To IT καλείται να ικανοποιήσει τις προσδοκίες του business για τα Big Data, αρκετές φορές χωρίς επιτυχία. Όπως καταγράφουν οι αναλυτές και οι ειδικοί των EY, Deloitte και Fraunhofer, υπάρχει ένα γενικό θέμα διαχείρισης των Big Data, το οποίο είναι αρκετά περίπλοκο.
Τα Big Data αποκτούν σημασία για όλο και περισσότερες επιχειρήσεις. Ωστόσο, τα προβλήματα δεν λείπουν, όπως, για παράδειγμα, η ασάφεια σχετικά με την πρακτική αξία τους. Δύο πρόσφατες μελέτες έρχονται να ρίξουν φως σε συγκριμένες πτυχές των Big Data, ξεδιαλύνοντας αρκετά σημεία τους. Η πρώτη, της Deloitte, ασχολείται με την ανάλυση των δεδομένων, ενώ η δεύτερη, της EY, επικεντρώνεται στη δικανική ανάλυση των δεδομένων (Forensic Data Analytics, FDA).
Η μελέτη της EY αποτυπώνει με έναν αρκετά εντυπωσιακό τρόπο την κατάσταση: Οι αναλύσεις Big Data αποτελούν ένα αποτελεσματικό όπλο για την καταπολέμηση της απάτης, της δωροδοκίας και της διαφθοράς. Ωστόσο, καθώς αυτό το όπλο δεν είναι απόλυτα επικεντρωμένο στο στόχο του, θα πρέπει να «υποβοηθηθεί», ώστε να γίνει περισσότερο αποτελεσματικό. Από την άλλη, η μελέτη της Deloitte, η οποία δεν επικεντρώνεται στις IT πτυχές των Big Data, δίνει πιο διαφορετική οπτική στο τοπίο. Καταρχάς, θα πρέπει να κατανοήσει κανείς, ότι η διφορούμενη ορολογία των Big Data δεν χαρακτηρίζει μόνο τα νέα εργαλεία για την ανάλυση τεραστίων ποσοτήτων, εν μέρει και αδόμητων, δεδομένων, αλλά κυρίως τα συνδεδεμένα με αυτά, τεραστίων δυνατοτήτων και προστιθέμενης αξίας insights για επιχειρήσεις.
Αφετηρία για τη μελέτη της Deloitte στο πλαίσιο αυτό είναι το κλασικό ερώτημα: κατά πόσο οι εταιρείες παίρνουν τις αποφάσεις με βάση το ένστικτο ή με ορθολογικό τρόπο, ήτοι βασιζόμενες σε αναλυθέντα δεδομένα. Η Deloitte καταγράφει στη μελέτη το εξής: οι εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα τείνουν να βασίζουν τις αποφάσεις τους στην ανάλυση και στη λογική, καθώς αυτός ο τρόπος πλησιάζει περισσότερο την πραγματικότητα. Παράλληλα, οι ερωτηθέντες φαίνονται να είναι αρκετά πρόθυμοι για να βελτιωθούν στην περιοχή της ανάλυσης δεδομένων, ενώ θεωρούν το ΙΤ ως ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία βελτίωσής τους και θα ήθελαν να επενδύσουν περισσότερο σε αυτό.
Mission Impossible
Τα Big Data αποτελούν mission impossible για το ΙΤ, όπως εκτιμούν τα διευθυντικά στελέχη των επιχειρήσεων και τα διευθυντικά στελέχη του τμήματος οικονομικών και μάρκετινγκ. Όχι, όμως, και για τους IT Directors, που, παρόλο αυτά, δεν θα πρέπει να αισθάνονται άνετα με αυτή την κατάσταση. Χωρίς πολλή σκέψη μπορεί κανείς να καταλάβει τι σημαίνει το παραπάνω: η επιχειρηματική πλευρά έχει ασαφείς προσδοκίες από τα Big Data, οι οποίες πρέπει να εκπληρωθούν από το ΙΤ – κάτι που αποτελεί μια αδύνατη αποστολή. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει, άλλωστε, εμμέσως και η μελέτη της Deloitte. «Tα Data Analytics δεν σημαίνουν ότι μπορεί κανείς να πάρει άμεσα ή αυτόματα όλες τις αποφάσεις σε μια επιχείρηση, βασιζόμενες σε καθαρά γεγονότα. Αυτό μπορεί να αποτελεί τη θεωρητική απαίτηση των Data Analytics, ωστόσο, στην πράξη είναι σχεδόν αδύνατον να υλοποιηθεί» όπως καταγράφει η μελέτη.
