Mε το περιβάλλον εργασίας να εξελίσσεται όλο και πιο γρήγορα και να ταλαντεύεται διαρκώς ανάμεσα στο αναλογικό και το ψηφιακό, η επαναπροσαρμογή του ανθρώπινου δυναμικού στις διαρκώς αναβαθμιζόμενες απαιτήσεις του καλεί την τεχνολογία στην πρώτη γραμμή της εκπαίδευσης.
Μπορεί η πανδημία να ανάγκασε την εκπαίδευση -σε κάθε βαθμίδα- να ψηφιοποιηθεί και να δοκιμάσει τα όρια της διαθέσιμης τεχνολογίας αλλά στην πραγματικότητα η σχέση τεχνολογίας και εκπαίδευσης ήταν πάντα εκεί, πολύ πριν η «τηλεκπαίδευση» μπει στην καθομιλουμένη. Από όταν για παράδειγμα ο πρώτος στρατός στήσει τον πρώτο εξομοιωτή πτήσης για να εκπαιδεύσει πιλότους μαχητικών με ασφάλεια ή από όταν το υπουργείο παιδείας της Αυστραλίας άρχισε στα 70s να προσφέρει μαθήματα για τα παιδιά στις απομακρυσμένες φάρμες μέσω δικτύου ασυρμάτων.
Η αλήθεια είναι ότι ο έρωτας κάθε είδους εκπαίδευσης με το ξύσιμο μιας κιμωλίας σε έναν μαυροπίνακα είναι ανίκητος, αλλά η θεά της ανάγκης ρίχνει στην εργαλειοθήκη της εκπαίδευσης κάθε είδους ψηφιακό εργαλείο προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις των καιρών. Και δεν είναι λίγες.
Ειδικά στο φάσμα μετά την σχολική και ακαδημαϊκή εκπαίδευση το τοπίο αλλάζει με καταιγιστικό ρυθμό και οι λέξεις reskilling και upskilling ακούγονται όλο και πιο συχνά παντού. Το επιχειρηματικό τοπίο ακολουθεί την καθημερινή ζωή και εξελίσσεται ενσωματώνοντας όλο και περισσότερες τεχνολογίες πληροφορίας σε όλο και περισσότερες γραμμές εργασιών.
Η πεποίθηση ότι για να παραμείνει ένας εργαζόμενος στο εργατικό δυναμικό θα πρέπει να αποκτά σε όλη τη διάρκεια της ζωής του διαρκώς καινούργιες ικανότητες και γνώσεις και να προσαρμόζεται στην ρευστή πραγματικότητα είναι πλέον διαδεδομένη. Και δικαιώνει απόλυτα τον συγγραφέα του «Future Shock», Alvin Toffler για την προφητεία του «οι αγράμματοι του 21ου αιώνα δεν θα είναι όσοι δεν μπορούν να γράψουν και να διαβάσουν, αλλά όσοι δεν μπορούν να μάθουν, να ξεμάθουν και να ξαναμάθουν».
Το ερώτημα βέβαια είναι το «πως», αφού δεν υπάρχει πλέον ο χρόνος και η δυνατότητα για να επιστρέψει το εργατικό δυναμικό σε εκείνη την καρέκλα που άφησε πριν χρόνια μπροστά στον μαυροπίνακα.
Αυτό έρχονται να απαντήσουν μια σειρά από εκπαιδευτικές τεχνολογίες που κάνουν την διαδικασία της μάθησης πριν από όλα προσβάσιμη και ευέλικτη, προκειμένου να καταργήσουν τα εμπόδια στην προσωπική ανάπτυξη. Αλλά και να φέρουν μια σειρά από αλλαγές στον επιχειρηματικό κόσμο όπως την δημιουργία μια κουλτούρας εκπαίδευσης αλλά και ενσωμάτωσης μέσα από αυτή σε ολόκληρους οργανισμούς και επιχειρήσεις.
