Αναπτύχθηκαν την τελευταία δεκαετία, ξεκινώντας από την Ασία, και το μεγάλο πλεονέκτημά τους είναι πως θέτουν «υπό τη σκέπη» τους πολλές, διαφορετικές εφαρμογές, διευκολύνοντας σημαντικά τους χρήστες στην καθημερινότητά τους, ενώ παράλληλα προσφέρουν στις επιχειρήσεις βελτιωμένη διαχείριση, μικρότερα κόστη και αυξημένα έσοδα.

Οι Super Apps μπορεί να είναι το «καινούργιο κοσκινάκι» για την Ευρώπη, αλλά ξεκινώντας από την Ασία θεωρούνται πια καθεστώς, έχοντας έντονη παρουσία σε πολλές χώρες, με τους χρήστες να δείχνουν καθημερινά την προτίμησή τους. Παρόλα αυτά, ο αστικός θρύλος θέλει ως εμπνευστή του όρου τον 62χρονο σήμερα Ελληνοκαναδό επιχειρηματία και ιδρυτή της Research in Motion, κατασκευάστριας των άλλοτε διάσημων κινητών Blackberry, Mike Lazaridis. Μέγας οραματιστής (αν και όχι τόσο δεινός επιχειρηματίας), ο Lazaridis είχε φανταστεί πρώτος, στο γύρισμα του αιώνα, τα smartphones με τις πολλές δυνατότητές τους, τα οποία θα συνδυάζονταν με Super Apps, που θα έκαναν τη χρήση τους απλούστερη και ευκολότερη. Σήμερα, 20 αργότερα, και τα δυο είναι πλέον πραγματικότητα, αλλά… ερήμην του.

Την «εφεύρεσή» τους επέβαλε η ωμή πραγματικότητα: κάθε χρήστης κινητού τηλεφώνου έχει εγκατεστημένες στη συσκευή του αρκετές δεκάδες εφαρμογές, όπου κάθε μια δίνει λύση σε ένα συγκεκριμένο πρόβλημα ή ανάγκη του.
Άλλες τις χρησιμοποιεί συχνότερα κι άλλες πιο αραιά, όμως, αυτές βρίσκονται πάντα «εν αναμονή», επιβαρύνοντας τη συσκευή. Επίσης, είναι δεδομένη η πολυπλοκότητα κατά τη χρήση τους, αφού αυτές οι εφαρμογές άλλες φορές συνεργάζονται μεταξύ τους κι άλλες όχι. Δεν θα ήταν καλύτερα, αν όλες χωρούσαν κάτω από μερικές (σίγουρα, πολύ λιγότερες) «ομπρέλες», με σημαντικό μάλιστα βαθμό συνεργειών;

Αυτές ακριβώς οι «ομπρέλες» είναι οι Super Apps, που -μετά την Ασία- αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους στην Αμερική, την Ευρώπη και -σταδιακά- στην Αφρική. Ειδικά εκεί το μέλλον τους προβλέπεται, από τους ειδήμονες, λαμπρό, αφενός χάρη στην τεράστια εξάπλωση της κινητής τηλεφωνίας, ελλείψει σοβαρής υποδομής σταθερής, αφετέρου λόγω της σημαντικής διευκόλυνσης που προσφέρουν στους όχι και τόσο εκπαιδευμένους χρήστες.

Τα πλεονεκτήματα των χρηστών…
Το ίδιο πλεονέκτημα, η ευκολία χρήσης, είναι αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο και τους Αμερικανούς, με δεδομένη την ολοένα μεγαλύτερη διείσδυση της ψηφιακής τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας.
Έρευνα που πραγματοποιήθηκε στα τέλη του ’21 (σκεφτείτε τώρα τι γίνεται…) είχε δείξει με την κατάλληλη αναγωγή, πως το 67% των καταναλωτών (κάπου 173 εκατ. χρήστες) ήθελαν από τότε μια Super App, για να διαχειρίζονται με τη βοήθειά της τις εφαρμογές τους, κι έναν κεντρικό προορισμό για όλες τις online δραστηριότητές τους, αντί να περνάνε από τη μια στην άλλη εφαρμογή, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό σε χαμένο χρόνο (που ιδιαίτερα για τους Αμερικανούς, είναι χρήμα) και εκνευρισμό. Και ναι, αυτοί που το ζητούν περισσότερο είναι οι millennials, οι οποίοι μπορεί να είναι σαφώς καλύτεροι από τους boomers, στην αξιοποίηση της τεχνολογίας, αλλά σίγουρα χειρότεροι από τους αρκετά νεότερους εκπροσώπους της γενιάς Ζ…

Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, τα σημαντικότερα κριτήρια για να διεκδικήσει μια τέτοια «ομπρέλα» τον τίτλο της Super App, είναι η περιληπτικότητα (εύκολη και γρήγορη πρόσβαση για όλους τους χρήστες, χωρίς εξαιρέσεις, περιλαμβανομένων και των Ατόμων με Αναπηρία, κάθε μορφής), προφανώς η ασφάλεια (πρέπει να προσφέρει πολύ ισχυρότερα εχέγγυα, σε σχέση με τις μεμονωμένες εφαρμογές, καθώς αποτελεί σίγουρα προτιμητέο στόχο για τους κακόβουλους που «κυνηγούν» προσωπικά δεδομένα), η προστασία των προσωπικών δεδομένων (αποδέκτης είναι πλέον ένας και μοναδικός κι όχι 30 ή 40 διαφορετικές εφαρμογές, άρα η συμμόρφωση με τις επιταγές του GDPR είναι ευκολότερη και ασφαλέστερη) και οπωσδήποτε η ταχύτητα (μπαίνεις άπαξ, για να καλύψεις πολλές λειτουργίες και ανάγκες σου, χωρίς κουραστικές διατυπώσεις, εξοικονομώντας παράλληλα ενέργεια στην μπαταρία του κινητού σου).

Αυτά είναι ήδη αρκετά, όμως την εμπορική επιτυχία των Super App στους καταναλωτές «κλειδώνουν», επίσης, η άνεση στη χρήση (απαιτείται μόνο η εγκατάσταση της μιας και μοναδικής πλατφόρμας – «ομπρέλας» κι αυτό είναι όλο), η εκ των πραγμάτων ομογενοποίηση της αγοράς (πολλά-σε-ένα, με άμεση μετάβαση από τη μια εφαρμογή στην άλλη, μερικές φορές ακόμα κι αν ο χρήστης μετακινείται από χώρα σε χώρα – άλλωστε, οι Super Apps καλύπτουν συνήθως πολλές γειτονικές χώρες), αλλά και η εξυπηρέτηση όσων χρηστών δεν διαθέτουν τραπεζικό λογαριασμό και χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες (στη ΝΑ Ασία αυτό ισχύει για 2 στους 3 χρήστες, σύμφωνα με την KPMG, οπότε η δυνατότητα πληρωμής μέσω της πλατφόρμας αποκτά ιδιαίτερα μεγάλη σημασία).

…κι εκείνα των επιχειρήσεων
Κερδισμένοι από τις Super Apps δεν είναι μόνο οι χρήστες κάθε multi-service πλατφόρμας, αλλά και οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σ’ αυτήν, από την αντίπερα όχθη. Τα πλεονεκτήματά τους είναι, επίσης, σημαντικά και περιλαμβάνουν καλύτερη εξ αποστάσεως διαχείριση κάθε εφαρμογής, αλλά και του συνόλου, βελτιωμένη δυνατότητα ανάπτυξης ανάλογα με τις τοπικές ή εποχικές ανάγκες, αναβαθμισμένη συνολική online παρουσία («το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο», κατά τη σοφή λαϊκή παροιμία ή, απλώς, ‘η ισχύς εν τη ενώσει’) με συνδυασμένες προσφορές και εκπτωτικά κουπόνια, που φέρνουν ακόμα περισσότερους πελάτες και ενισχύουν την πιστότητά τους στη Super App.
Επίσης, η «αλλαγή πίστας» των χρηστών, όσον αφορά στο επίπεδο της εξυπηρέτησής τους, πέρα από την αναβάθμιση της εμπειρίας και την ικανοποίησή τους (που, με τον καιρό, ίσως μετατραπεί σε πιστότητα στη Super App) είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αυξήσει το κύρος, τα έσοδα, ενδεχομένως και τα κέρδη που θα μοιραστούν στο τέλος της ημέρας οι εταίροι – οι επιχειρήσεις και οι πάροχοι.

