Η πανδημία του κορωνοϊού δεν άφησε ανεπηρέαστη την αγορά των data center, επιφέροντας ορισμένες στρατηγικές αλλαγές στην συνολικότερη διαχείριση, όσο και στην καθημερινή πρακτική και λειτουργία τους. Απώτερος σκοπός; Να καταστούν ακόμη πιο ανθεκτικά όσο και συμπαγή απέναντι σε τυχόν μελλοντικές κρίσεις. Το netweek συνομίλησε αποκλειστικά με τους Ali Moinuddin Managing Director και Andy Lawrence, Εκτελεστικό Διευθυντή του τομέα Ερευνών, αμφότεροι του Uptime Institute, οι οποίοι σκιαγραφούν πώς αναμένεται να διαμορφωθεί το μεταπανδημικό περιβάλλον της αγοράς των data centers.

Η πανδημία του κορωνοϊού δεν άφησε ανεπηρέαστη την αγορά των data center, επιφέροντας ορισμένες στρατηγικές αλλαγές στην συνολικότερη διαχείριση, όσο και στην καθημερινή πρακτική και λειτουργία τους. Απώτερος σκοπός; Να καταστούν ακόμη πιο ανθεκτικά όσο και συμπαγή απέναντι σε τυχόν μελλοντικές κρίσεις. Το netweek συνομίλησε αποκλειστικά με τους Ali Moinuddin Managing Director και Andy Lawrence, Εκτελεστικό Διευθυντή του τομέα Ερευνών, αμφότεροι του Uptime Institute, οι οποίοι σκιαγραφούν πώς αναμένεται να διαμορφωθεί το μεταπανδημικό περιβάλλον της αγοράς των data centers.

Μέχρι στιγμής, οι επιπτώσεις στη βιομηχανία των data centers δείχνουν περιορισμένες, όσο και διαχειρίσιμες, εντούτοις όμως η «στροφή» του καταναλωτικού κοινού προς τις online πτυχή επιχειρήσεων και brand, σε συνάρτηση με την ένταση ανάλογων δράσεων και στρατηγικών από την πλευρά του επιχειρηματικού κόσμου, εκτιμάται πως θα οδηγήσουν στην γέννηση σημαντικών, όσο και μακροπρόθεσμων αλλαγών. Υπό αυτό το πρίσμα, ερωτήματα της λογικής ή και μορφής σχετικά με το πώς αναμένεται να διαμορφωθεί ο μακροχρόνιος αντίκτυπος της πανδημίας του κορωνοϊού στη βιομηχανία των ψηφιακά κρίσιμων υποδομών ή με ποιους τρόπους o Covid-19 θα μεταβάλλει τον τρόπο με τον οποίο τα data center σχεδιάζονται, δομούνται και λειτουργούν, αποκτούν ξεχωριστή σημασία. Η δε απάντησή τους εντάσσεται στην χορεία των ερωτήσεων του 1 εκατομμυρίου ευρώ…

Στην περίπτωσή μας, το netweek φρόντισε να… στοιχήσει κατά τι φθηνότερα, απευθυνόμενο σε δύο απολύτως σεβαστά, αναγνωρίσιμα, όσο και εξειδικευμένα στελέχη της διεθνούς αγοράς στο θέμα των data centers και δη της αναζήτησης και ανάδειξης τάσεων, όσο και επερχόμενων εξελίξεων, οι οποίοι ορμώμενοι από την πρόσφατη διεξαγωγή μιας στοχευμένης μελέτης του Uptime Institute για το post Covid-19, μοιράζονται σημαντικά ευρήματα με τους αναγνώστες του περιοδικού.

netweek: Κύριε Lawrence, πως διαμορφώνεται σήμερα η εικόνα στον τομέα των data centers; Ποιος και σε τι επίπεδο, ο βαθμός επίδρασης της πανδημίας του κορωνοϊού;

