Αγαπητοί αναγνώστες, Ανατρέχοντας στις θύμησες της νιότης, στο μυαλό μου ήρθαν οι στίχοι του Brian Adams στο “Summer of ’69” γεμάτο νοσταλγία, αναμνήσεις, εικόνες, μα και βαθύτερα νοήματα:
Αγαπητοί αναγνώστες,
Ανατρέχοντας στις θύμησες της νιότης, στο μυαλό μου
ήρθαν οι στίχοι του Brian Adams στο “Summer of ’69” γεμάτο νοσταλγία, αναμνήσεις, εικόνες, μα και βαθύτερα νοήματα:
Man we were killin’ time
We were young and restless
We needed to unwind
I guess nothin’ can last forever – forever, no
And now the times are changin’
Look at everything that’s come and gone
Sometimes when I play that old six-string
I think about ya wonder what went wrong
Πρόσφατα, επ’ αφορμής της συναισθηματικά φορτισμένης είδησης για την αποδημία του Ντιέγκο Μαραντόνα, σε ένα από τα αφιερώματα είχε παρουσιαστεί το περιστατικό κατά το οποίο άμα τη κατάκτηση του πρώτου πρωταθλήματος Ιταλίας από τη Νάπολι, κάτοικοι είχαν αναρτήσει πανό και πλακάτ στα νεκροταφεία της, με το μήνυμα: «Δεν ξέρετε τι χάνετε!».
Έτσι, σε μια προσπάθεια να προσδιορίσω με μια ενδεικτική, μα έντονα «φωτογραφική» φράση την εικοσαετή πορεία της αγοράς Πληροφορικής στην χώρα μας, τα λεγόμενα και Millennials, θα ισχυριστώ: «Δεν ξέρετε τι χάσατε!» Πρόσωπα, καταστάσεις, περιστατικά, συμπεριφορές, επιτυχίες, αστοχίες, μα και πραγματική εξέλιξη, «πασπαλισμένα» με μια εσάνς διαφθοράς, παραγοντισμού και (αλληλο)δεσμεύσεων. «Αλισβερίσι να γίνονται, δουλίτσες να γεννιόνται», όπως υποστήριζε εις εκ των «Πατριαρχών» του κλάδου.
Εάν ψάχνετε για ανιαρές αγιογραφίες ή επίμονες δαιμονοποιήσεις, μάλλον… «Δεν ξέρετε τι χάσατε!»
Τι να πρωτοθυμηθεi κάποιος; Τον «Φτερωτό Γκρισίνο» να «κατεβαίνει» λεωφόρους και να «ανεβαίνει» στενά… γκαζώνοντας την ανάπτυξη του δικτύου του, ακολουθώντας μια αντιδημοφιλή πρακτική, αποφεύγοντας να πέσει στην παγίδα του εύκολου όσο και γρήγορου χρήματος, το οποίο αργά ή γρήγορα θα τον οδηγούσε εκτός αγοράς; Τον «Γκαστόνε» που πολλοί μακαρίζουν την παροιμιώδη τύχη του για ορισμένες συμφωνίες που του απέφεραν -πραγματικά- εντυπωσιακά κέρδη, ωστόσο στην πορεία του χρόνου απέδειξε πως η τύχη παίζει τον μικρότερο ρόλο σε μια πετυχημένη πορεία; Τον «Διαπλεκόμενο» που δεν δίσταζε να… καβαλήσει το ελικόπτερό του προκειμένου να πραγματοποιήσει μια ολιγόλεπτη πτήση, ώστε να πάει να ψηφίσει στο χωριό του και στη συνέχεια να επιστρέψει στο κλεινόν άστυ; Κι αυτό, δίχως να κοντοσταθεί καν να ξαποστάσει στο (θηριώδες) αγροτόσπιτό του, εκεί, ελέγχοντας την αξιοπιστία του υπόγειου καταφυγίου ασφαλείας που είχε φροντίσει να κτίσει με ξεχωριστή επιμέλεια;
Τον «Κόκκινο Τιμονιέρη» που αποδεικνύεται ανθεκτικότερος και από κατσαρίδα έπειτα από πυρηνικό πόλεμο, επιβιώνοντας παντός κατάστασης (πολιτικής, οικονομικής, συνεργιών, ανταγωνιστών), συνεχίζοντας να βρίσκεται στις επάλξεις, έχοντας την αίσθηση (αυταπάτη ονομάζεται στην πραγματικότητα…) πως ενδυόμενος τον ρόλο του «Ελ Σιντ», εξακολουθεί να τρομάζει και να «μετρά» στην πιάτσα; Τον… clean-cut «εκτελεστή» «Ντε Βίτο», που όσο μπόι του λείπει, τόσο αδίστακτος είναι στις επιχειρηματικές του συναλλαγές; Τον «Μαγκάρετ», που καταφέρνει να… δαμάζει τα «κύματα» της αγοράς, ευρισκόμενος πάντοτε στον «αφρό», παρότι το εκτόπισμά του δεν φτάνει για να βρίσκεται στον βυθό; Καν!
Τον «Ωτακουστή» που διαχειρίστηκε μαεστρικά τη «βόμβα» που κλήθηκε να απενεργοποιήσει, έχοντας ως casting crew «ιδιοφυίες», οι οποίοι αν τους συγκρίνεις με το (goofy) δίδυμο Άμποτ και Κοστέλο, οι τελευταίοι μοιάζουν (και είναι) ως διανοούμενοι; Τον «Πολύγωνο» που όποια πέτρα κι εάν σηκώσεις, θα τον βρεις, αποδεικνύοντας εμπράκτως πως ο μαθητής μπορεί να ξεπεράσει (με χαρακτηριστική ευκολία, μάλιστα) τον καθηγητή; Για αυτό και επιμένω: «Δεν ξέρετε τι χάσατε!». Το ζήτημα είναι στην επόμενη 20ετία να αναδειχθούν οι αντίστοιχες περσόνες, προκειμένου να καταγράψουμε την πορεία τους.
Υγιαίνετε!