Με τον όρο κανονιστική συμμόρφωση νοείται ο κάθε μορφής κανόνας ή απαίτηση που προκύπτει τόσο από το θεσμικό και νομικό πλαίσιο, όσο και από συμβάσεις, προς τα οποία οφείλει να είναι σύμφωνη η λειτουργία του εκάστοτε οργανισμού. Η συμμόρφωση πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται ως μέρος του ευρύτερου πλαισίου διακυβέρνησης, το οποίο στηρίζεται σε διεθνή πρότυπα και βέλτιστες πρακτικές.

Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η συνολική προσέγγιση και ανάλυση των απαιτήσεων συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων συμμόρφωσης που προκύπτουν από τις πρόσφατες ευρωπαϊκές οδηγίες NIS II και DORA, είναι ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν αποτελούν παρά ένα υποσύνολο εκείνων που καθορίζονται από τα ευρέως διαδεδομένα διεθνή πλαίσια και πρότυπα διακυβέρνησης της Ασφάλειας Πληροφοριών (εφεξής ΑΠ).

Παράλληλα, όλα τα εν λόγω πλαίσια αναγνωρίζουν τη διαχείριση κινδύνων ως τον ακρογωνιαίο λίθο και το εργαλείο που οδηγεί στην επιλογή των κατάλληλων δικλείδων ΑΠ. Συνεπώς, η αποτελεσματική υλοποίηση των βασικών επιταγών της ΑΠ υπερκαλύπτει τόσο τις κανονιστικές όσο και τις ευρύτερες απαιτήσεις συμμόρφωσης. Η αποτελεσματικότητα επιτάσσει την υιοθέτηση και όχι απλά την υλοποίηση των δικλείδων ασφάλειας με ολιστική προσέγγιση. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της στρατηγικής για την ΑΠ πρέπει να γίνεται με βάση τη γενική στρατηγική του κάθε οργανισμού, το συγκεκριμένο προφίλ κινδύνων, αλλά και το σύνολο των απαιτήσεων συμμόρφωσης. Απαιτείται να υιοθετηθεί μία νέα προσέγγιση μέσω «τομέων / θεματικών περιοχών» (domains) της ΑΠ προκειμένου να αντιμετωπίζονται ολιστικά συγκεκριμένες ενότητες αναγκών.

Ταυτόχρονα, οι κίνδυνοι ΑΠ πρέπει να προσδιορίζονται και αυτοί με τη σειρά τους σε ολιστική βάση Είναι επίσης σημαντικό η αξιολόγηση και η διαχείριση των κινδύνων να εναρμονιστεί με την ευρύτερη διαχείριση των επιχειρηματικών κινδύνων, έτσι ώστε η εκτίμηση του κινδύνου να γίνεται με κριτήρια που αφορούν στο σύνολο του οργανισμού και να λαμβάνει υπ’ όψη τον επιχειρηματικό αντίκτυπο σε σχέση με την απώλεια του απαιτούμενου επιπέδου προστασίας των πληροφοριών. Η κινδυνοκεντρική και συνεχής παρακολούθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής των δικλείδων ασφάλειας, συνεπάγεται τη συμμόρφωση του Οργανισμού με τη πλειονότητα των απαιτήσεων συμμόρφωσης.