, αλλά βοηθούν και στο σχεδιασμό του πλοίου, ώστε να έχει τη μικρότερη αντίσταση στο νερό και οι κινητήρες του να έχουν τη βέλτιστη απόδοση.

Είναι πολλοί που υποστηρίζουν ότι η πανδημία, έφερε στα όρια της την εφοδιαστική αλυσίδα και πρέπει να κάνουμε πράγματα για να επεκτείνουμε τα όρια αυτά. Ωστόσο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πανδημία είναι κάτι περαστικό. Οπότε, το να επενδύσουν οι οργανισμοί σε “μη-πανδημικές” τεχνολογίες, θα ήταν άσκοπο. Ένα παράδειγμα θα μπορούσαν να είναι τα dark stores, στα οποία επένδυσαν αλυσίδες τροφίμων τα δύο περασμένα χρόνια. Αν υποθέσουμε ότι οι καταναλωτές θα συνεχίσουν σε ένα ικανοποιητικό ποσοστό να κάνουν τις αγορές τους ψηφιακά και μετά το πέρας της πανδημίας, τότε η επένδυση είναι χρήσιμη. Αν όμως οι καταναλωτές επιστρέψουν για τις αγορές τους στα φυσικά καταστήματα, τότε τα dark stores θα γίνουν ζημιογόνα.
Ίσως λοιπόν θα ήταν προτιμότερο, αντί να εστιάζουμε σε παροδικούς παράγοντες, όπως μια πανδημία, να εστιάζουμε σε παράγοντες που είναι περισσότερο διαχρονικοί, όπως η νοοτροπία των καταναλωτών.

Σε ένα πρόσφατο τεύχος του περιοδικού Economist, δημοσιεύονται δύο άρθρα που με την πρώτη ματιά φαίνονται ασύνδετα μεταξύ τους. Στο ένα, ο συντάκτης προσπαθεί να αναλύσει τους παράγοντες που δημιουργούν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και να καταλήξει σε συμπεράσματα για τις επιπτώσεις αυτής της κατάστασης. Στο άλλο, με τίτλο «The real time revolution», ο συντάκτης μιλάει για την οικονομία πραγματικού χρόνου. Ο τόπος που συναντιούνται τα δύο άρθρα είναι γνωστός εδώ και μια δεκαετία ως “Now Economy” και οι επισκέπτες του είναι η βιομηχανία, οι έμποροι και οι καταναλωτές.

Οι προσδοκίες του καταναλωτή
Ο καταναλωτής προσδοκά ότι η κότα έχει κάνει αυγά, το χωράφι έχει κάνει μαρούλια και σιτάρι και το εργοστάσιο σαπούνι και χαρτί τουαλέτας. Επίσης, του είναι αδιάφορο αν το καράβι που έφερνε τις πρώτες ύλες βούλιαξε ή δεν μπόρεσε να φύγει από το λιμάνι λόγω βλάβης, αν ο οδηγός του φορτηγού είχε πιει ένα ποτηράκι παραπάνω το προηγούμενο βράδυ και άργησε να ξυπνήσει και αν η τιμή του πετρελαίου σκαρφάλωσε ξαφνικά από τα 50 στα 100 δολάρια. Η αγορά έχει μάθει τον καταναλωτή να είναι αδιάφορος για όλα αυτά και απλά να καταναλώνει. Οπότε, κάθε φορά που θέλει να καταναλώσει χτυπάει απαιτητικά τα μαχαίρι στο πιάτο του και περιμένει το φαγητό του, έχοντας την επιλογή αν αυτό καθυστερήσει, να φύγει και να πάει σε άλλο μαγαζί.
Θα μπορούσαμε να πούμε άραγε ότι αυτή η νοοτροπία είναι περισσότερο διαχρονική και θα επηρεάσει μακροπρόθεσμα τις επιλογές επενδύσεων στην εφοδιαστική αλυσίδα;
Παρατηρώντας τις δράσεις τεράστιων εμπορικών οργανισμών, όπως η Amazon και η Walmart, αντιλαμβανόμαστε ότι θεωρούν το φαινόμενο της “Now Economy” ως διαχρονικό. Ποιος Έλληνας θα φαντάζονταν πριν από δέκα χρόνια ότι θα μπορούσε να παραλάβει την παραγγελία του στο σπίτι την επόμενη εργάσιμη μέρα ή να εκδώσει ένα δημόσιο έγγραφο με το πάτημα μερικών πλήκτρων στον υπολογιστή του;

Ωστόσο, σε μια έρευνα που έκανε η McKinsey το 2017, βρήκε ότι κατά μέσο όρο οι τομείς των εταιρειών που εμπλέκονται άμεσα στη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας, ήταν πολύ λιγότερο ψηφιοποιημένες σε σχέση με άλλες επιχειρηματικές λειτουργίες. Μπορούμε να αναλογιστούμε τι σημαίνει αυτό για χώρες, όπως η Ελλάδα, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες. Όταν η Amazon επενδύει σε αυτόνομα οχήματα μεταφοράς και σε ρομπότ για τη λειτουργία των αποθηκών της, μεσαίες ή και μεγάλες για τα ελληνικά δεδομένα επιχειρήσεις κάνουν υπολογισμούς για να δουν αν μπορούν να βάλουν στον προϋπολογισμό τους αλλαγή ελαστικών του στόλου οχημάτων τους για το χειμώνα. Επίσης, ενώ για πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, ο χρόνος παράδοσης ενός προϊόντος που αγοράστηκε ψηφιακά είναι συνήθως ένα 24ωρο, η Amazon με την υπηρεσία Prime, παραδίδει το προϊόν σε διάστημα δύο ωρών.

Ακόμα και ο χρόνος είναι χρήμα στο καπιταλιστικό μοντέλο
Ας πάρουμε για παράδειγμα το σύνηθες φαινόμενο των ελλείψεων προϊόντων στα ράφια του καταστήματος. Για να αιτιολογήσουμε το πρόβλημα, δεν χρειάζεται να φτάσουμε σε υποθέσεις που περιλαμβάνουν φυσικές καταστροφές λόγω της κλιματικής αλλαγής ή τεράστια προβλήματα στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Η αιτία μπορεί να είναι πολύ απλούστερη. Θα μπορούσε για παράδειγμα το προϊόν να υπήρχε στην τοπική αποθήκη του καταστήματος, αλλά να μην πρόλαβε κάποιος να το αναπληρώσει στο ράφι ή θα μπορούσε να υπάρχει στην κεντρική αποθήκη, αλλά να μην είχε γίνει η σωστή πρόβλεψη ώστε να μεταφερθεί στην τοπική αποθήκη.

Οι εταιρείες που διαθέτουν λύσεις ανάλυσης πληροφοριών, έχουν εντοπίσει το πρόβλημα εδώ και καιρό, οπότε έχουν σπεύσει να προσαρμόσουν τις λύσεις τους ώστε να παράγουν αποτελέσματα σε πραγματικό χρόνο. Ο πραγματικός χρόνος μετριέται ανάλογα με την κρισιμότητα των αποφάσεων. Για παράδειγμα, για την αγορά ή πώληση μιας μετοχής, της οποίας η τιμή μπορεί να διακυμανθεί σε τεράστιο εύρος μέσα σε χρόνο μερικών λεπτών, ο πραγματικός χρόνος μετριέται σε χιλιοστά του δευτερολέπτου. Για μια αλυσίδα τροφίμων, οι απαιτήσεις για λήψη αποφάσεων δεν είναι τόσο ευαίσθητες στο χρόνο, οπότε ο πραγματικός χρόνος μετριέται σε ώρες που όμως είναι και πάλι τεράστια μεταβολή σε σχέση με μερικές δεκαετίες πριν που μετριόνταν σε μέρες.

Η ανάδυση των ψηφιακών καταστημάτων έχει κάνει δυσκολότερο το πλαίσιο για τον προμηθευτή, γιατί από τη στιγμή που υπόσχεται ότι τα προϊόντα θα είναι στο χώρο του πελάτη του μια συγκεκριμένη ώρα, αφενός του δημιουργεί το αίσθημα της αναμονής και αφετέρου γιατί η έλλειψη κάποιων προϊόντων είναι πιθανό να οδηγήσει στην ακύρωση όλου του καλαθιού. Σύμφωνα με την Adobe Analytics, η οποία συλλέγει στοιχεία από ψηφιακά καταστήματα, τον Αύγουστο του 2021, οι ελλείψεις προϊόντων ήταν αυξημένες κατά 172% σε σχέση με πριν την έναρξη της πανδημίας.

Το πιεστικό πλαίσιο μπορεί να είναι ευκαιρία εξέλιξης;
Αν θεωρήσουμε ότι η κοινωνία μας είναι ακόμα σε θέση να καταναλώνει με τους ρυθμούς του παρελθόντος, γιατί όχι και με μεγαλύτερους, θα χρειαστεί να γίνουν “θαύματα”, ώστε το προϊόν να βρίσκεται στον καταναλωτή πολύ γρήγορα μετά την αγορά του. Ιδανικά, ο καταναλωτής θα ήθελε το προϊόν να υλοποιείται μπροστά του, χωρίς να είναι ανάγκη να περιμένει το μεταφορικό μέσο που θα του το φέρει. Μέχρι όμως αυτό να γίνει εφικτό με πιο εξελιγμένες τεχνολογίες, η εφοδιαστική αλυσίδα από άκρο σε άκρο χρειάζεται αλλαγές που ξεκινούν από το στάδιο της προμήθειας πρώτων υλών και φτάνουν μέχρι το τελευταίο μίλι πριν τον αγοραστή – καταναλωτή. Βέβαια, υπάρχει πάντα και η πρόταση να ¨ηρεμήσουμε” και να θεωρήσουμε ότι αυτή είναι μια λύση για την πολυπόθητη σωτηρία του πλανήτη, ωστόσο δεν φαίνεται να είναι αυτή με τις περισσότερες πιθανότητες υλοποίησης.

Η εφοδιαστική αλυσίδα βιώνει μια άνευ προηγουμένου πίεση
Οι καταστάσεις στις οποίες το περιβάλλον γίνεται πιεστικό είναι συχνά αυτές που δημιουργούν σημαντικές ευκαιρίες εξέλιξης για τους οργανισμούς. Μια τέτοια κατάσταση δημιούργησε η πανδημία για την εφοδιαστική αλυσίδα. Ο Δρ. Βασίλης Ζεϊμπέκης, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Logistics και επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Μηχ. Οικονομίας & Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, μας μίλησε για τις προκλήσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με καταλύτη την πανδημία και προτείνει προτεραιότητες για επενδύσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη βελτίωσή της.

Ποιες είναι οι σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει αυτήν την περίοδο η εφοδιαστική αλυσίδα;

Τους περασμένους 18 μήνες, ο ρόλος των δικτύων εφοδιασμού ήταν κρίσιμος για τη διαχείριση της πανδημίας, τόσο από υγειονομική άποψη, όσο και για τη διαχείριση της παγκόσμιας κρίσης που υφίσταται ακόμα και σήμερα και έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις σε αγαθά. Παράλληλα, λόγω της συνεχιζόμενης πανδημίας, πολλά λιμάνια της Ασίας παραμένουν κλειστά με αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός φορτηγών πλοίων να αναμένουν πολλές ημέρες για να φορτωθούν και όλο αυτό έχει ως συνέπεια τις σημαντικές καθυστερήσεις στις παραδόσεις αγαθών, καθώς και το υψηλό κόστος μεταφοράς ειδικά για εμπορευματοκιβώτια.