Οι ψηφιακές τεχνολογίες στην Έδρα
Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο πακέτο από τεχνολογικά εργαλεία για την εκπαίδευση και την μετεκπαίδευση που χωρίζεται σε πέντε γενικές κατηγορίες ανάλογα με το σε ποια τροχιά εκτοξεύει την νέα ψηφιακή τάξη:
Online Εκπαίδευση: Επιτρέπει ασύγχρονη διδασκαλία που ο εκπαιδευόμενος μπορεί να παρακολουθήσει όπου και όποτε επιθυμεί και μπορεί να συμπεριλαμβάνει επιπλέον audio και video βοηθητικό υλικό ενώ απαιτεί μια σύνδεση στο διαδίκτυο και μια ανάλογη ψηφιακή συσκευή από υπολογιστή μέχρι ένα απλό smartphone.
Οnline Εκπαίδευση με Διδάσκοντα: Πρόκειται για την ψηφιακή εκδοχή του παραδοσιακού μαθήματος με έναν διδάσκοντα να έρχεται σε επαφή με τους μαθητές του μέσω ψηφιακών καναλιών σε πραγματικό χρόνο.
Υβριδική Εκπαίδευση: Ο συνδυασμός της κλασσικής διδασκαλίας με τις παραπάνω μέσω και αναλογικών και ψηφιακών καναλιών, σύγχρονων και ασύγχρονων μαθημάτων με αναλογικά και ψηφιακά μέσα.
Εκπαίδευση με Τεχνολογίες Εμβύθισης: Ή απλά ή επόμενη μορφή εκπαίδευσης όπου οι immersive technologies όπως έχει επικρατήσει να αποκαλούνται επιστρατεύουν ενισχυμένη και εικονική πραγματικότητα για να δώσουν άλλη διάσταση στην εκπαιδευτική εμπειρία απογειώνοντας την σε αμεσότητα και βιωματική αποτελεσματικότητα.
Εκπαίδευση μέσω Social Media: Αν και δεν έχουν συχνά όλα τα πλεονεκτήματα των παραπάνω κατηγοριών τα εκπαιδευτικά εργαλεία που μπορεί κάποιος να εντάξει στα κοινωνικά δίκτυα έχουν ένα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα: έχουν την πρόσβαση σε μεγάλους όγκους του πληθυσμού που έχουν εξοικειωθεί με αυτά και την εύκολη πρόσβαση που προσφέρουν σε αυτούς.
Γιατί κατευθυνόμαστε προς μια «Ψηφιακή Εκπαίδευση»;
Η ανάληψη όλο και μεγαλύτερου ρόλου στην εκπαιδευτική διαδικασία από τις τεχνολογίες εκπαίδευσης ίσως θα έπρεπε να είναι μια αναμενόμενη εξέλιξη. Πάγια υπόσχεση της τεχνολογίας είναι να κάνει τη ζωή ευκολότερη, οπότε τι θα σταματούσε τα chatbots και τους ψηφιακούς βοηθούς από το να βάλουν ένα χεράκι και στην εκπαίδευση;
Κυρίως όμως φέρνουν μια αλλαγή στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τι είναι αποτελεσματική εκπαίδευση. Ήδη από τη δεκαετία του 60 μελέτες προσδιόρισαν την «πυραμίδα της μάθησης» στην οποία όσο περισσότερο απομακρύνεται ο διδασκόμενος από την παθητική εμπειρία διδασκαλίας τόσο μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχημένης διδασκαλίας αλλά και διατήρησης της γνώσης έχει. Πιο συγκεκριμένα φοιτητές που απλώς άκουγαν κάποιον να τους διδάσκει κρατούσαν σε βάθος χρόνου το 5% της ύλης, όταν έγραφαν διατηρούσαν το 10%, όταν παρακολουθούσαν οπτικοακουστικό υλικό ανέβαιναν στο 30%, όταν συζητούσαν για το αντικείμενο με τους συναδέλφους τους μάθαιναν κατά 50% καλύτερα, όταν δοκίμαζαν πρακτική εξάσκηση το ποσοστό επιτυχίας ανέβαινε στο 75% και όταν προσπαθούσαν να εξηγήσουν τι έμαθαν ή το εφάρμοζαν μάθαιναν το 90%. Το μόνο πρόβλημα ήταν πάντα ότι ήταν πολύ πιο εύκολο και εφικτό οικονομικά να διδάσκεις «απαγγέλοντας» ή αντιγράφοντας την γνώση από ότι με όλους τους υπόλοιπους τρόπους.
