Ο Γιάννης Σολδάτος, «πατώντας» ταυτόχρονα στην ακαδημαϊκή του ιδιότητα και στον επιχειρηματική του οπτική, αξιολογεί την τάση του cloud services και προσθέτει μια νέα ενδιαφέρουσα οπτική για το μέλλον.

<‘Σελίδα 1: Τα cloud services και το παρελθόν της Πληροφορικής, τα προβλήματα εξαιτίας του τόπου αποθήκευσης και η ενημέρωση σε περιπτώσεις μεταφοράς δεδομένων του πελάτη σε μια άλλη γεωγραφική περιοχή’>
Netweek: Τα cloud services σας θυμίζουν κάτι από το παρελθόν της Πληροφορικής;

Γιάννης Σολδάτος: Από το mainframe στις δεκαετίες του ’70 και του ‘80, πήγαμε στο client server computing και κάποια στιγμή στα τέλη της δεκαετίας του ’90, αρχές του 2000, έκανε την εμφάνισή της η αρχιτεκτονική πολλαπλών επιπέδων (Multi-Tier). Τόσο στη MultiTier που ήταν κατανεμημένη αρχιτεκτονική, όσο και στη mainframe που ήταν κεντρικοποιημένη αρχιτεκτονική, κοινή προϋπόθεση ήταν η εταιρεία να διαθέτει δικό της data center, όπως θα το ονομάζαμε σήμερα.

Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία έχει επενδύσεις σε πάγιες υποδομές (CAPEX). Η αλλαγή που συντελείται πρακτικά από το 2000 και έπειτα, παρά τις διαφορετικές μορφές και ονομασίες που πήρε, όπως Application Service Providing, Utility Computing, On Demand Services κ.λπ., είχε ουσιαστικά ως στόχο να μετατρέψει τα πάγια έξοδα σε περισσότερο ελεγχόμενα λειτουργικά έξοδα (OPEX).
 
Αρχικά, η παροχή υπηρεσιών on-demand είχε να κάνει με υπηρεσίες διάθεσης υποδομών (μοντέλο IaaS, Infrastructure-as-a-Service). Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ πάροχοι υπολογιστικών υπηρεσιών αφιέρωναν μια συστάδα επεξεργαστών της και ένα κομμάτι αποθηκευτικού χώρου, προκειμένου μεγάλοι τραπεζικοί οργανισμοί  να εκτελούν κατ’ απαίτηση (σε περιπτώσεις peak loads), εφαρμογές χρηματοοικονικής ανάλυσης δεδομένων.

Στη συνέχεια, εμφανίστηκε το λογισμικό ως υπηρεσία (μοντέλο Software-As-A-Service SaaS), με γνωστότερη ίσως περίπτωση τις υπηρεσίες της εταιρείας Salesforce.com. Στο (SaaS) μοντέλο, η εταιρεία δεν χρειάζεται να αγοράσει άδειες χρήσης μιας (π.χ. CRM ή ERP) εφαρμογής, αλλά χρεώνεται με βάση τη χρήση της εφαρμογής που είναι εγκατεστημένη στο data center του παρόχου.

Στα cloud services, ο πάροχος συνεχίζει να διαθέτει σε τρίτους τις υποδομές του σε επεξεργαστική ισχύ, δικτυακή υποδομή και αποθηκευτικό χώρο, δίνει τη δυνατότητα για μοντέλα SaaS, IaaS, αλλά προσθέτει και τη δυνατότητα Platform As A Service (PaaS). Αυτό σημαίνει ότι ο πάροχος μπορεί προσφέρει στις εταιρείες και τις ακριβείς πλατφόρμες που χρειάζονται για να λειτουργήσουν τις εφαρμογές τους.

Οι πλατφόρμες αυτές μπορεί να είναι διαφορετικά λειτουργικά συστήματα, διαφορετικές αρχιτεκτονικές επεξεργαστών ή οποιοσδήποτε συνδυασμός είναι αναγκαίος για τον πελάτη. Η δυνατότητα PaaS, βασίζεται στις τεχνολογίες “εικονικοποίησης” (virtualization) που συγκεκτρώνουν όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον των IT Manager.

