Η… εισβολή του Internet of Things (ΙοΤ) σε κάθε -σχεδόν- πτυχή της καθημερινότητας (επιχειρηματικής και μη) εκτός από πραγματικότητα έχει επιφέρει μια σειρά από αλλαγές, μεταβάλλοντας πλήρως καθιερωμένες πρακτικές και λογικές. Ο τομέας των τηλεπικοινωνιών δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Το ερώτημα, όμως, είναι εάν οι πάροχοι είναι έτοιμοι και σε θέση να αξιοποιήσουν και να εκμεταλλευτούν τα οφέλη που φέρνει το IoT στον εν λόγω κλάδο.

Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους διεθνώς, αλλά και στην Ευρώπη ειδικότερα, καταγράφηκαν αρκετές εξελίξεις σε ότι έχει να κάνει με τις στρατηγικές IoT που σχεδίασαν και υλοποίησαν οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι. Στο επίκεντρό τους βρέθηκε η εγκατάσταση βελτιστοποιημένων τηλεπικοινωνιακών δικτύων που είναι σε θέση να ανταποκριθούν με επιτυχία στις τεράστιες επερχόμενες ευκαιρίες που εξασφαλίζει το IoT και δεν είναι άλλες από τις NB-IoT και LTE-M. Αποτέλεσμα; Οι πάροχοι να διαθέτουν έναν αποτελεσματικό τρόπο προκειμένου να προβαίνουν στην μετεγκατάσταση των παλαιότερων πελατών M2M σε νέα δίκτυα, καθώς σταδιακά το 2G οδηγείται προς την… δύση του.

Η IoT στρατηγική που δείχνουν να ακολουθούν και εφαρμόζουν οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι στην προσπάθειά τους να απευθυνθούν στην Ευρωπαϊκή B2B αγορά μπορεί να κατηγοριοποιηθεί σε ένα τρίπτυχο: Την αποκλειστική παροχή υπηρεσιών και υποδομών συνδεσιμότητας, την παροχή τους με υπηρεσίες πλατφόρμας ενεργοποίησης εφαρμογών IoT που θα αφορούν σε κάθετες αγορές, καθώς επίσης και την προσφορά αμφοτέρων που θα πλαισιώνονται από IoT συσκευές μέσω της σύναψης σχετικών συμφωνιών ΟΕΜ συνεργασίας.

Η συνδεσιμότητα δεν αρκεί…
Πλέον, οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι δεν μένουν προσκολλημένοι αποκλειστικά και μόνο στην προσφορά συνδεσιμότητας, αλλά έχουν προχωρήσει στην ανάπτυξη εξειδικευμένων καθετοποιημένων λύσεων ενισχύοντας θεαματικά την εμπειρία τους σε αυτό τον τομέα, με την ταυτόχρονη δημιουργία IoT πλατφορμών, στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στο νέο τοπίο, διαθέτοντας στους πελάτες τους υψηλότερης αξίας τμήματα της αντίστοιχης αλυσίδας αξίας του IoT.

