Μετά το τέλος της υποχρεωτικής τηλεργασίας, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι αναζητούν εκείνες τις τεχνολογίες που θα τους επιτρέψουν -σε ένα υβριδικό πια καθεστώς λειτουργίας ανάμεσα στην παραδοσιακής μορφής εργασία και την τηλεργασία- να συνθέσουν τα πλεονεκτήματα και των δύο, ελαχιστοποιώντας τις παρενέργειες.
Μια φορά και έναν καιρό -όπως θα διηγούμαστε στο μέλλον στα παιδιά που γεννήθηκαν γύρω από τα χρόνια της πανδημίας- οι περισσότεροι εργαζόμενοι όταν έπρεπε να δουλέψουν πήγαιναν «στο γραφείο». Και δεν εννοούσαν το έπιπλο που στηρίζει το laptop τους, κάπου στο σπίτι. Εννοούσαν μια συγκεκριμένη θέση σε ένα συγκεκριμένο κτήριο γραφείων, με τη δική τους καρέκλα και γραφείο, το οποίο στήριζε τον δικό τους υπολογιστή, την δική τους οθόνη με το δικό τους τηλέφωνο δίπλα της και τον δικό τους τηλεφωνικό αριθμό.
Μετά o πλανήτης κόλλησε μια θανατηφόρα γρίπη και όλοι έμαθαν να δουλεύουν από όπου τους έκλεισε η καραντίνα. Στην αρχή ήταν δύσκολα: μωρά, σκυλιά, παιδιά, γατιά συμμετείχαν αυτοβούλως στις τηλε-συσκέψεις, laptop, ακουστικά και webcams εξαντλήθηκαν και μια γρήγορη σύνδεση Internet έγινε απαραίτητη όσο και το ηλεκτρικό ρεύμα στην πρίζα. Κάπου στην πορεία όμως εργαζόμενοι και εργοδότες ανακάλυψαν ότι αυτός ο νέος τρόπος δουλειάς έχει τα θετικά του. Από μικρότερα κόστη μετακίνησης και κτηριακών υποδομών, οικονομία χρόνου και καλύτερους όρους outsourcing της δουλειάς, μέχρι τη δημιουργία ενός ανεπίσημου «disaster site» διαμοιρασμένου σε σπίτια ανά τον κόσμο.
«Φτάνει να…» ήταν η επωδός σε κάθε κουβέντα γύρω από αυτό και συνήθως αφορούσε τον τρόπο που δούλευε -ή όχι- η ψηφιακή υποδομή. Όλα εκείνα τα εργαλεία με τα οποία μιλούσες, έβλεπες, μοιραζόσουν αρχεία και δεδομένα. Συνήθως αργότερα ακολουθούσε η παραδοχή ότι ο εγκλεισμός της τηλεργασίας προκαλεί ιδρυματισμό και δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δημιουργικότητα που γεννάει η ζωντανή επικοινωνία και η ανθρώπινη αναλογική επαφή. Από πλευράς εργασιακής ιεραρχίας ο έλεγχος της παραγωγικότητας προκαλούσε εφιάλτες και την ανάγκη της επανασχεδίασης της επιχειρησιακής φιλοσοφίας σε μια task oriented λειτουργία, όπου οι εργαζόμενοι δεν «συμπλήρωναν οκτάωρα», αλλά «ολοκλήρωναν αποστολές». Ιδανικά όλοι ήλπιζαν σε ένα μείγμα που προσπαθεί να συγκεράσει τα καλύτερα και των δύο εργασιακών κόσμων.
Από την κρίση στην ανάπτυξη
Κάπως έτσι φτάσαμε στο τρίτο έτος Μ.Τ. (Μετά Τηλεργασίας) να γίνει κοινός τόπος ότι η ιδανικότερη συνθήκη είναι η υβριδική μορφή τηλεργασίας και ο βασικότερος όρος επίτευξης της είναι ένα αντίστοιχα βελτιωμένο ψηφιακό περιβάλλον εργασίας, με πολύ συγκεκριμένες δυνατότητες και προδιαγραφές.