Προκλήσεις για την ερχόμενη περίοδο, όπως αυτές διαμορφώνονται στο πλαίσιο της κατάστασης που περιέγραψα, είναι:

  • Η δημιουργία ανθεκτικών και ευέλικτων αλυσίδων εφοδιασμού. Αυτό πρακτικά σημαίνει εύρεση εγχώριων ή/και ευρωπαϊκών προμηθευτών, παράλληλα με τους προμηθευτές από την Ασία.
  • Επίσης, δυνατότητα επαναδρομολόγησης των εμπορευματικών ροών ώστε να μπορούν οι εταιρίες να παραλαμβάνουν εμπορεύματα και αγαθά από εναλλακτικούς εμπορευματικούς διαδρόμους.
    Ψηφιακός μετασχηματισμός των επιχειρήσεων με έμφαση στο κύκλωμα εφοδιασμού. Είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό πως ο μετασχηματισμός αυτός δεν αφορά μόνο την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών αλλά την ταυτόχρονη αναδιοργάνωση των επιχειρηματικών διαδικασιών, την αλλαγή εταιρικής κουλτούρας και την εκπαίδευση & δια βίου μάθηση που πρέπει να δοθεί στους εργαζόμενους, ώστε να αντιληφθούν και να υιοθετήσουν χωρίς αντιστάσεις τον νέο τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων.
  • Αειφορία και επενδύσεις με έμφαση σε θέματα που αφορούν δράσεις ESG, οι οποίες προϋποθέτουν υπολογισμό του συνολικού ανθρακικού αποτυπώματος των δραστηριοτήτων των εταιρειών.
  • Εκπαίδευση υφιστάμενου προσωπικού και δημιουργία κινήτρων στην προσέλκυση εργαζομένων με ειδικές δεξιότητες κυρίως από το εξωτερικό. Παρατηρείται σημαντική έλλειψη εργαζομένων και στελεχών στην Ελλάδα στον τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Πόσο έχει αλλάξει η εικόνα των logistics την τελευταία πενταετία στην Ελλάδα και ποια είναι τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις σήμερα;

Η εικόνα κυρίως έχει αλλάξει του τελευταίους 18 μήνες. Αυτήν την περίοδο παρατηρήθηκαν σημαντικές πιέσεις στα κυκλώματα εφοδιασμού σε παγκόσμιο αλλά και σε εθνικό επίπεδο, ενώ παράλληλα άλλαξαν οι καταναλωτικές συνήθειες. Ειδικότερα, στις πωλήσεις B2C, οι καταναλωτές έγιναν πιο απαιτητικοί αναζητώντας εναλλακτικά σημεία και μικρότερους χρόνους παράδοσης.
Οι αλλαγές που έκαναν οι εταιρείες βασίστηκαν κυρίως στο ψηφιακό μετασχηματισμό, ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα εξυπηρέτησης πελατών και παράλληλα να μειωθεί το λειτουργικό κόστος. Παράλληλα, έγιναν ενέργειες ώστε να επιτευχθεί το end-to-end visibility της κατάστασης μιας παραγγελίας.

Το «Σχέδιο Ελλάδα 2.0» περιλαμβάνει δράσεις και κονδύλια για τον τομέα της εφοδιαστικής. Κατά τη γνώμη σας, είναι αρκετά για την τόνωση των επιχειρήσεων; Και σε ποιου μεγέθους επιχειρήσεις απευθύνονται;

Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης θα συμβάλει θετικά στην ανάπτυξη του τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας. Οι δράσεις του Σχεδίου αφορούν σε όλα τα είδη των επιχειρήσεων και εκτιμώ πως έμφαση θα δοθεί στις ΜμΕ που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Κατά τη γνώμη μου το εν λόγω σχέδιο μπορεί να συμβάλει και στη στρατηγική της Ελλάδας για την προσέλκυση διεθνούς φορτίου καθώς επίσης και για τη μετατροπή της Ελλάδας σε ένα διαμετακομιστικό κόμβο logistics. Το εν λόγω σχέδιο είναι εξαιρετικά απαιτητικό στην υλοποίησή του, με αποτέλεσμα να απαιτεί μεγάλη προσπάθεια, προσήλωση στους στόχους, διαφάνεια και τήρηση όλων των εθνικών και ευρωπαϊκών κανόνων. Εφόσον όμως το φέρουμε σε πέρας με επιτυχία, μπορεί να αλλάξει την πορεία της πατρίδας μας αλλά και του τομέα που υπηρετούμε.

Όταν οι συνθήκες ευνοούν την τηλέ-εργασία

Δε χρειάζεται να πάμε περισσότερα από 20 χρόνια πίσω για να θυμηθούμε περιστατικά που οι εργαζόμενοι ζητούσαν να έχουν την επιλογή της τηλε-εργασίας και οι οργανισμοί αντιδρούσαν σθεναρά. Πριν την πανδημία κάποιες πρωτοπόρες εταιρείες είχαν γίνει πιο ελαστικές. Μετά την πανδημία, όλοι οι οργανισμοί υποχρεώθηκαν να γίνουν πιο ελαστικοί.

Την περίοδο που γράφονταν αυτό το άρθρο, ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και η ελληνική είχαν αποφασίσει να επαναφέρουν το μέτρο του αυξημένου ποσοστού τηλε-εργασίας, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την επέλαση της μετάλλαξης Όμικρον της γνωστής πλέον σε όλους μας COVID-19. Ωστόσο, η επικοινωνία μας με οργανισμούς στο πλαίσιο του ρεπορτάζ, αποκαλύπτει ότι για πολλούς από αυτούς το καθεστώς τηλε-εργασίας δεν επανέρχεται γιατί πρακτικά δεν σταμάτησε να ισχύει μετά την πρώτη εφαρμογή του στο ξεκίνημα της πανδημίας.

Είναι πολύ συνηθισμένο πλέον να καλούμε σε κάποιον οργανισμό και είτε το τηλεφώνημα να εκτρέπεται στην οικία του εργαζόμενου, είτε να μας ενημερώνουν ότι το άτομο που ψάχνουμε εργάζεται από το σπίτι. Ακόμα και συντηρητικοί οργανισμοί, όπως οι τράπεζες, έχουν επιλέξει να διατηρήσουν την εργασία από το σπίτι για πολυάριθμες εργασιακές ομάδες, όπως για παράδειγμα το τμήμα IT. Πρόσφατα, CIO τράπεζας που είχε αναλάβει τη θέση στο πλαίσιο της πανδημίας, μας έλεγε ότι το τμήμα του απασχολεί σχεδόν 250 άτομα, από τα οποία είχε γνωρίσει δια ζώσης ελάχιστα.

Με την πρώτη ματιά, η εικόνα της νέας κατάστασης μόνο οφέλη φαίνεται να έχει, όπως η μείωση του κυκλοφοριακού προβλήματος, η αύξηση του ελεύθερου χρόνου για τους εργαζόμενους, οι οποίοι αν μη τι άλλο κερδίζουν το χρόνο μετακίνησης και η δυνατότητα του οργανισμού να μειώσει τα λειτουργικά του έξοδα, προσφέροντας ένα ποσοστό της μείωσης ως αύξηση του μισθού των εργαζόμενων. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι συχνά τόσο ρόδινα όσο θα ήθελε η φαντασία μας.

Η τηλε-εργασία δεν είναι απαραίτητα συνδεδεμένη με το σπίτι
Σε αρκετά άρθρα θα δούμε αντί της λέξης τηλε-εργασία να χρησιμοποιείται η φράση εργασία από το σπίτι. Πρόκειται για μια προσέγγιση, η οποία αποκλείει ένα ποσοστό των επιλογών του εργαζόμενου, ο οποίος μπορεί να εργάζεται από οπουδήποτε υπάρχει ρεύμα και μια σύνδεση στο Internet. Αν μάλιστα δε θεωρήσουμε απαραίτητο το ρεύμα, επειδή ο εργαζόμενος έχει backup από μπαταρίες, τότε ο χώρος της εργασίας θα μπορούσε να είναι ακόμα και η έρημος Καλαχάρι με τη βοήθεια μιας δορυφορικής σύνδεσης στο Internet.

Ίσως για κάποιους που το πλαίσιο του σπιτιού ακούγεται αποπνικτικό ή δεν θέλουν να συνδέσουν το στρες της εργασίας με το χώρο που έχουν για να ηρεμούν, η επιλογή της εργασίας εκτός σπιτιού, έστω και όχι τόσο μακριά όσο η έρημος Καλαχάρι, ακούγεται ευχάριστη. Τι θα μπορούσε όμως να χαλάσει αυτήν την εικόνα; Το ένα εμπόδιο, όπως είπαμε είναι η ενεργειακή αυτάρκεια, για την οποία θα μπορούσαμε να βρούμε λύση. Το δεύτερο εμπόδιο είναι οι τηλεπικοινωνίες και όπως έχουμε διαπιστώσει η υπέρβασή τους δεν εξαρτάται από τις δικές μας δυνάμεις.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δεκαπλασιάστηκαν οι κλήσεις παραπόνων προς τις εταιρείες που προσφέρουν υπηρεσίες σταθερής-κινητής τηλεφωνίας και ενσύρματου-ασύρματου Internet. Το μέγεθος θα ήταν ακόμα μεγαλύτερο, αν οι εταιρείες είχαν τον απαραίτητο αριθμό εργαζόμενων για να εξυπηρετήσουν όλες τις κλήσεις παραπόνων, πολλές εκ των οποίων κατέληγαν σε παραίτηση των συνδρομητών. Όσον αφορά τον μέσο όρο ταχύτητας σύνδεσης στο Internet μέσω δικτύου κινητής τηλεφωνίας, η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ μαζί με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία, ενώ για τις επίγειες συνδέσεις σε παγκόσμιο επίπεδο η χώρα μας βρίσκεται στην 98η θέση από τις 100, με το Μπαγκλαντές και τη Σενεγάλη να είναι ελαφρά χειρότερες.

Οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών σταθερής τηλεφωνίας φαίνεται να μην έχουν την ίδια εικόνα με αυτή που αποτυπώνουν τα προγράμματα μέτρησης ταχυτήτων και απορούν πως γίνεται μετά από επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων να συμβαίνει αυτό το πράγμα. Το πρόβλημα όμως είναι υπαρκτό, με αποτέλεσμα σε κάποιες περιπτώσεις η εργασία από την έρημο Καλαχάρι να είναι περισσότερο εφικτή σε σχέση με την εργασία από μια ελληνική μητρόπολη.

Επομένως, αν η εργασία σχετίζεται με επεξεργασία κειμένου ή λογιστικών φύλλων τότε ακόμα και μια σύνδεση 10 Mbps, όπως αυτή που έχουν πολλοί από τους συνδρομητές που πληρώνουν για 24 Mbps είναι αρκετή. Αν όμως η εργασία απαιτεί μεταφορά αρχείων μεγάλου μεγέθους, εκεί τα πράγματα δυσκολεύουν. Ρεαλιστικά -και αυτό το ζήσαμε- δυσκολεύουν ακόμα και για τηλεδιασκέψεις με video. Ένας από τους πολλούς λόγους αποτυχίας της τηλε-εκπαίδευσης στα σχολεία, ήταν η αδυναμία των καθηγητών να έχουν οπτική επαφή με τους μαθητές, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ήταν δύσκολη ακόμα και η επικοινωνία με φωνή.

Σύμφωνα με μια εκτεταμένη έρευνα που πραγματοποίησε η McKinsey και αφορά σε 800 τομείς εργασίας σε 9 χώρες, υπάρχουν τομείς, όπως οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, όπου το ποσοστό τηλε-εργασίας θα μπορούσε θεωρητικά να φτάσει μέχρι και το 86% και άλλοι, όπως για παράδειγμα η αγροτική παραγωγή που δεν θα μπορούσε να ξεπεράσει το 8%. Στο σύνολο της έρευνας, ο μέγιστος θεωρητικός μέσος όρος τηλεργασίας ήταν 39%.

Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην ίδια έρευνα, η προσέγγιση του μέσου όρου είναι περισσότερο πιθανή στις προηγμένες οικονομίες, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η χώρα μας. Οπότε ένας στόχος κοντά στο 15% θα ήταν περισσότερο εφικτός, αν θεωρήσουμε ότι βρισκόμαστε στο ίδιο επίπεδο με την Κίνα, το Μεξικό ή την Ινδία. Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το 50% τηλε-εργασίας που συχνά επιβάλουν τα μέτρα προστασίας απέναντι στην πανδημία, αναπόφευκτα συνδέεται με χαμηλότερη παραγωγικότητα.

Θα μπορούσαν οι υπηρεσίες cloud να κάνουν την εικόνα καλύτερη;
Όταν πριν αρκετά χρόνια, η Hewlett Packard πρωτοπόρησε δίνοντας στους εργαζόμενους της τη δυνατότητα τηλε-εργασίας, είχε χρειαστεί να εφαρμόσει ένα αυστηρό πρωτόκολλο ασφάλειας, το οποίο μεταξύ άλλων περιλάμβανε τη διάθεση προσωπικού υπολογιστή, στον οποίο ο εργαζόμενος δεν μπορούσε να εγκαταστήσει κανένα λογισμικό που δεν ήταν εγκεκριμένο από την εταιρεία.

Επίσης, η επικοινωνία γίνονταν μέσω VPN και το σύνολο του ελέγχου πρόσβασης ήταν αρμοδιότητα του τμήματος ασφάλειας της HP. Σήμερα, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Ο εργαζόμενος χρησιμοποιεί οποιαδήποτε συσκευή έχει διαθέσιμη, συνδέεται στο δίκτυο από οποιοδήποτε σημείο βρίσκεται, όπως ένα καφέ ή μια βιβλιοθήκη και ένα μεγάλο ποσοστό του ελέγχου πρόσβασης δεν είναι αρμοδιότητα της εταιρείας που εργάζεται. Όπως μας έλεγε πρόσφατα εκπρόσωπος εταιρείας που προσφέρει ασφαλιστικές υπηρεσίες απέναντι στο κυβερνοέγκλημα, ένα μεγάλο ποσοστό των πελατών πιστεύουν ότι από τη στιγμή που χρησιμοποιούν τις cloud υπηρεσίες ενός παρόχου, είναι ασφαλείς, αφού αυτός έχει φροντίσει να είναι ασφαλείς. Κάτι που φυσικά δεν ισχύει.

