Ερευνα της ICAP και του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών / Επιμέλεια Ισαβέλλα Ζαμπετάκη, [email protected]
Η πιο πρόσφατη επικαιροποίηση της μεγάλης έρευνας για την κοινωνικο-οικονομική αποτίμηση του κλάδου της κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα ολοκληρώθηκε πρόσφατα από την ICAP και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σκοπός της μελέτης είναι να εξετάσει τις προοπτικές του κλάδου μέσα από τις δυσκολίες που δημιουργούν το οικονομικό και δημοσιονομικό περιβάλλον και να αναδείξει την επίδραση των προοπτικών αυτών στην οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη της χώρας.
Σε φθίνουσα τροχιά, αλλά με θετικές προοπτικές
O κλάδος κινητών τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα έχει λιγότερο από μία εικοσαετία ζωής αλλά, από τους πλέον δυναμικούς τα πρώτα 15 έτη της πορείας του, έχει μετατραπεί το τελευταίο διάστημα σε φθίνοντα κλάδο:
• Ο κύκλος εργασιών του κλάδου από υπηρεσίες μειώθηκε κατά 16,1% το 2010, ενώ το α’ τρίμηνο του 2011 η πτώση φτάνει το 21,2%
• Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) μειώθηκαν κατά 18,9% το 2010, ενώ το α’ τρίμηνο του 2011 η πτώση φτάνει το 21,3%.
Ο κλάδος έχει όμως, τη δυνατότητα να ξαναγίνει δυναμικός:
• Ο κλάδος στην Ευρώπη αποτελείται από ένα στάσιμο κλάδο φωνής και ένα δυναμικό κλάδο δεδομένων (19,6% αύξηση χωρίς τα SMS). Τα δεδομένα, μαζί με τα μηνύματα, αποτελούν πλέον το 27% των εσόδων του κλάδου
• Αντίθετα, στην Ελλάδα η μεταφορά δεδομένων εμφανίζει ανάπτυξη σε όγκο, αλλά είναι ακόμη μία περιορισμένη πηγή εσόδων (13% μαζί με τα SMS) με τάσεις μείωσης σε έσοδα.
Στην πρώτη 15ετία ζωής του, ο κλάδος στην Ελλάδα αναπτύχθηκε ταχύτερα από την Ευρώπη και συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της χώρας: Το 2010 ο κλάδος είχε άμεση συνεισφορά κατά 1,6% στο ΑΕΠ (3,6 δις ευρώ) και 8,3% μαζί με οφέλη από την παραγωγικότητα και πολλαπλασιαστικές επιδράσεις.
Παράλληλα, ο κλάδος στην Ελλάδα παρέχει ανταγωνιστικές τιμές στους πελάτες του: συγκριτικά με τις άλλες χώρες της Ευρώπης, εμφάνισε το 2010, συγχρόνως τη χαμηλότερη τιμή προ φόρων (0,066 ευρώ ανά λεπτό ομιλίας) και τη μεγαλύτερη πτώση τιμών (-28,3%).
Απόκλιση από την Ευρώπη
Σήμερα όμως, ο κλάδος στην Ελλάδα αντιμετωπίζει μία σειρά από αρνητικές προκλήσεις με αποτέλεσμα την απόκλιση από την Ευρώπη:
• Την οικονομική ύφεση που έχει προκαλέσει 10% μείωση των εισοδημάτων από το υψηλότερο σημείο τους το γ’ τρίμηνο του 2008 έως το α’ τρίμηνο του 2011
• Ενα πολύπλοκο και δυσλειτουργικό νομικό πλαίσιο αδειοδότησης των σταθμών βάσης που εμποδίζει την απρόσκοπτη διενέργεια των απαιτούμενων επενδύσεων
• Το κόστος ιδίων κεφαλαίων για τον κλάδο ανέρχεται σε 18,8% λόγω της αυξημένης οικονομικής αβεβαιότητας, έναντι 7,1% στις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης και 10% ιστορικά για τις τηλεπικοινωνίες στην Ελλάδα, περιορίζοντας την απόδοση των επενδύσεων και τις αποτιμήσεις των επιχειρήσεων
• Τις συνεχείς αυξήσεις έμμεσων φόρων στον κλάδο, με αποτέλεσμα πάνω από 50% της συνεισφοράς του κλάδου στο ΑΕΠ να απορροφάται από το δημόσιο (1.862 εκατ. ευρώ το 2010).
Η αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία της να ρυθμίσει οριστικά το νομικό πλαίσιο της αδειοδότησης των σταθμών βάσης, να διεκπεραιώσει τις σχετικές αιτήσεις και να διασφαλίσει τη λειτουργία κεραιών. Συγκριτικά με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα διατηρεί το μικρότερο ποσοστό αδειοδοτημένων κεραιών, τους μεγαλύτερους χρόνους καθυστερήσεων και τον μεγαλύτερο αριθμό εμπλεκόμενων αρχών που πρέπει να γνωμοδοτούν για την έκδοση αδειών.