Big Data και υποστήριξη αποφάσεων
Tα Data Analytics δεν αποτελούν ένα νέο concept. Η ανάγκη υποβοήθησης στη λήψη επιχειρηματικών αποφάσεων υπάρχει από παλιά. «Το θέμα της υποστήριξης αποφάσεων επανακαθορίζεται, απλά, λόγω της διαρκώς αυξανόμενης ποσότητας δεδομένων, όπως και της εφαρμογής νέων μεθόδων και συστημάτων διαχείρισης δεδομένων» αναφέρει η Deloitte. Επιπλέον, οι αναλυτές συστήνουν μια proactive και κυρίως ειλικρινή αποτίμηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Για τη σημασία που έχει αυτό το θέμα, η μελέτη δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης: 87% των συμμετεχόντων επιχειρήσεων καταγράφουν τις ταχέως αυξανόμενες ποσότητες δεδομένων στα περιβάλλοντά τους, μια κατάσταση που θα ενταθεί στο μέλλον.
Οι διοικήσεις των επιχειρήσεων αποφασίζουν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, σχεδόν κατά 70% ορθολογικά και κατά 30% με βάση τη διαίσθηση. «Η συνάφεια, η εγκυρότητα, η αξιοπιστία και η επικαιρότητα των δεδομένων διαβαθμίζονται ως υψηλής σπουδαιότητας», όπως αναφέρουν οι ερευνητές της Deloitte. «Προβληματισμός υπάρχει για θέματα ενσωμάτωσης, τυποποίησης και συγκέντρωσης των δεδομένων». Στο 63% των εταιρειών χρησιμοποιείται μια ολοκληρωμένη συνολική λύση, ενώ στο 31% ανεξάρτητα modules.
To 51% θεωρεί την εισαγωγή νέων πληροφοριακών συστημάτων ως μια σημαντική στρατηγική απόφαση. Όσον αφορά τα Data Analytics, το 43% αναγνωρίζει ότι υπάρχει ανάγκη βελτίωσής τους, μέσα από μια περισσότερο εντατική χρήση του ΙΤ. Αυτό το ποσοστό ξεπερνιέται από την ανάγκη βελτίωσης των διαδικασιών και της διασφάλισης ποιότητας των εσωτερικών δεδομένων, τα οποία θεωρούνται ακόμα πιο επείγοντα. Το γενικό συμπέρασμα, πάντως, που προκύπτει είναι ότι μόνο λίγες εταιρείες προσεγγίζουν τις προσπάθειές τους για τη λήψη αποφάσεων με ειδικά επιλεγμένο προσωπικό ή καταφεύγοντας στην εξωτερική εμπειρογνωμοσύνη.
Εκτός ελέγχου…
Σύμφωνα με τη μελέτη της Deloitte, τα Data Analytics αποτελούν ένα θέμα, το οποίο δεν καθοδηγείται από το ΙΤ. Η χρησιμοποιούμενη τεχνολογία αποτελεί, απλώς, ένα βοηθητικό μέσο που βελτιώνει την υποστήριξη στη λήψη αποφάσεων. Από αυτή την άποψη, πρόκειται για ένα θέμα, το οποίο δεν θα πρέπει να ελέγχεται από το ΙΤ, αλλά από τη διοίκηση της εταιρείας, όπως και από τα σχετιζόμενα τμήματα της εταιρείας. Τα Big Data αποτελούν ένα ζήτημα που προεκτείνεται σε όλη την ηγετική ομάδα της εταιρείας. Σύμφωνα με ερευνητές του ινστιτούτου Fraunhofer IAIS «τη μεγαλύτερη ωφέλεια από τα Big Data μπορούν να την απομυζήσουν εκείνες οι εταιρείες, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη το δεύτερο επίπεδο, ήτοι τις προοπτικές των Big Data για την συνολική κατάσταση μιας εταιρείας –τις δομές, τις διεργασίες και τα επιχειρηματικά της μοντέλα».
Υπό αυτή την έννοια, τα Big Data αποτελούν ένα θέμα που επιτρέπει στις εταιρείες να επανακαθοριστούν με ένα νέο τρόπο προσανατολισμένο στα δεδομένα, πέρα από το κλασικό Οperational Excellence. Οι ερευνητές συμβουλεύουν τις επιχειρήσεις να μην βλέπουν τα Big Data ως κάτι που σχετίζεται μόνο με το ΙΤ – όπως είναι, για παράδειγμα, η απόκτηση servers clusters ή η εγκατάσταση του σχετικού λογισμικού ανάλυσης – αλλά να τα δουν υπό την προοπτική της αλληλεπίδρασης μεταξύ της επιχείρησης και της τεχνολογίας και, όταν απαιτείται, να υπάρχει συνεργασία με τους ενδεδειγμένους εταίρους.