Andy Lawrence: Θα έλεγα πως ένα ξεκάθαρο μάθημα που έλαβαν όσοι εμπλέκονται με την βιομηχανία των data center είναι πώς οι κρίσιμες υποδομές, εξακολουθούν να είναι κρίσιμες και δη σε κάθε άλλο παρά φυσιολογικές καταστάσεις λειτουργίας, όπως επιτάσσει η πανδημία του κορωνοϊού. Αναρωτηθείτε, απλά, σε τι σημείο θα βρίσκονταν οι επιχειρήσεις εάν εξέλιπαν οι εξ’ αποστάσεως παρεχόμενες υπηρεσίες. Κατ’ αρχήν, θα πρέπει να τονίσω πως ένα σημαντικό ποσοστό των όσων λαμβάνουν χώρα σήμερα είτε αναδύονται δυναμικότερα στο προσκήνιο, ούτως ή άλλως είχαν ξεκινήσει να συμβαίνουν προ καιρού. Απλά, μεταβλήθηκε η ταχύτητα και η ένταση της υλοποίησης.

Παράλληλα, καθώς πάντοτε η διαδικασία της πρόβλεψης μελλοντολογικών εξελίξεων και δη με ακρίβεια, ανάγεται στην σφαίρα του αδύνατου, στο Uptime Institute δίνουμε ξεχωριστή έμφαση στην προσπάθεια αναγνώρισης στοιχείων και αλλαγών που πρόκειται να έχουν σημαντική διάρκεια με το πέρασμα του χρόνου. Επιπροσθέτως, κατά την πρόσφατη μελέτη μας στην οποία και συμμετείχαν περισσότεροι από 300 διαχειριστές, ιδιοκτήτες και παρόχους υπηρεσιών data center, δεν λάβαμε υπόψη καν το ερώτημα εάν η πανδημία που ενέσκυψε σε παγκόσμιο επίπεδο θα ενισχύσει την συνολικότερη ζήτηση σε επίπεδο data center χωρητικότητας. Κι αυτό, καθώς ανάγεται σε ζήτημα μακροοικονομικής πολιτικής, ιδιαίτερα από την στιγμή κατά την οποία ακόμη και οι πλέον δυναμικές οικονομίες και τομείς δραστηριοποίησης αναμένεται να επιβραδύνουν το ρυθμό ανάπτυξής τους, ελέω των επιπτώσεων που επιφέρει ο Covid-19.

Παρά ταύτα, οι ενδείξεις συγκλίνουν πως η δυναμική πορεία στον τομέα των data centers θα συνεχιστεί. Πόσο, μάλλον, από την στιγμή κατά την οποία οι επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται πως η τρέχουσα πανδημία δεν θα αποτελέσει την μια και μοναδική δυσκολία-πρόκληση που θα έχουν να αντιμετωπίσουν στο βάθος του χρόνου. Οπότε, αναγκάζονται να αλλάξουν έχοντας στο μυαλό αυτό που θα κληθούν να υπερκεράσουν μελλοντικά και όχι αποκλειστικά τον κορωνοϊό. Με βάση την πρόσφατη μελέτη μας, διαχωρίσαμε σε τρία στάδια τα συμπεράσματα που εξάγονται από την βιομηχανία των data center.

Η πρώτη φάση σχετίζεται με την αντίδραση ή τον ρυθμό απόκρισης. Ελέω της πανδημίας, τα στελέχη και οι εν γένει επαγγελματίες του κλάδου αναγκάστηκαν να θέσουν τους εαυτούς τους σε εγρήγορση και emergency mode. Οι μεγαλύτερες ανησυχίες τους ήταν αφενός μεν να καταγράψουν και να κατανοήσουν τις απειλές, την επιστήμη και τις αποδείξεις, να αναγνωρίσουν και άμεσα να υλοποιήσουν αποτελεσματικές απαντήσεις, καθώς επίσης να υιοθετήσουν αποδοτικές βέλτιστες πρακτικές.