Netweek: Θα είναι πετυχημένο το μοντέλο των cloud services;

Γιάννης Σολδάτος: Η επιτυχία ενός μοντέλου κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Θεωρώ ότι μέχρι στιγμής η ελληνική αγορά δεν έχει αγκαλιάσει το SaaS και κατ’ επέκταση τα cloud services. Οι ανησυχίες που συνήθως εγείρουν εμπόδια στην επιλογή cloud services, σχετίζονται με θέματα εμπιστοσύνης στον πάροχο, ασφάλειας των δεδομένων, αλλά και προσαρμογής σε ρυθμιστικά πλαίσια. Για παράδειγμα, αν τα δεδομένα μιας εταιρείας είναι ιατρικά ή φορολογικά, η αποθήκευσή τους μπορεί να μην είναι επιτρεπτή σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές.

Netweek: Σε περίπτωση που δημιουργείται πρόβλημα εξαιτίας του τόπου αποθήκευσης των δεδομένων, ποιος αντιμετωπίζει τη δικαιοσύνη;

Γιάννης Σολδάτος: Πιστεύω ότι το πρόβλημα θα είναι κατά κύριο λόγο της εταιρείας που χρησιμοποιεί την υποδομή του παρόχου και όχι του ίδιου του παρόχου. Παραδοσιακά, τα δικαστήρια τιμωρούν τη χρήση και όχι την παροχή της τεχνολογίας αντιγραφής π.χ. αν γίνει αντιγραφή ενός βιβλίου ή ενός DVD, δεν διώκεται η εταιρεία που παρείχε τον εξοπλισμό αντιγραφής, αλλά η εταιρεία ή ο χρήστης που έκανε την αντιγραφή.

Netweek: Αυτό όμως σημαίνει ότι αν ο πάροχος των υπηρεσιών αποφασίσει να μεταφέρει τα δεδομένα του πελάτη σε μια άλλη γεωγραφική περιοχή ή να μεταφέρει τις εγκαταστάσεις του σε μια άλλη γεωγραφική περιοχή, θα πρέπει να ενημερώνει όλους τους «ευαίσθητους» σε μετακινήσεις πελάτες, κάτι που αυτή τη στιγμή δε συμβαίνει.

Γιάννης Σολδάτος: Σωστά, αλλά αυτή είναι η αρχή του cloud. Ο πελάτης δεν γνωρίζει που βρίσκονται τα δεδομένα του ή οι υποδομές που χρησιμοποιεί, αλλά νοιάζεται κυρίως να λειτουργεί σωστά η εφαρμογή του και να εξυπηρετούνται οι ανάγκες της εταιρείας τους. Ίσως, σε κάποια SLAs θα πρέπει να προβλέπεται ότι τα δεδομένα θα παραμένουν σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, αλλά κάτι τέτοιο απαιτεί να ενδιαφερθεί πρώτα ο πελάτης.
<‘here’>


<‘Σελίδα 2: Το θέμα της ασφάλειας, η πιθανότητα να δούμε κάποια στιγμή μια τράπεζα σε ένα cloud και οι προβληματισμοί σχετικά με τα cloud’>
Netweek: Το θέμα της ασφάλειας αποτελεί εξίσου σοβαρό εμπόδιο;
Γιάννης Σολδάτος:
To selling argument των παρόχων cloud services είναι ότι η τεχνογνωσία και η εξειδίκευσή τους στο αντικείμενο των υπηρεσιών τους, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας από αυτό που μπορεί να προσφέρει μια εταιρεία στον εαυτό της. Για την προστασία από μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση μέσω δικτύου, οι πάροχοι διαθέτουν πολλαπλά επίπεδα προστασίας που θεωρητικά είναι δύσκολο να παραβιαστούν.