Βελτιωμένες τεχνικές λογικής και ανάλυσης
Τα μεγάλα οφέλη από τα Big Data μπορούν να προέλθουν μέσα από βελτιωμένες τεχνικές λογικής και ανάλυσης. Βάσεις δεδομένων από διαφορετικές πηγές θα μπορούσαν έτσι να συνδεθούν και να δομηθούν σημασιολογικά, ώστε να δώσουν μια πραγματική προστιθέμενη αξία. Αυτό επιτρέπει σε ένα ευρύ φάσμα επιμέρους καθηκόντων σε μια επιχείρηση να διευθετηθούν καλύτερα και αποτελεσματικότερα: από μια καλύτερη προσέγγιση των πελατών στις πωλήσεις και στο μάρκετινγκ, έως το βιομηχανικό έλεγχο και τη δικτύωση. Tο status quo σε ένα διαφορετικό πεδίο εφαρμογής διερευνά η EY.
«Οι αναλύσεις Big Data γίνονται όλο και περισσότερο σημαντικές, ώστε να αποκαλυφτούν συστημικά οι αδυναμίες στις επιχειρήσεις και να εξαλειφθούν. Το 74% των εταιρειών αποδίδουν στα Big Data ένα ρόλο κλειδί για την καταπολέμηση της απάτης και του εντοπισμού της» εκτιμούν οι αναλυτές. Ωστόσο, τα κατάλληλα εργαλεία για την αξιολόγηση μεγάλου όγκου δεδομένων υπάρχουν μόλις σε 7% των 450 εταιρειών από 11 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα της Ernst & Young. Ένα πολύ μικρό ποσοστό, επίσης, χρησιμοποιεί δικανικές τεχνικές ανάλυσης των δεδομένων (FDA), ώστε να συλλέξουν πληροφορίες σχετικές με την ασφάλεια, όπως προκύπτει από τη μελέτη “Big risks require big data thinking. Global Forensic Data Analytics Survey 2014”.
FDA και εσωτερικοί ελεγκτές
Για το 87% των ερωτηθέντων διοικητικών στελεχών, οι ισχύουσες απαιτήσεις συμμόρφωσης αποτελούν μια μεγάλη ευκαιρία για να εγκαθιδρύσουν και να χρησιμοποιήσουν προγράμματα FDA στις επιχειρήσεις τους. Το 75% των χρηστών FDA θέλουν, με αυτόν τον τρόπο, να ανακαλύψουν τις οικονομικές ζημιές ή να εντοπίσουν τους κινδύνους διαφθοράς. Αυτοί που κερδίζουν περισσότερο από όλους από τέτοιες αναλύσεις είναι οι εσωτερικοί ελεγκτές, όπως εκτιμά η EY. Στους υπόλοιπους που μπορούν να επωφεληθούν ανήκουν μέλη του διοικητικού συμβουλίου και της εκτελεστικής επιτροπής.
Επιπλέον, το 69% των εταιρειών δηλώνει ότι, παρόλο αυτά, είναι ικανοποιημένο με την αποτελεσματικότητα του λογισμικού καταπολέμησης του fraud που χρησιμοποιεί. Σχεδόν οι ίδιοι πιστεύουν ότι χρειάζεται να κάνουν περισσότερα πράγματα, ώστε να βελτιστοποιήσουν περαιτέρω τα υπάρχοντα προγράμματα προστασίας δεδομένων που χρησιμοποιούν. Επίσης αναβαθμίσιμη είναι, από την πλευρά των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα, η γνώση του επιπέδου διαχείρισης για τα πλεονεκτήματα που φέρνει η δικανική ανάλυση δεδομένων. Κατά την ανάπτυξη και ενσωμάτωση FDA projects οι εταιρείες θα πρέπει αρχικά, σύμφωνα με την EY, να σχηματίσουν μια διεπιστημονική ομάδα ειδικών. Τέλος, είναι πολύ σημαντικό τα εργαλεία FDA να είναι μονίμως ενημερωμένα, ώστε να συμβαδίζουν με τις ψηφιακές αλλαγές και τις τεχνολογικές εξελίξεις, όπως συμπληρώνουν οι αναλυτές.