Ένα μεγάλο ποσοστό των περιστατικών ransomware δεν οφείλονται σε εγγενή προβλήματα των πληροφοριακών συστημάτων που παραβιάστηκαν, αλλά σε παράδοση των “κλειδιών της πόλης” στους κυβερνοεγκληματίες. Επομένως, οι υπηρεσίες cloud από τη μία έχουν διευκολύνει πολύ την τηλε-εργασία, παράλληλα όμως έχουν αυξήσει και τις πιθανότητες παραβίασης των κεντρικών πληροφοριακών συστημάτων της εταιρείας. Το πόσο μεγάλο είναι το πρόβλημα, γίνεται φανερό από την αύξηση κατά 50% έως και 60% των συμβολαίων cyber-insurance, τα οποία θα συνεχίσουν να ακριβαίνουν τα ερχόμενα χρόνια.

Οι ασφαλιστικές εταιρείες ζητούν πλέον από τους οργανισμούς να λάβουν πολύ πιο αυστηρά μέτρα προστασίας, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα να γίνουν αλλαγές και στον τομέα της τηλε-εργασίας, καθώς οι εργαζόμενοι θα χρειαστεί να τηρούν καθορισμένα πρωτόκολλα.
Δεν γνωρίζουμε ακόμα πως αυτό θα επιδράσει στην καθημερινότητα της εργασίας, είναι όμως βέβαιο ότι θα προσθέσει μια ακόμα ανησυχία στους εργαζόμενους, οι οποίοι δεν θα ήθελαν να θεωρηθούν υπεύθυνοι για μια διαρροή δεδομένων που μπορεί να κοστίσει στην εταιρεία που εργάζονται εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια ευρώ.

Προσωπικά δεδομένα, μια ανοιχτή πληγή
Μια από τις απορίες καθηγητών, μαθητών και γονέων που χρησιμοποίησαν την υπηρεσία Webex της Cisco για την τηλε-εκπαίδευση, ήταν σχετικά με τη διαχείριση των προσωπικών δεδομένων. Όπως έγινε γνωστό, για τις υπηρεσίες που πρόσφερε η Cisco χρησιμοποιούσε servers, οι οποίοι ήταν στη Βρετανία, δηλαδή εκτός ΕΕ. Επίσης, δεν έχει γίνει γνωστό τι προέβλεπε η σύμβαση που υπέγραψε η ελληνική κυβέρνηση με τη Cisco και επομένως δε γνωρίζουμε αν εικόνες και φωνές των χρηστών, εικόνες από το εσωτερικό σπιτιών και δεκάδες χιλιάδες ώρες μαθημάτων, βρίσκονται τώρα αποθηκευμένα και διαθέσιμα προς ανάλυση σε κάποιους servers της Cisco. Το ίδιο βέβαια ισχύει και με άλλες υπηρεσίες που χρησιμοποιήθηκαν για τηλε-διασκέψεις, όπως το Zoom και το Microsoft Teams που είχαν και τα μεγαλύτερα ποσοστά χρήσης στον επιχειρηματικό κυρίως κόσμο.

Νομικά, ο χώρος του σπιτιού είναι απαραβίαστος, με εξαίρεση την επίδειξη εντάλματος έρευνας από εισαγγελέα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κάμερα που χρησιμοποιείται για να συνδέσει τον εργαζόμενο με την εταιρεία που εργάζεται ή με κάποιο δημόσιο οργανισμό, είναι παραβίαση του ιδιωτικού του χώρου; Οι συζητήσεις που έχουν ξεκινήσει γύρω από το θέμα της τηλε-εργασίας και των προσωπικών δεδομένων, είναι ακόμα φρέσκες και δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουν οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα, πόσο μάλλον σε δράσεις. Τον περασμένο Αύγουστο, η Ελληνική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων δημοσίευσε τις συστάσεις της σχετικά με το θέμα της τηλε-εργασίας. Μεταξύ άλλων, η Αρχή θεωρεί τον εργοδότη υπεύθυνο για οποιαδήποτε διαρροή προσωπικών δεδομένων εργαζομένων και με μια πρώτη ανάγνωση, φαίνεται να απαλλάσσει τον εργαζόμενο στην περίπτωση που ο υπολογιστής του λειτουργήσει ως πύλη για μια κυβερνοεπίθεση.

Είναι αναμενόμενο ότι κάποιες εταιρείες με αυστηρές διαδικασίες θα προσπαθήσουν να τηρήσουν όσο καλύτερα γίνεται αυτές τις συστάσεις, ενώ άλλες θα κρατήσουν μια πιο χαλαρή στάση, ελπίζοντας ότι δε θα συμβεί το “κακό”. Οπότε, το ερχόμενο χρονικό διάστημα και δεδομένου ότι οι επιθέσεις ransomware βαίνουν διαρκώς αυξανόμενες, θα δούμε πως θα εξελιχθεί η κατάσταση στην πράξη.

Είμαστε έτοιμοι να αφήσουμε τις συνήθειες μας;
Ακόμα και αν η τεχνολογία μπορούσε σε αυτήν τη φάση να προσφέρει τις βέλτιστες λύσεις, η επιτυχία των μοντέλων της τηλε-εργασίας και τηλε-εκπαίδευσης θα ήταν αμφίβολη, καθώς υπάρχουν ανθρώπινες συνήθειες αιώνων που είναι συνδεδεμένες με την εργασία. Ακόμη και στα κάτεργα των εργοστασίων στην αρχή της βιομηχανικής επανάστασης, αλλά και στις δημόσιες υπηρεσίες πριν από αυτήν, οι εργάτες είχαν άμεση επικοινωνία με τους συνεργάτες τους. Στους σύγχρονους εργασιακούς χώρους, όπου το διάλειμμα είναι θεσμοθετημένο, η επικοινωνία μεταξύ των συνεργατών για ένα τσιγάρο στο μπαλκόνι ή για ένα καφέ στο διπλανή καφετέρια, είναι κάτι συνηθισμένο και ευχάριστο. Εκτός όμως της απουσίας επικοινωνίας, η εργασία από το σπίτι ή και εκτός αυτού, δημιουργεί και άλλα προβλήματα.

Σε μια οικογένεια για παράδειγμα που έχει παιδιά, η συμβίωση στο πλαίσιο των πιεστικών εργασιακών υποχρεώσεων δεν είναι εύκολη και ειδικά αν πρόκειται για μονογονεϊκή οικογένεια. Επιπλέον, στην τηλε-εργασία, ο χώρος του σπιτιού συνδέεται με το περιβάλλον εργασίας και έτσι για πολλούς εργοδότες και εργαζόμενους σταματούν να είναι σαφή τα όρια του χρόνου εργασίας. Διαφορετικές μελέτες που έγιναν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, απέδειξαν ότι ένα μεγάλο ποσοστό των εργαζόμενων εργάζονται περισσότερες ώρες με το μοντέλο της τηλε-εργασίας με αποτέλεσμα να εμφανίζουν συχνότερα το φαινόμενο του burn out εξαιτίας και του πιεστικού πλαισίου που δημιουργεί ο φόβος της πανδημίας. Η εικόνα που έχουμε σε αυτήν τη φάση δεν είναι ενθαρρυντική για το μέλλον της τηλε-εργασίας.

Το αναμενόμενο είναι το ποσοστό των τηλε-εργαζόμενων που θα διατηρήσουν αυτό το μοντέλο εργασίας και μετά το πέρας της πανδημίας να είναι μεγαλύτερο από αυτό πριν την πανδημία, είναι όμως μάλλον απίθανο να φτάσει σε ποσοστά που θα ξεπερνούν αυτά των δια ζώσης εργαζόμενων. Σύμφωνα με τις τρέχουσες μελέτες σε χώρες, όπως η Ελλάδα, ένα ποσοστό κοντά στο 20% θα μπορούσε να θεωρηθεί επιτυχία.

Μάχη τεχνολογιών στα παρασκήνια του IoT

Τα δισεκατομμύρια μικρών υπολογιστών που απαρτίζουν το Δίκτυο των Πραγμάτων, χρειάζεται να επικοινωνούν μεταξύ τους και με κεντρικά συστήματα επεξεργασίας. Οι γνωστές τεχνολογίες τηλεπικοινωνιών δεν ήταν κατάλληλες για αυτό το ρόλο και έτσι δημιουργήθηκαν νέες.

Μερικά πράγματα μένουν στο συρτάρι και ξεχνιούνται. Κάπως έτσι, εστιάζοντας την προσοχή μας σε τομείς του Internet of Things που βρίσκονται πιο συχνά στο προσκήνιο, ξεχνάμε ότι στο παρασκήνιο, εκεί που συνήθως ζουν οι ομάδες των ειδικών που λαμβάνουν τις αποφάσεις σε τεχνικό επίπεδο, εξελίσσεται μια μάχη ανάμεσα σε σχετικά νέες τεχνολογίες τηλεπικοινωνιών.

Το ευρύτερο πλαίσιο που ανήκουν οι νέες τεχνολογίες είναι γνωστό ως Low Power Wide Area και περιλαμβάνει κάποιες περισσότερο και κάποιες λιγότερο γνωστές. Η εμπορική χρήση της τεχνολογίας 5G πρόσθεσε πρόσφατα μια νέα επιλογή, αλλάζοντας ισορροπίες που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ των προηγούμενων τεχνολογιών NB-IoT και LoRaWAN. Η εικόνα που μας δίνει το Statista μέχρι και το πρώτο μισό του 2020 είναι ένα σχεδόν ισοδύναμο μοίρασμα της αγοράς μεταξύ των τεχνολογιών NB-IoT και LoRaWAN με ποσοστά 44% και 41% αντίστοιχα. Είναι δε ενδιαφέρον ότι η πρόβλεψη μέχρι και το 2025 διατηρεί αυτήν την ισορροπία προσθέτοντας ελάχιστο μερίδιο, μόλις 1%, στην τεχνολογία 5G, η οποία από το 3% που βρίσκεται σήμερα αναμένεται να φτάσει το 4%. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, αυτή η υστέρηση δεν έχει κυρίως ως αιτία τεχνικά μειονεκτήματα της τεχνολογίας 5G, αλλά τους αργούς ρυθμούς που η αγορά αναμένει ότι η τεχνολογία αυτή θα γίνει αποδεκτή και επομένως εξίσου οικονομική με τις άλλες δύο.

Μια πιο αισιόδοξη ματιά σε ορίζοντα πενταετίας για το 5G μας δίνει Ηλίας Αραβαντινός, freelance analyst και υπ. Διδάκτορας στο τμήμα Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών του ΕΚΠΑ «Καθώς η τρέχουσα εστίαση του 3GPPP φόρουμ είναι στην ανάπτυξη ενός νέου ευρυζωνικού 5G οικοσυστήματος για τα επόμενα 5 χρόνια, τεχνολογίες όπως NB-IoT και LoRaWAN ίσως δυσκολευτούν να προσαρμοστούν στις προδιαγραφές και τα πρωτόκολλα. Η LoRaWAN θεωρώ ότι έχει προβάδισμα καθώς έχει ήδη προσαρμοστεί στις ΙοΤ προδιαγραφές καλύπτοντας μια πληθώρα συχνοτήτων».

Μόλις 4 χρόνια πριν η επιλογή στην Ελλάδα ήταν μία
Συζητώντας με τον Μανώλη Νικηφοράκη τον Απρίλιο του 2017, είχε εστιάσει την προσοχή μας στο γεγονός ότι η μόνη ευρέως γνωστή τότε τεχνολογία που προτείνονταν για υλοποιήσεις έργων ήταν το 2G. Θα ήταν μάλλον άδικο να πούμε ότι η τεχνολογία ήταν ακατάλληλη, καθώς τα έργα που υλοποιούνταν ήταν κυρίως έργα τηλεματικής, τα οποία αργότερα εντάχθηκαν κάτω από την ομπρέλα του IoT, γιατί για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν υπήρχαν άλλα στην Ελλάδα.

Ήδη τεχνολογίες LPWA, όπως Sigfox, LoRa, Ingenu, Weightless με πολύ καλύτερα χαρακτηριστικά από την τεχνολογία GSM και με πολύ χαμηλότερο κόστος σε hardware, είχαν ξεκινήσει να χρησιμοποιούνται σε πιλοτικά έργα, όπως ένα πρωτοποριακό έργο που λειτουργούσε στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών. Στόχος του έργου ήταν η μέτρηση των ρύπων και του θορύβου που δημιουργούσε η κίνηση κυρίως των αεροπλάνων.