Η περσινή έρευνα «Microsoft 2022 Work Trends» που ολοκληρώθηκε σε συνεργασία με την Futurum έδειξε μεταξύ άλλων ότι ένα 65% των εργαζομένων δεν επιθυμούν να γυρίσουν στο παραδοσιακό καθεστώς εργασίας. Ταυτόχρονα το 80% των επιχειρήσεων αναδιαρθρώνουν τις υποδομές τους, μειώνοντας τη φυσική τους υλικοτεχνική υπόσταση υπέρ της ψηφιακής υποδομής τηλεργασίας. Ένα 85% των επιχειρήσεων αυτών ήδη είδαν μικρότερα λειτουργικά κόστη και μεγαλύτερη παραγωγικότητα λόγω υβριδικής εργασίας. Δημοσιεύματα και αναλύσεις από την Washington Post ως την Morgan Stanley επιβεβαιώνουν ότι η νέα πραγματικότητα αγνοεί επιδεικτικά αφεντικά τύπου Ζούκερμπεργκ και Μασκ που διατάζουν τους πάντες να γυρίσουν στο γραφείο για να μην τους απολύσουν και οι κυρίαρχοι στην αγορά εργασίας στο άμεσο μέλλον θα είναι όσοι διαθέτουν τη φιλοσοφία και κυρίως τα εργαλεία για υβριδική εργασία. Οι αντιδράσεις αποδίδονται είτε σε αδυναμία λόγω αντικειμένου να μεταβούν στο επόμενο status operandi, είτε γιατί η κορυφή στην πυραμίδα αποφάσεων τους είναι πιο κοντά δημογραφικά στους αναλογικούς boomers.
Όσο για την Ελλάδα, έρευνες του ΣΕΒ έδειξαν ένα 18,8% των εργαζόμενων απασχολείται σε επαγγέλματα με πλήρη δυνατότητα τηλεργασίας, όπως υπάλληλοι γραφείου, επαγγελματίες του χρηματοοικονομικού τομέα κ.α. Το 38,8% (πάνω από 1,5 εκατομμύριο απασχολούμενοι) έχει μερική δυνατότητα τηλεργασίας όπως πωλητές, μηχανικοί κ.α., η οποία μπορεί να τεθεί σε καθεστώς υβριδικής εργασίας. Ενώ το 42,4% απασχολείται σε επαγγέλματα που δεν έχουν καμία δυνατότητα τηλεργασίας, όπως οι οδηγοί αυτοκινήτων, χειριστές μηχανημάτων κ.ά.
«All together now…»
Έτσι μετά το customer experience στο επίκεντρο του επιχειρείν έρχεται και το employee experience. Με τον εργαζόμενο να αλλάζει status εργασίας από το σπίτι στο γραφείο και πίσω μερικές φορές κάθε εβδομάδα και την εμφάνιση των hot desks -γραφείων που δεν ανήκουν σε έναν εργαζόμενο αλλά αλλάζουν χρήστες βάση προγράμματος και αναγκών- οι τεχνολογίες συνεργασίας έγιναν παράγοντας παραγωγικότητας και ανάπτυξης για κάθε σύγχρονο οργανισμό. Και απαιτούμενο για τους αποδοτικότερους από τους εργαζόμενους. Σε μια αναπάντεχη συγκυρία μαζί με το ανοσοποιητικό μας ο κορονοϊός άλλαξε σε μηδενικό χρόνο την εργασιακή κουλτούρα. Πλέον ο ψηφιακός αναλφαβητισμός δεν είναι ανεκτός από κανένα επίπεδο της ιεραρχίας.
