Για να μπορέσουν οι CIOs να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται τόσο στην ψηφιακή επιχείρηση όσο και στον ψηφιακό χώρο εργασίας, θα χρειαστεί να αναπτύξουν μια φιλοσοφία σχεδιασμού ψηφιακών συστημάτων επικεντρωμένη στα ανθρώπινα ενδιαφέροντα και αξίες.
O ουμανισμός αποτελεί δόγμα, στάση ή τρόπο ζωής που επικεντρώνεται στα ανθρώπινα ενδιαφέροντα ή αξίες. Ο ψηφιακός ουμανισμός επεκτείνει αυτή την έννοια στη φιλοσοφία σχεδιασμού ψηφιακών συστημάτων και δημιουργεί μια εναλλακτική πρόταση στον σχεδιασμό των πληροφοριακών συστημάτων. Η Πληροφορική έχει στραφεί σε μεγάλο βαθμό στην αποπομπή της ανθρώπινης εμπλοκής από μια διαδικασία προκειμένου να δημιουργήσει οφέλη αποδοτικότητας για έναν οργανισμό ή για να εξαλείψει εγκόσμιες, αναποτελεσματικές και επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες.
Αυτή η άποψη για το σχεδιασμό ενός πληροφοριακού συστήματος θα μπορούσε να οριστεί ως ψηφιακή «μηχανική». Ο ψηφιακός «μηχανικός» θεωρεί ως πρωταρχικό πλεονέκτημα της τεχνολογίας την επιστροφή χρόνου που προκύπτει, είτε στον οργανισμό είτε σε κάθε άτομο ξεχωριστά, από την αέναη μείωση της ανθρώπινης παρέμβασης. Ο ψηφιακός ουμανιστής πιστεύει ότι η τεχνολογία γίνεται ζωτική μόνο όταν επιτρέπει στους ανθρώπους να πετύχουν πράγματα, τα οποία θεωρούνταν αδύνατα παλαιότερα ή όταν επανακαθορίζει τον τρόπο που οι στόχοι των ανθρώπων μπορούν να επιτευχθούν.
Ο ψηφιακός ουμανιστής ασπάζεται τον αυτοματισμό, όταν δημιουργεί μια αξιοσημείωτη βελτίωση στην προσωπική και επαγγελματική ζωή των ανθρώπων. Αυτό είναι πολύ σημαντικό σε έναν κόσμο γεμάτο «έξυπνες» μηχανές. Οι «έξυπνες» μηχανές μπορούν να έχουν σημαντικές θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνία. Ο ψηφιακός ουμανισμός οδηγεί στην κατεύθυνση της θετικής επίδρασης.
Ο ψηφιακός ουμανισμός κινεί την καινοτομία
Υπάρχει ένας αυξανόμενες αριθμός παραδειγμάτων, στα οποία η ψηφιακή τεχνολογία χρησιμοποιείται για να κάνει καλύτερες τις ζωές των ανθρώπων. Ένας άλλος σημαντικός τρόπος εφαρμογής του ψηφιακού ουμανισμού αφορά τη δημιουργία τεχνολογίας για τις αναδυόμενες οικονομίες, επιτρέποντας στους ανθρώπους να κάνουν κάτι, το οποίο δεν ήταν εφικτό προηγουμένως. Η πραγματική επίδραση του ψηφιακού ουμανισμού φαίνεται, ωστόσο, όταν αυτός μετατρέπεται σε συστηματική πηγή καινοτομίας σε επίπεδο οργάνωσης.
Ίσως, τα καλύτερα παραδείγματα ψηφιακά διαποτισμένου ουμανισμού μπορούν να βρεθούν στις Google, Apple, Facebook και Amazon. Κάθε μία από αυτές τις εταιρείες έχουν κάνει σημαντικές επενδύσεις στις σχεδιαστικές ικανότητες που απαιτούνται για να συνδέσουν τις αρχές του ψηφιακού ουμανισμού με προϊόντα και υπηρεσίες – περισσότερο από τον ανταγωνισμό τους και με δραματικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με τη μελέτη «2013 Global Innovation 1000» της Strategy& (Formerly Booz & Company) οι Apple, Google, Amazon και Facebook βρίσκονται στην πρώτη, τέταρτη και δέκατη θέση, ανάμεσα στις εταιρείες με τις μεγαλύτερες καινοτομίες. Ωστόσο, καμία από τις τρεις προαναφερόμενες εταιρείες δεν βρίσκεται στις top 10 των επενδύσεων σε έρευνα & ανάπτυξη (R&D).