Κι αυτό είναι μόνο το ένα σκέλος, καθώς οι διαχειριστές των Super Apps έχουν στη διάθεσή τους, καθημερινά, τον συνδυασμένο πλούτο των δεδομένων των πελατών / χρηστών τους που -με τη βοήθεια τεχνολογιών Τεχνητής Νοημοσύνης και Μηχανικής Μάθησης- μπορούν να αναλυθούν και να δώσουν τεράστιο όγκο χρήσιμων πληροφοριών για τις αγοραστικές και όχι μόνο συνήθειές τους. Αυτά τα ευρήματα μπορούν να αποτελέσουν, με τη σειρά τους, τη βάση για προσωποποιημένες διευρυμένες προτάσεις αγορών ή ελκυστικότερες διαθεματικές προσφορές, αυξάνοντας τα «κατά κεφαλήν» έσοδα από κάθε πελάτη.
Μάλιστα, επειδή όλα γίνονται κάτω από την ίδια «σκέπη», το κόστος marketing, προσέλκυσης και διακράτησης του νέου πελάτη διαιρείται (άρα μειώνεται αναλογικά για κάθε μια εφαρμογή), ενώ αντίθετα τα έσοδα πολλαπλασιάζονται. Επίσης, οι εταιρίες μπορεί να προβάλουν και την «πράσινη» πλευρά τους, καθώς οι συνδυασμένες εφαρμογές -θεωρητικά, τουλάχιστον- είναι αρκετά «καθαρότερες», από το άθροισμα των αντίστοιχων ανεξάρτητων.

Αφθονία εφαρμογών
Το κρίσιμο ζητούμενο εκ μέρους του κοινού από τις πρώτες Super Apps ήταν, βεβαίως, η πλούσια γκάμα εφαρμογών κάτω από την ίδια «σκέπη», με έντονο το στοιχείο της διαλειτουργικότητας. Αυτό το χαρακτηριστικό, όμως, ικανοποιεί άλλο ένα διαρκώς αυξανόμενο ζητούμενο, την ενίσχυση του βαθμού ικανοποίησης και τη μεγιστοποίηση της εμπειρίας των χρηστών / πελατών / καταναλωτών. Μια γρήγορη αναζήτηση στο Διαδίκτυο δίνει ως «πρωταθλητές» σ’ αυτόν τον τομέα την Rappi στη Λατινική Αμερική, την Hugo στην Κεντρική Αμερική, την Careem στη Μέση Ανατολή, την Grab στη ΝΑ Ασία με έδρα τη Σιγκαπούρη, τη Snapp στο Ιράν, την Gojek στην Ινδονησία, τη Yandex στη Ρωσία (που ξεκίνησε μεν πρώτη, το 2011, αλλά αντιμετωπίζει πλέον έντονα προβλήματα και αναταράξεις στην πορεία της, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία), φυσικά την WeChat στην Κίνα κι αρκετές ακόμα, σε ρόλο «δεύτερου βιολιού».
Τι προσφέρουν όλες αυτές στους χρήστες τους; Πολλές και διάφορες υπηρεσίες, ανάλογα με τις ανάγκες και τις ιδιορρυθμίες κάθε τοπικής αγοράς. Η Rappi, για παράδειγμα, προσφέρει στις λατινοαμερικάνικες χώρες υπηρεσίες σχετικές με εστίαση, φαρμακεία, λιανική, οινοπνευματώδη ποτά, ταξίδια κλπ. Η Careem του Ντουμπάι, από τις πρώτες του είδους με 11 χρόνια ιστορίας πίσω της, εστιάζει περισσότερο στην κινητικότητα (ενοικιάσεις αυτοκινήτων, ταξί, διαμοιρασμός πατινιών, επαναφόρτιση), ενώ εξασφαλίζει επίσης delivery στην εστίαση, υπηρεσίες courier σε συνδυασμό με αγορές λιανικής, πληρωμές κλπ.