Ο ερχομός του 3G και στη συνέχεια του 4G δεν άλλαξε τα δεδομένα, στο 3G δεν είχε γίνει πρόβλεψη για LPWA και στο 4G, το κόστος υλοποίησης παρέμενε υψηλό και η τεχνολογία ακατάλληλη για να μεταφέρει μικρούς όγκους δεδομένων σε τακτά χρονικά διαστήματα. Επιπλέον, ο εξοπλισμός 4G ήταν περισσότερο ενεργοβόρος με αποτέλεσμα να μειώνεται η αυτονομία των ασύρματων αισθητήρων και μικροϋπολογιστών που αποτελούσαν τα αισθητήρια του οικοσυστήματος IoT. Το κενό είχε γίνει αντιληπτό από την αγορά των μεγάλων τηλεπικοινωνιακών παρόχων και κατασκευαστών, οι οποίοι έβλεπαν να χάνουν έδαφος και έτσι τον Ιούνιο του 2016, η 3GPP παρουσίασε το νέο πρότυπο NB-IoT, το οποίο ήταν συμβατό με τον υπάρχοντα εξοπλισμό των παρόχων και επιπλέον είχε πολύ καλύτερα χαρακτηριστικά για να εξυπηρετήσει έργα IoT σε σχέση τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούσαν ήδη.

Μάλιστα, το Οκτώβριο του 2017, η Vodafone Ελλάδας έγινε η πρώτη εταιρεία που έκανε μια επίδειξη των δυνατοτήτων της νέας τεχνολογίας ως demo στο χώρο ενός τηλεπικοινωνιακού συνεδρίου. Η εταιρεία δεν είχε κάνει ακόμα αναβάθμιση του εξοπλισμού της, ώστε η υπηρεσία να είναι εμπορικά διαθέσιμη. Η εμπορική διάθεση της υπηρεσίας στην Ελλάδα ξεκίνησε δύο χρόνια αργότερα και όπως βλέπουμε σε μια έκθεση της GSA τον Μάρτιο του 2019, 100 τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι είχαν ανακοινώσει λύσεις NB-IoT μέχρι τότε, και έφτασαν τους 142 το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς. Επομένως, το NB-IoT άργησε να μπει στον ανταγωνισμό, γεγονός που άφησε περιθώρια σε άλλες τεχνολογίες να δείξουν την αξία τους και να αποκτήσουν υποστηρικτές στην αγορά.

LoRaWAN συναγωνιστής ή ανταγωνιστής;
Σε μια μελέτη της ABI Research που δημοσιεύει η LoRa Alliance, γίνεται εμφανές ότι οι τεχνολογίες LoRaWAN και NB-IoT έχουν σε αυτήν τη φάση την προσοχή της αγοράς και αναμένεται να καλύψουν της ανάγκες της τα ερχόμενα χρόνια. Το LoRaWAN είναι ένα ανοιχτό σύστημα, το οποίο αναπτύχθηκε και τυποποιήθηκε από την LoRa Alliance, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό με περισσότερες από 500 εταιρείες μέλη. Το NB-IoT σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε για να κρατήσει μέσα στον ανταγωνισμό τους κραταιούς κατασκευαστές και εταιρείες τηλεπικοινωνιών. Και οι δύο τεχνολογίες, σύμφωνα με την ABI Research, μπορούν να προσφέρουν εφάμιλλο Quality of Service, ενώ η ίδια μελέτη υποστηρίζει ότι εφαρμογές που απαιτούν περισσότερο συχνές μεταφορές δεδομένων θα εξυπηρετηθούν καλύτερα από το NB-IoT με τίμημα όμως το υψηλότερο Total Cost of Ownership (TCO). Το βασικό μειονέκτημα του NB-IoT, δεδομένου ότι είναι ένα σύγχρονο πρωτόκολλο, είναι η υψηλότερη κατανάλωση ενέργειας σε σχέση με το LoRaWAN που είναι ασύγχρονο.

Ανάλογα με το είδος της εφαρμογής, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της κάθε τεχνολογίας αποκτούν διαφορετικό ειδικό βάρος. Για παράδειγμα σε indoor εφαρμογές, έχει αποδειχτεί ότι το LoRaWAN έχει καλύτερη διεισδυτικότητα, οπότε και η αξιοπιστία είναι καλύτερη, αλλά και η κατανάλωση ενέργειας μικρότερη, γιατί δεν χρειάζεται υπερπροσπάθεια για την επικοινωνία των συσκευών με τους δέκτες.

Ωστόσο, μια διαφορά που θα μπορούσε να είναι ειδοποιός, είναι η ποικιλία του διαθέσιμου εξοπλισμού για LoRa, δεδομένου μέχρι και τον Απρίλιο του 2019 είχαν ήδη εγκατασταθεί περισσότερα από 113 LoRaWAN δίκτυα σε περισσότερες από 55 χώρες, ενώ όπως έχουμε αναφέρει την ίδια περίοδο το NB-IoT μόλις είχε αρχίσει να γίνεται εμπορικά διαθέσιμο. Το αποτέλεσμα είναι ότι στο εμπόριο είναι διαθέσιμες περισσότερες από 118 συσκευές που είναι συμβατές με LoRA σε σχέση με τις 43 συσκευές που είναι διαθέσιμες για NB-IoT. Το λογικό είναι ότι κάποια στιγμή η ψαλίδα θα κλείσει, αλλά για εταιρείες που επείγονται να υλοποιήσουν κάποιο έργο, σε αυτήν τη φάση η τεχνολογία LoRA δίνει περισσότερες επιλογές.

Τι μας δείχνουν τα έργα που έχουν υλοποιηθεί
Η τεχνολογία LoRA έχει προτιμηθεί για έργα που έχουν σχέση με smart metering σε καύσιμα και δίκτυα νερού. Η Κίνα, η οποία αξιοποίησε την τεχνολογία LoRA από τα πρώτα της βήματα, την έχει χρησιμοποιήσει σε μεγάλα smart metering έργα, με αποτέλεσμα να απορροφήσει το 68% των chips που διατέθηκαν στην αγορά το 2018. Την ίδια χρονιά, μια θυγατρική εταιρεία της γαλλικής Veolia, υπέγραψε μια συμφωνία με την Orange Business Services για 3 εκατομμύρια έξυπνους μετρητές νερού, πάνω σε δίκτυο LoRaWAN. Ένας δεύτερος τομέας εφαρμογών που η τεχνολογία LoRa φαίνεται να υπερτερεί είναι τα έξυπνα κτίρια. Οι παράγοντες που έχουν παίξει το σημαντικότερο ρόλο σε αυτήν την εικόνα, είναι η ποικιλία των συσκευών LoRa και η αποτελεσματικότερη χρήση της σε κλειστούς χώρους.

Οι εφαρμογές που απαιτούν μεγάλη γεωγραφική κάλυψη είναι πιο κοντά στην τεχνολογία NB-IoT, δεδομένου ότι αξιοποιεί τα υπάρχοντα δίκτυα των τηλεπικοινωνιακών παρόχων. Για παράδειγμα ο έλεγχος παραμέτρων σε οχήματα που βρίσκονται σε κίνηση, είναι μια εφαρμογή που ταιριάζει καλύτερα στην τεχνολογία NB-IoT. Πολλά από τα έργα αυτά προϋπήρχαν, βασιζόμενα σε υπηρεσίες fleet management και τώρα υπάρχει η δυνατότητα να βελτιστοποιηθούν παρέχοντας περισσότερη πληροφορία από αισθητήρες που είναι τοποθετημένοι στο όχημα.

Στις εφαρμογές αυτοματοποιημένων καλλιεργειών, οι δύο τεχνολογίες ισορροπούν, οπότε η ειδοποιός διαφορά θα είναι το TCO που σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τις χρεώσεις των τηλεπικοινωνιακών παρόχων. Η λογική λέει ότι οι κοινότητες μικροκαλλιεργητών θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν ένα δίκτυο LoRaWAN και να μην εξαρτώνται από τηλεπικοινωνιακό πάροχο, ενώ μεγάλες καλλιεργητικές μονάδες που ενδεχομένως έχουν εκτάσεις σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν καλύτερα από ένα συμβόλαιο υπηρεσιών NB-IoT.
Γενικότερα, οι δύο τεχνολογίες αναμένεται για τα ερχόμενα χρόνια να παίξουν τους κεντρικούς ρόλους στην υλοποίηση λύσεων IoT, καθώς το 5G θα προσπαθεί να αυξήσει το μερίδιο του. Όταν όμως θα συμβεί αυτό ποιοι θα είναι οι παράγοντες που θα το κάνουν ανταγωνιστικό απέναντι στις δύο LPWA τεχνολογίες;

Το NB-IoT είναι ένα υποσύνολο στο ευρύτερο πλαίσιο τεχνολογιών 5G
Το οικοσύστημα κατασκευαστών και τηλεπικοινωνιακών παρόχων υλοποιεί ΝΒ-IoT δίκτυα στο πλαίσιο της μακροπρόθεσμης στρατηγικής 5G IoT. Κοινός τόπος είναι η τυποποίηση που θεωρητικά τουλάχιστον εξασφαλίζει η 3GPP και η χρήση του αδειοδοτημένου φάσματος που έχουν αγοράσει οι πάροχοι. Επομένως, είναι σχετικά εξασφαλισμένο ότι οι οργανισμοί που υλοποιούν αυτήν την περίοδο έργα βασισμένα σε τεχνολογία NB-IoT, όχι μόνο δεν θα χρειαστεί να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις, αλλά θα ωφεληθούν περισσότερο από την αξιοποίηση των δικτύων κορμού της τεχνολογίας 5G.

Σε αυτήν τη φάση των πρώτων βημάτων της τεχνολογίας 5G, η έμφαση είναι κυρίως στη βελτίωση των ταχυτήτων. Σε συνδυασμό με το low latency που προσφέρει η τεχνολογία 5G, τα δύο αυτά πλεονεκτήματα δεν της δίνουν προσωρινά ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Καθώς, όμως αυτή θα επεκτείνεται σε άλλους τομείς, όπως για παράδειγμα, οι αυτοματισμοί στη βιομηχανική παραγωγή, εκεί το low latency, αλλά και οι ταχύτεροι ρυθμοί μετάδοσης δεδομένων αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο.

Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί και σε εφαρμογές έξυπνων πόλεων, όπως για παράδειγμα η δυναμική ρύθμιση του φωτεινών σηματοδοτών. Αν θεωρήσουμε ότι οι “αποφάσεις” πρέπει να λαμβάνονται σε πραγματικό χρόνο και συνδυάζουν δεδομένα που προέρχονται από χιλιάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες οχήματα, η τεχνολογία 5G θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο.
Σύμφωνα με το white paper της GSMA “Mobile IoT in the 5G Future”, αλλά και τη μελέτη της LoRa Alliance, οι τεχνολογίες LoRaWAN και 5G αναμένεται να συνυπάρξουν στο μέλλον. Οι απαιτήσεις των εφαρμογών για αποφάσεις πραγματικού χρόνου, είναι αυτές που θα κλείνουν τη ζυγαριά προς το 5G, ενώ εφαρμογές που απαιτούν ανταλλαγή μικρότερων ποσοτήτων δεδομένων σε τακτά χρονικά διαστήματα θα κοιτάξουν περισσότερο προς την πλευρά της τεχνολογίας LoRaWAN και λόγω των χαρακτηριστικών της, αλλά και γιατί προσφέρει χαμηλότερο Total Cost of Ownership.

Η τεχνολογία LoRaWAN στο σύμπαν των κρυπτονομισμάτων
Πίσω στο 2015, δύο Ολλανδοί, ο Wienke Giezeman και ο Johan Stokking, είχαν την ιδέα να δημιουργήσουν ένα παγκόσμιο ανοιχτό δίκτυο βασισμένο στην τεχνολογία LoRaWAN. Το δίκτυο ονομάστηκε The Things Network και σήμερα, παρότι δεν παρουσιάζει το ρυθμό ανάπτυξης που είχε στα αρχικά του στάδια, αριθμεί περίπου 22 χιλιάδες gateways σε 151 χώρες του κόσμου, μια εκ των οποίων και η Ελλάδα με 19 gateways, όλα στην περιοχή της Αττικής.

Η ιδέα του The Things Network σε συνδυασμό με την τεχνολογία blockchain έγινε η βάση για το επόμενο στάδιο εξέλιξης. Κάπως έτσι φτάνουμε στο Helium Blockchain, το οποίο είναι το θεμέλιο για το People’s Network, όπως αποκαλούν οι δημιουργοί του, το παγκόσμιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο που λειτουργεί ανεξάρτητα από τους κραταιούς τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Το Helium δημιουργήθηκε το 2013 από τους Amir Haleem, Sean Carey και Shawn Fanning και μέχρι το 2019 είχε απορροφήσει χρηματοδοτήσεις περίπου 54 εκατομμυρίων δολαρίων. Αρχικά το project είχε στόχο τη δημιουργία ενός peer to peer παγκόσμιου δικτύου. Το 2019, το Helium project αξιοποίησε την τεχνολογία blockchain και δημιούργησε ένα coin, το HNT, το οποίο πλέον είναι διαπραγματεύσιμο στα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων με market cap περίπου 4 δισεκατομμύρια δολάρια και fully diluted valuation στα 8,7 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το ενδιαφέρον στο εγχείρημα της Helium είναι ότι για να γίνει κάποιος κάτοχος HNTs δεν έχει μόνο την επιλογή να τα αγοράσει από κάποιο ανταλλακτήριο. Η Helium έχει δημιουργήσει το Helium Hotspot, μια συσκευή που μπορεί να συνδέσει τον κάτοχο της στο People’s Network, το οποίο βασίζεται στην τεχνολογία LoRaWAN. Επιπλέον, το Helium Hotspot επιτρέπει στον κάτοχό του να συνδέσει σε αυτό smart things μέσα στο χώρο του σπιτιού του ή της επιχείρησής του. Σύμφωνα με τα στατιστικά του Helium, τα ενεργά hotspots έχουν φτάσει τα 372.000 σε 152 χώρες σε όλον τον κόσμο και ο ρυθμός ανάπτυξης είναι σταθερός. Την ιδέα του Helium χρησιμοποίησε ως καλούπι η εταιρεία WeatherXM, με στόχο να δημιουργήσει το People’s Weather Network.