Αναφορικά με τις προτεραιότητες στην συγκεκριμένη φάση, ξεχώρισαν αυτές της μείωσης παντός ρίσκου προς το προσωπικό, σε συνάρτηση με την διατήρηση της διαθεσιμότητας, του σχεδιασμού και της εφαρμογής σειράς μέτρων και πολιτικών προστασίας, απολύμανσης και καθαρισμού των εγκαταστάσεων, εφοδιασμού του προσωπικού με τον απαιτούμενο εξοπλισμό ασφάλειας και υγιεινής, της αναδιοργάνωσης του τρόπου εργασίας, αλλά και του επαναπρογραμματισμού των βαρδιών προκειμένου να υποβοηθήσει τα μειωμένα επίπεδα απασχόλησης και φυσικής παρουσίας. Ζητούμενο; Να ανταποκριθεί σε μια πιθανή διακοπή της αλυσίδας εφοδιασμού. Η όλη αρχική φάση διήρκεσε μερικές εβδομάδες, με την συντριπτική πλειοψηφία των εμπλεκομένων να ανταποκρίνεται επιτυχημένα. Βέβαια, δεν έλειψαν και ορισμένοι (εκτιμάται 1 στα 20 data centers) που δήλωσαν ότι εξαιτίας της πανδημικής κρίσης βίωσαν μερικές διακοπές, όπως λ.χ. χρονικές καθυστερήσεις σε ότι αφορά τις υπηρεσίες ΙΤ.

Στη συνέχεια, υπάρχει η φάση της ρεαλιστικής αποτύπωσης του περιβάλλοντος και των ισχυουσών συνθηκών. Υπό αυτό το πρίσμα, οι επαγγελματίες της αγοράς των data center έχουν διαπιστώσει πως ο κίνδυνος άμεσης επίδρασης του κορωνοϊού στην λειτουργία τους, αλλά και την διαθεσιμότητα περί των παρεχόμενων υπηρεσιών έχει περιοριστεί αισθητά. Στην εν λόγω φάση, οι διαδικασίες που καθιερώθηκαν στον προηγούμενο κύκλο, λ.χ. απομακρυσμένη εργασία, μπλε και κόκκινες ομάδες επιχειρήσεων διαχωρισμένες με βάση τον βαθμό απόκρισης, μειωμένες απαιτήσεις συντήρησης, προσαρμογές μα και εισαγωγή καινοτομιών στην αλυσίδα εφοδιασμού κ.ο.κ. λειτούργησαν, με την πλειοψηφία τους να μην προϋποθέτουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις ή στρατηγικές αλλαγές στο συνολικότερο modus operandi τους.

Σε αυτή τη φάση, μια σειρά από project που είχαν «παγώσει» ή ακόμη κινδύνευαν να ακυρωθούν, επανεκκινήθηκαν, ενώ δεν λείπουν και οι προπαρασκευαστικές διαδικασίες για την υλοποίηση επενδυτικών projects κατά την τρίτη φάση, της επόμενης, όσο και «μόνιμης κανονικότητας», αυτήν της προσαρμογής. Πρόκειται -ουσιαστικά- για το σημείο που βιώνουμε σήμερα, εν αναμονή της κυκλοφορίας των απαιτούμενων φαρμάκων και εμβολίων αντιμετώπισης του πανδημικού φαινομένου. Γεγονός, που θέτει όλους σε εγρήγορση σχετικά με το πότε, και όχι εάν, θα εκδηλωθεί το αμέσως επόμενο αντίστοιχο περιστατικό. Σε αυτή την φάση, σχεδιάζονται, επεξεργάζονται και τίθενται σε ισχύ μια σειρά από μακροχρόνιες αλλαγές, οι οποίες και δρουν επικουρικά προς αποτελεσματικές μεν, μα προσωρινές δράσεις και στρατηγικές.

Κύριε Moinuddin, η έρευνα του Uptime Institute κατέληξε στην ανάδειξη συνολικά 13 σημείων πιθανών, όσο και αναγκαίων αλλαγών στην λειτουργία των data center.