Η ιρανική Snapp, πάλι, προσφέρει μεταφορές αγαθών, delivery τροφίμων και γευμάτων, μίσθωση ταξί, ραντεβού με γιατρούς, αλλά και κλείσιμο αεροπορικών εισιτηρίων, δωματίων ξενοδοχείων και θέσεων σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, ενώ δεν την αφήνουν αδιάφορη τα logistics και οι πληρωμές. Η ασιατική Grab, από την πλευρά της, ασχολείται κυρίως με delivery, ride-sharing σε αυτοκίνητα και δίκυκλα, πληρωμές και κρατήσεις ξενοδοχείων, η Gojek προσφέρει ευρεία γκάμα από ταχυδρομικές υπηρεσίες και delivery κάθε είδους έως πληρωμές, ενώ η Hugo σου βρίσκει ταξί, κάνει delivery (τρόφιμα και έτοιμα γεύματα), φροντίζει για πληρωμές και κάποιες ακόμα υπηρεσίες on-demand. Να μην ξεχάσουμε την WeChat (κάπως δύσκολο αυτό, καθώς το πρώτο εξάμηνο του ’22 είχε 1,2 δισεκατομμύρια ενεργούς χρήστες, κλείνοντας το ‘21 με έσοδα 17,5 Β$…) η οποία προσφέρει επικοινωνία (εξ ου και ο τίτλος της), με μηνύματα, video calls και κοινωνική δικτύωση, υπηρεσίες πληρωμών, παραγγελίες φαγητού και ταξί όποτε το χρειαστείς, αλλά και δυνατότητα αγορών online.
Μένοντας στην Κίνα, τέλος, αξίζει να μνημονεύσουμε και το AliPay, την εστιασμένη αρχικά σε πληρωμές αλλά σήμερα διευρυμένη με πλήθος άλλες εφαρμογές, Super App – συμπλήρωμα της κραταιάς εταιρίας ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba, του διάσημου (πλην αυτοεξόριστου και σε δυσμένεια από την ηγεσία του Πεκίνου) μεγιστάνα, Jack Ma.

Είναι, όμως, όλα καλά;
Με τα τόσα που προσφέρουν και στις δυο πλευρές, προκύπτει εύλογα πλέον το ερώτημα γιατί οι Super Apps δεν έχουν ήδη κατακτήσει την υφήλιο… Προφανώς, γιατί -παρά τα πλεονεκτήματά τους- δεν είναι όλα ρόδινα… Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δημιουργοί τους δεν είναι και λίγες, με συνέπεια να είναι μετρημένες όσες επιτυγχάνουν, όταν βγουν «εκεί έξω». Αυτές έχουν να κάνουν κυρίως με την περίπλοκη δομή τους (όλες οι εφαρμογές πρέπει να λειτουργούν αποτελεσματικά είτε μόνες τους, είτε συνδυαστικά με άλλες), με την by-design απαίτηση οι Super Apps να προσφέρουν αναβαθμισμένη ποιότητα εμπειρίας χρήστη (πολύ περισσότερο, όταν η «αστοχία» σε μια εφαρμογή μπορεί να καταστρέψει και τις άλλες με τις οποίες συνεργάζεται, κάτω από την ίδια «σκέπη»), αλλά και με το αυξημένο κόστος για τους συμμετέχοντες (επιχειρήσεις και οργανισμούς, που θα χρειαστούν συχνά ακριβό ανασχεδιασμό των εφαρμογών τους, ώστε να ταιριάζουν στη «συναναστροφή» και να εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητά τους, με τις άλλες). Οι συνέργειες και οι εξαγορές είναι, βεβαίως, μια κάποια λύση, αλλά αρκετές φορές το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που πρέπει.