Ο ίδιος ο εργαζόμενος δεν αυτό-εκπαιδεύεται απλώς σε νέα τεχνολογικά εργαλεία για να κάνει την εργασιακή του ζωή ευκολότερη. Απαιτεί νέα ψηφιακά εργαλεία που πριν από όλα θα αυτοματοποιήσουν τις απλές επαναλαμβανόμενες διαδικασίες και μετά θα πολλαπλασιάσουν την αποτελεσματικότητα του χρόνου του, με πρώτα τα εργαλεία επικοινωνίας.
Ολόκληρο το ψηφιακό πια γραφείο του θα πρέπει να μετακινείται μαζί του οπουδήποτε. Και τα collaboration tech tools θα πρέπει να του δίνουν τη δυνατότητα η συνεργασία του με άλλους να γίνεται το ίδιο αποτελεσματική είτε με φυσική επαφή, είτε με remote σε πραγματικό χρόνο ή ακόμα και ασύγχρονα. Συνδέοντας laptop, desktop, κινητό, cloud, εταιρική data base και app με το μικρότερο δυνατό κόστος σε χρόνο, χρήμα, ενέργεια και βέβαια ασφάλεια.
Σύμφωνα με το whitepaper της Forrester, «The Future Workplace Calls For A Customized Monitor Approach» που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο Ιούλιο, τους επόμενους 18 μήνες το 65% των knowledge workers (εργαζόμενοι με αντικείμενο άμεσα συνδεδεμένο με την πληροφορία) παγκοσμίως θα δουλεύουν σε υβριδικό καθεστώς εργασίας, με το 66% από αυτούς να σκοπεύουν να γυρίζουν στο παραδοσιακό γραφείο τους για λιγότερο από 3 μέρες τη βδομάδα, αλλά το 75% θεωρούν ότι ο οργανισμός τους δεν υποστηρίζει πλήρως τεχνολογικά το καθεστώς υβριδικής εργασίας, ειδικά σε χρηστικότητα και αποτελεσματικότητα των εμπλεκόμενων τεχνολογιών. Το επόμενο δωδεκάμηνο το 26% αυτών θα γυρνάει κάποιες ημέρες σε ένα απλό γραφείο, το 17% θα βρει στη θέση του ένα hot desk και μόνο ένα 14% θα έχει δικό του αποκλειστικά χώρο και υποδομή. Ένα εντυπωσιακό 12% θα δουλεύει σε collaboration spaces και ένα άλλο 11% σε μεγάλες αίθουσες συσκέψεων που πρακτικά θα εξυπηρετούν αυτή τη λειτουργία.
Είναι μάλιστα ήδη ορατό ότι εκ των πραγμάτων ακόμα και στο καθεστώς της εργασίας στο γραφείο, η συνεργασία των μελών θα απαιτεί γενικευμένη χρήση τεχνολογιών συνεργασίας. Αφού τουλάχιστον ένα μέλος θα είναι πάντα εκτός γραφείου και ένα μέρος της δουλειάς θα είναι outsourced επίσης κάπου έξω από αυτό. Συχνά και ασύγχρονα με όλους τους υπόλοιπους. Οι «λύσεις της πανδημίας» εξακολουθούν ήδη να χρησιμοποιούνται για να συντονίσουν όλους αυτούς σε πραγματικό χρόνο και το ζητούμενο που κάνει την χρήση τεχνολογιών επικοινωνίας και συνεργασίας πολύτιμη είναι να μπορούν όλοι να γίνουν τόσο παραγωγικοί όσο θα ήταν αν βρίσκονταν στο ίδιο δωμάτιο.
Οι έρευνες έρχονται απλώς να επιβεβαιώσουν τον αυξανόμενο ρόλο των τεχνολογιών συνεργασίας. Σύμφωνα με την έρευνα της MarketsandMarkets «Remote Workplace Services Market Size by Component, Deployment Mode, Organization Size, Vertical and Region Global Forecast to 2027» η αγορά υπηρεσιών remote working θα αναπτυχθεί από τα 20,1 δισεκατομμύρια δολάρια του 2022 σε 58,5 δις δολάρια ως το 2028, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης ένα εντυπωσιακό 23,8%! Η ανάλογη έρευνα της Fortune Business Insights με τίτλο «Team Collaboration Software Market Size, Share & Covid -19 Impact Analysis, By Component, Deployment, Enterprise Size, End -User and Regional Forecast 2021-2028» δείχνει άνοδο της αγοράς εργαλείων λογισμικού συνεργασίας από τα 15,25 δισεκατομμύρια δολάρια το 2020 στα 40,79 δις το 2028 με μέση ετήσια αύξηση 13,2%.