Οι σύγχρονες τεχνολογίες εκπαίδευσης έρχονται να σπάσουν αυτά τα όρια αφού αλλάζουν εντελώς την ίδια την εμπειρία της εκπαίδευσης με εφαρμογές σε πρωτοφανείς κλίμακες, χωρίς χρονικούς και γεωγραφικούς περιορισμούς και δίνοντας την δυνατότητα να ενσωματώνονται στην εκπαιδευτική διαδικασία όλο οι παραπάνω τρόποι.
«Οι βασικές ανάγκες στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που οι τεχνολογίες πληροφορίας προσπαθούν να καλύψουν περιλαμβάνουν την ανάγκη για όσο το δυνατόν εξατομικευμένη μάθηση (personalized learning) με βάση τις ατομικές ανάγκες και τον ρυθμό προόδου του κάθε φοιτητή, την ανάπτυξη ευέλικτων pathways αλλά και διαφορετικών τρόπων μάθησης (modalities), και τέλος την ενίσχυση της συνδεσιμότητας των φοιτητών με το πανεπιστήμιο το όποιο επηρεάζει θετικά και την αίσθηση του ανήκειν σε αυτό» μας λέει η Μαρία Αυγερινού, PhD. Καθηγήτρια και Διευθύνουσας του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Learning Design and Technology, Deree- The American College of Greece. «Η απρόσκοπτη πρόσβαση σε εκπαιδευτικό υλικό και πόρους, αλλά και η δυνατότητα αλληλεπίδρασης και συνεργασίας ανάμεσα σε φοιτητές και εκπαιδευτές ανεξαρτήτως απόστασης αποτελούν επιπλέον ζητούμενα στα οποία οι τεχνολογίες της πληροφορίας θα
πρέπει να επικεντρωθούν ώστε να δώσουν συστηματικά αποτελεσματικές, και αξιόπιστες λύσεις».
Ενώ και έξω από το «παραδοσιακό» σύστημα εκπαίδευσης οι τεχνολογίες εκπαίδευσης αλλάζουν το τοπίο. «Ζούμε σε μια εποχή όπου υπάρχει άπλετη πρόσβαση σε εκπαιδευτικό υλικό και αρκετές φορές προσφέρεται δωρεάν, οπότε ένα στέλεχος μπορεί από μόνος/η του/της να ενδυναμώσεις τις σχετικές δεξιότητες» μας λέει σχετικά ο Πάνος Κοψαύτης Manager, Manpower IT (Recruitment & Tech Academies).
Παράλληλα, η εταιρική εκπαίδευση είναι ένας αποδεδειγμένος τρόπος για τη συνεχή ενδυνάμωση και διακράτηση του προσωπικού, καθώς το 60% των Ελλήνων εργοδοτών επενδύουν στην εκπαίδευση του ήδη υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού τους, σύμφωνα με την έρευνα Έλλειψης Ταλέντου της ManpowerGroup Ελλάδας» συνεχίζει και διακρίνει 3 τάσεις που όπως λέει έχουν εδραιωθεί στην εκπαίδευση:
• Η ασύγχρονη εκπαίδευση, χωρίς την παρουσία Εισηγητή (e-learnings / self-paced learning, e-learning platforms)
• Η σύγχρονη εκπαίδευση με την καθοδήγηση Εισηγητή/Εκπαιδευτή
• Ο συνδυασμός των 2 παραπάνω, που φαίνεται να έχει τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα
Όπως μας εξηγεί μάλιστα «…ειδικά στον τομέα της Τεχνολογίας, λόγω και της αυξανόμενης έλλειψης στελεχών Πληροφορικής, η εκπαίδευση αναμένεται να έχει ακόμα πιο ενεργό ρόλο στα επόμενα χρόνια. Αυτό συμβαίνει καθώς οι Τεχνολογίες κινούνται πολύ γρήγορα, εξελίσσονται, ορισμένες καταργούνται και εμφανίζονται και καινούργιες».