Το δίκτυο αξιοποιεί μεταξύ άλλων την τεχνολογία LoRaWAN, καθώς και τεχνολογίες GSM/NB-IoT/Wi-Fi/BLE/GPS. Το gateway σε συνδυασμό με διαφορετικές ποιότητες μετεωρολογικού εξοπλισμού, παρέχεται από την εταιρεία ως λύση με το κλειδί στο χέρι. Ο εξοπλισμός επιτρέπει στον κάτοχο να συλλέγει μετεωρολογικά δεδομένα, τα οποία θα αγοράζει η WeatherXM με αντάλλαγμα tokens. Η αξία των tokens, όπως συνέβη και με το Helium θα γίνει εμπράγματη, όταν αυτά θα μπουν στο ευρύτερο σύμπαν των ψηφιακών νομισμάτων και θα είναι ανταλλάξιμα. Ήδη, στην πιλοτική λειτουργία εκατοντάδες Weather Stations, με τιμή αγοράς που ξεκινά από τα 400 ευρώ, στέλνουν τα δεδομένα τους στη WeatherXM και εκατοντάδες ακόμα ενδιαφερόμενοι βρίσκονται σε λίστα αναμονής.

Περί METAverse, διπολικής διαταραχής και εθισμού

Αν κάποιος ζει μια δυάρεστη ζωή και δεχτεί μια πρόταση να παραδώσει το νου του σε μια μηχανή που θα τον κάνει χαρούμενο, ίσως και να δεχτεί. Θα έκανε όμως το ίδιο, αν του έλεγαν ότι η απόλαυση έχει περιορισμένη διάρκεια και όταν τελειώνει ο χρόνος του θα πρέπει να επιστρέφει στην τρισάθλια ζωή του;

Η διπολική διαταραχή είναι μια ασθένεια του εγκεφάλου και σύμφωνα με τις περιγραφές των ατόμων που τη βιώνουν, χαρακτηρίζεται από εναλλαγές ανάμεσα στις καταστάσεις ευφορικής μανίας και κατάθλιψης. Καταστάσεις ευφορίας, αλλά και κατάπτωσης αναφέρονται επίσης στις εμπειρίες χρηστών εθιστικών ουσιών, οι οποίοι συχνά δηλώνουν ότι με τη χρήση τους επιδιώκουν μια φυγή από την πραγματικότητα προς έναν άλλο κόσμο. Συχνά μάλιστα πετυχαίνουν το στόχο τους με το παραπάνω, καθώς καταλήγουν στον άλλο κόσμο, ο οποίος είναι πέρα από τα όρια της συνείδησής τους.

Τι σχέση μπορεί να έχουν όμως αυτά με τα metaverses και την εξέλιξη του Facebook σε META;

Το όραμα της διοίκησης της Facebook για ένα metaverse δεν είναι η ανακάλυψη της φωτιάς.  Για παραπάνω από μια δεκαετία, με υποδεέστερα τότε τεχνολογικά μέσα, δημιουργήθηκε ο ψηφιακός κόσμος του Second Life, ο οποίος συνεχίζει να είναι ζωντανός, φιλοξενώντας ένα μικρό ποσοστό των εκατομμυρίων χρηστών που είχε στην κορύφωση της δημοφιλίας του. Επίσης, ο όρος metaverse χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1990, στο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας Snow Crash. Επομένως, η META θα προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα καλύτερο Second Life με τη βοήθεια περισσότερης επεξεργαστικής δύναμης, καλύτερης VR τεχνολογίας και φυσικά την εν δυνάμει συμμετοχή των χρηστών της. Ως επιχειρηματικό μοντέλο δεν είναι άστοχο, αν θεωρήσουμε ότι αφενός υπάρχουν δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο που ζουν μια δυσάρεστη ως πολύ δυσάρεστη πραγματικότητα και επιπλέον τα ψηφιακά νομίσματα δίνουν πλέον τη δυνατότητα επέκτασης του καπιταλισμού σε ψηφιακούς κόσμους. Άρα θεωρητικά, η εταιρεία εξασφαλίζει κέρδη σε όλα τα πιθανά σύμπαντα που μπορεί να προσφέρει τις υπηρεσίες της.

Ας υποθέσουμε τώρα ότι είμαστε ένας από τους κατοίκους του σύμπαντος META, όπου εκεί έχουμε μια ευρύχωρη κατοικία με θέα μια παραλία των Κυκλάδων, το σώμα μας είναι όπως ακριβώς το επιθυμούμε και δεν κινδυνεύουμε να ασθενήσουμε από κάποια μεταδοτική ασθένεια.

Η ώρα είναι λίγο μετά τα μεσάνυχτα, αλλά είναι τόσο απολαυστικός ο ψηφιακός μας κόσμος που ξεχνιόμαστε μέσα του, μέχρι που μας παίρνει ο ύπνος και τα γυαλιά εικονικής πραγματικότητας διακόπτουν αυτόματα τη λειτουργία τους, όταν αντιλαμβάνονται ότι τα βλέφαρα μας είναι κλειστά για λίγα λεπτά. Λίγες ώρες μετά, το ξυπνητήρι μάς ειδοποιεί ότι είναι ώρα να ετοιμαστούμε για την εργασία μας. Πολλοί από εμάς θα έχουμε τη δυνατότητα να μεταβούμε στο τρίτο ψηφιακό σύμπαν της ζωής μας, αυτό της εργασίας, εξίσου πολλοί όμως θα χρειαστεί να σηκωθούμε από το κρεβάτι, να μπούμε στο αυτοκίνητο ή στα ΜΜΜ και να ζήσουμε στον πραγματικό κόσμο, δεχόμενοι ερεθίσματα από γεγονότα που δεν είναι όπως ακριβώς θα επιθυμούσαμε.

Σύμφωνα με επιστήμονες, οι οποίοι έχουν ήδη παρατηρήσει αυτή τη μετάβαση από τον κόσμο των κοινωνικών δικτύων στον “πραγματικό” κόσμο, η ανθρώπινη ψυχολογία επηρεασμένη από τις απολαύσεις των likes και της ονειρικής ζωής, παρουσιάζει ολοένα και μεγαλύτερη δυσανεξία σε δυσάρεστες καταστάσεις, οπότε εμφανίζονται καταθλιπτικές συμπεριφορές. Παρατηρούμε δηλαδή, μια ομοιότητα με τις καταστάσεις που βιώνουν άτομα με διπολική διαταραχή.

Άλλες ομάδες επιστημόνων, έχουν παρατηρήσει την αυξημένη χρήση ουσιών, κάποιες εκ των οποίων έχουν χαρακτηριστεί ως θεραπευτικές, οι οποίες επιτρέπουν στους ανθρώπους να δημιουργήσουν ένα πέπλο, ανάμεσα στην “σκληρή” πραγματικότητα και αυτή που θα ήθελαν να βιώνουν. Όχι τυχαία μάλλον, η χρήση των ουσιών αφορά πλέον ακόμα και πολύ νεαρές ηλικίες, οι οποίες γεννήθηκαν με την επιλογή να ζουν ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους σε ψηφιακούς κόσμους.

Αν το σενάριο ακούγεται ως μελλοντική δυστοπία, η οποία μάλιστα έχει και άλλες εξαιρετικά δυσάρεστες επεκτάσεις, μάλλον ασυνείδητα προσπαθούμε να αποφύγουμε τη δυσάρεστη σκέψη ότι το ζούμε ήδη.

Η αρχιτεκτονική Edge Computing στέλνει τις αποφάσεις στα άκρα

Καθώς όλα μικραίνουν οι ηλεκτρονικοί εγκέφαλοι μπορούν να ενσωματωθούν σε κάθε ψηφιακή συσκευή, ακόμα και αν αυτή έχει μέγεθος μερικών εκατοστών. Αυτή η ψηφιακή αποκέντρωση αναμένεται να έχει σημαντικά οφέλη, τόσο στην ταχύτητα λήψης αποφάσεων, όσο και στην ενέργεια που δαπανάται για την ανάλυση των δεδομένων.

Σε λιγότερο από 7 χρόνια, η αγορά της αρχιτεκτονικής edge computing θα έχει φτάσει στα 800 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό ισχυρίζεται ο συνασπισμός LF Edge, ο οποίος έχει μέλη αρκετά ηχηρά ονόματα, όπως οι AT&Τ, Baidu, Dell, Ericsson, HP, Intel, IBM, Huawei και Samsung. Στόχος του οργανισμού είναι η δημιουργία ενός πλαισίου ανοιχτών προτύπων για την ανάπτυξη της αρχιτεκτονικής Edge. O οργανισμός, βασιζόμενος σε μελέτη που εκπόνησε με τίτλο “Stage of the Edge 2021”, θεωρεί ότι η πανδημία λειτούργησε ως καταλύτης για την ανάπτυξη της νέας αρχιτεκτονικής, η οποία φιλοδοξεί να συνδιαμορφώσει ριζικά τεχνολογίες, όπως η ανάλυση δεδομένων και η τεχνητή νοημοσύνη.

Η αρχιτεκτονική edge, είναι μια από τις υλοποιήσεις του distributed computing και σκοπός της είναι να φέρει τους υπολογισμούς και την αποθήκευση των δεδομένων πιο κοντά στις πηγές δημιουργίας τους. Η τεχνολογία IoT είναι πρακτικά μια έκφανση, αλλά και παράλληλα ένα θεμέλιο στην υλοποίηση edge αρχιτεκτονικής. Όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια σε όλο σχεδόν το φάσμα της πληροφορικής, με εξαίρεση τους κβαντικούς υπολογιστές, η αρχιτεκτονική edge computing είναι το remake ενός “σεναρίου” που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1990, προκειμένου να διευκολύνει την πρόσβαση σε web και video περιεχόμενο σε edge servers που είχαν υλοποιηθεί κοντά στους τελικούς χρήστες.
(Πηγή: Wikipedia).

Γιατί edge computing τώρα;
Όλοι οι δρόμοι που χαράζουν οι νέες τεχνολογίες φαίνεται να συγκλίνουν, οδηγώντας στην 4η βιομηχανική επανάσταση. Υπό αυτήν την προοπτική, το edge computing φαίνεται να είναι μια ακόμα από αυτές τις διαδρομές με εφαρμογή σε αυτήν τη φάση στις υλοποιήσεις έργων Internet of Things.
Βάζοντας την εικόνα σε ένα μεγεθυντικό φακό μπορούμε να διακρίνουμε κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες. Καταρχήν, η σμίκρυνση των ημιαγωγών σε συνδυασμό με την αντιστρόφως ανάλογη αύξηση των επιδόσεων τους, μας επιτρέπουν πλέον να τοποθετήσουμε μικροεπεξεργαστές και μικρο – αποθηκευτικούς χώρους σχεδόν παντού. Αυτό σημαίνει ότι οι παθητικοί αισθητήρες των προηγούμενων δεκαετιών είναι πλέον εφικτό να μετατραπούν σε μικροϋπολογιστές, αποφορτίζοντας τις κεντρικές μονάδες επεξεργασίας, κάνοντας ένα πρώτο φιλτράρισμα της πληροφορίας.

Ανατρέχοντας σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2020 στο Science Daily, διαβάζουμε ότι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οκινάβα ανακάλυψαν ότι τα χταπόδια έχουν μικρο-εγκεφάλους σε κάθε πλοκάμι, οι οποίοι σκέπτονται ανεξάρτητα από τον κεντρικό εγκέφαλο, λαμβάνοντας επίσης αποφάσεις σε περιορισμένο εύρος. Με αυτόν τον τρόπο, εκτός από ταχύτερη λήψη αποφάσεων, το χταπόδι εξοικονομεί και ενέργεια, καθώς δε χρειάζεται να μεταφέρει άσκοπα ένα ποσοστό πληροφοριών και επιπλέον δεν επιβαρύνει τον κεντρικό εγκέφαλο που δαπανά πολύ ενέργεια με άσκοπους υπολογισμούς.Και οι δύο δεξιότητες του χταποδιού είναι πολύ χρήσιμες στις σύγχρονες υλοποιήσεις της τεχνολογίας, δεδομένου ότι οι επιχειρηματικές εφαρμογές απαιτούν ταχύτερη λήψη αποφάσεων και παράλληλα επιζητούν λύσεις για να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα υπολογισμού.