Η επόμενη ημέρα
Με βάση την ως τώρα εμπειρία, δεν είναι λίγοι αυτοί που ισχυρίζονται ότι οι Super Apps θα εξελιχθούν τα επόμενα χρόνια στον καθοριστικό παράγοντα ο οποίος θα αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού στον χώρο του mobile marketing. Ήδη, ένας στους τρεις καταναλωτές παγκοσμίως είναι σήμερα χρήστης κάποιας Super App κι αυτό αναμένεται να αυξηθεί, καθώς μπαίνουν στο «χορό» η Αφρική και η Μέση Ανατολή. Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, η συντριπτική πλειοψηφία των κινητών που πωλούνται στη «μαύρη ήπειρο» δεν είναι smartphones, οπότε οι Super Apps μάλλον ταιριάζουν καλύτερα στις περιορισμένες δυνατότητές τους. Ειδήμονες του χώρου βλέπουν, επίσης, να «υφαίνονται» συνέργειες και συμμαχίες μεταξύ τραπεζικών ιδρυμάτων, προκειμένου να μη χάσουν πελάτες από την προσδοκώμενη επικράτηση των Super Apps. Θεωρούν ότι οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜμΕ) μπορούν και πρέπει να αξιοποιήσουν την κλιμάκωση των Super Apps, συμμετέχοντας σε όσες περισσότερες μπορούν, ενώ είναι βέβαιοι πως οι fintech και ο χώρος του ηλεκτρονικού εμπορίου θα βγουν ιδιαίτερα κερδισμένοι από την επιτυχία τους.

Σύμφωνα με έρευνα της Deloitte, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο Οκτώβριο, η γενικότερη τάση της συγκέντρωσης πλήθους δραστηριοτήτων σε μια συσκευή, το κινητό ‘τηλέφωνο’ (που κάθε άλλο παρά τέτοιο είναι μόνο, έχοντας πλέον υποκαταστήσει δεκάδες άλλες, ανεξάρτητες στον πρότερο βίο τους συσκευές), ενδέχεται να βρει τη συνέχειά της και στον χώρο των εφαρμογών. Οι Super Apps πιθανότατα είναι το πρώτο δείγμα αυτού του συγκεντρωτισμού, που όλα δείχνουν ότι θα εξελιχθεί περισσότερο, για να εκφράσει το πνεύμα της εποχής, το οποίο βάζει πάνω απ’ όλα την άνεση, την ευκολία και τη διαλειτουργικότητα. Άλλωστε, τα digital marketplaces (ακόμα και το gov.gr, σε επίπεδο δημόσιου τομέα, αν το «τραβήξουμε» λιγάκι παραπάνω…) κάτι τέτοιο δεν κάνουν στην ουσία;

Σύμφωνα με την έρευνα της Deloitte, οι προοπτικές για την ανάπτυξη Super Apps στον δυτικό κόσμο είναι θετικές, αρκεί να τηρηθούν κάποιες βασικές αρχές. Πρώτη και καλύτερη, να πάρουν την πρωτοβουλία της δημιουργίας τους οι μεγάλες και καθιερωμένες εταιρείες τεχνολογίας -με άλλα λόγια, το σημερινό κατεστημένο- καθώς οι μικρότερες εταιρείες ή οι νεοφυείς δεν έχουν το απαιτούμενο υπόβαθρο για να πετύχουν, αφού πρέπει να συνδυαστούν τεχνολογία, επενδυτικά κεφάλαια και δυνατότητα κλιμάκωσης σε μικρό χρονικό διάστημα. Δεύτερη αρχή, να προβληθεί δεόντως η καλύτερη εμπειρία του χρήστη, με παράλληλη εξοικονόμηση χρόνου, χρήματος (από τις συνδυασμένες προσφορές ή επιστροφές) και μπαταρίας. Τρίτη, η ανάδειξη του καθεστώτος διαφάνειας, όσον αφορά στη συλλογή και (την πάντα ευαίσθητη) χρήση των προσωπικών δεδομένων των χρηστών, από έναν παραλήπτη κι όχι 30 ή 40. Τέλος, τέταρτη και τελευταία αρχή, να προτιμηθεί περισσότερο η εστίαση στο πιο βατό τοπίο του Β2Β, παρά σ’ εκείνο του Β2C, όπου ο υπερπληθυσμός είναι δεδομένος, και μάλιστα με συνδυασμένη χρήση μέσω κινητών, αλλά και desktop / laptop.