Το τέλος του παραδοσιακού γραφείου;
Δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Ο βασικότερος λόγος γίνεται προφανής κάθε φορά που μια έστω υποψία ότι θα επανέλθουμε σε έκτακτες συνθήκες δουλειάς -ένα επόμενο lockdown που πολλοί θεωρούν πιθανό ή η αύξηση σε κόστος ενέργειας ή καυσίμων- φαίνεται στον ορίζοντα.
Ακόμα και οι αρνητές της γοητείας της υβριδικής εργασίας βλέπουν στις τεχνολογίες που συγκροτούν το ψηφιακό εργασιακό περιβάλλον και την εξ αποστάσεως συνεργασία ένα είδος liferaft.
Όσο βαρύ, ογκώδες ή ακριβό και αν το θεωρήσεις δεν μπορείς πια να συνεχίσεις το επιχειρηματικό ταξίδι χωρίς αυτό, έστω και ως back-up plan μηχανισμό, που πρέπει να διατηρείς σε λειτουργία. Και το επόμενο λογικό βήμα είναι ότι από την στιγμή που το διατηρείς γιατί να μην του επιτρέψεις -τρέχοντας μαζί με τον παραδοσιακό τρόπο δουλειάς- να παράγει αξία για τον οργανισμό δίνοντας εναλλακτικές εργασιακές πρακτικές έστω σε ένα τμήμα του.
Ταυτόχρονα οι σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες πληροφορίας δείχνουν οι μόνες ικανές να λύσουν τα προβλήματα επικοινωνίας που προκύπτουν όταν για πρώτη φορά στην ιστορία των σύγχρονων επιχειρήσεων έχουμε πέντε διαφορετικές γενιές εργαζομένων -με ισάριθμες εργασιακές κουλτούρες στις αποσκευές τους- που πρέπει να συντονίσουν παραγωγικά. Στο ψηφιακό εργασιακό πεδίο δείχνουν πιο εύκολο να εξομαλυνθούν οι τριβές ανάμεσα σε Silent Generation, Baby Boomers, Generation-X, Millennials και Generation-Z, μιας και η εργασιακή λειτουργία σε συνθήκες σαν αυτές των τελευταίων χρόνων εστιάζει πια στην αποτελεσματικότητα και όχι στο knowhow της ανώτερης ιεραρχικά ηλικιακής ομάδας.
Οι πιο διορατικοί managers βλέπουν ότι η υβριδική μορφή εργασίας, πέρα από το προφανές, δίνει ένα πλεονέκτημα στη διατήρηση του talent pool με μικρότερο της διαρκούς αντικατάστασης του κόστος και την επέκταση του εκτός αυστηρών γεωγραφικών ορίων. Και -ίσως το σημαντικότερο- δίνει επιπλέον δυναμική στον τρόπο δουλειάς ως βασικός μοχλός του ψηφιακού μετασχηματισμού της ίδιας της επιχείρησης και μάλιστα από τα κάτω προς τα πάνω.
Επιπλέον ίσως αποδειχθεί ότι οι τεχνολογίες που συνθέτουν το σύγχρονο ψηφιακό περιβάλλον δουλειάς και συνεργασίας δίνουν ένα προβάδισμα στις τεχνολογίες που θα ξεχωρίσουν στο άμεσο μέλλον και δεν είναι άλλες από την επαυξημένη και εικονική πραγματικότητα στους χώρους δουλειάς και το gamification με το οποίο η επόμενες γενιές θα μπουν στην αγορά εργασίας.
