Τελευταία, καθώς η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη δείχνει σημάδια επιβράδυνσης, είναι περίπου δεδομένο πως μια σειρά από τεχνολογίες, όπως λ.χ. η ψηφιοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) κ.ά. έχουν τη δυναμική να διασφαλίσουν και να πετύχουν εξαιρετική πρόοδο στο επίπεδο της παραγωγικότητας. Αρκεί να σημειωθεί ότι, με βάση τα στοιχεία πρόσφατης μελέτης που διενήργησε το McKinsey Global Institute, στην περίπτωση κατά την οποία οι Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα επεξεργάζονταν, ανέπτυσσαν και θα διέχεαν με επιθετικό τρόπο το AI στις καθημερινές λειτουργίες τους, τότε η Γηραιά Ήπειρος θα μπορούσε να προσθέσει 2,7 τρισεκατομμύρια ευρώ στην οικονομική της παραγωγή μέχρι το 2030!

Την ίδια στιγμή, εάν η Ευρώπη κατάφερνε να περιορίσει το “χάσμα” με τις ΗΠΑ στο επίπεδο της υιοθέτησης της τεχνολογίας της τεχνητής νοημοσύνης, τότε θα προσέθετε ακόμη €900 δισεκατομμύρια στο σχετικό ΑΕΠ της Ηπείρου κατά την προσεχή δεκαετία. Αποτέλεσμα; Αυτό, να… εκτινασσόταν σε τουλάχιστον €3,6 τρισεκατομμύρια!

Βέβαια, προκειμένου να γίνουν πράξη τα προαναφερθέντα μεγέθη, υπάρχουν μια σειρά από “αν”, τα οποία πρέπει να διευθετηθούν… Κάτι που εξηγεί δεόντως το γεγονός ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε σημαντική απόσταση τόσο από τις ΗΠΑ όσο και την Κίνα. Υπολείπεται, εννοείται! Υπό αυτό το πλαίσιο, ολοένα και περισσότεροι, ανάμεσα τους βαρύνουσας σημασίας αξιωματούχοι και στελέχη, υποστηρίζουν ότι, ο πλέον άμεσος όσο και αποτελεσματικός τρόπος, ώστε η Ευρώπη να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις τις ΗΠΑ και την Κίνα, θα ήταν μέσω της επεξεργασίας και της διαμόρφωσης ενός καινούριου μοντέλου για την καινοτομία.

Σύμφωνα με τη μελέτη της McKinsey, η Ευρώπη καταφέρνει να εμφανίζει μόλις τα 2/3 της ψηφιακής προοπτικής των ΗΠΑ, ενώ το ακόμη πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι πως, κατά την διάρκεια της τελευταίας τριετίας, το χάσμα μεταξύ των δύο γεωγραφικών περιοχών έχει παραμείνει στα ίδια επίπεδα. Κάτι που οφείλεται πρωτίστως στην ύπαρξη ενός χαμηλότερου επιπέδου τεχνολογικής διάχυσης και της αντίστοιχης περιορισμένης -σχετικά- χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών.

Επιπροσθέτως, η συνολική δαπάνη για ζητήματα έρευνας και ανάπτυξης (R&D) στην Ευρώπη έχει παραμείνει στάσιμη, στα επίπεδα του 2% του συνολικού ΑΕΠ. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει σχεδιάσει και διαθέσει ουκ ολίγα δημόσιας λογικής χρηματοδοτικά προγράμματα ενίσχυσης. Στα ίδια επίπεδα δείχνει να κινείται και η ιδιωτική δαπάνη σε προϊόντα, εφαρμογές και τεχνολογίες πληροφορικής (ICT).

