Ανακατατάξεις και μάχη για τα μερίδια αγοράς στον κλάδο τηλεπικοινωνιών

Με έντονους ρυθμούς προχωρούν, τους τελευταίους μήνες, οι εξελίξεις στην ελληνική τηλεπικοινωνιακή αγορά με αναδιαρθρώσεις ομίλων, εξαγορές, ανακατατάξεις, ακόμη και εισαγωγές νέων «παικτών» στην αγορά.

Μια από τις εξελίξεις είναι και αυτή του τομέα των οπτικών ινών και ειδικότερα του FTTH (Fiber to the Home), ενώ ακόμη διερευνάται και το πώς θα γίνει η διαδικασία της αποχαλκοποίησης του δικτύου, δηλαδή της αντικατάστασης του «τελευταίου μιλίου» (last mile) χάλκινου καλωδίου από τα «καφάο» (KVO) στα σπίτια με οπτική ίνα.

Σε ό,τι αφορά το Fiber to the Home ο ΟΤΕ, σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η διοίκηση στην πρόσφατη ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων του 2021,  για να ανταποκριθεί στη συνεχή αύξηση της ζήτησης για υψηλότερες ταχύτητες, επιτάχυνε την ανάπτυξη του δικτύου FTTH, φτάνοντας σε πάνω από 260 χιλιάδες νοικοκυριά κατά την διάρκεια του 2021. Συνολικά, στα τέλη Δεκεμβρίου, το δίκτυο FTTH του ΟΤΕ ήταν διαθέσιμο σε 563 χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Για το τρέχον έτος, το 2022, ο ΟΤΕ σχεδιάζει να επιταχύνει περαιτέρω την ανάπτυξη του FTTH, με στόχο να φτάσει περίπου το 1 εκατομμύριο νοικοκυριά μέχρι το τέλος του χρόνου.

Σε ό,τι αφορά τους υπόλοιπους «παίκτες» της αγοράς, την Vodafone και την Wind, που δεν διαθέτουν, μέχρι στιγμής,  επίσημα στοιχεία για τους πελάτες FTTH διαθέτουν αρκετά μικρότερα μερίδια στο κομμάτι αυτό, καθώς οι γεωγραφικές περιοχές που προσφέρουν την υπηρεσία αυτή είναι περιορισμένες.

Εξαγορές, συγχωνεύσεις, αναδιαρθρώσεις
Η τελευταία εξέλιξη στον τηλεπικοινωνιακό τομέα είναι αυτή της εισόδου της Volton, μιάς εταιρείας που δραστηριοποιείται στον τομέα παροχής υπηρεσιών ενέργειας και συγκεκριμένα στο ηλεκτρικό ρεύμα και το φυσικό αέριο. Η εταιρεία εισέρχεται ως τέταρτος «παίκτης» στην αγορά υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, εκτός από τα συνδυαστικά «πακέτα» που θα προσφέρει στους ήδη υπάρχοντες ή νέους συνδρομητές θα πουλά και αμιγώς τηλεπικοινωνιακά πακέτα σε ανταγωνιστικές τιμές.

Σε πρώτη φάση η Volton θα παρέχει υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας, με έμφαση στο 5G. Βέβαια, η εταιρεία αναμένεται να ξεκινήσει τη δραστηριότητά της με μια «προίκα» 200.000 υφισταμένων συνδρομητών οικιακών ή επαγγελματικών.

Ένας άλλος υπολογίσιμος «παίκτης» στον ανταγωνισμό όχι μόνο της κινητής τηλεφωνίας αλλά γενικότερα στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών είναι και το σχήμα Wind – Nova, το οποίο προέκυψε από την εξαγορά της πρώτης από την United Telecoms, η οποία ολοκληρώθηκε πρόσφατα.

Ο νέος, αυτός,  τηλεπικοινωνιακός πόλος, διαθέτει 924.000 πελάτες κινητής με συμβόλαιο και 630.000 πελάτες σταθερής της Wind, μαζί με τους 463 χιλιάδες πελάτες της τηλεοπτικής συνδρομητικής πλατφόρμας της Nova και τους 550 χιλ. συνδρομητές σταθερής της εταιρείας.

Στο 1,3 δισ. ευρώ ο προϋπολογισμός των έργων υποδομής
Τα έργα ψηφιοποίησης που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ξεπερνούν τα 6 δισ. ευρώ, με το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης να έχει θέσει σε προτεραιότητα επτά έργα με συνολικό προϋπολογισμό που ξεπερνά τα 1,3 δισ. ευρώ για την φετινή χρονιά. Ακόμη, στόχος της Κοινωνίας της Πληροφορίας την εφετινή χρονιά είναι να προκηρυχθούν 50 μεγάλα έργα συνολικού προϋπολογισμού 200 εκατ. ευρώ.

Ο ΟΤΕ, υπ΄αριθμόν ένα υποψήφιος για βασικό ρόλο στην ψηφιακή μετάβαση, κρίθηκε προσωρινός ανάδοχος για το έργο ΣΔΙΤ προϋπολογισμού 700 εκατ. ευρώ (870 εκατ. ευρώ με το ΦΠΑ) που αφορά στο  ευρυζωνικό δίκτυο Ultra fast Broadband σε κοινοπραξία με την Grid Telecom και Τέρνα Ενεργειακή.

Η Vodafone έχει όλο και εντονότερη παρουσία στον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας που έχει αναλάβει μέχρι στιγμής έργα ύψους 65 εκατ. ευρώ, ενώ συμμετέχει και σε διαγωνιστικές διαδικασίες για έργα που ξεπερνούν τα 350 εκατ. ευρώ.

Όσον αφορά στη Wind, η επέκταση στα έργα τεχνολογικού εξοπλισμού του δημοσίου, έχει καταστεί στρατηγική επιλογή, με την εταιρεία να έχει, ήδη, συμμετάσχει σε περισσότερους από δέκα διαγωνισμούς, είτε αυτόνομα είτε σε κοινοπραξία. Επίσης συμμετέχει στο ΣΥΖΕΥΞΙΣ και έχει αναδειχθεί μειοδότης τεσσάρων εκτελεστικών συμβάσεων της συμφωνίας, ύψους 42 εκατ. ευρώ, ενώ είναι ανάδοχος και σε τέσσερα ακόμα έργα.