Τα “πράσινα” data centres, για τα οποία αρθρογραφήσαμε στο προηγούμενο τεύχος του netweek, εξαρτώνται ακόμα σε σημαντικό ποσοστό από ενεργειακές πηγές, οι οποίες επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα με μεγάλες ποσότητες ρύπων και τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων με αυξανόμενα έξοδα για τη λειτουργία τους. Επομένως, οποιαδήποτε αρχιτεκτονική θα μπορούσε να βοηθήσει στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας είναι καλοδεχούμενη.

Το υπό διαμόρφωση τεχνολογικό σύστημα
Η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης έχει δημιουργήσει ένα νέο σκληρό πεδίο ανταγωνισμού στην αγορά, όπου τόσο οι εταιρείες παραγωγής υλικοτεχνικής υποδομής, όσο και οι εταιρείες λογισμικού, προσπαθούν να αντισταθμίσουν τις απαιτήσεις των αλγόριθμων σε ροή δεδομένων και άρα κατανάλωση ενέργειας. Εταιρείες, όπως οι Intel, AMD και Nvidia σχεδιάζουν και υλοποιούν νέους επεξεργαστές, οι οποίοι μπορούν να επιτυγχάνουν καλύτερες επιδόσεις σε υπολογισμούς αλγορίθμων machine και deep learning με μικρότερες απαιτήσεις σε ενέργεια από τις CPU γενικής χρήσης που χρησιμοποιούμε στο μεγαλύτερο ποσοστό προσωπικών υπολογιστών και servers.
Προς την ίδια κατεύθυνση, αυτή της δημιουργίας ενός κατάλληλου περιβάλλοντος για edge computing εφαρμογές, κινούνται οι τεχνολογικές εξελίξεις στα δίκτυα. Τεχνολογίες όπως οι SD-WAN (Software-Defined Wide Area Networking) και SASE (Secure Access Service Edge) διασφαλίζουν τη διασυνδεσιμότητα και την ασφάλεια σε εφαρμογές edge computing.

Το ευνοϊκό περιβάλλον δεν έχει περάσει απαρατήρητο από τις Big Tech, όπως οι Amazon με τα Web Services, η Google με το Cloud, η Microsoft με το Azure, η VMware και η IBM με την εξαγορά της Red Hat. Παράλληλα, περισσότερες από 30 ανεξάρτητες εταιρείες παραγωγής λογισμικού έχουν παρουσιάσει πάνω από 200 ολοκληρωμένες εφαρμογές. Σημαντικό δε μερίδιο συμμετοχής έχουν τα open source έργα, τα οποία εξαιτίας του μειωμένου κόστους υλοποίησης λειτουργούν ως καταλύτες για την αποδοχή του edge computing. Κοινό στοιχείο σε όλες τις διαθέσιμες λύσεις είναι η εντατική αξιοποίηση των cloud services.

Η ανάπτυξη των υποδομών edge computing ακολουθεί διαφορετικούς ρυθμούς σε Ανατολή και Δύση. Σύμφωνα με τη μελέτη “Stage of the Edge 2021”, μέχρι το 2028, η ταχύτερη ανάπτυξη θα γίνει στην αγορά Asia Pacific και αναμένεται να φτάσει κοντά στο 38% της συνολικής ανάπτυξης. Χώρες, όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα αναμένεται να είναι οι κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης. Η πρόβλεψη για την ανάπτυξη στην Ευρώπη είναι κοντά στο 29% με κινητήριες δυνάμεις κυρίως τις χώρες της δυτικής Ευρώπης, όπου άλλωστε συγκεντρώνονται οι μεγαλύτερες βιομηχανίες και μεγαλουπόλεις και επομένως υπάρχει αυξημένη ανάγκη αυτοματοποίησης. NW

Χωρίς 5G η αρχιτεκτονική edge είναι σαν Lamborghini χωρίς κινητήρα

Μπορεί οι εταιρείες κινητής να έχουν βάλει στο στόχαστρο αρχικά το ευρύ κοινό για την πώληση υπηρεσιών 5G, αλλά αν η τεχνολογία 5G δεν αξιοποιηθεί από επιχειρηματικές εφαρμογές, δύσκολα θα έχει την αναμενόμενη ανάπτυξη.

Ο κύριος στόχος κάθε υπηρεσίας που θα βρεθεί κάτω από την ομπρέλα της αρχιτεκτονικής edge computing, είναι να μεταφέρει ένα ποσοστό των διαδικασιών επεξεργασίας δεδομένων όσο πιο κοντά γίνεται στους ανθρώπους ή στις μηχανές (Μ2Μ) που θα τα χρησιμοποιήσουν. Ωστόσο, για να γίνει αυτό εφικτό δισεκατομμύρια μικροϋπολογιστές θα χρειάζεται να ανταλλάσσουν δεδομένα με ταχύτητες που σήμερα ανήκουν ακόμα στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.
Η σύνδεση του φάσματος των τεχνολογιών 5G με την αρχιτεκτονική edge computing ξεκίνησε πρακτικά με την εμφάνιση των πρώτων εφαρμογών IoT, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις αποδείχτηκε ότι δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν με τα latencies των διαθέσιμων τότε τηλεπικοινωνιακών τεχνολογιών.

Ενώ σε ένα δίκτυο 5G, η μείωση της ταχύτητας μεταφοράς δεδομένων μπορεί να είναι σημαντική για ένα χρήστη που βλέπει ένα stream υψηλής ανάλυσης, μικρή σημασία έχει στην ανταλλαγή μικρών πακέτων δεδομένων, όπως αυτά που ανταλλάσσουν συνήθως οι έξυπνοι αισθητήρες. Ίσως να ακούγεται υπερβολή, αλλά μια καθυστέρηση milliseconds, μπορεί να είναι από προβληματική έως και επικίνδυνη σε μια εφαρμογή edge computing. Ας φανταστούμε για παράδειγμα ένα αυτόνομο όχημα που καθυστερεί να λάβει μια απόφαση σχετικά με το αν πρέπει να φρενάρει μπροστά από ένα σηματοδότη. Ή να φανταστούμε μια λεωφόρο με αυτόνομα οχήματα που δε βρίσκουν 5G για να αυτορυθμίσουν την κυκλοφορία τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι αναμενόμενο ότι ο ρυθμός ανάπτυξης των τεχνολογιών 5G ανά χώρα, θα διαφοροποιήσει και το ρυθμό ανάπτυξης εφαρμογών edge computing. Επιπλέον, η αξιοπιστία των 5G υπηρεσιών ανά χώρα θα καθορίσει κατά πόσο οι εφαρμογές που θα υλοποιηθούν θα είναι βιώσιμες.

Σημαντικά οφέλη για πολλούς τομείς της ελληνικής οικονομίας

Η Fuelics δραστηριοποιείται στην ανάπτυξη εφαρμογών που βασίζονται σε edge computing αρχιτεκτονική από το 2017, στοχεύοντας αρχικά στον τομέα του tank monitoring. Ο Ευάγγελος Αγγελόπουλος, συνιδρυτής της Fuelics, μας μίλησε για τα πλεονεκτήματα της αρχιτεκτονικής edge computing και τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν από την αξιοποίηση της στην ελληνική αγορά.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αρχιτεκτονική edge μετατρέπει τους αισθητήρες σε μικρούς υπολογιστές που αναλαμβάνουν ένα πρώτο κομμάτι ανάλυσης ή είναι κάτι περισσότερο από αυτό; Ποια μπορεί να είναι τα οφέλη αυτής της αρχιτεκτονικής στο σύνολο του έργου;
Οι αισθητήρες τείνουν να είναι μικροί υπολογιστές, διότι φέρουν μια μονάδα που λέγεται microcontroller που έχει την αρχιτεκτονική ενός υπολογιστή αλλά είναι ουσιαστικά ένα τσιπάκι. Αυτό που είναι εφικτό τα τελευταία χρόνια είναι ο αισθητήρας να αποκτά τοπικά ευφυΐα, δηλαδή να κάνει πράξεις και να παίρνει αποφάσεις, βάσει μίας συγκεκριμένης λογικής και αυτό είναι πια εφικτό ακόμα και αν ο αισθητήρας τροφοδοτείται από μια μπαταρία. Είναι λοιπόν εφικτό στα άκρα του δικτύου, εκεί που γίνεται η μέτρηση, ο αισθητήρας να παίρνει αποφάσεις.
Οι λογικές των προηγούμενων δεκαετιών είχαν τον αισθητήρα απλά να μετράει και να αποστέλλει δεδομένα στο Internet. Τώρα το λέμε υπολογιστικό σύννεφο ή cloud. Αυτές οι μετρήσεις συλλέγονταν σε servers και η διαχείριση των παραγόμενων δεδομένων γινόταν πάρα πολύ μακριά από τον αισθητήρα.

Οι λογικές του σήμερα θέλουν τον αισθητήρα να μπορεί να μετράει και να «σκέφτεται», έτσι ώστε να μειώνει σημαντικά τα δεδομένα που θα μεταφέρει στο cloud, να έχει απόλυτη ανεξαρτησία και ταυτόχρονα να μπορεί να λειτουργεί για πάρα πολλά χρόνια. Σε ό,τι αφορά τα οφέλη, μπορούμε για παράδειγμα, να ισχυριστούμε ότι οι αισθητήρες μοιάζουν με τους γεωργούς. Συλλέγουν δεδομένα. Αυτά είναι αναγκαία να μεταφέρονται σε μια μεγαλύτερη μονάδα ευφυίας και να λαμβάνονται αποφάσεις ή να γίνονται ενέργειες. Σκεφτείτε πόσο διαφορετικό είναι να έχεις χιλιάδες μυαλά στα σημεία ενδιαφέροντος που όχι μόνο κάνουν μετρήσεις, αλλά ταυτόχρονα κάνουν και υπολογισμούς τοπικά και παίρνουν αποφάσεις τοπικά, από το να έχεις ένα κεντρικό μυαλό που λαμβάνει αποφάσεις λαμβάνοντας δεδομένα από «παθητικούς» γεωργούς που δεν σκέφτονται.

Τα οφέλη είναι πολλά και σε πάρα πολλά επίπεδα. Ένα βασικό όφελος είναι η εκρηκτική μείωση δεδομένων που πρέπει να μεταφερθούν. Ο αισθητήρας με edge computing δυνατότητα δεν θα μεταφέρει την μέτρηση, αλλά το αποτέλεσμα της μέτρησης. «Αν η θερμοκρασία περάσει τους 50° Κελσίου, σήμανε τον συναγερμό». Με την παλιά λογική ο αισθητήρας θερμοκρασίας θα έπρεπε να στέλνει όλες τις μετρήσεις θερμοκρασίας, ώστε ο server στην άλλη άκρη του κόσμου να αποφασίσει από αυτές τις μετρήσεις ποια είναι μεγαλύτερη από 50° βαθμούς Κελσίου και να σημάνει ο συναγερμός. Τώρα ο αισθητήρας μόνος του καταχωρεί τις μετρήσεις εσωτερικά και όταν μετρήσει 50°, ο ίδιος σημαίνει τον συναγερμό. Φυσικά, λιγότερα δεδομένα προς αποστολή σημαίνουν λιγότερα κόστη υλοποίησης. Άρα ένα επιπλέον όφελος είναι και οικονομικό. Επί μέρους, υπάρχουν και άλλα οφέλη, όπως ανεξαρτησία και ταχύτητα απόκρισης.

Πώς μπορεί ένα προβληματικό δίκτυο 5G να επηρεάσει τη λειτουργία εφαρμογών; Υπάρχουν λύσεις;
Οι αισθητήρες ήδη δουλεύουν σε τεχνολογία που ανήκει στην ευρύτερη τεχνολογία του 5G. Τα δίκτυα αυτά είναι ρηξικέλευθα και καινοτόμα γιατί έχουν εξαιρετικά μικρούς χρόνους απόκρισης. Σκεφτείτε το ταξί χωρίς οδηγό να μην μπορεί να συνδεθεί στο δίκτυο ή να μην μπορεί γρήγορα να συνδεθεί στο δίκτυο.
Το edge computing, ειδικά για τις τεχνολογίες αυτοκινήτου, είναι από τις εφαρμογές που επενδύεται ερευνητικά πακτωλός χρημάτων. Όπως είναι και η τεχνολογία drone. Για να είμαστε όμως σίγουροι ότι δεν θα τραυματιστεί άνθρωπος από ένα ταξί χωρίς οδηγό, πρέπει να δίκτυα 5G να είναι παντού και θα πρέπει να είναι τόσο γρήγορα, ώστε το ταξί να μην χάσει ποτέ επαφή με το δίκτυο. Οι λύσεις είναι λίγες, πολύ λιγότερες από τις λύσεις που παρέχονται σε πιο συμβατικά δίκτυα κινητής, αλλά συνεχώς λανσάρονται νέα προϊόντα τεχνολογίας που ολοκληρώνονται πάνω από τα δίκτυα 5G.