Oι training techs που διδάσκουν το μέλλον
Για την Μαρία Αυγερινού οι τεχνολογίες που θα πρωταγωνιστούν στην εκπαίδευση στο μέλλον περιλαμβάνουν την τεχνητή νοημοσύνη (Generative, and Predictive), την εικονική πραγματικότητα (VR), την αναλυτική επεξεργασία δεδομένων (learning analytics), την προσωποποιημένη μάθηση (personalized learning), τις μικροπιστοποιήσεις (microcredentials), και τη διασυνδετικότητα τόσο μεταξύ τους, όσο και με τη αγορά εργασίας. Αναφέροντας μερικές από αυτές συνοπτικά μάλιστα παρατηρεί για αυτές τα εξής:
Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ): Η χρήση προηγμένων ΑΙ τεχνολογιών για την προσαρμογή αλλά και την διαχείριση της μάθησης μέσα από την αναλυτική επεξεργασία δεδομένων, που επιτρέπει την δημιουργία εξατομικευμένων εκπαιδευτικών εμπειριών και την παροχή προγνωστικών αναλύσεων σχετικά με τις επιδόσεις και την συνολική πρόοδο των φοιτητών, είναι ζωτικής σημασίας. Για παράδειγμα, η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να επιτρέψει την αυτοματοποίηση καθηκόντων όπως οι δημιουργία αξιολογήσεων και η παροχή ανατροφοδότησης. Ας προσθέσουμε εδώ και τις τόσο σημαντικές διαδραστικές πλατφόρμες μάθησης που επίσης καλούνται να υποστηρίξουν την προσωπική και συνεργατική μάθηση.
Εικονική Πραγματικότητα (VR) και Επαυξημένη Πραγματικότητα (AR): Οι τεχνολογίες αυτές έχουν ήδη εισέλθει δυναμικά στην εκπαίδευση προσφέροντας μοναδικές εμπειρίες μάθησης, εφόσον επιτρέπουν στους μαθητές να αλληλεπιδρούν με τα περιεχόμενα με τρόπο που τους κινεί την περιέργεια, διατηρεί το ενδιαφέρον τους, και τους ωθεί στο να συμμετέχουν ενεργά και εμβαθύνουν στην αποκαλυπτική μάθηση. Για παράδειγμα, μια εκπαιδευτική εφαρμογή VR μπορεί να προσφέρει ολοκληρωμένες μαθησιακές εμπειρίες σε περιβάλλοντα που δυσκολεύει η πρόσβαση στην πραγματική ζωή.
Τεχνολογίες Μικροπιστοποίησης (microcredentials): Οι μικροπιστοποιήσεις προσφέρουν ευέλικτες εκπαιδευτικές εμπειρίες που προσαρμόζονται στις ανάγκες των μαθητών και των απαιτήσεων της αγοράς. Για παράδειγμα, μια μικροπιστοποίηση σε μια συγκεκριμένη δεξιότητα μπορεί να προσφέρει άμεση (on the spot) και συγκεκριμένη κατάρτιση για επαγγελματική εξέλιξη.