Ήδη, ορισμένοι Ευρωπαϊοι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν δυναμικά με το LTE-M, σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευτούν το υφιστάμενο δίκτυο LTE, πραγματοποιώντας σύντομες όσο και καίριες αναβαθμίσεις λογισμικού. Βέβαια, δεν λείπουν και όσοι έχουν επιλέξει το NB-IoT ως μια παραλλαγή 3GPP για το IoT, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της Deutsche Telekom. Κατά την ίδια χρονική περίοδο έλαβαν χώρα μια σειρά από τεχνολογικά άλματα προκειμένου να διευκολυνθούν και εξυπηρετηθούν τα νέα πρότυπα. Μάλιστα, καθώς εδώ και έναν χρόνο τα NB-IoT και LTE-M έλαβαν την σχετική πιστοποίηση από το 3GPP, το οικοσύστημα των chipsets και modules, έχουν εμφανίσει εντυπωσιακά γρήγορη εξέλιξη. Επιπροσθέτως, έχουν πολλαπλασιαστεί και οι εγκαταστάσεις με εμπορική χροιά, ακολουθώντας την επιτυχημένη δοκιμή ποικίλων πιλοτικών. Αυτή τη στιγμή, ξεπερνούν τις 20 οι εμπορικές εγκαταστάσεις NB-IoT, υπάρχουν σε λειτουργία τουλάχιστον 5 εμπορικά δίκτυα LTE-M, ενώ περισσότερα από 60 NB-IoT και 21 LTE-M δίκτυα είτε βρίσκονται στην διαδικασία του σχεδιασμού ή σε αυτή των δοκιμών. Μεταξύ των τεχνολογικών εξελίξεων που ξεχώρισαν ήταν το standardization της χαμηλής ισχύος, καθώς επίσης και η συνδεσιμότητα ευρείας περιοχής που αφορά σε δίκτυα και συσκευές 4G. Βέβαια, και το LTE-M αποτελεί μια τεχνολογική εξέλιξη, καθώς ως ένα εντελώς καινούριο πρότυπο, επιτρέπει την εντυπωσιακή μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.

Ήδη τα IoT projects των “μεγάλων” telcos ξεχωρίζουν!
Όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, αυτοί που ηγούνται σε μια νέα τεχνολογική αλλαγή ή καινούρια επιχειρηματική κατάσταση είναι οι καθιερωμένοι, μεγάλοι “παίκτες” ενός κλάδου. Το ίδιο συμβαίνει και το Ευρωπαϊκό τηλεπικοινωνιακό τοπίο στο ζήτημα των IoT projects. Έχουν καταγραφεί ορισμένες άκρως ενδιαφέρουσες προσπάθειες και πρωτοβουλίες εκ μέρους των telcos στην Γηραιά Ήπειρο, η πλειοψηφία των οποίων επικεντρώνεται στην δημιουργία καινοτόμων IoT λύσεων που απευθύνονται σε κάθετες αγορές. Για παράδειγμα, η “κραταιά” Deutsche Telekom έχει αναπτύξει το Qivicon, που αποτελεί την δική της πρόταση “smart home” που διαθέτει στην Γερμανική αγορά. Επιπροσθέτως, έχει παράσχει σχετική αδειοδότηση σε άλλους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, όπως λ.χ. η KPN, για την Qivicon προκειμένου να την αξιοποιήσουν ως μια white-label πλατφόρμα. Από την πλευρά της, η Vodafone έχει προχωρήσει σε μια ενδιαφέρουσα κίνηση, με το λανσάρισμα της λύσης visual ασφαλείας Vodafone Digital Buildings. Τι περιλαμβάνει; Τα πάντα! Από την συνδεσιμότητα και το module, μέχρι την πλατφόρμα analytics και το κέντρο ελέγχου. Παράλληλα, η ίδια εταιρεία έχει παρουσιάσει και ήδη “τρέχει” live το NB-IoT σε έξι αγορές.