Ali Moinuddin: Πράγματι. Αρκεί να σημειωθεί πως στο ερώτημα: «Αναμένετε τις απολύτως αναγκαίες, περιορισμένες, ενδεχομένως και καμία αλλαγή στο data center σας ως απόρροια του Covid-19», το 68% των συμμετεχόντων απήντησαν θετικά. Κι αυτό, παρότι κάθε μεμονωμένος διαχειριστής ή επαγγελματίας δύναται να προσδώσει διαφορετική σημασία και περιεχόμενο στην έννοια «αναγκαία» ή «περιορισμένη», ενώ δεν λείπουν και όσοι αντιλαμβάνονται μια ανεπαίσθητη αλλαγή ως… θεμελιώδους σημασίας και game changer! Βέβαια, οφείλουμε να μην παραγνωρίζουμε και ένα σεβαστό ποσοστό των ερωτώμενων (32%), οι οποίοι δήλωσαν πως σχεδιάζουν και προετοιμάζονται εν γένει για την υιοθέτηση και εφαρμογή σημαντικών αλλαγών. Υπό αυτό το πρίσμα, η μελέτη μας κατέληξε σε μια σειρά από καίριας σημασίας επισημάνσεις σχετικά με τους επαγγελματίες των data centers και τα φαινόμενα που δύναται να απειλήσουν να διαταράξουν την ομαλή συνέχεια της λειτουργίας τους, όπως λ.χ. ο Covid-19 που ενέσκηψε τον τελευταίο χρόνο σε διεθνές επίπεδο. Πλέον, το… πανδημικό awareness και ο συνεπακόλουθος σχεδιασμός έχουν ήδη προστεθεί στο playbook της επιχειρηματικής συνέχειας, ποικίλων οργανισμών.

Τόσο σε επίπεδο επέκτασης προς την διοίκηση και την λειτουργία τους, όσο και σε αυτό του σχεδιασμού περί του disaster recovery. Αποτέλεσμα; Η συντριπτική πλειοψηφία (94%) των επαγγελματιών δήλωσαν πως έχουν επιδοθεί σε μια σοβαρή προσπάθεια αισθητής βελτίωσης του βαθμού ετοιμότητας τους για αντίστοιχα και πάσης φύσεως πανδημικά φαινόμενα, σε συνδυασμό με την ενίσχυση των business continuity σχεδιασμών τους. Θα πρέπει να σημειωθεί πως αρκετές από τις διαδικασίες που οι managers επεξεργάζονται προκειμένου να εφαρμόσουν από σήμερα και σε βάθος διετίας ή τριετίας, θα απαιτήσουν αλλαγές σε τεχνολογικό και στρατηγικό επίπεδο, και κατ’ επέκταση προϋποθέτουν σημαντικές επενδύσεις.

Την ίδια στιγμή, οι πάροχοι και διαχειριστές data centers αναδιαμορφώνουν και βελτιστοποιούν περαιτέρω τα πλάνα άμεσης απόκρισης που διαθέτουν, έτσι ώστε να τεθούν σε καθεστώς ύψιστου συναγερμού ανά πάσα στιγμή και δίχως προειδοποίηση. Σε αυτή την εξίσωση, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη μια σειρά από παράγοντες, όπως λ.χ. τα πλάνα ενεργοποίησης του προσωπικού, την αλλαγή διαδικασιών συντήρησης, ακόμη και την οργάνωση και φροντίδα για την προμήθεια καυσίμων έκτακτης ανάγκης. Στην δε «φαρέτρα» των λύσεων μπορούν να προκριθούν από την αναζήτηση και εκμίσθωση third-party υπηρεσιών, την πληρωμή και διατήρηση πρόσθετης cloud χωρητικότητας, μέχρι την υιοθέτηση προσυμφωνημένων διαδικασιών συντήρησης και διαχείρισης.

Να υποθέσω πως στο «τραπέζι» εισέρχονται δυναμικά οι έννοιες της αυτοματοποίησης και της remote διαχείρισης;

Andy Lawrence: Επί μακρόν, οι προμηθευτές λογισμικού DCIM κατέβαλαν φιλότιμες προσπάθειες προκειμένου να πείσουν τους stakeholders της αγοράς των data center, περί της καίριας σημασίας του προϊόντος που προωθούσαν. Ωστόσο, το υψηλό κόστος κτήσης, σε συνδυασμό με την εξόχως απαιτητική διαδικασία εγκατάστασης και την ακρίβεια που έπρεπε να επιδειχθεί κατά την διάρκεια της υλοποίησης του, ήταν αρκετά προκειμένου να αποθαρρύνουν αρκετούς. Τελευταία, όμως, οι ισορροπίες έχουν μεταβληθεί, καθώς μεγαλύτεροι, όσο και πιο αποφασισμένοι διαχειριστές και στελέχη έχουν ξεκινήσει να επενδύουν σεβαστά ποσά. Πλέον, με την πανδημία του κορωνοϊού, ακόμη και όσοι το αγνοούσαν μέχρι πρότινος, θα αναγκαστούν να επενδύσουν στους τομείς του remote management και της αυτοματοποίησης. Καθώς υπάρχει μικρότερο πλήθος απασχολούμενου ανθρώπινου δυναμικού on-site σε συνάρτηση με την αναγκαιότητα περιορισμού της συντήρησης, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό να λαμβάνει χώρα η έγκαιρη αναγνώριση τυχόν προβλημάτων, η ταχεία αντίδραση, η στενή παρακολούθηση των τάσεων όπως αναδύονται και εξελίσσονται, καθώς επίσης και η παρακολούθηση των δρώμενων όπως προκύπτουν κατά την διάρκεια ενός περιστατικού που χρήζει μιας διαδικασίας αντιμετώπισης.