«Αυτές οι τεχνολογίες βέβαια αποτελούν μόνο μερικά παραδείγματα των τεχνολογιών που αναδεικνύονται ως κρίσιμες για το μέλλον της εκπαίδευσης» διευκρινίζει, «διότι ειδικά με την τεχνητή νοημοσύνη δεν είμαστε ακόμη σε θέση να υπολογίσουμε ή να εντοπίσουμε όλες τις εφαρμογές της στην σχεδιασμό, και την υλοποίηση της διδασκαλίας και του training, αλλά και στην αποτελεσματική υποστήριξη της μάθησης».
Μεγάλες προσδοκίες;
Οι υποσχέσεις των τεχνολογιών εκπαίδευσης δεν είναι εύκολο να προσπεραστούν. Ούτε λίγο ούτε πολύ αν όλες οι τεχνολογίες γίνουν διαθέσιμες σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού οι τεχνολογίες αυτές υπόσχονται το τέλος της αμάθειας. Προς το παρόν αποδεικνύονται «βολικές», δίνοντας σε όλους όσους έχουν πρόσβαση σε δίκτυο και κινητό ή υπολογιστή πρόσβαση στο χρόνο και το χώρο του. Πολύ πιο οικονομικές αφού δεν συμπεριλαμβάνουν αίθουσες και μπορούν με το ίδιο «interface» να εκπαιδεύσουν άπειρους «μαθητές».
Ευέλικτες όσο και η διαχείριση του ψηφιακού περιεχομένου τους. Ιδανικές για να παρέχουν εκπαίδευση από άτομα υψηλής εξειδίκευσης. Άμεσες αφού είναι διαθέσιμες «με το πάτημα μερικών κουμπιών» και το κυριότερο πολύ πιο «ζωντανές» αφού σηκώνουν την κατάρα της παθητικής παρακολούθησης που σκοτώνει το ίδιο το ένστικτο που ο άνθρωπος ως είδος να μαθαίνει και την φυσική περιέργεια, επαναφέροντας την βιωματική διάσταση μέσω της δημιουργία μιας ψηφιακής πραγματικότητας, εμπλέκοντας νέες διαστάσεις όπως το gamification και την πολυμεσική εμπειρία.
Και εύκολα προσαρμόσιμες σε εξειδικευμένα προβλήματα. Για παράδειγμα σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού στον χώρο του ΙΤ ο Πάνος Κοψαύτης μας μιλά για την δημιουργία από την Manpower των Tech Academies , που προσφέρουν Τεχνική Εκπαίδευση είτε στις πιο συνηθισμένες Τεχνολογίες (Java, .Net), είτε σε πιο εξειδικευμένες Τεχνολογίες όπου αποδεδειγμένα υπάρχει έλλειψη γνώσης (Service Now, Cyber Security, Data Engineering). «Οι Tech Academies μας καλούνται να καλύψουν είτε το κενό που έχουν απόφοιτοι STEM ώστε να ενταχθούνε έτοιμοι στην αγορά εργασίας, είτε να προσφέρουν εξειδικευμένες τεχνικές γνώσεις, συνοδευόμενες πάντα από σχετικές πιστοποιήσεις. Όλες οι προσφερόμενες μας εκπαιδεύσεις πραγματοποιούνται με την επίβλεψη έμπειρων εισηγητών και παρέχονται πρακτικά παραδείγματα, ώστε οι συμμετέχοντες να εξοικειωθούν με τις σχετικές Τεχνολογίες και να δούνε την εφαρμογή τους στην πράξη. Επιπλέον, για το μέλλον θα πρωταγωνιστήσουν οι εκπαιδεύσεις που εστιάζουν στο Cloud, στο AI / Machine Learning και θα συνεχίσει η ανοδική τάση της εκπαίδευσης σε Cyber Security».
Ο ρόλος του εκπαιδευτή
«Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε και τον μεταβαλλόμενο ρόλο του εκπαιδευτή» υπενθυμίζει ο Πάνος Κοψαύτης. «Ειδικά από την Covid-19 περίοδο και μετά, παγιώθηκε η remote εκπαίδευση χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία, ενώ ο Εκπαιδευτής πλέον δεν είναι απαραίτητο να έχει εμπειρία σε εκπαίδευση, αρκεί να είναι Subject Matter Expert, ενώ σε μεγάλους Tech Vendors, απαιτείται παράλληλα να είναι πιστοποιημένος» μας λέει.