Για παράδειγμα, τη διετία 2017-2018, η Ευρώπη κατάφερε να προσελκύσει μόλις το 11% των συνολικών εταιρικών επενδύσεων και κεφαλαίων venture capital σε τεχνολογίες AI, εν συγκρίσει με το 50% που κατευθύνθηκε στις ΗΠΑ, ενώ η μερίδα του λέοντος του υπολειπόμενου 39% κατευθύνθηκε προς την Κίνα. Μάλιστα, έκτοτε η ισορροπία έχει διαταραχθεί περαιτέρω υπέρ της Κίνας… Παρά το γεγονός ότι, συνήθως υποστηρίζεται πως η Ευρώπη δεν διαθέτει τον απαιτούμενο βαθμό χρηματοδότησης επενδύσεων σε πρώιμα στάδια της τεχνολογικής ανάπτυξης, την ίδια στιγμή καλείται να αντιμετωπίσει τόσο τον κατακερματισμό, όσο και τα υποανάπτυκτα τεχνολογικά οικοσυστήματα ευρύτερα, μεταξύ άλλων σε ψηφιακές πλατφόρμες, στη διαθεσιμότητα και πρόσβαση σε δεδομένα, αλλά και στην ενσωμάτωση καινοτόμων ψηφιακών τεχνολογιών μηχανικής στις διάφορες βιομηχανίες.

Βέβαια, τα πράγματα δεν είναι μονόπλευρα προβληματικά, καθώς η Γηραιά Ήπειρος διαθέτει μια σειρά από δυνατά σημεία, τα οποία θα μπορούσε να αξιοποιήσει ως βάση για να στηρίξει το μέλλον της. Για παράδειγμα, το start-up οικοσύστημά της είναι ιδιαίτερα “ζωντανό”, το πλήθος των τεχνολογικών αρχικών δημόσιων προσφορών (IPO) για εταιρείες που έχουν κεφαλαιοποίηση μικρότερη του $1 δισεκατομμυρίων αυξήθηκαν κατά 120% κατά την διάρκεια της τελευταίας πενταετίας. Επιπροσθέτως, η Ευρώπη πιθανόν να αποτελεί τη μεγαλύτερη μεμονωμένη ψηφιακή αγορά σε επίπεδο αξίας και σίγουρα την πιο μεγάλη, εάν εξεταστεί ως σημείο αναφοράς το πλήθος των ερευνητών. Ένας τομέας στον οποίο η απόσταση που χωρίζει τις δύο Ηπείρους είναι μικρή, δεν είναι άλλος από τον βαθμό ολοκλήρωσης νέων τεχνολογιών. Η δε Ευρώπη ηγείται τόσο στα smart robotics, όσο και σε τεχνολογικές καινοτομίες που θα προσδιορίζουν τη δημιουργία καινούριων όσο και εξαιρετικά σύνθετων αλυσίδων παραγωγής και προμηθειών. Έχοντας τα προαναφερθέντα δεδομένα υπόψη, το ερώτημα που προκύπτει είναι με ποιο τρόπο θα μπορούσε η Ευρώπη, σε πρώτη φάση, να κερδίσει το χαμένο έδαφος και, εν συνεχεία, να αποκτήσει τα ηνία;

Θεωρείται, περίπου, ως δεδομένο πως η Γηραιά Ήπειρος θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί παραγωγικά την κινητικότητα του ταλέντου της που ασχολείται με το AI, καθώς υπάρχουν ορισμένες πόλεις, όπως λ.χ. το Βερολίνο, το Παρίσι, το Άμστερνταμ κ.ά. οι οποίες με τη σειρά τους έχουν εξελιχθεί ως hubs περί της τεχνητής νοημοσύνης. Αντίστοιχα, στηριζόμενη στο αρκούντως φιλόδοξο πρόγραμμα Horizon 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στις αναρίθμητες εθνικές προσπάθειες δυναμικής ενίσχυσης δράσεων ψηφιακής καινοτομίας, ή ακόμη και σε εθνικές στρατηγικές για την τεχνολογία, οι οποίες εφαρμόζονται σε χώρες, όπως λ.χ. η Γερμανία, η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία κ.ά., θα ενίσχυε περαιτέρω τις πιθανότητες συνολικότερης ψηφιακής μετεξέλιξης.