Ποιοι αγορές έχουν ενδιαφέρον στην Ελλάδα; Περιμένουμε κάποια έργα σύντομα ή νέους τομείς;
Η γνώμη μας είναι ότι βρισκόμαστε στο στάδιο της συγκομιδής δεδομένων. Εκεί έχουμε μείνει πίσω. Είναι αδιανόητο π.χ. να στέλνεις έναν άνθρωπο κάθε μήνα να λαμβάνει οπτικά την μέτρηση του υδρομέτρου σου και αυτό να μην γίνεται αυτοματοποιημένα, ώστε ο πάροχος να μπορεί να ανακαλύπτει άμεσα δυσλειτουργίες και ο καταναλωτής να μπορεί αυτόματα και μέσω του κινητού του να λαμβάνει ειδοποιήσεις για υπερκαταναλώσεις ή για διαρροές των σωληνώσεών του.
Πρέπει να ψηφιοποιήσουμε τα δίκτυα κοινής ωφέλειας (utility networks) σε πρώτη φάση και άμεσα, με εκθετικό τρόπο θα έρθει και η διαχείριση των δεδομένων και η τεχνητή νοημοσύνη. Χωρίς πραγματικά δεδομένα αυτό είναι αδύνατο.

Η διαχείριση πλημμυρικών φαινομένων είναι κάτι που πρέπει να ψηφιοποιηθεί. Αυτό εμπεριέχει ένα δίκτυο αισθητήρων σε μεγάλη γεωγραφική κλίμακα που αποστέλλουν δεδομένα έγκαιρα και έγκυρα στους υπεύθυνους οργανισμούς. Λόγω των δασικών πυρκαγιών, βλέπουμε επίσης ένα τεράστιο ενδιαφέρον για την πρόληψη τους. Αυτό είναι εφικτό με αισθητήρες που «σπέρνονται» σε μεγάλη γεωγραφική κλίμακα και ταχύτατα ειδοποιούν για υψηλή θερμοκρασία. Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην χώρα θα έχει ο συνδυασμός ηλεκτροκίνησης και διαχείρισης θέσεων φόρτισης.

Εξοικονόμηση ενέργειας: Ποντάροντας στο Χρηματιστήριο Ρύπων

Η διαδρομή προς μια οικονομία που θα βασίζεται σε καθαρές μορφές ενέργειας, ξεκινάει ουσιαστικά στα τέλη της δεκαετίας του 50 και παίρνει τη σημερινή της μορφή στις αρχές της δεκαετίας του 70. Σήμερα, σχεδόν το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού έχει ακούσει ότι οι καθαρές μορφές ενέργειας σε συνδυασμό με τη συνετή της χρήση, είναι αναγκαία για να μην κινδυνέψει ο ανθρώπινος πολιτισμός.

Αγνοώντας τα επιτεύγματα της πολιτιστικής προόδου, η οποία βασίστηκε στην εξόρυξη ορυκτών καυσίμων, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρώτη βιομηχανική επανάσταση ήταν το σημείο εκκίνησης ενός σημαντικού κινδύνου που θα αντιμετώπιζε το ανθρώπινο είδος, κάτι όμως που τότε δε γνωρίζαμε. Το ρολόι δε γυρνάει πίσω και πλέον το ερώτημα που απασχολεί την παγκόσμια κοινότητα είναι αν θα καταφέρουμε να σώσουμε τον πολιτισμό μας, σε αυτόν ή σε κάποιον άλλο πλανήτη. Σύμφωνα με τους κοσμολόγους, ίσως ένας από τους λόγους που δεν λαμβάνουμε σήματα από εξωγήινους πολιτισμούς, τόσο συχνά όσο περιμέναμε, είναι ότι πολλοί από αυτούς καταστράφηκαν εξαιτίας κακής διαχείρισης της ενέργειας. Οπότε, έχουμε τουλάχιστον την παρηγοριά ότι ίσως να μην είμαστε οι μόνοι που θα αποτύχουμε.

Πριν όμως φτάσουμε στο τέλος, το οποίο μπορεί να απέχει ίσως αρκετές δεκαετίες, θα πρέπει, θεωρητικά τουλάχιστον, να κάνουμε ότι είναι δυνατό για να μην πάνε χαμένοι οι κόποι μας μέχρι τώρα. Καθώς, ως άνθρωποι είμαστε κυρίως ανθρωποκεντρικοί, έχουμε θεωρήσει ότι για την κλιματική αλλαγή, είμαστε η βασική αιτία. Αυτή είναι μια καλή βάση ώστε να συνεχίσουμε να προσπαθούμε να σωθούμε, καθώς αν είχαμε φανταστεί ότι η κλιματική αλλαγή οφείλεται σε ένα Θεό τιμωρό ή σε εξωγήινους που μας βομβαρδίζουν με άγνωστες σε εμάς ενέργειες, θα ήταν πιθανό πολλοί από εμάς να σταυρώναμε τα χέρια και να περιμέναμε το τέλος μας.

Πρακτικά, κάθε μηχανή που έχει κατασκευάσει ο άνθρωπος χρησιμοποιεί ενέργεια και άρα είναι συμμέτοχος στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Η ηλεκτρική μας κουζίνα, το αυτοκίνητο μας, ακόμα και τα εκατομμύρια αγελάδες, γουρούνια και κοτόπουλα που εκτρέφουμε για να τρώμε κρέας πολύ συχνότερα από τους προγόνους μας, συμβάλλουν, σύμφωνα με ένα μεγάλο ποσοστό επιστημόνων, στην επιδείνωση της κατάστασης. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, οι οποίοι καταναλώνουν ενέργεια για να κάνουν αριθμητικές πράξεις που εμείς βλέπουμε ως infographics, αυτοματισμούς, συστήματα τηλεδιασκέψεων και βιντεάκια. Κυβερνήσεις και εταιρείες, για διαφορετικούς λόγους, δεν θέλουν να χαθεί το ανθρώπινο είδος. Οπότε προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο δυνατό, ώστε να περιορίσουν την ενέργεια που καταναλώνουν και να μειώσουν τους ρύπους που εκπέμπουν.

Καθαρή ενέργεια και εξοικονόμηση ενέργειας, ο συνδυασμός της σωτηρίας
Αν κοιτάξουμε έναν λογαριασμό ρεύματος, θα δούμε το ποσοστό της ενέργειας που έχουμε καταναλώσει και έχει προέλθει από καθαρές πηγές, όπως η ηλιακή, η αιολική και υπό αμφισβήτηση η πυρηνική, η οποία ναι μεν δεν παράγει ρύπους άνθρακα, αλλά μπορεί να μας δημιουργήσει στη χειρότερη περίπτωση καρκίνους. Στη χώρα μας το ποσοστό της καθαρής ενέργειας είναι περίπου 37% και σε σχέση με πριν από μια δεκαετία δεν ήταν κοντά στο 5%.

Πώς όμως μια εταιρεία μπορεί να λέει ότι χρησιμοποιεί 100% καθαρές μορφές ενέργειας, ενώ δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, όπου από το σύνολο της διαθέσιμης ενέργειας μόνο το 37% είναι καθαρή; Κάπου εδώ έρχεται να βάλει το χέρι της η μαγεία της παγκόσμιας οικονομίας. Μια εταιρεία που θέλει να δηλώνει ότι καταναλώνει 100% καθαρή ενέργεια είτε πρέπει να ζητάει από τον πάροχο ενέργειας να της διαθέτει μόνο καθαρή ενέργεια, είτε να παράγει μέρος ή το σύνολο της ενέργειας αυτής μόνη της, είτε να αγοράζει καθαρή ενέργεια από το Χρηματιστήριο Καθαρής Ενέργειας, το οποίο είναι ευρύτερα γνωστό ως Χρηματιστήριο Ρύπων.

Σε σχέση με τις δύο πρώτες επιλογές, το Χρηματιστήριο Ρύπων έχει μεγάλη μεταβλητότητα. Επομένως, αν μια επιχείρηση εξαρτά μεγάλο μέρος της ενεργειακής πολιτικής της από αυτό, είναι αρκετά πιθανό να έχει σημαντικές αποκλίσεις στις προβλέψεις των λειτουργικών της εξόδων. Τον Απρίλιο του 2021, οι τιμές για αγορά ρύπων, δηλαδή δικαιώματος σε ρύπανση ήταν 43 ευρώ ανά τόνο, ενώ τον Ιανουάριο του 2021 ήταν στα 34 ευρώ ανά τόνο και τον Ιανουάριο του 2017 στα 5 ευρώ ανά τόνο. Όταν γράφαμε αυτό το άρθρο η τιμή είχε διαμορφωθεί στα 57 ευρώ ανά τόνο, δηλαδή 100% πιο πάνω από το προηγούμενο μεγαλύτερο μέγιστο που είχε συμβεί το 2008.  Αν όμως ακριβαίνει η ενέργεια που αγοράζει μια επιχείρηση, για να συνεχίσει να είναι κερδοφόρος, είτε πρέπει να αυξήσει την παραγωγή της για να διατηρήσει το επίπεδο κερδών της, αλλά σε αυτήν την περίπτωση θα μολύνει περισσότερο, είτε να παράγει τα ίδια ή και περισσότερα αλλά με λιγότερη ενέργεια.

Οι μηχανές καταναλώνουν ενέργεια για να κινήσουν μηχανικά μέρη  και ηλεκτρόνια, αλλά και για να μην καούν από την προσπάθεια.
Ακριβώς το ίδιο κάνουν οι άνθρωποι, τα ζώα και τα φυτά, οπότε αναμενόμενο να το κάνουν και οι μηχανές που δημιουργήσαμε. Πριν από 10 περίπου χρόνια, ο πωλητής ενός κατασκευαστή racks για servers και storage μας εξηγούσε πως η εταιρεία προσπαθεί να βελτιώσει με τον κατάλληλο σχεδιασμό την απαγωγή θερμότητας, ώστε όταν το rack υποδεχτεί τον servers και storage να χρειάζεται λιγότερη ενέργεια ψύξης σε σχέση με τα racks των ανταγωνιστών.

Ναι δυστυχώς, η τριβή που τόσο πολύτιμη είναι για να περπατάμε και να φρενάρουμε το αυτοκίνητο μας, είναι η αιτία για την παραγωγή θερμότητας από την κίνηση μηχανικών μερών και ηλεκτρονίων. Χωρίς ένα μηχανισμό για να απάγεται αυτή η θερμότητα, η μηχανή ή το ηλεκτρονικό κύκλωμα θα καεί, όπως άλλωστε μπορούμε να καούμε και εμείς ή ο γάτος μας, αν δεν λειτουργήσουν τα συστήματα απαγωγής θερμότητας των οργανισμών μας.

Η βελτιστοποίηση των μεθόδων απαγωγής ενέργειας είναι ένας από τους κύριους στόχους του σχεδιασμού νέων μηχανών και υπολογιστών με απώτερο σκοπό την εξοικονόμηση ενέργειας και άρα τη μείωση των ρύπων και την πιθανή σωτηρία της ανθρωπότητας. Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα για παράδειγμα χρειάζονται λιγότερη ψύξη στη μηχανή, γιατί έχουν λιγότερα μηχανικά μέρη, οπότε η απαγωγή θερμότητας είναι απαραίτητη κυρίως στο χώρο των μπαταριών, όπου η χημική ενέργεια μετατρέπεται σε κινητική με πολύ μεγάλες απώλειες σε θερμότητα.

Η ενέργεια που καταναλώνεται σε ψύξη, είναι ο λόγος που ένα μεγάλο ποσοστό των data centres κατασκευάζονται σε χώρες με χαμηλές μέσες θερμοκρασίες ή κοντά σε ποτάμια ή κάτω από την επιφάνεια της Γης. Επίσης, αυτός είναι ο λόγος που κάθε 2-3 χρόνια, οι εταιρείες που κατασκευάζουν ηλεκτρικές συσκευές, μας ζητούν να αγοράζουμε καινούργιες που χρειάζονται λιγότερη ενέργεια για να λειτουργούν. Πόση ενέργεια όμως καταναλώθηκε για να κατασκευαστεί η καινούργια συσκευή και για να συγκεντρωθούν τα χρήματα που θα την αγοράσουμε και άρα πότε θα αρχίσει αυτή να γίνεται ωφέλιμη για το περιβάλλον; Άραγε πριν χρειαστεί να αγοράσουμε την καινούργια;

Διαβάστε επίσης:

To mothership των data centres

Λόγος για «το πρώτο» green data center στην Ελλάδα

Εκατοντάδες εκατομμύρια σε πληροφορικές υποδομές – ποιοι θα έχουν πρόσβαση στα δεδομένα;

Εκατοντάδες εκατομμύρια σε πληροφορικές υποδομές – ποιοι θα έχουν πρόσβαση στα δεδομένα;

Τα πρώτα έργα που εγκρίθηκαν από το Ταμείο Ανάκαμψης αφορούν υποδομές πληροφορικής. Αυτό είναι καλό για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, αλλά θα μπορούσε να γίνει καλύτερο, αν τα δεδομένα που δημιουργούνται από τις υποδομές ήταν διαθέσιμα σε όλους.