Η αύξηση της φορολογίας δεν αποδίδει πλέον σε δημόσια έσοδα, καθώς δημιουργεί μεγάλες απώλειες στα έσοδα του κλάδου και τα εισοδήματα που δημιουργεί με τελικό αποτέλεσμα τα συνολικά δημόσια έσοδα να περιορίζονται (-1,1% το 2009 και -3,2% το 2010).
Ανάλυση των επιπτώσεων της φορολογίας στον κλάδο δείχνει ότι:
• Μείωση του ειδικού τέλους κατά 30% θα είχε ως αποτέλεσμα αύξηση των δημόσιων εσόδων κατά 2 εκατ. ευρώ ενώ, λαμβάνοντας υπόψη και τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, η αύξηση ανέρχεται σε 63 εκατ. ευρώ.
• Μείωση του ΦΠΑ από 23% σε 20% θα είχε ως αποτέλεσμα μείωση των δημόσιων εσόδων κατά 11 εκατ. ευρώ ενώ, λαμβάνοντας υπόψη και τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, υπάρχει αύξηση κατά 30 εκατ. ευρώ.
• Εξαίρεση από το ειδικό τέλος των συνδέσεων που προσφέρουν και όγκο δεδομένων ασύρματης πρόσβασης στο διαδίκτυο τουλάχιστον 50Mb θα είχε ως αποτέλεσμα μείωση των δημόσιων εσόδων κατά 5 εκατ. ευρώ ενώ, λαμβάνοντας υπόψη και τις επιδράσεις από την αυξημένη διείσδυση ευρυζωνικών δικτύων στο ΑΕΠ, τα δημόσια έσοδα αυξάνονται κατά 165 εκατ. ευρώ.
Το μέλλον φέρει υποσχέσεις αλλά απαιτεί επενδύσεις
Οσον αφορά στο μέλλον, οι προβλέψεις διεθνώς για την αύξηση του όγκου δεδομένων που μεταφέρονται μέσω κινητών ανέρχονται σε 92% ετησίως για τα επόμενα 5 έτη, δημιουργώντας την απαίτηση για αναβάθμιση των δικτύων σε 4G με σημαντικές επενδύσεις από τον κλάδο.
Επιπρόσθετες ανάγκες επενδύσεων δημιουργεί η επαναδειοδότηση του φάσματος. Η υλοποίηση των επενδύσεων αυτών θα δώσει ώθηση στην ελληνική οικονομία σε μία εποχή που τη χρειάζεται όσο ποτέ, θα μειωθεί η απόκλιση της χώρας από την Ευρώπη σε καινοτομίες και νέες τεχνολογίες και θα επιτρέψει στις κινητές επικοινωνίες να γίνουν ξανά ένας δυναμικός κλάδος.
Η προβλεπόμενη όμως, μείωση του κύκλου εργασιών και του EBITDA τα επόμενα έτη, θα περιορίσει την ταμειακή δυνατότητα των επιχειρήσεων να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών και την εξυπηρέτηση της ζήτησης για μεταφορά δεδομένων.
Παράλληλα, η αβεβαιότητα από το νομικό πλαίσιο και τις αυξήσεις φόρων, δεν διευκολύνουν τη λήψη αποφάσεων για κεφαλαιουχικές δαπάνες με απόδοση που έχει χρονικό ορίζοντα δεκαετίας.
Με βάση την ανάλυση ευαισθησίας των προοπτικών του κλάδου και της συνεισφοράς του στην ευρύτερη οικονομία, ανάλογα με μεταβολές στη φορολογία και το θεσμικό πλαίσιο των αδειοδοτήσεων των σταθμών βάσης, εκτιμάται ότι μία συνδυασμένη στους δύο αυτούς τομείς και στοχευμένη πολιτική από τη δημόσια διοίκηση θα είχε θετικά αποτελέσματα για την οικονομία και τα δημόσια έσοδα.
Ετσι, με α) μείωση του ειδικού τέλους συνδρομητών κατά 50% το 2012 και κατάργηση του το 2013 και με β) βελτίωση του θεσμικού πλαισίου με απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης και διασφάλιση της λειτουργίας των σταθμών βάσης θα επιτευχθούν τα εξής:
• Ενίσχυση των δημόσιων εσόδων κατά 70 εκ. ευρώ ενώ, λαμβάνοντας υπόψη και τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, η αύξηση θα ανέλθει σε 350 εκατ. ευρώ
• Το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 593 εκατ. ενώ, λαμβάνοντας υπόψη τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, η αύξηση του ΑΕΠ θα ανέλθει σε 1,3 δισ. ευρώ, δημιουργώντας παράλληλα 10.000 επιπρόσθετες θέσεις εργασίας.