Στο δε ορίζοντα διαφαίνονται τέσσερις συνολικά οδοί, μέσω των οποίων η Ευρώπη θα καταφέρει να κινηθεί στη… λεωφόρο δημιουργίας ενός νέου μοντέλου καινοτομίας αντιμετωπίζοντας εμπράκτως την έλλειψη κλιμάκωσης στην ψηφιοποίηση και το AI. Ποιοι είναι αυτοί;

    1 Αξιοποίηση βιομηχανικών πόρων: Χρηματοδότηση ψηφιακών πλατφορμών και τεχνολογιών για στρατηγικές Ευρωπαϊκές βιομηχανίες

Η ευρεία βάση των καθιερωμένων Ευρωπαϊκών εταιρειών, σε συνάρτηση με ένα δίκτυο επιτυχημένων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προσομοιάζει με έναν “κοιμώμενο γίγαντα”, ο οποίος καλείται να ξυπνήσει άμεσα προκειμένου να αξιοποιήσει στο έπακρο την ισχύ της ψηφιοποίησης. Σήμερα, η Ευρώπη υπολείπεται, σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα της διάχυσης και της χρήσης της ψηφιακής τεχνολογίας, κινούμενη σε επίπεδα της τάξεως των 2/3 περίπου εν συγκρίσει με ότι ισχύει στις ΗΠΑ.

Είναι δεδομένο πως η Ευρώπη μπορεί να αξιοποιήσει τα υφιστάμενα πλεονεκτήματα και να χρηματοδοτήσει εθνικές βιομηχανικές στρατηγικές για την ψηφιοποίηση και την κλιμακωτή ενσωμάτωση, για παράδειγμα, μέσω ψηφιακών πλατφορμών που επιτρέπουν μεγαλύτερη διατομεακή και διασυνοριακή συνεργασία. Έμφαση θα μπορούσε να δίνεται στις πρωταρχικής σημασίας βιομηχανίες, που την ίδια στιγμή συγκεντρώνουν υψηλή δυναμική όσο και μεγάλες προοπτικές, συμπεριλαμβανομένης της βασικής και της προηγμένης κατασκευής, των φαρμακευτικών προϊόντων, της υγειονομικής περίθαλψης και του χονδρικού εμπορίου.

    2 Αλλαγή της δυναμικής των δεδομένων – Γιατί απαιτείται η διακυβέρνηση της πρόσβασης και εμπιστοσύνης σε αυτά

Αποτελεί κοινό μυστικό πως οι Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν δημιουργήσει συγκριτικά μικρότερους χώρους αποθήκευσης δεδομένων, πλατφορμών, αλλά και δικτύων πελατών εν συγκρίσει με τους μη-Ευρωπαϊκούς ομολόγους τους! Καθώς οι διεθνώς αναγνωρισμένες πλατφόρμες αρχίζουν τώρα να ενσωματώνουν τα ενδιαφερόμενα μέρη και τα δεδομένα που βρίσκονται κατά μήκος σε βιομηχανικά σύνορα, αλυσίδες αξίας και γεωγραφικές περιοχές, η προκύπτουσα δυναμική θα μπορούσε να αφήσει τις Ευρωπαϊκές εταιρείες σε μια αντίστροφη διαδικασία με ανταγωνιστικό μειονέκτημα.

Η Ευρώπη θα μπορούσε να απελευθερώσει -ως ένα σημείο- τα κρατικά μη προσωπικά και ανωνυμοποιημένα δεδομένα για την έρευνα, δημιουργώντας παράλληλα νέους κανόνες διακυβέρνησης, που θα παρέχουν στους πολίτες μεγαλύτερο έλεγχο των δεδομένων τους.

Ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία περισσότερες εταιρείες θα έχουν πρόσβαση σε αυτές. Η διαφάνεια και η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο αποτελούν «πονοκεφάλους» για τους ίδιους τους πολίτες. Μάλιστα, η Ευρώπη μπορεί να προωθήσει ασφαλείς πλατφόρμες που καθιστούν διαφανή τα δεδομένα που μοιράζονται, αλλά και το πότε αυτό λαμβάνει χώρα, επιτρέποντας στους πολίτες να αλλάζουν τα δικαιώματα πρόσβασης για σύνολα δεδομένων.