Από την πλευρά της η Μαρία Αυγερινού θεωρεί ότι σε περιβάλλοντα εκπαίδευσης που υποστηρίζονται από την τεχνολογία, ο ρόλος του εκπαιδευτή φαίνεται να εξελίσσεται προς την κατεύθυνση της διαχείρισης τεχνολογικών εργαλείων για την προσαρμογή της διδασκαλίας στις ανάγκες των μαθητών. «Επιπλέον, οι εκπαιδευτές πλέον θα διαδραματίζουν έναν καίριο ρόλο στην παροχή εξατομικευμένης στήριξης (και με την βοήθεια της ΑΙ), τόσο στο περιεχόμενο, όσο και σχετικά με την ανάπτυξη δεξιοτήτων ψηφιακού γραμματισμού, και ειδικότερα με την υπεύθυνη χρήση της τεχνολογίας».
Και σε αυτή την κατεύθυνση μπορεί κανείς να δει και τις μεγαλύτερες δυσκολίες στην υιοθέτηση των τεχνολογιών εκπαίδευσης. Τα δύο βασικά προβλήματα είναι τα όρια που βάζουν οι τεχνικές προδιαγραφές του ευρύτερου περιβάλλοντος και του εκπαιδευόμενου. Σε απλά ελληνικά χρειάζονται μια καλή σύνδεση, ένα ικανό hardware και ένα φιλικό και κατανοητό interface. Αλλά κυρίως χρειάζονται μια καλή σχέση των εμπλεκομένων με την ίδια την τεχνολογία που τις κάνει εφικτές. Όπως είναι αναμενόμενο ήδη στις εφαρμογές τους το φράγμα μοιάζει να είναι ηλικιακό. Οι νεότεροι εκπαιδευόμενοι που έχουν μάθει να απολαμβάνουν για παράδειγμα να δουλεύουν από οπουδήποτε έχει σήμα οποτεδήποτε τους βολεύει τις απολαμβάνουν, σε αντίθεση με τους μεγαλύτερους -οι οποίοι χρειάζονται συνήθως και πιο πολύ από όλους τις υπηρεσίες των τεχνολογιών εκπαίδευσης- αντιδρούν και νιώθουν την έλλειψη της αμεσότητας και της ανθρώπινης επαφής των παραδοσιακών και «αναλογικών» εκπαιδευτικών διαδικασιών.
ΜΑΡΙΑ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ
Η ανοδική πορεία της τεχνητής νοημοσύνης στην εκπαίδευση αποτελεί σημαντική ένδειξη προσαρμογής στις νέες απαιτήσεις του επιχειρηματικού κόσμου.
Η πανδημία του COVID-19 έχει επιταχύνει αυτήν την αλλαγή, με τις επιχειρήσεις να αναζητούν νέους τρόπους εκπαίδευσης/κατάρτισης, και επικοινωνίας. Όπως αναφέραμε και πριν, η ανάγκη για αποτελεσματική και εξατομικευμένη εκπαίδευση οδηγεί στη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, των μεγάλων δεδομένων και της προβλεπτικής ανάλυσης. Ένας από τους βασικούς κλάδους που αποτελούν συνδετικό κρίκο μεταξύ εκπαίδευσης και αγοράς είναι αυτός του εκπαιδευτικού σχεδιασμού (learning design). Βλέπουμε λοιπόν ότι η τεχνητή νοημοσύνη ήδη επηρεάζει αυτό τον κλάδο πολυσχιδώς, εισάγοντας μια νέα εποχή καινοτομίας και αποτελεσματικότητας στον τομέα μας.