Για την προστασία από φυσική καταστροφή ή τρομοκρατική ενέργεια, χρησιμοποιούν τη λύση των backups σε διαφορετικές περιοχές. Βέβαια, η πιθανότητα ενός μελλοντικού consolidation σημαίνει ότι τεράστιες ποσότητες πληροφοριών θα είναι συγκεντρωμένες σε σχετικά περιορισμένο αριθμό γεωγραφικών σημείων και αυτό συνεπάγεται μια αύξηση του ρίσκου ασφάλειας.

Θεωρώ ότι στη μείωση του ρίσκου της ασφάλειας θα μπορούσε να συντελέσει η δημιουργία ενός Open Cloud. Αυτή η λύση θα επέτρεπε στις εταιρείες να χρησιμοποιούν περισσότερους από έναν παρόχους, χωρίς να επιβαρύνονται με υψηλό κόστος κάθε φορά που θέλουν να μεταφέρουν την εφαρμογή τους.

Netweek: Πιστεύετε ότι είναι πιθανό να δούμε κάποια στιγμή μια τράπεζα σε ένα cloud;
Γιάννης Σολδάτος:
Δεν το αποκλείω, αν και πιστεύω ότι κάτι τέτοιο θα γίνει δύσκολα, για διάφορους λόγους. Οι τράπεζες δύσκολα εμπιστεύονται τα δεδομένα και τους πόρους Πληροφορικής τους σε τρίτους. Για παράδειγμα το Grid Computing, που προέβλεπε αξιοποίηση κοινόχρηστων πόρων και προτάθηκε και για επιχειρηματική χρήση, δούλεψε εύκολα για την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά δεν έγινε ευρέως αποδεκτό από τις επιχειρήσεις.

Ωστόσο, είναι πολύ πιθανό μια τράπεζα να δημιουργήσει ένα ιδιωτικό cloud, στο οποίο θα εξασφαλίσει και την λειτουργία των legacy εφαρμογών που χρησιμοποιεί. Δεν πρέπει ακόμα να παραβλέψουμε ότι σήμερα οι περισσότερες legacy εφαρμογές, όπως CRM, ERP, και βέβαια core banking και billing συστήματα, δεν έχουν σχεδιαστεί ώστε να λειτουργούν αποτελεσματικά σε ένα cloud μοντέλο (δηλ. σε κατανεμημένα service-oriented περιβάλλοντα).

Επομένως, σε αυτήν τη φάση θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα cloud services αποτελούν μια σημαντική ευκαιρία κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είτε στο απλό επίπεδο του storage και office applications, είτε στο επίπεδο πιο κρίσιμων εφαρμογών. Πιστεύω ότι είναι πιο εύκολο για ένα ISV που απευθύνεται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις να ξαναγράψει την εφαρμογή ώστε να είναι cloud compatible και παράλληλα ίσως είναι για αυτόν μια επιχειρηματική ευκαιρία, αν τελικά τα cloud services επικρατήσουν.

Netweek: Υπάρχουν κάποιοι προβληματισμοί σχετικά με τα cloud;
Γιάννης Σολδάτος:
Υπάρχει μια σκέψη που με απασχολεί σχετικά με τα cloud και γενικότερα τα fully outsourced services και πιστεύω ότι απασχολεί και αρκετά στελέχη του IT. Ορισμένα ερωτήματα που μπορούμε να θέσουμε για να προβληματιστούμε είναι: α) Τι θα συμβεί αν τα cloud services καταστήσουν την Πληροφορική εξ’ ολοκλήρου commodity; β) Μπορεί μια  υποδομή Πληροφορικής που δε λειτουργεί στο εσωτερικό μιας εταιρείας να αποτελέσει πηγή καινοτομίας;

Mια επιχείρηση που βασίζεται σε ένα σύνολο cloud services θα είναι «συντονισμένη» και «εξαρτημένη» από την εξέλιξη μιας κεντρικής πληροφοριακής υποδομής. Αυτή η αίσθηση του δεδομένου μπορεί να αποτρέψει τους ανθρώπους του IT από τη δημιουργία καινοτομικών ιδεών και διαδικασιών, οι οποίες αν εφαρμόζονταν και υποστηρίζονταν από ίδιες πληροφοριακές υποδομές ίσως να έδιναν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην εταιρεία τους.
<‘here’>