    3 Ενίσχυση του ταλέντου: Ανταγωνισμός με τις ψηφιακές δεξιότητες και την ποικιλομορφία

Οι… γίγαντες του διαδικτύου, όπως λ.χ. οι Google (Alphabet), Amazon, Facebook, Microsoft, Netflix, Apple κ.ά. είναι σε θέση να προωθήσουν την καινοτόμο δημιουργία και υιοθέτηση μέσω άυλων στοιχείων, όπως γνώσεων, δεξιοτήτων και επιχειρηματικής κουλτούρας, μαζί με δεδομένα, πλατφόρμες και κεφάλαια για έρευνα και ανάπτυξη (R&D), αλλά και την πραγματοποίηση εξαγορών και συγχωνεύσεις σε πρωτοφανή κλίμακα! Μάλιστα, αυτοί μαζί έχουν ήδη πραγματοποιήσει περισσότερες από 60 εξαγορές σε Ευρωπαϊκό έδαφος την εξαετία 2011 – 2017, με 10 εξ’ αυτών να λαμβάνουν χώρα το 2017. Θα πρέπει να υπογραμμιστεί πως, οι εν λόγω επιχειρήσεις είναι σε θέση να πληρώσουν σημαντικά υψηλότερους μισθούς από τον υφιστάμενο μέσο όρο της αγοράς, λ.χ. 1,5 φορά περισσότερο, εν συγκρίσει με το μέσο όρο της αγοράς για τους μηχανικούς λογισμικού στο Λονδίνο. Η Ευρώπη θα μπορούσε να συνεχίσει να αξιοποιεί τα ισχυρά εκπαιδευτικά της συστήματα, ενώ ταυτόχρονα θα προσελκύει διεθνή ταλέντα μέσω των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της στην ποικιλομορφία και την ποιότητα ζωής, βελτιώνοντας και τις επιλογές των αποδοχών. Για να αξιοποιήσει τις υπάρχουσες ομάδες ταλέντων, η Ευρώπη θα μπορούσε να ενθαρρύνει τα ταλέντα των γυναικών στην τεχνολογία και το επιχειρηματικό πνεύμα και να αξιοποιήσει τις νέες τεχνολογίες για την αναβάθμιση και την επανεκπαίδευση του πληθυσμού της!

    4 Δημιουργία της ζήτησης σε κλίμακα: Αξιοποίηση της ηγετικής θέσης του δημόσιου τομέα στον τομέα των προμηθειών και της τυποποίησης

Ο εξόχως ευρύς δημόσιος τομέας της Ευρώπης θεωρείται συχνά ως αναστολέας, και όχι ως κινητήρια δύναμη, για την ενθάρρυνση και την επίτευξη της καινοτομίας. Ωστόσο, μπορεί να διαδραματίσει πρωταρχικό ρόλο στην υιοθέτηση καινοτόμων τεχνολογιών: Κι αυτό, καθώς οι ευρωπαϊκές συμβάσεις για δημόσιες υπηρεσίες και προϊόντα ανέρχονται σε 14% του ετήσιου ΑΕΠ, δηλαδή περίπου στα 2 τρισεκατομμύρια ευρώ! Δίχως άλλο, οι κρατικές προμήθειες μπορούν να δημιουργήσουν μεγάλη όσο και σταθερή ζήτηση, πολύ πριν κριθεί λειτουργική μια εμπορική αγορά, ενθαρρύνοντας τις καινοτόμες εταιρείες να υποβάλλουν προσφορές για αιτήσεις υποβολής προτάσεων και να επενδύουν σημαντικά σε ψηφιακές τεχνολογίες, όπως λ.χ. το cloud computing και το blockchain, προκειμένου να επιτευχθεί η αύξηση της ζήτησης. Χρήσιμο θα ήταν η Ευρώπη να μεγιστοποιήσει τις δημόσιες προμήθειες εκλαμβάνοντάς τις ως οδηγό καινοτομίας, θεσπίζοντας κοινά πρότυπα ψηφιακής διακυβέρνησης για τις δημόσιες υπηρεσίες, επιτρέποντας κατ’ αυτό τον τρόπο περισσότερες καινοτομίες στην πάσης φύσεως τεχνολογία που σχετίζεται με το εν γένει Δημόσιο τομέα.