Το remote monitoring δεν θα πρέπει να θεωρείται ως πολυτέλεια, μα να εκλαμβάνεται ως αναγκαιότητα, μαζί με τις πτυχές του integration, της ευφϋίας, του διαμοιρασμού της πληροφορίας, αλλά και της εξ’ αποστάσεως συνεργασίας. Στοιχεία, τα οποία το DCIM βοηθά να γίνουν πραγματικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, συντριπτικό ποσοστό της τάξεως του 90% των ερωτώμενων στην μελέτη που πραγματοποιήσαμε, δήλωσαν πως θα αυξήσουν άμεσα την χρήση λύσεων, προϊόντων και εν γένει εφαρμογών remote monitoring και management. Επιπροσθέτως, το 73% των ίδιων στελεχών ανέφεραν πως θα ενισχύσουν δραστικά την χρήση λύσεων αυτοματισμού στις εγκαταστάσεις τους.

Δείγμα της αλλαγής νοοτροπίας, όσο και σκεπτικού από την πλευρά των κύριων παραγόντων της αγοράς των data center, καθώς μέχρι πρότινος τηρούσαν έντονα επιφυλακτική στάση απέναντι στο ενδεχόμενο της αυτοματοποίησης, που με την σειρά του συνδυάζει τα μοντέλα δεδομένων και το λογισμικό, «οδηγώντας» σε μεταβολή της ισχύος σε ότι αφορά την ψύξη ή το redundancy, και δη σε πραγματικό χρόνο. Αναμφίβολα, οι καιροί απαιτούν μια σταδιακή υιοθέτηση του DCIM, είτε με την λογική ενός full-stack συστήματος για πιο «ώριμους» data center παρόχους και εγκαταστάσεις ή ακόμη και την αξιοποίηση cloud based DCIM-lite υπηρεσιών είτε DMaaS (data center management as a service), για όσους έχουν περιορισμένη γνώση και πόρους.

Ο περιορισμός στο πλήθος των όσων εργάζονται on-site, ανεξαρτήτως εάν οφείλεται σε κρατικούς περιορισμούς ελέω των μέτρων αποτροπής επέκτασης της πανδημίας ή σε προγραμματισμένο πλάνο απασχόλησης, «γεννά» το επιτακτικό ερώτημα σχετικά με το τι θα συμβεί σε περίπτωση εμφάνισης ενός προβλήματος διακοπής λειτουργίας ή εν γένει αστοχίας. Πως διασφαλίζεται η ταχεία διάγνωση και επισκευή;

Ali Moinuddin: Είναι παγκοίνως γνωστό πως ο χρόνος ανάκτησης θεωρείται ως κρίσιμος παράγοντας για το σύνολο των operations manager σε περιβάλλοντα data center. Την ίδια στιγμή, υφίστανται μια σειρά από συγκεκριμένες αστοχίες (λ.χ. στην διαδικασία της τροφοδοσίας ηλεκτρικής ενέργειας), οι οποίες απαιτούν δραστική αντιμετώπιση, εντός ελάχιστων λεπτών, και πριν χρειαστεί να παύσουν να λειτουργούν επιμέρους πληροφοριακά συστήματα.
Κάτι, που θα οδηγήσει σε περαιτέρω, ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα. Προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικής αντιμετώπισης τέτοιων περιστατικών, δύναται να συμβάλουν το remote monitoring και η προληπτική συντήρηση. Βέβαια, χρήσιμο θα ήταν να ληφθεί υπόψη η επίδειξη μεγαλύτερου βαθμού αντοχής κατά την διαδικασία του σχεδιασμού του ίδιου του data center είτε η σημαντική ενδυνάμωση του υφιστάμενου σχεδιασμού.