Ο ψηφιακός ουμανισμός είναι κομβικός για τη δημιουργία δυσανάλογα θετικών αποτελεσμάτων R&D. Συνδυαζόμενοι αυτοί οι τέσσερις οργανισμοί είναι σε θέση τώρα να αναταράξουν τις βιομηχανίες παροχής υπηρεσιών υγείας, retail, ενέργειας, media, τουρισμού και οικονομίας. Είναι απίθανο για οργανισμούς όπως αυτοί να συνεχίσουν να είναι επιτυχημένοι μέσω της δέσμευσής τους στον ψηφιακό ουμανισμό, χωρίς άλλους οργανισμούς που να ψάχνουν να επεκτείνουν αυτή την προσέγγιση, το οποίο σημαίνει ότι ο ψηφιακός ουμανισμός θα εξαπλώνεται σε όλο και περισσότερους οργανισμούς.
Ευθυγράμμιση με τον αναδυόμενο χώρο εργασίας
Σήμερα, οι οργανισμοί χρειάζεται να προωθήσουν την αποτελεσματικότητα του εργατικού δυναμικού, ανταποκρινόμενοι σε μια σειρά από διασυνδεδεμένες τάσεις, όπως είναι τα ψηφιακά lifestyles και τα μεταβαλλόμενα μοντέλα εργασίας. Ως εκ τούτου, οι CIOs και οι ηγέτες του ΙΤ χρειάζεται να κτίσουν ένα περισσότερο κοινωνικό, φορητό, προσβάσιμο και υποκινούμενο από τα δεδομένα περιβάλλον εργασίας που θα μπορεί να εκμεταλλευτεί τις ταχέως μεταβαλλόμενες επιχειρηματικές συνθήκες.
H ψηφιακή επιχείρηση έχει ανάγκη τον ψηφιακό ουμανισμό
Η ψηφιακή επιχείρηση αποτελεί τη δημιουργία του νέου επιχειρηματικού σχεδιασμού, μέσα από τα ασαφή όρια του ψηφιακού και φυσικού κόσμου. Ο σχεδιασμός συστημάτων για την ψηφιακή επιχείρηση είναι ταυτόχρονα συναρπαστικός και τρομακτικός. Και περιλαμβάνει την αποτελεσματική ενσωμάτωση λογισμικού, αισθητήρων και συσκευών, ενώ, ταυτόχρονα, τεράστιες ποσότητες δεδομένων δημιουργούνται καθημερινά, κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο, κάθε χιλιοστό του δευτερολέπτου. Η πρόκληση για το σχεδιασμό συστήματος είναι το πώς θα βρεθεί μια ισορροπία ανάμεσα σε όλα αυτά τα συστατικά και σε όλη αυτή την πληροφορία. Η ευκαιρία δημιουργίας συστημάτων βασισμένων σε καθολικά αυτοματοποιημένες διαδικασίες end-to-end είναι δελεαστική για τους ψηφιακούς μηχανικούς.
Αλλά, καθώς το εύρος του αυτοματισμού επεκτείνεται, το ίδιο γίνεται και με την πολυπλοκότητα. Τα συστήματα υπάρχουν εντέλει για να υποστηρίξουν τις ανθρώπινες προσπάθειες. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει πάντα μια ανθρώπινη αλληλεπίδραση με το σύστημα. Και για όσο καιρό οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν με ένα υψηλά αυτοματοποιημένο σύστημα μέσα στα προγεγραμμένα όριά του, δεν θα υπάρχουν προβλήματα. Αλλά, τι θα συμβεί αν κάτι δεν πάει καλά, αν, για παράδειγμα, γίνει μια λανθασμένη υπόθεση στο σχεδιασμό του συστήματος ή εμφανιστεί μια απροσδόκητη αποτυχία ενός συστατικού του συστήματος;
Σε αυτή την περίπτωση, τo άτομο που αλληλεπιδρά με το σύστημα θα έρθει αντιμέτωπο με μια ξαφνική και δραματική αύξηση στο γνωστικό φορτίο, καθώς θα χρειαστεί να αλληλεπιδράσει με το σύστημα με έναν περίπλοκο τρόπο που θα δυσκολευτεί πολύ να κατανοήσει. Ωστόσο, είναι αδύνατο για έναν ψηφιακό μηχανικό να λάβει υπόψη στο σχεδιασμό του συστήματος τον απρόβλεπτο παράγοντα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ο οποίος καθορίζεται από την ανταπόκριση στις διακυμάνσεις της συναισθηματικής αντίδρασης, από την κουλτούρα και το αίσθημα της αυτενέργειας.
Οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν με τα συστήματα με τρόπους που οι σχεδιαστές συστημάτων και οι «έξυπνες» μηχανές δεν μπορούν να προβλέψουν. Όταν το κάνουν το σύστημα αλλάζει μόνο του. Ένα παράδειγμα του πώς αυτή η δυναμική χρειάζεται να διαχειριστεί στα ψηφιακά επιχειρηματικά συστήματα μπορεί να βρεθεί στα ηλεκτρονικά συστήματα (avionics) που χρησιμοποιούνται στην αεροναυπηγική. Αυτά είναι πολύπλοκα συστήματα που αυτοματοποιούν μια διαδικασία, αποκρινόμενα στα δεδομένα που λαμβάνονται από τους αισθητήρες του αεροσκάφους. Οι δύο μεγαλύτεροι κατασκευαστές αεροσκαφών, Boeing και Airbus, έχουν δραματικά διαφορετικές απόψεις για το ρόλο του πιλότου.
Η Boeing βλέπει τον πιλότο ως ενσωματωμένο μέρος ενός συστήματος πτήσης. Ως αποτέλεσμα, ενημερώνει συνεχώς τον πιλότο με στοιχεία έχοντας ως στόχο να του δώσει μια «αίσθηση» για το αεροσκάφος. Ο σχεδιασμός της Airbus είναι πιο επιθετικός όσον αφορά το βαθμό αυτοματοποίησης, με ένα σύστημα avionic το οποίο χαρακτηρίζεται από πολύ περισσότερο έλεγχο και δίνει τη δυνατότητα στον πιλότο να επιδρά με το σύστημα μέσω ασύγχρονων χειριστηρίων.
Ωστόσο, το εύρος αυτοματισμού της Airbus τέθηκε σε αμφισβήτηση μετά το δυστύχημα της πτήσης Air France Flight 447 το 2009, που προήλθε από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στο γνωστικό φορτίο και στην ανταπόκριση του πολύπλοκου αυτοματοποιημένου συστήματος avionics σε μια ξαφνική βλάβη ενός σημαντικού αισθητήρα. Μετά από εξέταση του δυστυχήματος από τους ειδικούς, επαληθεύτηκε το γεγονός ότι όσο ο αυτοματισμός του συστήματος avionics που υποστηρίζει την πτήση αυξάνει, τόσο η κατανόηση του πιλότου για το τι κάνει στην πραγματικότητα το σύστημα μειώνεται, καθώς δαπανά όλο και λιγότερο χρόνο κατά τη διάρκεια της πτήσης για να αποκτά άμεσο έλεγχο του αεροπλάνου.
Όπως επισημαίνει ο Nadine Sarter, βιομηχανικός μηχανικός του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν «…καθώς το επίπεδο αυτοματισμού αυξάνει, η βοήθεια που προσφέρει αυτό μεγαλώνει, ο φόρτος εργασίας ελαττώνεται και όλα τα αναμενόμενα οφέλη επιτυγχάνονται. Αλλά, όταν για οποιοδήποτε λόγο αποτύχει ο αυτοματισμός, τότε το τίμημα που πρέπει να καταβληθεί είναι πολύ μεγάλο». Αν και τα πιθανά προβλήματα σε ένα υψηλά αυτοματοποιημένο ψηφιακό επιχειρηματικό σύστημα πιθανόν δεν θα ήταν τόσο απειλητικά για τη ζωή όσο ένα ηλεκτρονικό σύστημα αεροσκαφών, το βασικό σημείο είναι ότι, όσο το εύρος του αυτοματισμού αυξάνει, η ικανότητα των ανθρώπων να κατανοήσουν το σύστημα μειώνεται και η επίδραση των ανθρωπογενών προβλημάτων αυξάνει.
Ανεξάρτητα με το τι αυτοματοποιημένα συστήματα έχει να κάνει κανείς, η αντιπαράθεση ανάμεσα στην αυτοματοποίηση που θέτει εκτός ενός συστήματος τον ανθρώπινο παράγοντα και η αυξανόμενη επίδραση που ο ανθρώπινος παράγοντας συνεχίζει να έχει από την άλλη, αποτελεί το άλυτο παράδοξο που αντιμετωπίζει ο ψηφιακός μηχανικός. Ένας ψηφιακός ουμανιστής αναγνωρίζει ότι, τελικά, ο άνθρωπος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του συστήματος,. ανεξάρτητα από το εύρος της αυτοματοποίησης.
O ιδανικός τρόπος για να ελαχιστοποιηθεί η επίδραση του εξωτερικού γνωστικού φορτίου που σχετίζεται με την ξαφνική εμπλοκή ενός πολύπλοκου αυτοματοποιημένου συστήματος, είναι να σχεδιαστεί υπό την σκοπιά του ανθρώπινου παράγοντα. Αυτό απαιτεί μια ρητή αναγνώριση ότι μια αυτοματοποιημένη διεργασία διαθέτει την ανθρώπινη παρέμβαση στην αρχή της, στο τέλος της ή και στα δύο.