Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πλέον για την αξία ή τη δυναμική που φέρνει η ψηφιακή τεχνολογία στην καθημερινότητα των πολιτών, στην κοινωνία, τις επιχειρήσεις, αλλά και συνολικά στην οικονομία. Ο καταλυτικός της ρόλος και το αποτύπωμά της επιβεβαιώθηκαν περίτρανα τα τελευταία χρόνια. Μέσα από τον καταιγισμό των ψηφιακών εξελίξεων, αλλά και των τεράστιων ανατροπών, αναδύονται νέες προκλήσεις όσο για τη χώρα, όσο και για τα εμπλεκόμενα μέρη στον κλάδο ψηφιακής βιομηχανίας.
Η απάντηση, όμως, παραμένει η ίδια: Η Ελλάδα σαφώς και μπορεί να ανταπεξέλθει στα νέα δεδομένα και να πρωταγωνιστήσει διεθνώς. Γιατί είναι -κάτι που θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο, τα επόμενα χρόνια- ένας ισχυρός πυλώνας για την οικονομία και την κοινωνία. Με περισσότερες από 4.600 επιχειρήσεις και 300.000 εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, αλλά κι έναν κύκλο εργασιών €13,5 δισεκατομμυρίων κατά μέσο όρο ανά έτος την τελευταία τριετία, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 8% του ΑΕΠ της χώρας. Γιατί διαθέτουμε μία βιομηχανία Ψηφιακής Τεχνολογίας με διεθνή αναγνώριση, αλλά και την εμπειρία, ώστε να πρωταγωνιστήσει διεθνώς. Αλλά και γιατί διαθέτουμε κορυφαίο ανθρώπινο δυναμικό με διεθνή εμπειρία και υψηλού επιπέδου γνώσεις και κατάρτιση.
Σε αυτό, όμως, το σημείο έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τεράστιες προκλήσεις. Όπως καταδεικνύει και η ενδιαφέρουσα μελέτη της Deloitte για τον ΣΕΠΕ, η
Δημιουργική Τεχνητή Νοημοσύνη αναμένεται να ενισχύσει κατά 5,5% το ΑΕΠ της χώρας ως το 2030 (δηλαδή €10,7 δισ. επιπλέον), ενώ, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, μπορεί να αγγίξει ακόμα και το +9,8%. Ταυτόχρονα, όμως, το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν και θα αντιμετωπίσουν ακόμη πιο έντονα στο επόμενο διάστημα οι επιχειρήσεις Πληροφορικής και Επικοινωνιών αφορά στην εξεύρεση ανθρώπινου δυναμικού.
Για τον σκοπό αυτό, ο ΣΕΠΕ, η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης και οι Πρόεδροι των 37 σχολών του κλάδου Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών των ελληνικών Πανεπιστημίων, μέσα από κοινή μελέτη, παρουσιάσαμε ένα σύνολο σημαντικών, ουσιαστικών και καινοτόμων προτάσεων για την αντιμετώπιση της έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού στον κλάδο. Σε αυτή την προσπάθεια είναι άκρως απαραίτητη και η ουσιαστική αρωγή της Πολιτείας. Πρώτα από όλα, ενισχύοντας την προσβασιμότητα επιχειρήσεων και πολιτών στην ψηφιακή τεχνολογία, με κίνητρα για επενδύσεις στην τεχνολογική καινοτομία τόσο σε νέες όσο και σε υφιστάμενες επιχειρήσεις. Δεύτερο, με τη θέσπιση φορολογικών κινήτρων για τον επαναπατρισμό των επιστημόνων μας, οι οποίοι μπορούν να συμβάλουν τα μέγιστα στους εθνικά επιδιωκόμενους στόχους.
Και, φυσικά, προχωρώντας στην απαγκίστρωση από προσκόμματα και αναχρονιστικές πρακτικές, που επιβραδύνουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Όπως το “ψηφιακό χαράτσι” για τα πνευματικά δικαιώματα, το οποίο επιβαρύνει άπαντες στη χώρα, μέχρι και 10 φορές παραπάνω από τις ευρωπαϊκές χώρες όπου εφαρμόζεται. Μέσα σε ένα άκρως ανταγωνιστικό διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον, οφείλουμε να μην αφήσουμε καμία ευκαιρία αναξιοποίητη. Όπως τα κονδύλια, τόσο του ΤΑΑ όσο και του ΕΣΠΑ για την περίοδο 2021–2027, τα οποία ολοκληρώνονται πολύ σύντομα.
Συνεπώς, η άμεση αντικατάσταση έργων και δράσεων, που κινδυνεύουν να μην υλοποιηθούν στο σύνολο τους, με άλλα έργα και δράσεις μικρότερης χρονικής διάρκειας, αλλά μεγαλύτερης σημασίας για τη χώρα, είναι επιτακτική. Όσο καταλυτική για το μέλλον είναι η απόφαση που θα ληφθεί από τα ισχυρά οικονομικά κέντρα, τους διεθνείς οργανισμούς και τις κυβερνήσεις, άλλο τόσο σημαντική οφείλει να είναι η με κάθε τρόπο παρέμβαση των πολιτών και τωνεπιχειρήσεων για τη διασφάλιση ανθρωποκεντρικής ανάπτυξης.