Μάλιστα, στην μελέτη μας, αποδεικνύεται πως το 64% των συμμετεχόντων έχουν στις προθέσεις τους την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών τους ως αποτέλεσμα της πανδημίας.
Κάτι που μπορεί να γίνει με πολλαπλούς τρόπους, όπως λ.χ. την αναβάθμιση ενός site από Tier II σε Tier III, το οποίο και επιτρέπει την διαδικασία συντήρησης και επισκευής δίχως να χρειάζεται τα συστήματα να τίθενται offline. Μπορεί, επίσης, να γίνει αναβάθμιση από Tier III σε Tier IV, διαδικασία που προϋποθέτει την μεταφορά σε full fault tolerance συστήματα έναντι των ταυτόχρονα συντηρούμενων συστημάτων που αξιοποιούσαν μέχρι πρότινος. Εάν, φυσικά, κάποιος διαχειριστής data center αναζητά μια πιο οικονομική λύση, μπορεί να προσθέσει redundancy ή ακόμη και να προβεί σε εκτενή αξιολόγηση και έλεγχο των υφιστάμενων εγκαταστάσεων προκειμένου να αναδειχθούν και εν συνεχεία να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά πιθανά σημεία ρίσκου και αστοχίας, μειώνοντας κατ’ επέκταση σημαντικά το ποσοστό του ρίσκου.

Πολύς λόγος γίνεται τελευταία και στην Ελλάδα για την αναγκαιότητα περαιτέρω ενίσχυσης της υιοθέτησης του cloud. Κάτι τέτοιο καταγράφεται και στον τομέα των data centers;

Andy Lawrence: Η αλήθεια είναι πως όσο ξετυλίγεται η πανδημία, τόσο και ενισχύεται το επιχειρηματικό σενάριο της μεταφοράς των workloads από μέρους μεγάλων επιχειρήσεων και οργανισμών προς το cloud. Μπορεί, βέβαια, να υφίστανται αρκετές αντιρρήσεις επ’ αυτού, ωστόσο τα ίδια τα data centers ήταν δύσκολο να λειτουργήσουν και προ του Covid-19, ενώ τα κόστη, το ρίσκο και ο βαθμός πολυπλοκότητας έχουν πολλαπλασιαστεί. Εάν στην σχετική εξίσωση προστεθεί και η απειλή της εμφάνισης νέων, όσο και άγνωστων πανδημικών φαινομένων στο εγγύς μέλλον, τότε ο βαθμός ευκολίας και το κόστος, επιβάλλουν «στροφή» προς το cloud. Σύμφωνα με την έρευνα που πραγματοποιήσαμε, το 20% των ερωτηθέντων επαγγελματιών ανέφεραν πως είναι εξαιρετικά πιθανό να επιταχύνουν τη μετάβασή τους σε δημόσιο cloud ή ακόμη και να χρησιμοποιούν δημόσιες υπηρεσίες cloud σε ακόμη πιο έντονο βαθμό. Μάλιστα, προς αυτή την κατεύθυνση συναινεί και η εκπεφρασμένη βούληση σε επίπεδο επιχειρήσεων και οργανισμών να αξιοποιήσουν περαιτέρω το cloud. Σίγουρα, η διαδικασία του migration μπορεί να αποδειχτεί ως ένα δύσκολο task, καθώς προϋποθέτει διαδικασίες re-platforming ή rewriting εφαρμογών, αλλαγή των διαδικασιών ασφάλειας και συμμόρφωσης, παρόλα αυτά δεν δύναται να αποτελέσει επαρκή λόγο μη-υιοθέτησής του.