Η είσοδος των μεγάλων
Μια καθοριστική στιγμή στην επιτυχία ενός «νεωτερισμού», είναι όταν βλέπεις να μπαίνουν στο παιχνίδι οι «δεινόσαυροι» – πρόκειται για το πιο χαρακτηριστικό δείγμα ότι τα πράγματα έχουν σοβαρέψει. Κι αυτό, όπως φαίνεται, αρχίζει πλέον να συμβαίνει στην περίπτωση των Super Apps. Όπως μετέδωσε το Reuters, στις 6 Δεκεμβρίου, (πληροφορία που επιβεβαιώθηκε και επίσημα, λίγες ημέρες αργότερα), η Microsoft εξετάζει τη δημιουργία της δικής της Super App, η οποία πιθανότατα θα περιλαμβάνει -μεταξύ πολλών άλλων- εφαρμογές για online αγορές, ειδήσεις, διαχείριση αποστολής και λήψης μηνυμάτων, καθώς και μηχανή αναζήτησης, ώστε να καλύπτει ευρύ φάσμα των αναγκών των χρηστών της.

Μ’ αυτή την κίνηση, η εταιρεία θέλει -ως πρώτο βήμα- να ανακτήσει το χαμένο έδαφος στην αγορά εφαρμογών από τις Google και Apple, οι οποίες την ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό, μέσω των δικών τους online καταστημάτων, και -ως δεύτερο- να ενισχύσει τους δεσμούς της με τους διαφημιζόμενους, να υποστηρίξει καλύτερα το δικό της «ψαχτήρι», το Bing, και να προσελκύσει περισσότερους χρήστες στην «ομπρέλα» υπηρεσιών του Teams, στην οποία -σύμφωνα με ακόμα πιο πρόσφατη ανακοίνωση- πρόκειται να προστεθούν σύντομα στοιχεία Τεχνητής Νοημοσύνης. Οι άνθρωποι της Microsoft δεν κρύβουν, μάλιστα, ότι πηγή της έμπνευσής τους, όσον αφορά στο περιεχόμενο, είναι η Super App, WeChat της κινεζικής Tencent, η οποία -εκτός των ανωτέρω- περιλαμβάνει επίσης παιχνίδια, αλλά και δυνατότητα παραγγελίας τροφίμων, έχοντας χαρακτηριστεί λόγω του εύρους της γκάμας της, ως «ελβετικός σουγιάς των εφαρμογών». Να αναμένουμε εξελίξεις, λοιπόν, τόσο από το Ρέντμοντ, όσο ενδεχομένως κι από την πλευρά της Meta / Facebook, ανάλογα με τον χαρακτήρα που θα πάρει το «ρευστό» ακόμα περιβάλλον του Metaverse.

