Για τα κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα στον τομέα της κυβερνοασφάλειας είχαν την ευκαιρία να τοποθετηθούν η Πρόεδρος του ΣΕΠΕ, Γιώτα Παπαρίδου, και ο Καθηγητής Κυβερνοασφάλειας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Δημήτρης Γκρίτζαλης, την πρώτη ημέρα του 2nd Cyber Security Summit στο Costa Navarino. Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια του Summit Talk με θέμα «Επαγγελματίες Κυβερνοασφάλειας – Ελλάδα 2024-30: Ευκαιρίες, προοπτικές, εκπαίδευση, γνώσεις, εμπειρίες, δεξιότητες» οι δύο ομιλητές στάθηκαν, μεταξύ άλλων, στη ραγδαία αύξηση της ζήτησης για ειδικευμένο προσωπικό στην κυβερνοασφάλεια, τις δεξιότητες που απαιτούνται αλλά και τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας που πραγματοποίησαν. Ειδικότερα, η κα. Παπαρίδου τόνισε τη σημασία της κυβερνοασφάλειας και της τεχνητής νοημοσύνης στην παγκόσμια αγορά, υπογραμμίζοντας ότι οι ανάγκες σε εξειδικευμένο προσωπικό είναι ιδιαίτερα αυξημένες.
Ως παράδειγμα έφερε έρευνα του ΣΕΠΕ το 2022, που έδειξε ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί μεταξύ 2023 και 2030 περίπου 7.000 έως 7.500 επιπλέον εργαζόμενους στην ψηφιακή τεχνολογία, εκ των οποίων το 1/3 θα είναι ειδικοί στην κυβερνοασφάλεια. Ακόμα, πρόσθεσε ότι μία νέα έρευνα, του 2023, που συμπεριέλαβε την τεχνητή νοημοσύνη, ανέβασε τον αριθμό των συνολικά αναγκαίων θέσεων σε 83.000. Η πρόεδρος του ΣΕΠΕ επεσήμανε, όμως, πως τα νούμερα αυτά είναι δύσκολο να επιτευχθούν στην Ελλάδα, όχι μόνο λόγω της έλλειψης προσωπικού υψηλής εξειδίκευσης, αλλά και επειδή η απουσία προσωπικού εμποδίζει τις προαγωγές και την ανάπτυξη του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού.
Ακόμα, επισήμανε πως οι τεχνολογίες όπως το deep fake και το ransomware αποτελούν σοβαρές απειλές, ωστόσο δεν πρέπει να τρομοκρατούμε τον κόσμο. Όπως τόνισε: «Θα κάνουμε ψηφιακά τη δουλειά μας γιατί εκεί είναι η ανάπτυξη». Μάλιστα, ανέφερε ότι μια αύξηση 5% στον ψηφιακό τομέα στην Ελλάδα θα μπορούσε να αποδώσει στο ΑΕΠ της χώρας 80 δισεκατομμύρια ευρώ και 415.000 νέες θέσεις εργασίας.
Μαύρες τρύπες στην ασφάλεια
Τόνισε ότι η Ελλάδα έχει κάνει μεγάλα βήματα από την πλευρά του δημοσίου, πρόσθεσε όμως ότι σε ό,τι αφορά στον ιδιωτικό τομέα αλλά και τον ψηφιακό αναλφαβητισμό, υστερούμε σημαντικά. Τέλος, η κα. Παπαρίδου υπογράμμισε ότι η κατάσταση στην Ελλάδα είναι κρίσιμη όσον αφορά στις υπάρχουσες υποδομές που χρησιμοποιούνται, αφού ο εξοπλισμός σε πολλές ιδιωτικές και δημόσιες επιχειρήσεις είναι απαρχαιωμένος, δημιουργώντας «μαύρες τρύπες» στην ασφάλεια.
Δημ. Γκρίτζαλης: «Ποιες ειδικότητες θα έχουν μεγαλύτερη ζήτηση»
Από την πλευρά του, ο Δημήτρης Γκρίτζαλης εστίασε στην ανάγκη για συνεργασία μεταξύ των φορέων, τονίζοντας ότι «κανείς δεν περισσεύει και όλοι μαζί δεν φτάνουν». Αναφέρθηκε στην ερευνητική συνεργασία του Οικονομικού Πανεπιστημίου με τον ΣΕΠΕ και στην προσπάθεια που καταβάλλεται μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος CyberHubs, που περιλαμβάνει 21 οργανισμούς από 11 χώρες της Ε.Ε.
Ακόμα, ο κ. Γκρίτζαλης παρουσίασε τα αποτελέσματα μιας έρευνας για την ελληνική αγορά κυβερνοασφάλειας, αναφέροντας ότι στα τελευταία τρία χρόνια υπήρξαν 553 απόφοιτοι πανεπιστημίων στον κλάδο, με τη μεγάλη πλειοψηφία να είναι άνδρες. Την ίδια ώρα, η ζήτηση για επαγγελματίες στον τομέα παραμένει σε πρωτόγνωρα επίπεδα, με τις απειλές στον κυβερνοχώρο να αυξάνονται συνεχώς. Ο καθηγητής υπογράμμισε ότι η έλλειψη ακαδημαϊκών προγραμμάτων, κυρίως σε προπτυχιακό επίπεδο, συμβάλλει στο μεγάλο κενό μεταξύ προσφοράς και ζήτησης ειδικευμένου προσωπικού.
Παράλληλα, παρουσίασε τις ειδικότητες που θα έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση στο εγγύς μέλλον, όπως Cybersecurity Implementers, Digital Forensics Investigators, Cybersecurity Auditors και Cyber Threat Intelligence Specialists, ενώ προέβλεψε ότι οι οργανισμοί μεσαίου και μεγάλου μεγέθους θα έχουν αυξημένες ανάγκες τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε και στις δεξιότητες που χρειάζονται οι επαγγελματίες της κυβερνοασφάλειας, όπως η ασφάλεια των υπολογιστικών νεφών (cloud security), η προστασία των προσωπικών δεδομένων και η ανθεκτικότητα των πληροφοριακών συστημάτων. Τέλος, αναφέρθηκε στο χαμηλό ποσοστό γυναικών στον κλάδο, επισημαίνοντας την ανάγκη για ισορροπημένη εκπροσώπηση. Μάλιστα αποκάλυψε ότι στη δική του ομάδα το 1/3 είναι γυναίκες.
Εν κατακλείδι, τόσο η κα. Παπαρίδου όσο και ο κ. Γκρίτζαλης υπογράμμισαν ότι η κυβερνοασφάλεια δεν είναι απλώς μια τεχνολογική ανάγκη αλλά ένας παράγοντας στρατηγικής ανάπτυξης για την Ελλάδα, που θα καθορίσει την πορεία της χώρας στον παγκόσμιο ψηφιακό χάρτη, ενώ η αυξανόμενη ζήτηση για ειδικευμένο προσωπικό και οι ανάγκες για εκπαίδευση και κατάρτιση αποτελούν σημαντικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να καλυφθεί το κενό δεξιοτήτων.