Η διοίκηση της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας πρέπει να είναι ευχαριστημένη που μέσω διαγωνισμού προϋπολογισμού 12 εκ. ευρώ θα αποκτήσει ένα σύγχρονο πληροφοριακό σύστημα που θα κρατήσει ζωντανές τις υπηρεσίες της τα ερχόμενα χρόνια. Είναι όμως εξίσου ευχαριστημένοι οι φορολογούμενοι πολίτες που διέθεσαν αυτό το ποσό; Μια επίσκεψη στο site της ΕΜΥ και η σύγκριση των διαθέσιμων υπηρεσιών με αντίστοιχα site μετεωρολογικών υπηρεσιών άλλων χωρών, δείχνει ότι πρέπει να διανυθεί πολύς δρόμος ακόμα, μέχρι η υπηρεσία να διαθέσει ΔΩΡΕΑΝ τα δεδομένα που συλλέγει στο ευρύ κοινό και αυτό να γίνει με ΕΥΛΗΠΤΟ τρόπο. Παρά το γεγονός ότι η υπηρεσία διαθέτει το παλαιότερο αρχείο μετεωρολογικών δεδομένων, είναι σχεδόν αδύνατο για έναν πολίτη να το αξιοποιήσει προκειμένου να βγάλει συμπεράσματα για απορίες που ενδεχομένως έχει. Ακόμη και ερευνητικά ιδρύματα έχουν δυσκολευτεί κατά καιρούς να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες, τις οποίες κατά κάποιο τρόπο η ΕΜΥ τις θεωρεί περιουσιακά της στοιχεία.

Η ΕΜΥ δεν είναι η εξαίρεση του κανόνα. Τα δεδομένα που παράγουν πληροφοριακά συστήματα που έχουν πληρωθεί από τους φορολογούμενους πολίτες είναι συχνά πιο απροσπέλαστα και από τα αρχεία του Βατικανού. Επομένως, είναι εύλογες δύο απορίες σχετικά με τα ΝΕΑ δεκάδες εκατομμύρια ευρώ που επενδύονται σε ΝΕΕΣ υποδομές πληροφορικής. Αφενός, πόσο ΝΕΕΣ και ΧΡΗΣΙΜΕΣ είναι αυτές και αφετέρου σε τι ποσοστό τα δεδομένα που θα προκύψουν από τη χρήση τους θα είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό και μάλιστα με ΕΥΛΗΠΤΟ τρόπο.
Θα μπορέσουμε μετά από την αναβάθμιση του πληροφοριακού συστήματος της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής να έχουμε στη διάθεση μας ως πολίτες μια εφαρμογή, στην οποία θα ορίζουμε παραμέτρους, όπως ηλικία, περιοχή και είδος επαγγέλματος και να βλέπουμε σε ένα ωραίο γράφημα τις απαντήσεις στο ερώτημα μας; σχετικά με τα ποσοστά ανεργίας; Ή θα συνεχίσουμε να χρειαζόμαστε σφραγίδα από την Ανώτερη Διοίκηση, προκειμένου να πάρουμε αριθμοσειρές που για να μετατρέψουμε σε πληροφορία θα χρειαζόμαστε πανεπιστημιακό πτυχίο στην ανάλυση δεδομένων;

H εικόνα που έχουμε μέχρι στιγμής είναι ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις ψηφιοποιούν υπηρεσίες, ακολουθώντας το περιβόητο Εσθονικό μοντέλο. Από εκεί και πέρα οι αποκλίσεις είναι μεγάλες. Ακόμη και αν παραβλέψουμε ότι η ψηφιοποίηση των κυβερνητικών υπηρεσιών στην Εσθονία δεν βασίστηκε στις μεγάλες εταιρείες πληροφορικής, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι τα δεδομένα από τα κυβερνητικά πληροφοριακά συστήματα της Εσθονίας είναι τόσο εύκολα διαθέσιμα στο ευρύ κοινό, όσο να βρεις καφενείο σε οποιοδήποτε σημείο της Ελλάδας. Είναι λοιπόν σημαντικό να δούμε με λεπτομέρεια, αν στο σχεδιασμό που έχει γίνει για τα 8 πρώτα έργα του Ελλάδα 2.0, τα οποία έχουν ένα συνολικό προϋπολογισμό 465 εκ. ευρώ, έχει προβλεφθεί πρόσβαση στα δεδομένα για τους πολίτες με ΕΥΛΗΠΤΟ τρόπο και ΠΟΤΕ θα είναι διαθέσιμες οι εφαρμογές που θα επιτρέπουν αυτή την πρόσβαση.

Όταν, π.χ., ολοκληρωθεί το GOV-ERP, θα μπορούμε να θέσουμε ως πολίτες το ερώτημα “Πόσα χρήματα ξόδεψε ο τάδε Δήμος το 2020 σε κοινωφελή έργα και σε ποιους τομείς;”
Επίσης, μετά την αναβάθμιση των τηλεπικοινωνιακών υποδομών, όπου θα επενδυθούν δεκάδες εκατομμύρια, θα μπορούμε να δούμε σε ένα ψηφιακό χάρτη τη μεταβολή της μέσης ταχύτητας σε επίπεδο ταχυδρομικού κώδικα πριν και μετά την αναβάθμιση;

Και τέλος, μετά την επένδυση των 69,4 εκ. ευρώ στην Ενιαία Ψηφιακή Υποδομή για την εξυπηρέτηση πολιτών και επιχειρήσεων για τη δημιουργία των τεχνολογικών και πληροφοριακών μηχανισμών που θα επιτρέψουν την επέκταση της ψηφιακής εξυπηρέτησης και συναλλαγών μεταξύ δημοσίου, επιχειρήσεων και πολιτών, θα μπορέσουμε να έχουμε ένα ωραίο ψηφιακό γράφημα δεικτών που να μας εξηγούν πώς βελτιώθηκαν οι υπηρεσίες προς όφελος των πολιτών και των επιχειρήσεων; Δεδομένου δε, ότι η τάση για ανάλυση πληροφοριών είναι να γίνεται σε ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΧΡΟΝΟ, θα ήταν χρήσιμο να μπορούσαν και οι πολίτες να επωφελούνται την ανάλυση των δεδομένων που έχουν πληρώσει σε πραγματικό χρόνο.

To mothership των data centres

Στις εγκαταστάσεις της Lamda Hellix δεκάδες racks από servers και storage εργάζονται ανελλιπώς για να φέρουν σε πέρας του ρόλους τους. Η λειτουργία τους απάγει τεράστιες ποσότητες θερμότητας, η οποία πρέπει να διοχετευτεί στο περιβάλλον, ώστε ο χώρος να διατηρήσει τις περιβαλλοντικές συνθήκες λειτουργίας του κρίσιμου ΙΤ εξοπλισμού. Ακούγεται εύκολο, όχι όμως αν πρέπει να γίνει σε ένα πλαίσιο λειτουργικών εξόδων που να εξασφαλίζει την κερδοφορία της εταιρείας.
Η εξαγορά της Lamda Hellix από την Digital Reality είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν αλλαγές σε στρατηγικές, ώστε να υπάρχουν οφέλη από οικονομίες κλίμακας. Σε αυτό το πλαίσιο διαμορφώνεται και η ενεργειακή πολιτική της εταιρείας, για την οποία μιλήσαμε με τον Αλέξανδρο Μπεχράκη, οποίος έχει αρμοδιότητες CCO και CTO.

Υπάρχουν αρκετοί δρόμοι για να φτάσει μια εταιρεία στο μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα. Ποιον έχετε επιλέξει εσείς;
Η εταιρεία μας εστιάζει διαρκώς στη βελτιστοποίηση του ενεργειακού της αποτυπώματος και απόδειξη αυτού είναι οι πολλαπλές επενδύσεις στις «πράσινες» υποδομές μας. Ενδεικτικά αναφέρω ότι το Athens-1 αποτελεί το πρώτο data centre παγκοσμίως που έλαβε την πιστοποίηση LEED v4 Gold O+M για την πράσινη λειτουργία του, ενώ το Athens-2 είναι το πρώτο colocation date center στο κόσμο που έλαβε το 2016 την πιστοποίηση USGBC LEED v4 Gold BD+C για το σχεδιασμό και την κατασκευή του. Επιπρόσθετα, από το 2020 εξασφαλίσαμε ότι το σύνολο της καταναλισκόμενης ενέργειας των data centres μας, προέρχεται από 100% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επίσης, στηρίζουμε ενεργά το «Σύμφωνο για Κλιματικά Ουδέτερα Data Centre», μια πρωτοβουλία αυτορρύθμισης για να καταστούν τα data centres της Ευρώπης κλιματικά ουδέτερα έως το 2030 που δημιουργήθηκε από το European Data Center Association και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Στο πιο πρακτικό μέρος της λειτουργίας των υποδομών μας, για να διασφαλιστεί η αδιάλειπτη λειτουργία τους, χρειάζονται δύο βασικά στοιχεία. Παροχή ενέργειας και απόλυτα ελεγχόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες χώρου (θερμοκρασία και σχετική υγρασία). Μέσες άκρες οι τιμές που αγοράζουμε ενέργεια είναι κοντινές για όλους. Επίσης, δεν είναι στη στρατηγική μας να γίνουμε παραγωγοί ενέργειας. Επομένως, ο τομέας που μπορούμε να βελτιώνουμε διαρκώς είναι να δίνουμε στα data centres που έχουμε και που έρχονται, μια μορφή που θα απαιτεί ολοένα και λιγότερη ενέργεια για την διατήρηση των αναγκαίων περιβαλλοντικών συνθηκών του χώρου.

Για την Ελλάδα, ο μέσος όρος αναλογίας στην κατανάλωση ενέργειας που χρησιμοποιείται για τη ψύξη ενός data centre σε σχέση με την ενέργεια που απαιτείται για τη λειτουργία του είναι 1:1. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε μονάδα ενέργειας λειτουργίας χρειάζεται η δαπάνη μιας μονάδας ενέργειας ψύξης. Η αναλογία αυτή εκτός από τη μακροπρόθεσμη μείωση των λειτουργικών εξόδων, παίζει σημαντικό ρόλο και στην αρχική επένδυση, γιατί είναι μεγάλη η απόσταση ανάμεσα στο κόστος κατασκευής για παράδειγμα ενός data centre που χρειάζεται συνολικά 10 MW ισχύ και άλλο αν χρειάζεται 7 MW.

Όταν λοιπόν μια εταιρεία, όπως εμείς που θέλουμε να ανταγωνιστούμε σε διεθνές περιβάλλον, κι όπου ενδεχομένως υπάρχουν ακόμα και διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες που διευκολύνουν στη ψύξη, θα πρέπει να έχουμε ένα ανταγωνιστικό κόστος λειτουργίας.
Άρα ένα βασικό μας πλεονέκτημα είναι η διαρκής μείωση της κατανάλωσης ενέργειας για ψύξη. Οπότε, το γεγονός ότι ανάλογα με την εγκατάσταση μας βρισκόμαστε πάνω από 30% κάτω από το μέσο όρο που προανέφερα και διαρκώς βελτιωνόμαστε, δείχνει ότι περπατάμε καλά το δρόμο που έχουμε επιλέξει.

Η στρατηγική που έχετε επιλέξει, εφόσον σας ενδιαφέρει το μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, σας οδηγεί υποχρεωτικά στην αγορά δικαιωμάτων ρύπων. Θα μπορούσε αυτό να είναι πρόβλημα στο μέλλον;
Όπως ανέφερα, η στρατηγική μας δεν είναι να γίνουμε παραγωγοί ενέργειας. Οπότε, ο δρόμος προς το χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα, περνά και από το χρηματιστήριο ρύπων. Αυτό όμως είναι κάτι που συναντάμε σε όλα τα data centres, ακόμη και εταιρειών big tech, όπως η Amazon, η Google και η Microsoft, οι οποίες ναι μεν επενδύουν σε καθαρές μορφές ενέργειας, αλλά αυτές δεν είναι αρκετές για να καλύψουν το 100% της παγκόσμιας λειτουργίας τους. Πράγματι, το χρηματιστήριο ρύπων έχει διακυμάνσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη διαδρομή μας προς το χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα Ωστόσο, αυτό είναι ένα πρόβλημα που δεν αντιμετωπίζουμε μόνο εμείς, αλλά όλη η αγορά που σαφώς επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα όλων. Παρόλα αυτά, η πρόσφατη ένταξή μας στον όμιλο της Digital Reality, μας φέρνει κάτω από την ομπρέλα ενός μεγάλου αγοραστή δικαιωμάτων ρύπων, οπότε συνακόλουθα θα έχουμε όφελος και στην Ελλάδα.