Δύο θετικά γεγονότα όσον αφορά την υλοποίηση της τεχνολογίας 5G στην Ελλάδα, έδωσαν ένα χαρμόσυνο τόνο στο διάστημα που πέρασε. «Κανονικά θα συνεχιστούν οι επενδύσεις και το σχέδιο ψηφιακού μετασχηματισμού», ανακοίνωσε στα μέσα Απριλίου, ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΤΕ, Μιχάλης Τσαμάζ, συμπληρώνοντας: «αν και η πανδημία οδηγεί σε κάποιες μικρές μεταβολές».

Επιπλέον, η υπογραφή της ΚΥΑ για το νέο «Χάρτη Συχνοτήτων» από τον υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκο Πιερρακάκη, και τον υφυπουργό, Στέλιο Πέτσα, αποδίδει στην τεχνολογία 5G το φάσμα των 700 Mhz, το οποίο χρησιμοποιείται σήμερα από την επίγεια ψηφιακή τηλεόραση. Τα δύο αυτά στοιχεία συνδυαζόμενα θα μπορούσαν να γίνουν μια συνισταμένη δύναμη, που θα ωθήσει επενδύσεις σε τεχνολογία 5G, ενδεχομένως και μέσα στο 2021, εφόσον έχει ολοκληρωθεί η δημοπρασία του φάσματος μέσα στο 2020, όπως είχε ανακοινώσει στο πρόσφατο παρελθόν ο Κυριάκος Πιερρακάκης. Ωστόσο, η πανδημία, η οποία ανάγκασε και τον Μιχάλη Τσαμάζ να αφήσει ένα ανοιχτό παράθυρο εναλλακτικών επιλογών, είναι πολύ πιθανό να αλλάξει τις παραπάνω ημερομηνίες, δίνοντας προτεραιότητα σε επενδύσεις που θα μπορούσαν να είναι περισσότερο χρήσιμες στην τρέχουσα φάση.

Η ανεπάρκεια των οικιακών συνδέσεων
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που βίωσε ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης κυκλοφορίας, ήταν η ανεπάρκεια των οικιακών συνδέσεων, οι οποίες κλήθηκαν να υποστηρίξουν την τηλεργασία των εργαζομένων, την τηλεκπαίδευση των μαθητών και τη διασκέδαση που παρέχεται από υπηρεσίες video streaming και online gaming. Με την πλειονότητα του πληθυσμού να συνδέεται ακόμα στο Internet με συνδέσεις, οι οποίες έχουν ονομαστική ταχύτητα 24 Mbps και πραγματική σε μεγάλο ποσοστό αρκετά χαμηλότερη, η σύγχρονη χρήση των παραπάνω εφαρμογών είναι σχεδόν αδύνατη. Το πρόβλημα επιδεινώνεται και από την ποιότητα των δικτύων κορμού που στις δύσκολες φάσεις της πανδημίας, όπως η πρεμιέρα του «La Casa de Papel», ανάγκασε τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους να ζητήσουν από τους παρόχους των υπηρεσιών video streaming να μειώσουν την ποιότητα της εικόνας. Επίσης, είναι κοινώς γνωστό, ότι οι καθηγητές που έκαναν τηλεκπαίδευση τις πρώτες πρωινές ώρες, μπορούσαν να απευθυνθούν σε εικονικές τάξεις αρκετών μαθητών, ενώ όσο περνούσε η ώρα, οι μαθητές αντιμετώπιζαν πρόβλημα σύνδεσης, γεγονός που εκτός από τα δίκτυα κορμού, είναι πιθανό να οφείλεται και στις πλατφόρμες που χρησιμοποιήθηκαν.

Σε αυτό το πλαίσιο, θα φαινόταν πιο λογικό, να ενισχυθούν επενδύσεις που θα αυξήσουν την ταχύτητα πρόσβασης των τελικών χρηστών κατ΄ οίκον, δεδομένου ότι οι αναλυτές ισχυρίζονται πως η τηλεργασία ήρθε για να μείνει, παρά να βελτιώσουν τις ταχύτητες των mobile υπηρεσιών, οι οποίες με εξαίρεση κάποιες κατηγορίες εφαρμογών, μόνο πολυτέλεια μπορούν να θεωρηθούν σε αυτήν τη φάση. Ίσως μια ευνοϊκή ανατροπή στην υφιστάμενη κατάσταση να ξαναφέρει τις επενδύσεις σε τεχνολογία 5G προ των πυλών, αλλά μέχρι να συμβεί κάτι τέτοιο, το πιθανότερο σενάριο είναι ότι οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες θα προτιμήσουν να φυλάξουν τις δυνάμεις τους για καλύτερες μέρες. Άλλωστε, όπως αναδεικνύει άρθρο του Verge, οι παραπάνω σκέψεις δεν απασχολούν μόνο την ελληνική αγορά.