Σε επίπεδο των data center workloads, αλλά και των εν γένει patterns στην δικτυακή κίνηση, τι είδους επιπτώσεις παρατηρούνται από την έλευση της πανδημίας;

Ali Moinuddin: Καθώς κατά την διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του τρέχοντος έτους τα lockdown σε διεθνές επίπεδο αποτέλεσαν κοινή συνισταμένη, καταγράφηκαν πολλαπλές μεταβολές τόσο στα data center workloads, όσο και στα patterns της e-κίνησης. Για παράδειγμα, η συνολική κίνηση των δεδομένων ενισχύθηκε κατά τουλάχιστον 20% σε πλήθος χωρών, εξαιτίας των βιντεοδιασκέψεων και του streaming, ενώ ταυτόχρονα «εκτοξεύτηκαν» η ενσύρματη κίνηση και οι κλήσεις φωνής πάνω από IP. Σε αντίθεση με τις κλήσεις φωνής μέσω δικτύων κινητής τηλεφωνίας, που εμφάνισαν σημαντική πτώση. Όσο για τα peak σε επίπεδο κίνησης, μετακινήθηκε από αργά το απόγευμα και νωρίς το βράδυ κατά την διάρκεια της ημέρας. Βέβαια, και τα εταιρικά data centers βίωσαν αλλαγές στην ζήτηση IT, επίσης.

Υπό αυτό το πρίσμα, λ.χ. στον τομέα της επενδυτικής τραπεζικής πολλές εταιρείες «χτύπησαν» νέα επίπεδα-ρεκόρ, παρακινούμενες από τα αυξημένα επίπεδα διαπραγμάτευσης (trading). Επιπροσθέτως, ορισμένοι πάροχοι cloud υπηρεσιών δυσκολεύτηκαν σημαντικά προκειμένου να ανταποκριθούν στα εξόχως αυξημένα επίπεδα ζήτησης: Η Microsoft βρέθηκε αντιμέτωπη με πρωτόγνωρα επίπεδα ζήτησης για τα Azure και Teams στην Ευρώπη! Το σύνολο -σχεδόν- των κραδασμών απορροφήθηκαν επιτυχώς από το internet, καθώς επίσης και από τα εταιρικά και τα cloud / internet data centers. Από την άλλη πλευρά, προέκυψαν ορισμένες μεταβολές στα patterns της κίνησης που δύναται να αποδειχτούν ανθεκτικές στο χρόνο και προϋποθέτουν μια αποτελεσματική απόκριση.

Η πλέον σημαντική αλλαγή είναι πως η κίνηση μετακινήθηκε από τα κεντρικά σημεία των μητροπολιτικών κέντρων προς τα άκρα τους, κάτι που εξηγείται απολύτως καθώς υπήρξε μεταφορά του πληθυσμού από τα γραφεία στις οικίες. Στοιχείο που άσκησε πρόσθετη πίεση τόσο στα άκρα, όσο και στα last mile δίκτυα, ενώ μπορεί να αντιμετωπιστεί πρωτίστως με αυξημένη χωρητικότητα των δικτύων. Παράλληλα, θα συνέβαλαν και ορισμένες άλλες δράσεις, όπως λ.χ. η αύξηση της προσωρινής αποθήκευσης (caching), των δικτύων διανομής του περιεχομένου, αλλά και της επεξεργασίας τοπικά. Βελτιώσεις που θα βοηθήσουν στην οικοδόμηση της ανθεκτικότητας.

Ένα δεύτερο αποτέλεσμα είναι ότι πολλές εταιρικές εφαρμογές και δίκτυα δεν έχουν σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να υποστηρίζουν το πρόσθετο latency, την ασφάλεια και την κίνηση των όγκων δεδομένων που προκαλούνται από ξαφνική μετάβαση σε εξ’ αποστάσεως εργασία. Αναμένεται ευρέως ότι θα υπάρξει πολύ περισσότερη χωρητικότητα «χτισμένο» στο edge και ότι αυτό θα υποστηριχθεί από αυξημένη χωρητικότητα δικτύου last mile, αλλά και από περισσότερα, όσο και μικρότερα data centers. Ομοίως, πολλές εταιρικές εφαρμογές που απαιτούν μεγάλο εύρος ζώνης (όπως, λ.χ. οι τηλεδιασκέψεις) απομακρύνονται από τα εταιρικά δίκτυα προς όφελος των public υπηρεσιών cloud (λ.χ. το Teams). Η δε πανδημία αναμένεται να λειτουργήσει ως επιταχυντής για αυτές τις τάσεις.