Καλές προθέσεις σε δρόμο στρωμένο με αγκάθια…
Φυσικά, μια εκ βάθρων αλλαγή σε τεχνολογικό όσο και στρατηγικό επίπεδο προκειμένου οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι να αποκτήσουν καίριας σημασίας ρόλο στο IoT οικοσύστημα, μόνο ως εύκολη δεν είναι. Κάτι που αποδεικνύεται και στην πράξη, καθώς τα εμπόδια που εμφανίζονται είναι πολλά όσο και ποικίλα! Υπάρχουν προκλήσεις που εκτείνονται από την υιοθέτηση της τεχνολογικής καινοτομίας μέχρι την έλλειψη πρωτοποριακών επιχειρηματικών μοντέλων και των απαιτούμενων disruptions στις υφιστάμενες επιχειρήσεις.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση; Μα το γεγονός ότι οι telcos βρίσκονται εστιασμένοι παραδοσιακά και αποκλειστικά στο κομμάτι της συνδεσιμότητας. Η παροχή αξιόπιστων υπηρεσιών συνδεσιμότητας, που θα διαθέτουν ευρεία όσο και βαθιά κάλυψη εντός και εκτός κτιρίων, από μόνο του αποτελεί μια άκρως σύνθετη διαδικασία. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά σε συνδυασμό με την ασφαλή συνδεσιμότητα πρέπει να διακρίνουν κάθε IoT εφαρμογή. Οπότε, το επόμενο βήμα και η αντίστοιχη πρόκληση για τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους είναι να δημιουργήσουν έσοδα που δεν θα κινούνται πέρα και πάνω από την παροχή της συνδεσιμότητας. Κάτι που θα γίνει μέσω της ανάπτυξης και διάθεσης πλατφορμών και διαχειρίσιμων υπηρεσιών. Παράλληλα, οι telcos δείχνουν αδυναμία -προς το παρόν- να προσαρμόσουν ολοκληρωμένες λύσεις που θα απευθύνονται σε μεμονωμένες επιχειρήσεις ξεχωριστά. Οπότε, αυτομάτως η ικανότητά τους να πουλήσουν κάτι αντίστοιχο σε μια βιομηχανική εταιρεία ή οργανισμό κινείται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα. Μάλιστα, αυτά που τους εμποδίζουν είναι ζητήματα που άπτονται της οργανωτικής δομής και κουλτούρας και σαφώς δεν έχουν να κάνουν σε κάτι με την τεχνολογία. Δείχνουν δε, να βρίσκονται στην λάθος πλευρά της αλυσίδας αξίας. Για παράδειγμα, τα πρώϊμα στάδια των τηλεπικοινωνιών (παραδοσιακές επιπαλάμιες συσκευές, smartphones, tablets κ.ά.) σχετίζονταν άμεσα και εν πολλοίς με τις εφαρμογές. Πλέον, το IoT ωθεί την αγορά σε νέα, υψηλότερα επίπεδα, καθώς τα πάντα ανάγονται στο mobilising της επιχειρηματικής διαδικασίας και όχι απλά σε ένα app. Ένα από τα κύρια ζητήματα που -λογικά- πρέπει να απασχολεί τις διοικήσεις των telcos είναι να ανιχνεύσουν, “ζυγίσουν” σωστά και αντιληφθούν ποιες είναι οι μεγαλύτερες ευκαιρίες ανάπτυξης στο επίπεδο του IoT. Γιατί το εύκολο είναι να απαριθμήσετε μια σειρά από προφανείς αγορές, όπως λ.χ. τα συνδεδεμένα αυτοκίνητα, οι “έξυπνοι” μετρητές, οι τομείς της υγείας, της ασφάλειας, της ψηφιακής σήμανσης κ.ά. Παρόλα αυτά, οι μεγαλύτερες -τουλάχιστον σε όρους πλήθους δυνητικών συνδέσεων- είναι ο εντοπισμός και η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων, που εμπεριέχουν ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα από περιπτώσεις χρήσης. Σημαντική είναι και η δυναμική της τηλεματικής. Προκειμένου να αντιληφθεί κάποιος την ρευστότητα που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην αγορά, η IDC προέβλεπε πως πέρυσι ο μεγαλύτερος τομέας για τις εφαρμογές IoT θα ήταν ο κλάδος των κατασκευών, ενώ το 2021 θα είναι οτιδήποτε αφορά τους τελικούς χρήστες και τους μεμονωμένους καταναλωτές.

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά από τα οποία διακρίνεται το IoT είναι ο υψηλός βαθμός πολυδιάσπασης. Αρκεί να τονιστεί πως έχουν καταγραφεί συνολικά 75 διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους οι χρήστες είναι σε θέση να συνδεθούν με IoT συσκευές.

Βέβαια, εκτιμάται πως το φαινόμενο του κατακερματισμού θα συρρικνωθεί κατά την διάρκεια της προσεχούς πενταετίας, καθώς ορισμένα πρότυπα είτε θα εξαλειφθούν ή θα ενοποιηθούν με άλλα.