Κι επειδή, σε κάθε σημαντική τεχνολογική εξέλιξη, με μικρή έστω υποψία γρήγορης ανάπτυξης και κερδών, δεν γίνεται να απουσιάζει ο Elon Musk, ο ιδρυτής της Tesla και «πορθητής» του Twitter έχει ήδη δημοσιοποιήσει το ενδιαφέρον του και για τον χώρο των Super App, προωθώντας τη δημιουργία της δικής του εκδοχής, με την ονομασία «Χ» (κάθε ομοιότητα με την Space-X, το διαστημικό του εγχείρημα, μάλλον είναι απλή σύμπτωση), για την οποία το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι θα συνδυάζει «πολλές χρήσιμες εφαρμογές», όντας «an Everything App». Να θυμίσουμε ότι οι λύσεις α-λα-Musk είναι τις περισσότερες φορές τουλάχιστον ενδιαφέρουσες, αν όχι ανατρεπτικές, κι ας ελπίσουμε το μυστήριο να λυθεί γρήγορα…
Tucana – μια ελληνικη προσπαθεια για Super App
Στην Ελλάδα, συνδυασμένες υπηρεσίες υπάρχουν από κάποιους διεθνείς παίκτες, όπως πχ. τη FreeNow (πρώην Beat), με κύριο άξονα την κινητικότητα, και τη Rakuten Viber με υπηρεσίες γύρω από το messaging και, εσχάτως, τις πληρωμές. «Δικό μας» Super App με την πραγματική έννοια του όρου δεν είχε πέσει ως πρόσφατα στην αντίληψή μας (και ελπίζουμε να μην κάνουμε λάθος, αδικώντας κάποιον, καθώς οι εξελίξεις σ’ αυτόν τον τομέα είναι όντως ταχύτατες). Όμως, στον πρόσφατο Δ’ κύκλο του VISA Innovation Program συμμετείχε μια ελληνική νεοφυής εταιρεία μ’ αυτό ακριβώς το αντικείμενο και κύριο άξονα τον χρηματοοικονομικό τομέα. Ο συνιδρυτής και CEO της, Δημήτρης Πετρίλης, μίλησε στο netweek, στο πλαίσιο αυτού του Special Report, περιγράφοντας την εταιρεία του, τις αρκετές πλέον δραστηριότητές της, τις προοπτικές και τους στόχους της.

«Η Tukana είναι μια Fintech εταιρεία, με έδρα την Αθήνα, η οποία δραστηριοποιείται σε έξι χώρες της Ευρώπης (Ελλάδα, Ρουμανία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία). Ξεκίνησε to 2014 με το όνομα, Infin8, ως εφαρμογή financial management. Πολύ σύντομα υλοποιήσαμε τη δυνατότητα για εμβάσματα και εν συνεχεία για intelligent lead generation, σε συνεργαζόμενες επιχειρήσεις, βασισμένα στο συναλλακτικό προφίλ των χρηστών μας. Πλέον, είμαστε σε φάση υλοποίησης για να κάνουμε το Tukana μέθοδο πληρωμών σε φυσικές και eCommerce συναλλαγές ενώ, μέσω συνεργασιών, θα προσφέρουμε σύντομα δυνατότητες wealth management, αγοραπωλησίας κρυπτονομισμάτων και αγορά ασφαλιστικών προϊόντων».

«To Tukana xξεκίνησε σαν εργαλείο Financial Management, για ιδιώτες και επιχειρήσεις, όμως, σύντομα, η ομάδα μας διαπίστωσε ότι η δημιουργία ενός Super App ήταν μονόδρομος, αφού διαφορετικά θα ήταν πολύ δύσκολο να διατηρήσουμε το user engagement. Το Tucana αποθηκεύει όλες τις τραπεζικές συναλλαγές των χρηστών του κι αυτή η πληροφορία μπορεί να τους βοηθήσει πολλαπλά – για παράδειγμα, στη διαχείριση των οικονομικών τους, στις πληρωμές, στην επένδυση των χρημάτων τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και στην επιλογή των κατάλληλων προϊόντων ή υπηρεσιών, οι οποίες θα βελτιώσουν τα οικονομικά τους».
«Στόχος μας είναι να κάνουμε το Tukana το κυρίαρχο Open Banking Super Αpp στην Ευρώπη. Το όραμα μας είναι να μπορέσουμε να προσφέρουμε στους χρήστες μας το platformication στα financial services, σε αναλογία με ό,τι έχει ήδη επιτευχθεί σε άλλους κλάδους, όπως η φιλοξενία (βλέπε, booking.com, Airbnb, κ.ά) και οι μεταφορές (Uber)».