Ένα βασικό στοιχείο είναι η ενίσχυση (augmentation) των παραδοσιακών πρακτικών σχεδιασμού εκπαίδευσης αντί για την πλήρη αντικατάστασή τους. Η τεχνητή νοημοσύνη βοηθά τους learning designers στη δημιουργία εξατομικευμένων εκπαιδευτικών εμπειριών με ανάλυση δεδομένων μαθησιακών προφίλ (συνδυασμός αναγκών και προτιμήσεων εκπαιδευόμενων), βελτιώνοντας τη δημιουργία περιεχομένου και ενισχύοντας την αξιολογήση. Επίσης, η τεχνητή νοημοσύνη ενισχύει την παρουσίαση υλικού, αλλά και την αλληλεπίδραση με αυτό στο περιβάλλον εκπαίδευσης. Η χρήση προβλεπτικής ανάλυσης και μεγάλων δεδομένων συμβάλλει στη βελτιστοποίηση των μαθησιακών διαδικασιών και την ευθυγράμμιση των εκπαιδευτικών στόχων με τις ανάγκες των μαθητών.
Riding the AI Wave: Embracing the Perfect Storm of Opportunity
Μάλιστα, πρόσφατη έρευνα (Hardman, 2024) αποκαλύπτει τον κεντρικό ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης στη διαδικασία σχεδιασμού εκπαίδευσης (συμπεριλαμβανομένης της εταιρικής κατάρτισης). Το 95,3% των learning designers που συμμετείχαν στην έρευνα, δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη στην καθημερινή τους εργασία. Αυτοί που δεν τη χρησιμοποιούν, αναφέρουν προβλήματα πρόσβασης ή άδειας ως τον κύριο λόγο που δεν έχουν ενσωματώσει την τεχνολογία αυτή στη διαδικασία τους.
Ένα σημαντικό εύρημα είναι ότι η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιείται κυρίως στα στάδια σχεδιασμού και ανάπτυξης της διαδικασίας εκπαίδευσης.
Όταν αντιστοιχίζεται με τη διαδικασία της εφαρμογής του μοντέλου ADDIE, η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης κατανέμεται ως εξής:
Ανάλυση: 5,5% των περιπτώσεων
Σχεδιασμός: 32,1%
Ανάπτυξη: 53,2%
Εφαρμογή: 1,8%
Αξιολόγηση: 7,3%
Κατά την ίδια έρευνα, η πρωταρχική χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στον εκπαιδευτικό σχεδιασμό συνεχίζει να είναι η δημιουργία περιεχομένου. Τα ΑΙ εργαλεία χρησιμοποιούνται εκτενώς για την παραγωγή πολυμέσων, τη συγγραφή σεναρίων, και τη δημιουργία αξιολογήσεων. Η πιο συνηθισμένη χρήση είναι η δημιουργία βίντεο, ακολουθούμενη από τη παραγωγή περιεχομένου και τη αυτόματη δημιουργία ερωτήσεων (quiz) από κείμενο. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι οι learning designers χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο το ΑΙ ως συνεργάτη σκέψης στο στάδιο του σχεδιασμού για τη ανάπτυξη ιδεών (idea generation) και τη δημιουργία προτάσεων για θέματα μαθημάτων, δραστηριοτήτων μάθησης, και μορφών περιεχομένου, καθώς και για την υποστήριξη της δημιουργικής σκέψης.
Κλείνοντας, αξίζει να αναφερθεί ότι παρά τις αρχικές ανησυχίες για την απώλεια θέσεων εργασίας στον τομέα του learning design, ειδικά εξαιτίας της παραγωγής περιεχομένου που δημιουργείται από τα ΑΙ εργαλεία και τις απεριόριστες δυνατότητες αυτοματισμού, η κυρίαρχη πλέον αντίληψη είναι ότι η τεχνητή νοημοσύνη λειτουργεί μάλλον ως συνεργάτης παρά ως ανταγωνιστής με στόχο την βελτίωση του σχεδιασμού εκπαιδευτικών εμπειριών.
